Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Actes des Apôtres 13


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Il y avait à Antioche, dans l’Église qui y était établie, des prophètes et des docteurs: Barnabé, Siméon surnommé le Noir, Lucius et Cyrénius, Manahem, qui avait été élevé avec le tétrarque Hérode, et Saul.1 Ησαν δε εν Αντιοχεια εν τη υπαρχουση εκκλησια προφηται τινες και διδασκαλοι, ο Βαρναβας και Συμεων ο καλουμενος Νιγερ, και Λουκιος ο Κυρηναιος, και Μαναην ο συνανατραφεις μετα του Ηρωδου του τετραρχου, και ο Σαυλος.
2 Au cours d’une liturgie qu’ils célébraient pour le Seigneur, avec un jeûne, l’Esprit Saint dit ceci: "Séparez-moi Barnabé et Saul pour l’œuvre à laquelle je les ai appelés.”2 Και ενω υπηρετουν εις τον Κυριον και ενηστευον, ειπε το Πνευμα το Αγιον? Χωρισατε εις εμε τον Βαρναβαν και τον Σαυλον δια το εργον, εις το οποιον προσεκαλεσα αυτους.
3 Alors on fit un jeûne, on se mit en prière et on leur imposa les mains, après quoi ils s’en allèrent.3 Τοτε αφου ενηστευσαν και προσευχηθησαν και επεθεσαν τας χειρας επ' αυτους, απεστειλαν.
4 Les voilà donc envoyés par l’Esprit Saint. Ils descendirent à Séleucie et de là firent voile vers Chypre.4 Ουτοι λοιπον πεμφθεντες υπο του Πνευματος του Αγιου, κατεβησαν εις την Σελευκειαν και εκειθεν απεπλευσαν εις την Κυπρον,
5 Débarqués à Salamine, ils commencèrent d’annoncer la parole de Dieu dans les synagogues des Juifs; Jean leur servait d’auxiliaire.5 και οτε ηλθον εις την Σαλαμινα, εκηρυττον τον λογον του Θεου εν ταις συναγωγαις των Ιουδαιων? ειχον δε και τον Ιωαννην υπηρετην.
6 Parcourant l’île entière jusqu’à Paphos, ils tombèrent sur un magicien juif, un soi-disant prophète du nom de Barjésus.6 Και αφου διηλθον την νησον μεχρι της Παφου, ευρον τινα μαγον ψευδοπροφητην Ιουδαιον ονομαζομενον Βαριησουν,
7 Cet homme s’accrochait au gouverneur Sergius Paulus, un homme ouvert. Celui-ci fit appeler Barnabé et Saul, car il voulait entendre la parole de Dieu,7 οστις ητο μετα του ανθυπατου Σεργιου Παυλου, ανδρος συνετου. Ουτος προσκαλεσας τον Βαρναβαν και Σαυλον, εζητησε να ακουση τον λογον του Θεου?
8 mais l’autre se mit en travers. L’Élymas (c’était son nom, qui signifie le Mage) s’efforçait de détourner de la foi le gouverneur.8 ανθιστατο δε εις αυτους Ελυμας ο μαγος, διοτι ουτω μεθερμηνευεται το ονομα αυτου, ζητων να αποτρεψη τον ανθυπατον απο της πιστεως.
9 Alors Saul, qui n’est autre que Paul, le fixa du regard, rempli de l’Esprit Saint.9 Πλην ο Σαυλος, ο και Παυλος, πλησθεις Πνευματος Αγιου και ατενισας εις αυτον,
10 Il lui dit: "Fils du diable, ennemi de tout ce qui est juste, tu es sans scrupules et tu ne fais que tromper: tu ne cesses de fausser les chemins droits du Seigneur.10 ειπεν? Ω πληρης παντος δολου και πασης ραδιουργιας, υιε του διαβολου, εχθρε πασης δικαιοσυνης, δεν θελεις παυσει διαστρεφων τας ευθειας οδους του Κυριου;
11 Mais déjà vient sur toi la main du Seigneur et tu vas te retrouver aveugle! Pour un temps tu ne verras plus la lumière du soleil.” À l’instant même tombèrent sur lui ténèbres et nuit obscure, et il tournait en rond, cherchant une main pour le conduire.11 Και τωρα ιδου, χειρ του Κυριου ειναι κατα σου, και θελεις εισθαι τυφλος, μη βλεπων τον ηλιον μεχρι καιρου. Και παρευθυς επεπεσεν επ' αυτον αμαυρωσις και σκοτος, και περιστρεφομενος εζητει χειραγωγους.
12 À la suite de cet incident, le gouverneur eut la foi. Il était très impressionné par la doctrine du Seigneur.12 Τοτε ιδων ο ανθυπατος το γεγονος επιστευσεν, εκπληττομενος εις την διδαχην του Κυριου.
13 Le groupe de Paul partit à la voile de Paphos; ils arrivèrent à Pergé de Pamphylie. Puis Jean se sépara d’eux et revint à Jérusalem13 Αποπλευσαντες δε απο της Παφου ο Παυλος και οι περι αυτον ηλθον εις την Περγην της Παμφυλιας? ο δε Ιωαννης, χωρισθεις απ' αυτων, υπεστρεψεν εις τα Ιεροσολυμα.
14 tandis qu’eux-mêmes traversaient le pays depuis Pergé et arrivaient à Antioche de Pisidie. Là, le jour du sabbat, ils entrèrent à la synagogue et prirent un siège.14 Αυτοι δε περασαντες απο της Περγης, εφθασαν εις Αντιοχειαν της Πισιδιας, και εισελθοντες εις την συναγωγην τη ημερα του σαββατου εκαθησαν.
15 Après la lecture de la Loi et des Prophètes, les chefs de la synagogue les font appeler. “Frères, leur disent-ils, si vous avez pour l’assemblée quelques paroles d’encouragement, parlez.15 Και μετα την αναγνωσιν του νομου και των προφητων απεστειλαν εις αυτους οι αρχισυναγωγοι, λεγοντες? Ανδρες αδελφοι, εαν εχητε λογον τινα προτροπης εις τον λαον, λεγετε.
16 Alors Paul se lève, fait un signe de la main et prend la parole: "Écoutez-moi, Israélites, et vous aussi adorateurs de Dieu!16 Σηκωθεις δε ο Παυλος και σεισας την χειρα, ειπεν? Ανδρες Ισραηλιται και οι φοβουμενοι τον Θεον, ακουσατε.
17 Le Dieu de ce peuple, le Dieu d’Israël, avait choisi nos pères. Il a fait que le peuple se multiplie durant son séjour en Égypte; puis il les en a fait sortir à coups de prodiges17 Ο Θεος του λαου τουτου Ισραηλ εξελεξε τους πατερας ημων και υψωσε τον λαον παροικουντα εν γη Αιγυπτου, και μετα βραχιονος υψηλου εξηγαγεν αυτους εξ αυτης,
18 et il les a menés par le désert durant une quarantaine d’années.18 και εως τεσσαρακοντα ετη υπεφερε τους τροπους αυτων εν τη ερημω,
19 Il a détruit devant eux sept peuples du pays de Canaan et il leur a donné cette terre en héritage.19 και αφου κατεστρεψεν επτα εθνη εν γη Χανααν, διεμερισεν εις αυτους κατα κληρον την γην αυτων.
20 Durant cette période de 450 ans il leur a donné des Juges jusqu’au prophète Samuel.20 Και μετα ταυτα ως τετρακοσια και πεντηκοντα περιπου ετη εδωκεν εις αυτους κριτας εως Σαμουηλ του προφητου.
21 Après quoi ils ont demandé un roi et il leur a donné Saül, fils de Kich, un homme de la tribu de Benjamin - cela, pour une quarantaine d’années.21 Και επειτα εζητησαν βασιλεα, και εδωκεν εις αυτους ο Θεος τον Σαουλ, υιον του Κις, ανδρα εκ της φυλης Βενιαμιν, τεσσαρακοντα ετη?
22 Mais ensuite Dieu l’a rejeté et a fait arriver le roi David. “J’ai trouvé David, le fils de Jessé, disait-il, c’est un homme selon mon désir, il réalisera tous mes projets.”22 και μεταστησας αυτον, ανεστησεν εις αυτους βασιλεα τον Δαβιδ, περι του οποιου και ειπε μαρτυρησας? Ευρον Δαβιδ τον του Ιεσσαι, ανδρα κατα την καρδιαν μου, οστις θελει καμει παντα τα θεληματα μου.
23 “Et de fait, c’est de la descendance de David que Dieu a fait surgir pour Israël un sauveur, comme il l’avait promis: je veux parler de Jésus.23 Απο του σπερματος τουτου ο Θεος κατα την επαγγελιαν αυτου ανεστησεν εις τον Ισραηλ σωτηρα τον Ιησουν,
24 Avant qu’il ne débute sa carrière, Jean déjà avait prêché à tout le peuple d’Israël un baptême de conversion.24 αφου ο Ιωαννης προ της ελευσεως αυτου προεκηρυξε βαπτισμα μετανοιας εις παντα τον λαον του Ισραηλ.
25 Et lorsque Jean était sur le point de terminer sa propre course, il disait: ‘Je ne suis pas ce que vous voudriez que je sois. Mais après moi vient un autre à qui je ne suis pas digne de retirer la sandale.’25 Και ενω ο Ιωαννης ετελειονε τον δρομον αυτου, ελεγε? Τινα με στοχαζεσθε οτι ειμαι; δεν ειμαι εγω, αλλ' ιδου, ερχεται μετ' εμε εκεινος, του οποιου δεν ειμαι αξιος να λυσω το υποδημα των ποδων.
26 “Frères israélites, qui êtes la descendance et les fils d’Abraham, et vous aussi adorateurs de Dieu, c’est à nous qu’a été envoyé ce message de salut.26 Ανδρες αδελφοι, υιοι του γενους του Αβρααμ και οι εν υμιν φοβουμενοι τον Θεον, προς εσας απεσταλη ο λογος της σωτηριας ταυτης.
27 Les habitants de Jérusalem et leurs chefs l’ont méconnu; ils lui ont fait un procès et de cette façon ils ont accompli les paroles des prophètes qu’on lit chaque sabbat.27 Διοτι οι κατοικουντες εν Ιερουσαλημ και οι αρχοντες αυτων, μη γνωρισαντες τουτον μηδε τας ρησεις των προφητων, τας αναγινωσκομενας κατα παν σαββατον, επληρωσαν αυτας κριναντες τουτον,
28 Bien qu’ils n’aient rien trouvé pour une condamnation à mort, ils ont demandé à Pilate de le faire exécuter.28 και μη ευροντες μηδεμιαν αιτιαν θανατου, εζητησαν παρα του Πιλατου να θανατωθη.
29 Et après avoir accompli tout ce qui était écrit à son sujet, ils l’ont détaché du bois sur lequel il était mort et l’ont mis au tombeau.29 Αφου δε ετελειωσαν παντα τα περι αυτου γεγραμμενα, καταβιβασαντες αυτον απο του ξυλου εθεσαν εις μνημειον.
30 “Mais Dieu l’a ressuscité d’entre les morts.30 Ο Θεος ομως ανεστησεν αυτον εκ νεκρων?
31 Durant de nombreux jours il s’est montré à ceux qui étaient montés avec lui de Galilée à Jérusalem et qui sont aujourd’hui ses témoins au milieu du peuple.31 οστις εφανη επι πολλας ημερας εις τους μετ' αυτου αναβαντας απο της Γαλιλαιας εις Ιερουσαλημ, οιτινες ειναι μαρτυρες αυτου προς τον λαον.
32 Voilà comment nous-mêmes sommes porteurs de la promesse que Dieu a faite à nos pères:32 Και ημεις ευαγγελιζομεθα προς εσας την γενομενην εις τους πατερας επαγγελιαν,
33 Dieu l’a faite réalité pour nous, qui sommes leurs enfants, en ressuscitant Jésus, comme il est écrit dans le deuxième psaume: Tu es mon Fils, moi aujourd’hui je t’ai donné la vie.33 οτι ταυτην ο Θεος εξεπληρωσεν εις ημας τα τεκνα αυτων, αναστησας τον Ιησουν, ως ειναι γεγραμμενον και εν τω ψαλμω τω δευτερω? Υιος μου εισαι συ, εγω σημερον σε εγεννησα.
34 “Dieu l’a relevé d’entre les morts, et il ne retombera pas, il ne fera pas l’expérience de la corruption. Cela a été dit: Je vous donnerai les choses saintes de David, celles qui ne trompent pas.34 Οτι δε ανεστησεν αυτον εκ νεκρων, μη μελλοντα πλεον να υποστρεψη εις την διαφθοραν, λεγει ουτως, οτι θελω σας δωσει τα ελεη του Δαβιδ τα πιστα.
35 Et il est dit ailleurs: Tu ne permettras pas que ton saint connaisse la corruption.35 Δια τουτο και εν αλλω ψαλμω λεγει? Δεν θελεις αφησει τον οσιον σου να ιδη διαφθοραν.
36 “David a eu beau servir les plans de Dieu à son époque, il s’est endormi et est allé rejoindre ses pères: il a connu la corruption.36 Διοτι ο μεν Δαβιδ, αφου υπηρετησε την βουλην του Θεου εν τη γενεα αυτου, εκοιμηθη και προσετεθη εις τους πατερας αυτου και ειδε διαφθοραν?
37 En revanche, celui que Dieu a ressuscité n’a pas vu la corruption.37 εκεινος ομως, τον οποιον ο Θεος ανεστησε, δεν ειδε διαφθοραν.
38 “Sachez-le donc, frères, ce qui nous est promis, c’est que par son intermédiaire vous recevrez le pardon des péchés, de toutes ces choses dont vous ne pouviez être justifiés par la Loi de Moïse.38 Εστω λοιπον γνωστον εις εσας, ανδρες αδελφοι, οτι δια τουτου κηρυττεται προς εσας αφεσις αμαρτιων.
39 Oui, celui qui croit en lui est justifié.39 Και απο παντων, αφ' οσων δεν ηδυνηθητε δια του νομου του Μωυσεως να δικαιωθητε, δια τουτου πας ο πιστευων δικαιουται.
40 Veillez donc à ce que ne vous arrive pas ce qui est dit dans les prophètes:40 Βλεπετε λοιπον μη επελθη εφ' υμας το λαληθεν υπο των προφητων?
41 Regardez, vous qui êtes bons pour vous moquer, soyez stupéfaits, abasourdis, car je vais faire quelque chose, et ce sera de vos jours, une œuvre que vous ne croiriez pas si on vous le disait.”41 Ιδετε, οι καταφρονηται, και θαυμασατε και αφανισθητε, διοτι εργον εγω εργαζομαι εν ταις ημεραις υμων, εργον, εις το οποιον δεν θελετε πιστευσει, εαν τις διηγηθη εις εσας.
42 Quand ils sortirent de la synagogue, on les pria de reprendre ce sujet le sabbat suivant.42 Ενω δε εξηρχοντο εκ της συναγωγης των Ιουδαιων, παρεκαλουν τα εθνη να κηρυχθωσιν εις αυτους οι λογοι ουτοι το ακολουθον σαββατον.
43 L’assistance se dispersa, mais un certain nombre de Juifs et de prosélytes adorateurs de Dieu suivirent Paul et Barnabé. Ils continuèrent de converser avec eux pour les persuader de persévérer dans la grâce de Dieu.43 Και αφου ελυθη η συναγωγη, πολλοι εκ των Ιουδαιων και των ευσεβων προσηλυτων ηκολουθησαν τον Παυλον και τον Βαρναβαν, οιτινες λαλουντες προς αυτους, επειθον αυτους να εμμενωσιν εις την χαριν του Θεου.
44 Le sabbat suivant, presque toute la ville était là pour entendre Paul qui fit un long exposé sur le Seigneur.44 το δε ερχομενον σαββατον σχεδον ολη η πολις συνηχθη δια να ακουσωσι τον λογον του Θεου.
45 Les Juifs furent pris de jalousie en voyant tout ce monde, et ils commencèrent à contredire Paul avec des insultes.45 Ιδοντες δε οι Ιουδαιοι τα πλη0η, επλησθηααν φθονου και ηναντιουντο εις τα υπο του Παυλου λεγομενα, αντιλεγοντες και βλασφημουντες.
46 Paul et Barnabé ne se laissèrent pas démonter; ils leur dirent: "C’est à vous qu’il fallait d’abord annoncer la parole de Dieu. Mais, puisque vous la rejetez et vous privez vous-mêmes de la vie éternelle, nous allons vers les païens.46 Ο Παυλος δε και ο Βαρναβας, λαλουντες μετα παρρησιας, ειπον? Εις εσας πρωτον ητο αναγκαιον να λαληθη ο λογος του Θεου? αλλ' επειδη απορριπτετε αυτον και δεν κρινετε εαυτους αξιους της αιωνιου ζωης, ιδου, στρεφομεθα εις τα εθνη?
47 Le Seigneur nous en fait un devoir: Je fais de toi la lumière des nations, tu porteras mon salut jusqu’aux extrémités du monde.”47 διοτι ουτω προσεταξεν ημας ο Κυριος, λεγων? Σε εθεσα φως των εθνων, δια να ησαι προς σωτηριαν εως εσχατου της γης.
48 Ceux qui n’étaient pas juifs se réjouissaient d’entendre cela, et ils prenaient en estime la parole de Dieu. Un certain nombre eurent la foi, tous ceux qui étaient destinés à la vie éternelle.48 Και οι εθνικοι ακουσαντες εχαιρον και εδοξαζον τον λογον του Κυριου, και επιστευσαν οσοι ησαν ωρισμενοι δια την αιωνιον ζωην?
49 La parole de Dieu commença donc à se répandre dans toute la région.49 και ο λογος του Κυριου διεδιδετο δι' ολου του τοπου.
50 Les Juifs montèrent la tête aux femmes de bonne condition qui adoraient Dieu, ainsi qu’aux notables de la ville. Ils suscitèrent une persécution contre Paul et Barnabé et les chassèrent de leur territoire.50 Οι δε Ιουδαιοι παρεκινησαν τας ευλαβεις και επισημους γυναικας και τους πρωτους της πολεως και διηγειραν διωγμον κατα του Παυλου και του Βαρναβα, και εξεβαλον αυτους απο των οριων αυτων.
51 Ceux-ci secouèrent dans leur direction la poussière de leurs pieds et partirent vers Iconium.51 Εκεινοι δε εκτιναξαντες τον κονιορτον των ποδων αυτων επ' αυτους, ηλθον εις το Ικονιον.
52 Ils laissaient les disciples remplis de joie et de l’Esprit Saint.52 Και οι μαθηται επληρουντο χαρας και Πνευματος Αγιου.