Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Livre de Josué 2


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 Josué, fils de Nûn, envoya secrètement de Shittim deux hommes pour espionner, en disant: "Allez,examinez le pays et Jéricho." Ils y allèrent, se rendirent à la maison d'une prostituée nommée Rahab et ils ycouchèrent.1 Και απεστειλεν Ιησους ο υιος του Ναυη εκ Σιττειμ δυο ανδρας να κατασκοπευσωσι κρυφιως, λεγων, Υπαγετε, ιδετε την γην και την Ιεριχω. Οι δε υπηγον και εισηλθον εις οικιαν γυναικος πορνης, ονομαζομενης Ρααβ, και κατελυσαν εκει.
2 On dit au roi de Jéricho: "Voici que des hommes sont venus ici cette nuit, des Israélites, pour explorerle pays."2 Απηγγειλαν δε προς τον βασιλεα της Ιεριχω, λεγοντες, Ιδου, ηλθον ενταυθα την νυκτα ανδρες εκ των υιων Ισραηλ, δια να κατασκοπευσωσι την γην.
3 Alors le roi de Jéricho envoya dire à Rahab: "Fais sortir les hommes venus chez toi -- qui sontdescendus dans ta maison -- car c'est pour explorer tout le pays qu'ils sont venus."3 Και απεστειλεν ο βασιλευς της Ιεριχω προς την Ρααβ, λεγων, Εξαγαγε τους ανδρας τους εισελθοντας προς σε, οιτινες εισηλθον εις την οικιαν σου? διοτι ηλθον να κατασκοπευσωσι πασαν την γην.
4 Mais la femme prit les deux hommes et les cacha. "C'est vrai, dit-elle, ces hommes sont venus chezmoi, mais je ne savais pas d'où ils étaient.4 Και λαβουσα η γυνη τους δυο ανδρας εκρυψεν αυτους και ειπε, Ναι μεν εισηλθον προς εμε οι ανδρες και δεν εξευρω ποθεν ησαν?
5 Lorsqu'à la nuit tombante on allait fermer la porte de la ville, ces hommes sont sortis et je ne sais pasoù ils sont allés. Mettez-vous vite à leur poursuite et vous les rejoindrez."5 ενω δε εμελλε να κλεισθη η πυλη, οτε εσκοτασεν, οι ανδρες εξηλθον? δεν εξευρω που υπηγον οι ανδρες? τρεξατε ταχεως κατοπιν αυτων, διοτι θελετε προφθασει αυτους.
6 Or elle les avait fait monter sur la terrasse et les avait cachés sous des tiges de lin qu'elle y avaitdéposées.6 Αυτη ομως ειχεν αναβιβασει αυτους επι το δωμα και σκεπασει αυτους με λινοκαλαμην, την οποιαν ειχεν εστοιβαγμενην επι του δωματος.
7 Les gens les poursuivirent dans la direction du Jourdain, vers les gués, et l'on ferma la porte dès quefurent sortis ceux qui étaient à leur poursuite.7 Και οι ανδρες ετρεξαν κατοπιν αυτων δια της οδου της προς τον Ιορδανην, μεχρι των διαβασεων? και ευθυς αφου ανεχωρησαν οι τρεχοντες κατοπιν αυτων, εκλεισθη η πυλη.
8 Quant à eux, ils n'étaient pas encore couchés que Rahab monta vers eux sur la terrasse.8 Και πριν εκεινοι πλαγιασωσιν, αυτη ανεβη προς αυτους επι το δωμα.
9 Elle leur dit: "Je sais que Yahvé vous a donné ce pays, que vous faites notre terreur, et que tous leshabitants du pays ont été pris de panique à votre approche.9 Και ειπε προς τους ανδρας, Γνωριζω οτι ο Κυριος εδωκεν εις εσας την γην? και οτι ο τρομος σας επεπεσεν εφ' ημας, και οτι παντες οι κατοικοι της γης ενεκρωθησαν εκ του φοβου σας?
10 Car nous avons appris que Yahvé avait mis à sec devant vous les eaux de la mer des Roseaux, à votresortie d'Egypte, et ce que vous avez fait aux deux rois amorites, de l'autre côté du Jourdain, à Sihôn et à Og quevous avez voués à l'anathème.10 επειδη ηκουσαμεν πως ο Κυριος εξηρανε τα υδατα της Ερυθρας θαλασσης εμπροσθεν σας, οτε εξηλθετε εξ Αιγυπτου? και τι εκαμετε εις τους δυο βασιλεις των Αμορραιων, τους περαν του Ιορδανου, εις τον Σηων και εις τον Ωγ, τους οποιους εξωλοθρευσατε?
11 En l'apprenant, le coeur nous a manqué et personne n'a gardé courage devant vous, parce que Yahvé,votre Dieu, est Dieu, aussi bien là-haut dans les cieux qu'ici-bas sur la terre.11 και καθως ηκουσαμεν, διελυθη καρδια ημων, και δεν εμεινε πλεον πνοη εις ουδενα εκ του φοβου σας? διοτι Κυριος ο Θεος σας, αυτος ειναι Θεος εν τω ουρανω ανω και επι της γης κατω.
12 Jurez-moi donc maintenant par Yahvé, puisque je vous ai traités avec bonté, qu'à votre tour voustraiterez avec bonté la maison de mon père et m'en donnerez un signe loyal;12 Και τωρα, ομοσατε μοι, παρακαλω, εις τον Κυριον οτι, καθως εγω εκαμα ελεος εις εσας, θελετε καμει και σεις ελεος εις την οικογενειαν του πατρος μου? και δοτε εις εμε σημειον πιστεως,
13 que vous laisserez la vie sauve à mon père et à ma mère, à mes frères, à mes soeurs et à tous ceux quileur appartiennent, et que vous nous préserverez de la mort."13 οτι θελετε φυλαξει την ζωην εις τον πατερα μου και εις την μητερα μου και εις τους αδελφους μου και εις τας αδελφας μου και παντα οσα εχουσι, και θελετε σωσει την ζωην ημων εκ του θανατου.
14 Alors les hommes lui dirent: "Nous mourrons plutôt nous-mêmes, à moins que vous ne révéliez notreaffaire. Quand Yahvé nous aura livré le pays, nous agirons envers toi avec bonté et loyauté."14 Και απεκριθησαν προς αυτην οι ανδρες, Η ζωη ημων εις θανατον ας παραδοθη αντι της ιδικης σας, αν μονον δεν φανερωσητε ταυτην την υποθεσιν ημων, εαν ημεις, οταν ο Κυριος παραδωση εις ημας την γην, δεν δειξωμεν ελεος και πιστιν εις σε.
15 Alors elle les fit descendre par la fenêtre au moyen d'une corde, car sa maison était contre le rempart,elle-même logeait dans le rempart.15 Τοτε κατεβιβασεν αυτους με σχοινιον δια της θυριδος? διοτι η οικια αυτης ητο εν τω τειχει της πολεως και εν τω τειχει κατωκει.
16 "Allez vers la montagne, leur dit-elle, de peur que ceux qui vous poursuivent ne vous retrouvent.Cachez-vous là pendant trois jours, jusqu'au retour de ceux qui vous poursuivent, et puis, allez votre chemin."16 Και ειπε προς αυτους, Απελθετε εις την ορεινην, δια να μη σας συναντησωσιν οι καταδιωκοντες? και κρυφθητε εκει τρεις ημερας, εωσου επιστρεψωσιν οι καταδιωκοντες? και επειτα θελετε υπαγει εις την οδον σας.
17 Les hommes lui dirent: "Voici comment nous nous acquitterons de ce serment que tu nous as faitprêter:17 Και ειπαν προς αυτην οι ανδρες, Ουτω θελομεν εισθαι καθαροι απο του ορκου σου τουτου, τον οποιον εκαμες ημας να ομοσωμεν?
18 à notre arrivée dans le pays, tu attacheras ce cordon de fil écarlate à la fenêtre par laquelle tu nous asfait descendre, et tu rassembleras auprès de toi dans la maison ton père, ta mère, tes frères et toute la famille.18 ιδου, οταν ημεις εισερχωμεθα εις την γην, θελεις δεσει το σχοινιον τουτου του κοκκινου νηματος εις την θυριδα, απο της οποιας κατεβιβασας ημας? και τον πατερα σου και την μητερα σου και τους αδελφους σου και πασαν την οικογενειαν του πατρος σου, θελεις συναξει προς σεαυτην εις την οικιαν?
19 Quiconque franchira les portes de ta maison pour sortir, son sang retombera sur sa tête et nous enserons quittes; mais le sang de quiconque restera avec toi dans la maison retombera sur nos têtes si l'on porte lamain sur lui.19 και πας οστις εξελθη εκ της θυρας της οικιας σου, το αιμα αυτου θελει εισθαι επι της κεφαλης αυτου, ημεις δε θελομεν εισθαι καθαροι? οστις δε μενη μετα σου εν τη οικια, το αιμα αυτου θελει εισθαι επι της κεφαλης ημων, εαν τις βαλη χειρα επ' αυτον?
20 Mais s'il t'arrive de révéler notre affaire, nous serons quittes de ce serment que tu nous as fait prêter."20 αλλ' εαν φανερωσης την υποθεσιν ημων ταυτην, τοτε θελομεν εισθαι λελυμενοι απο του ορκου σου, τον οποιον εκαμες ημας να ομοσωμεν.
21 Elle répondit: "Qu'il en soit ainsi!" Elle les fit partir et ils s'en allèrent. Alors elle attacha le cordonécarlate à la fenêtre.21 Και ειπε, Κατα τους λογους σας, ουτως, ας γεινη. Και εξαπεστειλεν αυτους, και ανεχωρησαν? αυτη δε εδεσε το κοκκινον σχοινιον εις την θυριδα.
22 Ils partirent et allèrent vers la montagne. Ils y restèrent trois jours, jusqu'à ce que fussent rentrés ceuxqui les poursuivaient. Ceux-ci avaient battu tout le chemin sans les trouver.22 Και ανεχωρησαν και ηλθον εις την ορεινην και εμειναν εκει τρεις ημερας, εωσου επεστρεψαν οι καταδιωκοντες? και εζητησαν αυτους οι καταδιωκοντες καθ' ολην την οδον, πλην δεν ευρηκαν.
23 Alors les deux hommes redescendirent de la montagne, traversèrent et se rendirent auprès de Josué,fils de Nûn, à qui ils racontèrent tout ce qui leur était arrivé.23 Και υπεστρεψαν οι δυο ανδρες και κατεβησαν εκ του ορους και διεβησαν και ηλθον προς Ιησουν τον υιον του Ναυη, και διηγηθησαν προς αυτον παντα οσα συνεβησαν εις αυτους.
24 Ils dirent à Josué: "Yahvé a livré tout ce pays entre nos mains et déjà tous ses habitants sont pris depanique devant nous."24 Και ειπον προς τον Ιησουν, Βεβαιως ο Κυριος παρεδωκεν εις τας χειρας ημων πασαν την γην? και μαλιστα παντες οι κατοικοι του τοπου ενεκρωθησαν εκ του φοβου ημων.