1 Del rimanente, fratelli, pregate per noi, affinchè la parola di Dio corra, e sia glorificata, come già tra di voi: | 1 Το λοιπον προσευχεσθε, αδελφοι, περι ημων, δια να τρεχη ο λογος του Κυριου και να δοξαζηται, καθως και εις εσας, |
2 E affinchè siamo liberati dai protervi, e cattivi uomini: imperocché non è di tutti la fede. | 2 και δια να ελευθερωθωμεν απο των παραλογων και πονηρων ανθρωπων? διοτι η πιστις δεν υπαρχει εις παντας. |
3 Ma fedele è Dio, il quale vi conforterà, e vi difenderà dal maligno. | 3 Πιστος ομως ειναι ο Κυριος, οστις θελει σας στηριξει και φυλαξει απο του πονηρου. |
4 Abbiamo questa fidanza nel Signore rispetto a voi, che quanto vi abbiamo ordinato, e lo fate, e lo farete. | 4 Εχομεν δε πεποιθησιν δια του Κυριου εφ' υμας οτι εκεινα, τα οποια σας παραγγελλομεν, και πραττετε και θελετε πραττει. |
5 Il Signore poi governi i vostri cuori con la carità di Dio, e con la pazienza di Cristo. | 5 Ο δε Κυριος ειθε να κατευθυνη τας καρδιας σας εις την αγαπην του Θεου και εις την προσδοκιαν του Χριστου. |
6 Vi facciam poi sapere o fratelli, nel nome del Signor nostro Gesù Cristo, che vi ritiriate da qualunque fratello, che viva, disordinatamente, e non secondo la dottrina, che hanno ricevuta, da noi. | 6 Σας παραγγελλομεν δε, αδελφοι, εν ονοματι του Κυριου ημων Ιησου Χριστου, να απομακρυνησθε απο παντος αδελφου ατακτως περιπατουντος και ουχι κατα την παραδοσιν, την οποιαν παρελαβε παρ' ημων. |
7 Imperocché voi sapete, come dobbiate imitar noi: imperocché non ci diportammo inordinatamente tra voi: | 7 Επειδη σεις εξευρετε πως πρεπει να μιμησθε ημας, διοτι δεν εφερθημεν ατακτως μεταξυ σας, |
8 Nè mangiammo ad ufo il pane di veruno, ma con fatica, e stento, lavorando di, e notte, per non essere di aggravio ad alcuno di voi: | 8 ουδε εφαγομεν δωρεαν αρτον παρα τινος, αλλα μετα κοπου και μοχθου, νυκτα και ημεραν εργαζομενοι, δια να μη επιβαρυνωμεν μηδενα υμων? |
9 Non come se non avessimo potuto farlo, ma per darvi noi stessi modello da imitare. | 9 ουχι διοτι δεν εχομεν εξουσιαν, αλλα δια να σας δωσωμεν εαυτους τυπον εις το να μιμησθε ημας. |
10 Imperocché eziandio allorché vi eravamo dappresso, v' intimavamo: che chi non vuol lavorare, non mangi. | 10 Διοτι και οτε ημεθα παρ' υμιν, τουτο σας παρηγγελλομεν, οτι εαν τις δεν θελη να εργαζηται, μηδε ας τρωγη. |
11 Imperocché abbiamo udito, che alcuni da voi procedono disordinatamente, i quali non fanno nulla, ma si affaccendano senza pro. | 11 Επειδη ακουομεν τινας οτι περιπατουσι μεταξυ σας ατακτως, μη εργαζομενοι μηδεν, αλλα περιεργαζομενοι? |
12 Or a questi tali facciam sapere, gli scongiuriamo nel Signor Gesù Cristo, che lavorando in silenzio, mangino il loro pane. | 12 παραγγελλομεν δε εις τους τοιουτους και προτρεπομεν δια του Κυριου ημων Ιησου Χριστου, να τρωγωσι τον αρτον αυτων εργαζομενοι μετα ησυχιας. |
13 Ma voi, o fratelli, non vi rallentate nel ben fare. | 13 Σεις δε, αδελφοι, μη αποκαμητε πραττοντες το καλον. |
14 Che se alcuno non ubbidisce a quanto diciamo per lettera, notatelo, e non abbiate commercio con esso, affinchè n' abbia confusione: | 14 Και εαν τις δεν υπακουη εις τον λογον ημων τον δια της επιστολης, τουτον σημειονετε και μη συναναστρεφεσθε μετ' αυτου, δια να εντραπη? |
15 E nol riguardate come nimico, ma correggetelo come fratello. | 15 πλην μη θεωρειτε αυτον ως εχθρον, αλλα νουθετειτε ως αδελφον. |
16 E lo stesso Signor della pace dia sempre a voi pace in ogni luogo. Il Signore sia con tutti voi. | 16 Αυτος δε ο Κυριος της ειρηνης ειθε να σας δωση την ειρηνην διαπαντος εν παντι τροπω. Ο Κυριος ειη μετα παντων υμων. |
17 Il saluto (è) di mano di me Paolo: questo è il sigillo in ogni mia lettera: scrivo così. | 17 Ο ασπασμος εγραφη με την χειρα εμου του Παυλου, το οποιον ειναι σημειον εν παση επιστολη? ουτω γραφω. |
18 La grazia del Signor nostro Gesù, Cristo con tutti voi. Cosi sia. | 18 Η χαρις του Κυριου ημων Ιησου Χριστου ειη μετα παντων υμων? αμην. |