Scrutatio

Giovedi, 9 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 30


font
GREEK BIBLEBIBLIA
1 Αλλα τωρα οι νεωτεροι μου την ηλικιαν με περιγελωσι, των οποιων τους πατερας δεν ηθελον καταδεχθη να βαλω μετα των κυνων του ποιμνιου μου.1 Mas ahora ríense de mí los que son más jóvenes que yo, a cuyos padres no juzgaba yo dignos de mezclar con los perros de mi grey.
2 Και εις τι τωοντι ηδυνατο να με ωφεληση η δυναμις των χειρων αυτων, εις τους οποιους η ισχυς εξελιπε;2 Aun la fuerza de sus manos, ¿para qué me servía?; había decaído todo su vigor,
3 Δι' ενδειαν και πειναν ησαν απομεμονωμενοι? εφευγον εις γην ανυδρον, σκοτεινην, ηφανισμενην και ερημον?3 agotado por el hambre y la penuria. Roían las raíces de la estepa, lugar sombrío de ruina y soledad.
4 εκοπτον μολοχην πλησιον των θαμνων και την ριζαν των αρκευθων δια τροφην αυτων.4 Recogían armuelle por los matorrales, eran su pan raíces de retama.
5 Ησαν εκ μεσου δεδιωγμενοι? εφωναζον επ' αυτους ως κλεπτας.5 De entre los hombres estaban expulsados, tras ellos se gritaba como tras un ladrón.
6 Κατωκουν εν τοις κρημνοις των χειμαρρων, ταις τρυπαις της γης και τοις βροχοις.6 Moraban en las escarpas de los torrentes, en las grietas del suelo y de las rocas.
7 Μεταξυ των θαμνων ωγκωντο? υποκατω των ακανθων συνηγοντο?7 Entre los matorrales rebuznaban, se apretaban bajo los espinos.
8 αφρονες και δυσφημοι, εκδεδιωγμενοι εκ της γης.8 Hijos de abyección, sí, ralea sin nombre, echados a latigazos del país.
9 Και τωρα εγω ειμαι το τραγωδιον αυτων, ειμαι και η παροιμια αυτων.9 ¡Y ahora soy yo la copla de ellos, el blanco de sus chismes!
10 Με βδελυττονται, απομακρυνονται απ' εμου, και δεν συστελλονται να πτυωσιν εις το προσωπον μου.10 Horrorizados de mí, se quedan a distancia, y sin reparo a la cara me escupen.
11 Επειδη ο Θεος διελυσε την υπεροχην μου και με εθλιψεν, απερριψαν και αυτοι τον χαλινον εμπροσθεν μου.11 Porque él ha soltado mi cuerda y me maltrata, ya tiran todo freno ante mí.
12 Εκ δεξιων ανιστανται οι νεοι? απωθουσι τους ποδας μου, και ετοιμαζουσι κατ' εμου τας ολεθριους οδους αυτων.12 Una ralea se alza a mi derecha, exploran si me encuentro tranquilo, y abren hacia mí sus caminos siniestros.
13 Ανατρεπουσι την οδον μου, επαυξανουσι την συμφοραν μου, χωρις να εχωσι βοηθον.13 Mi sendero han destruido, para perderme se ayudan, y nada les detiene;
14 Εφορμωσιν ως σφοδρα πλημμυρα, επι της ερημωσεως μου περικυλιονται.14 como por ancha brecha irrumpen, se han escurrido bajo los escombros.
15 Τρομοι εστραφησαν επ' εμε? καταδιωκουσι την ψυχην μου ως ανεμος? και η σωτηρια μου παρερχεται ως νεφος.15 Los terrores se vuelven contra mí, como el viento mi dignidad es arrastrada; como una nube ha pasado mi ventura.
16 Και τωρα η ψυχη μου εξεχυθη εντος μου? ημεραι θλιψεως με κατελαβον.16 Y ahora en mí se derrama mi alma, me atenazan días de aflicción.
17 Την νυκτα τα οστα μου διεπερασθησαν εν εμοι, και τα νευρα μου δεν αναπαυονται.17 De noche traspasa el mal mis huesos, y no duermen las llagas que me roen.
18 Υπο της σφοδρας δυναμεως ηλλοιωθη το ενδυμα μου? με περισφιγγει ως το περιλαιμιον του χιτωνος μου.18 Con violencia agarra él mi vestido, me aferra como el cuello de mi túnica.
19 Με ερριψεν εις τον πηλον, και ωμοιωθην με χωμα και κονιν.19 Me ha tirado en el fango, soy como el polvo y la ceniza.
20 Κραζω προς σε, και δεν μοι αποκρινεσαι? ισταμαι, και με παραβλεπεις.20 Grito hacia ti y tú no me respondes, me presento y no me haces caso.
21 Εγεινες ανελεημων προς εμε? δια της κραταιας χειρος σου με μαστιγονεις.21 Te has vuelto cruel para conmigo, tu mano vigorosa en mí se ceba.
22 Με εσηκωσας επι τον ανεμον? με επεβιβασας και διελυσας την ουσιαν μου.22 Me llevas a caballo sobre el viento, me zarandeas con la tempestad.
23 Εξευρω μεν οτι θελεις με φερει εις θανατον και τον οικον τον προσδιωρισμενον εις παντα ζωντα.23 Pues bien sé que a la muerte me conduces, al lugar de cita de todo ser viviente.
24 Αλλα δεν θελει εκτεινει χειρα εις τον ταφον, εαν κραζωσι προς αυτον οταν αφανιζη.24 Y sin embargo, ¿he vuelto yo la mano contra el pobre, cuando en su angustia justicia reclamaba?
25 Δεν εκλαυσα εγω δια τον οντα εν ημεραις σκληραις, και ελυπηθη η ψυχη μου δια τον πτωχον;25 ¿No he llorado por el que vive en estrechez? ¿no se ha apiadado mi alma del mendigo?
26 Ενω περιεμενον το καλον, τοτε ηλθε το κακον? και ενω ανεμενον το φως, τοτε ηλθε το σκοτος.26 Yo esperaba la dicha, y llegó la desgracia, aguardaba la luz, y llegó la oscuridad.
27 Τα εντοσθια μου ανεβρασαν και δεν ανεπαυθησαν? ημεραι θλιψεως με προεφθασαν.27 Me hierven las entrañas sin descanso, me han alcanzado días de aflicción.
28 Περιεπατησα μελαγχροινος ουχι υπο ηλιου? εσηκωθην, εβοησα εν συναξει.28 Sin haber sol, ando renegrido, me he levantado en la asamblea, sólo para gritar.
29 Εγεινα αδελφος των δρακοντων και συντροφος των στρουθοκαμηλων.29 Me he hecho hermano de chacales y compañero de avestruces.
30 Το δερμα μου εμαυρισεν επ' εμε, και τα οστα μου κατεκαυθησαν υπο της φλογωσεως.30 Mi piel se ha ennegrecido sobre mí, mis huesos se han quemado por la fiebre.
31 Η δε κιθαρα μου μετεβληθη εις πενθος και το οργανον μου εις φωνην κλαιοντων.31 ¡Mi cítara sólo ha servido para el duelo, mi flauta para la voz de plañidores!