Scrutatio

Domenica, 5 maggio 2024 - Beato Nunzio Sulprizio ( Letture di oggi)

Livre d'Esdra 3


font
JERUSALEMLXX
1 Quand arriva le septième mois -- les Israélites étant ainsi dans leurs villes -- tout le peuple serassembla comme un seul homme à Jérusalem.1 και βασιλευς δαρειος εποιησεν δοχην μεγαλην πασιν τοις υπ' αυτον και πασιν τοις οικογενεσιν αυτου και πασιν τοις μεγιστασιν της μηδιας και της περσιδος
2 Josué, fils de Yoçadaq, avec ses frères les prêtres, et Zorobabel, fils de Shéaltiel, avec ses frères, semirent à rebâtir l'autel du Dieu d'Israël, pour y offrir des holocaustes, comme il est écrit dans la Loi de Moïse,l'homme de Dieu.2 και πασιν τοις σατραπαις και στρατηγοις και τοπαρχαις τοις υπ' αυτον απο της ινδικης μεχρι της αιθιοπιας εν ταις εκατον εικοσι επτα σατραπειαις
3 On rétablit l'autel en son site -- malgré la crainte où l'on était des peuples des pays -- et l'on y offritdes holocaustes à Yahvé, holocaustes du matin et du soir;3 και εφαγοσαν και επιοσαν και εμπλησθεντες ανελυσαν ο δε δαρειος ο βασιλευς ανελυσεν εις τον κοιτωνα και εκοιμηθη και εξυπνος εγενετο
4 on célébra la fête des Tentes, comme il est écrit, avec autant d'holocaustes quotidiens qu'il est fixépour chaque jour;4 τοτε οι τρεις νεανισκοι οι σωματοφυλακες οι φυλασσοντες το σωμα του βασιλεως ειπαν ετερος προς τον ετερον
5 puis, outre l'holocauste perpétuel, on offrit ceux prévus pour les sabbats, néoménies et toutessolennités consacrées à Yahvé, plus ceux que chacun voulait offrir par dévotion à Yahvé.5 ειπωμεν εκαστος ημων ενα λογον ος υπερισχυσει και ου αν φανη το ρημα αυτου σοφωτερον του ετερου δωσει αυτω δαρειος ο βασιλευς δωρεας μεγαλας και επινικια μεγαλα
6 Dès le premier jour du septième mois, on commença à offrir des holocaustes à Yahvé, bien que lesfondations du sanctuaire de Yahvé ne fussent pas encore posées.6 και πορφυραν περιβαλεσθαι και εν χρυσωμασιν πινειν και επι χρυσω καθευδειν και αρμα χρυσοχαλινον και κιδαριν βυσσινην και μανιακην περι τον τραχηλον
7 Puis on donna de l'argent aux tailleurs de pierre et aux charpentiers; aux Sidoniens et aux Tyriens onremit vivres, boissons et huile, pour qu'ils acheminent par mer jusqu'à Jaffa du bois de cèdre en provenance duLiban, selon l'autorisation accordée par Cyrus, roi de Perse.7 και δευτερος καθιειται δαρειου δια την σοφιαν αυτου και συγγενης δαρειου κληθησεται
8 C'est la seconde année de leur arrivée au Temple de Dieu à Jérusalem, le deuxième mois, queZorobabel, fils de Shéaltiel, et Josué, fils de Yoçadaq, avec le reste de leurs frères, les prêtres, les lévites et tousles gens rentrés de captivité à Jérusalem, commencèrent l'ouvrage, et ils confièrent aux lévites de vingt ans et au-dessus la direction des travaux du Temple de Yahvé.8 και τοτε γραψαντες εκαστος τον εαυτου λογον εσφραγισαντο και εθηκαν υπο το προσκεφαλαιον δαρειου του βασιλεως και ειπαν
9 Josué, ses fils et ses frères, Qadmiel et ses fils, les fils de Hodavya, se mirent donc d'un seul coeur àdiriger les travailleurs du chantier, au Temple de Dieu.9 οταν εγερθη ο βασιλευς δωσουσιν αυτω το γραμμα και ον αν κρινη ο βασιλευς και οι τρεις μεγιστανες της περσιδος οτι ο λογος αυτου σοφωτερος αυτω δοθησεται το νικος καθως γεγραπται
10 Quand les bâtisseurs eurent posé les fondations du sanctuaire de Yahvé, les prêtres en costume,avec des trompettes, ainsi que les lévites, fils d'Asaph, avec des cymbales, se présentèrent pour louer Yahvé,selon les prescriptions de David, roi d'Israël;10 ο εις εγραψεν υπερισχυει ο οινος
11 ils chantèrent à Yahvé louange et action de grâces: "Car il est bon, car éternel est son amour" pourIsraël. Et le peuple tout entier poussait de grandes clameurs en louant Yahvé, parce que le Temple de Yahvéavait ses fondations.11 ο ετερος εγραψεν υπερισχυει ο βασιλευς
12 Cependant, maints prêtres, maints lévites et chefs de famille, déjà âgés et qui avaient vu le premierTemple, pleuraient très fort tandis qu'on posait les fondations sous leurs yeux, mais beaucoup d'autres élevaientla voix en joyeuses clameurs.12 ο τριτος εγραψεν υπερισχυουσιν αι γυναικες υπερ δε παντα νικα η αληθεια
13 Et nul ne pouvait distinguer le bruit des clameurs joyeuses du bruit des lamentations du peuple; carle peuple poussait d'immenses clameurs dont l'éclat se faisait entendre très loin.13 και οτε εξηγερθη ο βασιλευς λαβοντες το γραμμα εδωκαν αυτω και ανεγνω
14 και εξαποστειλας εκαλεσεν παντας τους μεγιστανας της περσιδος και της μηδιας και σατραπας και στρατηγους και τοπαρχας και υπατους και εκαθισεν εν τω χρηματιστηριω και ανεγνωσθη το γραμμα ενωπιον αυτων
15 και ειπεν καλεσατε τους νεανισκους και αυτοι δηλωσουσιν τους λογους αυτων και εκληθησαν και εισηλθοσαν
16 και ειπαν αυτοις απαγγειλατε ημιν περι των γεγραμμενων
17 και ηρξατο ο πρωτος ο ειπας περι της ισχυος του οινου και εφη ουτως
18 ανδρες πως υπερισχυει ο οινος παντας τους ανθρωπους τους πινοντας αυτον πλανα την διανοιαν
19 του τε βασιλεως και του ορφανου ποιει την διανοιαν μιαν την τε του οικετου και την του ελευθερου την τε του πενητος και την του πλουσιου
20 και πασαν διανοιαν μεταστρεφει εις ευωχιαν και ευφροσυνην και ου μεμνηται πασαν λυπην και παν οφειλημα
21 και πασας καρδιας ποιει πλουσιας και ου μεμνηται βασιλεα ουδε σατραπην και παντα δια ταλαντων ποιει λαλειν
22 και ου μεμνηται οταν πινωσιν φιλιαζειν φιλοις και αδελφοις και μετ' ου πολυ σπωνται μαχαιρας
23 και οταν απο του οινου γενηθωσιν ου μεμνηται α επραξαν
24 ω ανδρες ουχ υπερισχυει ο οινος οτι ουτως αναγκαζει ποιειν και εσιγησεν ουτως ειπας