Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Psalms 39


font
DOUAI-RHEIMSGREEK BIBLE
1 Unto the end, for Idithun himself, a canticle of David.1 Εις τον πρωτον μουσικον, τον Ιεδουθουν. Ψαλμος του Δαβιδ.>> Ειπα, Θελω προσεχει εις τας οδους μου, δια να μη αμαρτανω δια της γλωσσης μου? θελω φυλαττει το στομα μου με χαλινον, ενω ειναι ο ασεβης εμπροσθεν μου.
2 I said: I will take heed to my ways : that I sin not with my tongue. I have set guard to my mouth, when the sinner stood against me.2 Εσταθην αφωνος και σιωπηλος? εσιωπησα και απο του να λεγω καλον? και ο πονος μου ανεταραχθη.
3 I was dumb, and was humbled, and kept silence from good things : and my sorrow was renewed.3 Εθερμανθη η καρδια μου εντος μου? ενω εμελετων, εξηφθη εν εμοι πυρ? ελαλησα δια της γλωσσης μου και ειπα,
4 My heart grew hot within me : and in my meditation a fire shall flame out.4 Καμε γνωστον εις εμε, Κυριε, το τελος μου και τον αριθμον των ημερων μου, τις ειναι, δια να γνωρισω ποσον ετι θελω ζησει.
5 I spoke with my tongue : O Lord, make me know my end. And what is the number of my days : that I may know what is wanting to me.5 Ιδου, μετρον σπιθαμης κατεστησας τας ημερας μου, και ο καιρος της ζωης μου ειναι ως ουδεν εμπροσθεν σου? επ' αληθειας πας ανθρωπος, καιτοι στερεος, ειναι ολως ματαιοτης. Διαψαλμα.
6 Behold thou hast made my days measurable : and my substance is as nothing before thee. And indeed all things are vanity : every man living.6 Βεβαιως ο ανθρωπος περιπατει εν φαντασια? βεβαιως εις ματην ταραττεται? θησαυριζει, και δεν εξευρει τις θελει συναξει αυτα.
7 Surely man passeth as an image : yea, and he is disquieted in vain. He storeth up : and he knoweth not for whom he shall gather these things.7 Και τωρα, Κυριε, τι περιμενω; η ελπις μου ειναι επι σε.
8 And now what is my hope? is it not the Lord? and my substance is with thee.8 Απο πασων των ανομιων μου λυτρωσον με? μη με καμης ονειδος του αφρονος.
9 Deliver thou me from all my iniquities : thou hast made me a reproach to the fool.9 Εγεινα αφωνος? δεν ηνοιξα το στομα μου, επειδη συ εκαμες τουτο.
10 I was dumb, and I opened not my mouth, because thou hast done it.10 Απομακρυνον απ' εμου την πληγην σου? απο της παλης της χειρος σου εγω απεκαμον.
11 Remove thy scourges from me. The strength of thy hand hath made me faint in rebukes:11 Οταν δι' ελεγχων παιδευης ανθρωπον δια ανομιαν, Κατατρωγεις ως σκωληξ την ωραιοτητα αυτου? τω οντι ματαιοτης πας ανθρωπος. Διαψαλμα.
12 thou hast corrected man for iniquity. And thou hast made his soul to waste away like a spider : surely in vain is any man disquieted.12 Εισακουσον, Κυριε, της προσευχης μου και δος ακροασιν εις την κραυγην μου? μη παρασιωπησης εις τα δακρυα μου. Διοτι παροικος ειμαι παρα σοι και παρεπιδημος, καθως παντες οι πατερες μου.
13 Hear my prayer, O Lord, and my supplication : give ear to my tears. Be not silent : for I am a stranger with thee, and a sojourner as all my fathers were.13 Παυσαι απ' εμου, δια να αναλαβω δυναμιν, πριν αποδημησω και δεν υπαρχω πλεον.
14 O forgive me, that I may be refreshed, before I go hence, and be no more.