Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Β´ - 2 Maccabei- Maccabees II 5


font
GREEK BIBLEVULGATA
1 περι δε τον καιρον τουτον την δευτεραν εφοδον ο αντιοχος εις αιγυπτον εστειλατο1 Eodem tempore, Antiochus secundam profectionem paravit in Ægyptum.
2 συνεβη δε καθ' ολην την πολιν σχεδον εφ' ημερας τεσσαρακοντα φαινεσθαι δια των αερων τρεχοντας ιππεις διαχρυσους στολας εχοντας και λογχας σπειρηδον εξωπλισμενους και μαχαιρων σπασμους2 Contigit autem per universam Jerosolymorum civitatem videri diebus quadraginta per aëra equites discurrentes, auratas stolas habentes et hastis, quasi cohortes armatos :
3 και ιλας ιππων διατεταγμενας και προσβολας γινομενας και καταδρομας εκατερων και ασπιδων κινησεις και καμακων πληθη και βελων βολας και χρυσεων κοσμων εκλαμψεις και παντοιους θωρακισμους3 et cursus equorum per ordines digestos, et congressiones fieri cominus, et scutorum motus, et galeatorum multitudinem gladiis districtis, et telorum jactus, et aureorum armorum splendorem, omnisque generis loricarum.
4 διο παντες ηξιουν επ' αγαθω την επιφανειαν γεγενησθαι4 Quapropter omnes rogabant in bonum monstra converti.
5 γενομενης δε λαλιας ψευδους ως μετηλλαχοτος αντιοχου τον βιον παραλαβων ο ιασων ουκ ελαττους των χιλιων αιφνιδιως επι την πολιν συνετελεσατο επιθεσιν των δε επι τω τειχει συνελασθεντων και τελος ηδη καταλαμβανομενης της πολεως ο μενελαος εις την ακροπολιν εφυγαδευσεν5 Sed cum falsus rumor exisset, tamquam vita excessisset Antiochus, assumptis Jason non minus mille viris, repente agressus est civitatem : et civibus ad murum convolantibus ad ultimum apprehensa civitate, Menelaus fugit in arcem :
6 ο δε ιασων εποιειτο σφαγας των πολιτων των ιδιων αφειδως ου συννοων την εις τους συγγενεις ευημεριαν δυσημεριαν ειναι την μεγιστην δοκων δε πολεμιων και ουχ ομοεθνων τροπαια καταβαλλεσθαι6 Jason vero non parcebat in cæde civibus suis, nec cogitabat prosperitatem adversum cognatos malum esse maximum, arbitrans hostium et non civium se trophæa capturum.
7 της μεν αρχης ουκ εκρατησεν το δε τελος της επιβουλης αισχυνην λαβων φυγας παλιν εις την αμμανιτιν απηλθεν7 Et principatum quidem non obtinuit, finem vero insidiarum suarum confusionem accepit, et profugus iterum abiit in Ammanitem.
8 περας ουν κακης καταστροφης ετυχεν εγκληθεις προς αρεταν τον των αραβων τυραννον πολιν εκ πολεως φευγων διωκομενος υπο παντων στυγουμενος ως των νομων αποστατης και βδελυσσομενος ως πατριδος και πολιτων δημιος εις αιγυπτον εξεβρασθη8 Ad ultimum, in exitium sui conclusus ab Areta Arabum tyranno fugiens de civitate in civitatem, omnibus odiosus, ut refuga legum et execrabilis, ut patriæ et civium hostis, in Ægyptum extrusus est :
9 και ο συχνους της πατριδος αποξενωσας επι ξενης απωλετο προς λακεδαιμονιους αναχθεις ως δια την συγγενειαν τευξομενος σκεπης9 et qui multos de patria sua expulerat, peregre periit, Lacedæmonas profectus, quasi pro cognatione ibi refugium habiturus :
10 και ο πληθος αταφων εκριψας απενθητος εγενηθη και κηδειας ουδ' ηστινοσουν ουτε πατρωου ταφου μετεσχεν10 et qui insepultos multos abjecerat, ipse et illamentatus et insepultus abjicitur, sepultura neque peregrina usus, neque patrio sepulchro participans.
11 προσπεσοντων δε τω βασιλει περι των γεγονοτων διελαβεν αποστατειν την ιουδαιαν οθεν αναζευξας εξ αιγυπτου τεθηριωμενος τη ψυχη ελαβεν την μεν πολιν δοριαλωτον11 His itaque gestis, suspicatus est rex societatem deserturos Judæos : et ob hoc profectus ex Ægypto efferatis animis, civitatem quidem armis cepit.
12 και εκελευσεν τοις στρατιωταις κοπτειν αφειδως τους εμπιπτοντας και τους εις τας οικιας αναβαινοντας κατασφαζειν12 Jussit autem militibus interficere, nec parcere occursantibus, et per domos ascendentes trucidare.
13 εγινετο δε νεων και πρεσβυτερων αναιρεσις ανηβων τε και γυναικων και τεκνων αφανισμος παρθενων τε και νηπιων σφαγαι13 Fiebant ergo cædes juvenum ac seniorum, et mulierum et natorum exterminia, virginumque et parvulorum neces.
14 οκτω δε μυριαδες εν ταις πασαις ημεραις τρισιν κατεφθαρησαν τεσσαρες μεν εν χειρων νομαις ουχ ηττον δε των εσφαγμενων επραθησαν14 Erant autem toto triduo octoginta millia interfecti, quadraginta millia vincti, non minus autem venundati.
15 ουκ αρκεσθεις δε τουτοις κατετολμησεν εις το πασης της γης αγιωτατον ιερον εισελθειν οδηγον εχων τον μενελαον τον και των νομων και της πατριδος προδοτην γεγονοτα15 Sed nec ista sufficiunt : ausus est etiam intrare templum universa terra sanctius, Menelao ductore, qui legum et patriæ fuit proditor :
16 και ταις μιαραις χερσιν τα ιερα σκευη λαμβανων και τα υπ' αλλων βασιλεων ανατεθεντα προς αυξησιν και δοξαν του τοπου και τιμην ταις βεβηλοις χερσιν συσσυρων16 et scelestis manibus sumens sancta vasa, quæ ab aliis regibus et civitatibus erant posita ad ornatum loci, et gloriam, contrectabat indigne, et contaminabat.
17 και εμετεωριζετο την διανοιαν ο αντιοχος ου συνορων οτι δια τας αμαρτιας των την πολιν οικουντων απωργισται βραχεως ο δεσποτης διο γεγονεν περι τον τοπον παρορασις17 Ita alienatus mente Antiochus, non considerabat quod propter peccata habitantium civitatem, modicum Deus fuerat iratus : propter quod et accidit circa locum despectio :
18 ει δε μη συνεβη προσενεχεσθαι πολλοις αμαρτημασιν καθαπερ ην ο ηλιοδωρος ο πεμφθεις υπο σελευκου του βασιλεως επι την επισκεψιν του γαζοφυλακιου ουτος προαχθεις παραχρημα μαστιγωθεις ανετραπη του θρασους18 alioquin nisi contigisset eos multis peccatis esse involutos, sicut Heliodorus, qui missus est a Seleuco rege ad expoliandum ærarium, etiam hic statim adveniens flagellatus, et repulsus utique fuisset ab audacia.
19 αλλ' ου δια τον τοπον το εθνος αλλα δια το εθνος τον τοπον ο κυριος εξελεξατο19 Verum non propter locum, gentem : sed propter gentem, locum Deus elegit.
20 διοπερ και αυτος ο τοπος συμμετασχων των του εθνους δυσπετηματων γενομενων υστερον ευεργετηματων εκοινωνησεν και ο καταλειφθεις εν τη του παντοκρατορος οργη παλιν εν τη του μεγαλου δεσποτου καταλλαγη μετα πασης δοξης επανωρθωθη20 Ideoque et ipse locus particeps factus est populi malorum : postea autem fiet socius bonorum, et qui derelictus in ira Dei omnipotentis est, iterum in magni Domini reconciliatione cum summa gloria exaltabitur.
21 ο γουν αντιοχος οκτακοσια προς τοις χιλιοις απενεγκαμενος εκ του ιερου ταλαντα θαττον εις την αντιοχειαν εχωρισθη οιομενος απο της υπερηφανιας την μεν γην πλωτην και το πελαγος πορευτον θεσθαι δια τον μετεωρισμον της καρδιας21 Igitur Antiochus mille et octingentis ablatis de templo talentis, velociter Antiochiam regressus est, existimans se præ superbia terram ad navigandum, pelagus vero ad iter agendum deducturum propter mentis elationem.
22 κατελιπεν δε και επιστατας του κακουν το γενος εν μεν ιεροσολυμοις φιλιππον το μεν γενος φρυγα τον δε τροπον βαρβαρωτερον εχοντα του καταστησαντος22 Reliquit autem et præpositos ad affligendam gentem : Jerosolymis quidem Philippum genere Phrygem, moribus crudeliorem eo ipso a quo constitutus est :
23 εν δε γαριζιν ανδρονικον προς δε τουτοις μενελαον ος χειριστα των αλλων υπερηρετο τοις πολιταις απεχθη δε προς τους πολιτας ιουδαιους εχων διαθεσιν23 in Garizim autem Andronicum et Menelaum, qui gravius quam ceteri imminebant civibus.
24 επεμψεν δε τον μυσαρχην απολλωνιον μετα στρατευματος δισμυριους δε προς τοις δισχιλιοις προσταξας τους εν ηλικια παντας κατασφαξαι τας δε γυναικας και τους νεωτερους πωλειν24 Cumque appositus esset contra Judæos, misit odiosum principem Apollonium cum exercitu viginti et duobus millibus, præcipiens ei omnes perfectæ ætatis interficere, mulieres ac juvenes vendere.
25 ουτος δε παραγενομενος εις ιεροσολυμα και τον ειρηνικον υποκριθεις επεσχεν εως της αγιας ημερας του σαββατου και λαβων αργουντας τους ιουδαιους τοις υφ' εαυτον εξοπλησιαν παρηγγειλεν25 Qui cum venisset Jerosolymam, pacem simulans, quievit usque ad diem sanctum sabbati : et tunc feriatis Judæis arma capere suis præcepit.
26 και τους εξελθοντας παντας επι την θεωριαν συνεξεκεντησεν και εις την πολιν συν τοις οπλοις εισδραμων ικανα κατεστρωσεν πληθη26 Omnesque qui ad spectaculum processerant, trucidavit : et civitatem cum armatis discurrens, ingentem multitudinem peremit.
27 ιουδας δε ο και μακκαβαιος δεκατος που γενηθεις και αναχωρησας εις την ερημον θηριων τροπον εν τοις ορεσιν διεζη συν τοις μετ' αυτου και την χορτωδη τροφην σιτουμενοι διετελουν προς το μη μετασχειν του μολυσμου27 Judas autem Machabæus, qui decimus fuerat, secesserat in desertum locum, ibique inter feras vitam in montibus cum suis agebat : et fœni cibo vescentes, demorabantur, ne participes essent coinquinationis.