Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Β´ - 2 Maccabei- Maccabees II 5


font
GREEK BIBLEBIBBIA RICCIOTTI
1 περι δε τον καιρον τουτον την δευτεραν εφοδον ο αντιοχος εις αιγυπτον εστειλατο1 - Nel medesimo tempo, Antioco preparava una seconda spedizione in Egitto.
2 συνεβη δε καθ' ολην την πολιν σχεδον εφ' ημερας τεσσαρακοντα φαινεσθαι δια των αερων τρεχοντας ιππεις διαχρυσους στολας εχοντας και λογχας σπειρηδον εξωπλισμενους και μαχαιρων σπασμους2 Accadde allora che per quaranta giorni, in tutta la città di Gerusalemme, si videro correre in aria cavalieri con mantelli dorati, armati d’aste come le coorti ;
3 και ιλας ιππων διατεταγμενας και προσβολας γινομενας και καταδρομας εκατερων και ασπιδων κινησεις και καμακων πληθη και βελων βολας και χρυσεων κοσμων εκλαμψεις και παντοιους θωρακισμους3 ed incursioni di cavalli schierati a fila, scontri a corpo a corpo, cozzo di scudi, moltitudine d’uomini con elmi e spade sguainate, lancio di frecce, e splendore d’armi dorate e d’ogni genere di corazze.
4 διο παντες ηξιουν επ' αγαθω την επιφανειαν γεγενησθαι4 Laonde, tutti pregavano che quei portenti riuscissero a bene.
5 γενομενης δε λαλιας ψευδους ως μετηλλαχοτος αντιοχου τον βιον παραλαβων ο ιασων ουκ ελαττους των χιλιων αιφνιδιως επι την πολιν συνετελεσατο επιθεσιν των δε επι τω τειχει συνελασθεντων και τελος ηδη καταλαμβανομενης της πολεως ο μενελαος εις την ακροπολιν εφυγαδευσεν5 Ma essendosi sparsa falsamente la voce che Antocò fosse morto, Giasone, presi con sè non meno che mille uomini, assalì all'improvviso la città e sebbene i cittadini accorressero alle mura, in ultimo, presa la città, Menelao si rifugiò nella cittadella.
6 ο δε ιασων εποιειτο σφαγας των πολιτων των ιδιων αφειδως ου συννοων την εις τους συγγενεις ευημεριαν δυσημεριαν ειναι την μεγιστην δοκων δε πολεμιων και ουχ ομοεθνων τροπαια καταβαλλεσθαι6 Giasone poi non risparmiò stragi a’ suoi concittadini, senza pensare che un successo riportato contro quelli della propria gente è il massimo male; e credendo di riportar un trioonfo su nemici e non su connazionali.
7 της μεν αρχης ουκ εκρατησεν το δε τελος της επιβουλης αισχυνην λαβων φυγας παλιν εις την αμμανιτιν απηλθεν7 Non però ottenne il principato e per fine del suo tradimento trovò il disonore; e di nuovo fuggiasco, riparò tra gli Ammoniti.
8 περας ουν κακης καταστροφης ετυχεν εγκληθεις προς αρεταν τον των αραβων τυραννον πολιν εκ πολεως φευγων διωκομενος υπο παντων στυγουμενος ως των νομων αποστατης και βδελυσσομενος ως πατριδος και πολιτων δημιος εις αιγυπτον εξεβρασθη8 In ultimo, per sommo di sua sciagura, fatto prigioniero da Areta, tiranno degli Arabi, fuggi, e ramingo di città in città, odioso a tutti come esecrabile violator delle leggi, nemico delta patria e della nazione, fu cacciato in Egitto.
9 και ο συχνους της πατριδος αποξενωσας επι ξενης απωλετο προς λακεδαιμονιους αναχθεις ως δια την συγγενειαν τευξομενος σκεπης9 Ed egli, che tanti aveva scacciato dalla loro patria, mori fuggitivo in Lacedemone, dove s’era recato sperando di trovarvi un rifugio in nome della fratellanza.
10 και ο πληθος αταφων εκριψας απενθητος εγενηθη και κηδειας ουδ' ηστινοσουν ουτε πατρωου ταφου μετεσχεν10 Ed egli, che molti aveva fatto gettare insepolti, fu gettato alla sua volta illacrimato ed insepolto, senza aver in sorte nè una sepoltura straniera né quella de' padri suoi.
11 προσπεσοντων δε τω βασιλει περι των γεγονοτων διελαβεν αποστατειν την ιουδαιαν οθεν αναζευξας εξ αιγυπτου τεθηριωμενος τη ψυχη ελαβεν την μεν πολιν δοριαλωτον11 Per queste cose, il re sospettò che i Giudei volessero romper l’alleanza con lui. Perciò partitosi dall' Egitto con l’animo inferocito, prese a forza la città.
12 και εκελευσεν τοις στρατιωταις κοπτειν αφειδως τους εμπιπτοντας και τους εις τας οικιας αναβαινοντας κατασφαζειν12 Ed ai soldati comandò che uccidessero senza misericordia quanti incontravano, e trucidassero quelli che salivano per le case.
13 εγινετο δε νεων και πρεσβυτερων αναιρεσις ανηβων τε και γυναικων και τεκνων αφανισμος παρθενων τε και νηπιων σφαγαι13 Fu dunque un macello di giovani e vecchi, uno sterminio di donne e bambini, una strage di fanciulli e ragazzi.
14 οκτω δε μυριαδες εν ταις πασαις ημεραις τρισιν κατεφθαρησαν τεσσαρες μεν εν χειρων νομαις ουχ ηττον δε των εσφαγμενων επραθησαν14 Furono in quei tre giorni ottantamila gli uccisi, quarantamila i prigionieri, circa altrettanti i venduti schiavi.
15 ουκ αρκεσθεις δε τουτοις κατετολμησεν εις το πασης της γης αγιωτατον ιερον εισελθειν οδηγον εχων τον μενελαον τον και των νομων και της πατριδος προδοτην γεγονοτα15 Nè gli parve abbastanza, che osò entrare nel tempio più santo di tutta la terra, condottovi da quel Menelao che aveva tradito le leggi e la patria.
16 και ταις μιαραις χερσιν τα ιερα σκευη λαμβανων και τα υπ' αλλων βασιλεων ανατεθεντα προς αυξησιν και δοξαν του τοπου και τιμην ταις βεβηλοις χερσιν συσσυρων16 E presi con mani scellerate gli arredi santi che da altri re e città eran stati posti ad ornamento ed onore del tempio, indegnamente li maneggiava e contaminava.
17 και εμετεωριζετο την διανοιαν ο αντιοχος ου συνορων οτι δια τας αμαρτιας των την πολιν οικουντων απωργισται βραχεως ο δεσποτης διο γεγονεν περι τον τοπον παρορασις17 Cosi Antioco, perso il bene dell' intelletto, non considerava che Dio s’era per un poco sdegnato a causa de' peccati de' cittadini, e che per questo avveniva quella profanazione del tempio.
18 ει δε μη συνεβη προσενεχεσθαι πολλοις αμαρτημασιν καθαπερ ην ο ηλιοδωρος ο πεμφθεις υπο σελευκου του βασιλεως επι την επισκεψιν του γαζοφυλακιου ουτος προαχθεις παραχρημα μαστιγωθεις ανετραπη του θρασους18 Che se non fosse stato che quelli eran macchiati di molti peccati, anch’egli Antioco, come già Eliodoro mandato dal re Seleuco a saccheggiare l’erario, subito al suo arrivo sarebbe stato flagellato, ed Impedito di consumare la sua audacia.
19 αλλ' ου δια τον τοπον το εθνος αλλα δια το εθνος τον τοπον ο κυριος εξελεξατο19 Iddio infatti non s’ è scolto un popolo per amor del tempio, ma un tempio per amore del popolo.
20 διοπερ και αυτος ο τοπος συμμετασχων των του εθνους δυσπετηματων γενομενων υστερον ευεργετηματων εκοινωνησεν και ο καταλειφθεις εν τη του παντοκρατορος οργη παλιν εν τη του μεγαλου δεσποτου καταλλαγη μετα πασης δοξης επανωρθωθη20 Perciò, anche il tempio è divenuto partecipe del mali del popolo; ma in seguito, diverrà compartecipe del beni, e dopo essere stato abbandonato per lo sdegno dell’onnipotente Dio, sarà di nuovo con gran gloria esaltato: quando il Signore grande si riconcilierà.
21 ο γουν αντιοχος οκτακοσια προς τοις χιλιοις απενεγκαμενος εκ του ιερου ταλαντα θαττον εις την αντιοχειαν εχωρισθη οιομενος απο της υπερηφανιας την μεν γην πλωτην και το πελαγος πορευτον θεσθαι δια τον μετεωρισμον της καρδιας21 Antioco dunque, rapiti al tempio milleottocento talenti, tornò prestamente in Antiochia, pensandosi nella sua superbia di poter ridurre la terra ad esser navigabile, ed il mare a potervi camminare, tanto s’era gonfiato d’orgoglio.
22 κατελιπεν δε και επιστατας του κακουν το γενος εν μεν ιεροσολυμοις φιλιππον το μεν γενος φρυγα τον δε τροπον βαρβαρωτερον εχοντα του καταστησαντος22 E lasciò dei ministri a vessazione del popolo: in Gerusalemme, Filippo, Frigio di stirpe, d’animo più crudele di quel medesimo che ve lo deputò;
23 εν δε γαριζιν ανδρονικον προς δε τουτοις μενελαον ος χειριστα των αλλων υπερηρετο τοις πολιταις απεχθη δε προς τους πολιτας ιουδαιους εχων διαθεσιν23 in Garizlm poi, Andronico e Menelao, più accaniti degli altri contro i loro cittadini.
24 επεμψεν δε τον μυσαρχην απολλωνιον μετα στρατευματος δισμυριους δε προς τοις δισχιλιοις προσταξας τους εν ηλικια παντας κατασφαξαι τας δε γυναικας και τους νεωτερους πωλειν24 Ed essendo pieno di odio contro i Giudei, mandò l'iniquo generale Apollonio con un esercito di ventiduemila soldati, ingiungendogli di uccider tutti gli adulti, e di vender le donne e i ragazzi.
25 ουτος δε παραγενομενος εις ιεροσολυμα και τον ειρηνικον υποκριθεις επεσχεν εως της αγιας ημερας του σαββατου και λαβων αργουντας τους ιουδαιους τοις υφ' εαυτον εξοπλησιαν παρηγγειλεν25 Quegli, venuto a Gerusalemme, simulando pace, non si mosse fino al giorno santo del sabato; allora, essendo i Giudei in riposo, comandò ai suol di prender le armi,
26 και τους εξελθοντας παντας επι την θεωριαν συνεξεκεντησεν και εις την πολιν συν τοις οπλοις εισδραμων ικανα κατεστρωσεν πληθη26 trucidò tutti quelli che eran usciti allo spettacolo, e scorrendo con gli armati la città, uccise gran moltitudine.
27 ιουδας δε ο και μακκαβαιος δεκατος που γενηθεις και αναχωρησας εις την ερημον θηριων τροπον εν τοις ορεσιν διεζη συν τοις μετ' αυτου και την χορτωδη τροφην σιτουμενοι διετελουν προς το μη μετασχειν του μολυσμου27 Ma Giuda Maccabeo, che era il decimo, ritiratosi in luogo deserto, ivi coi suoi conduceva la vita tra le fiere, pei monti; e continuava a nutrirsi d’erbe, per non partecipare all’altrui contaminazione.