Scrutatio

Martedi, 30 aprile 2024 - San Pio V ( Letture di oggi)

Deuxième livre de Samuel 20


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 Or, il se trouvait là un vaurien, qui s'appelait Shéba, fils de Bikri, un Benjaminite. Il sonna du coret dit: "Nous n'avons pas de part avec David, nous n'avons pas d'héritage sur les fils de Jessé! Chacun à sestentes, Israël!"1 Συνεπεσε δε να ηναι εκει ανθρωπος τις διεστραμμενος, ονομαζομενος Σεβα, υιος του Βιχρει, Βενιαμιτης? και εσαλπισε δια της σαλπιγγος και ειπε, Δεν εχομεν ημεις μερος εις τον Δαβιδ, ουδε εχομεν κληρονομιαν εις τον υιον του Ιεσσαι? Ισραηλ, εις τας σκηνας αυτου εκαστος.
2 Tous les hommes d'Israël abandonnèrent David et suivirent Shéba fils de Bikri, mais les hommesde Juda s'attachèrent aux pas de leur roi, depuis le Jourdain jusqu'à Jérusalem.2 Και ανεβη πας ανηρ Ισραηλ απο οπισθεν του Δαβιδ, και ηκολουθησε Σεβα τον υιον του Βιχρει? οι δε ανδρες Ιουδα εμειναν προσκεκολλημενοι εις τον βασιλεα αυτων, απο του Ιορδανου εως Ιερουσαλημ.
3 David rentra dans son palais à Jérusalem. Le roi prit les dix concubines qu'il avait laissées pourgarder le palais et les mit sous surveillance. Il pourvut à leur entretien mais il n'approcha plus d'elles et ellesfurent séquestrées jusqu'à leur mort, comme les veuves d'un vivant.3 Και ηλθεν ο Δαβιδ εις τον οικον αυτου εις Ιερουσαλημ? και ελαβεν ο βασιλευς τας δεκα γυναικας τας παλλακας, τας οποιας ειχεν αφησει δια να φυλαττωσι τον οικον, και εβαλεν αυτας εις οικον φυλαξεως και ετρεφεν αυτας? πλην δεν εισηλθε προς αυτας? και εμειναν αποκεκλεισμεναι μεχρι της ημερας του θανατου αυτων, ζωσαι εν χηρεια.
4 Le roi dit à Amasa: "Convoque-moi les hommes de Juda, je te donne trois jours pour te présenterici."4 Ειπε δε ο βασιλευς προς τον Αμασα, Συναξον εις εμε τους ανδρας Ιουδα εντος τριων ημερων, και συ να παρευρεθης ενταυθα.
5 Amasa partit pour convoquer Juda, mais il tarda au-delà du terme que David lui avait fixé.5 Και υπηγεν ο Αμασα να συναξη τον Ιουδαν? εβραδυνεν ομως υπερ τον ωρισμενον καιρον, τον οποιον ειχε διορισει εις αυτον.
6 Alors David dit à Abishaï: "Shéba fils de Bikri est désormais plus dangereux pour nousqu'Absalom. Toi, prends les gardes de ton maître et pourchasse-le de peur qu'il n'atteigne des villes fortes et nenous échappe."6 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Αβισαι, Τωρα ο Σεβα ο υιος του Βιχρει θελει καμει εις ημας μεγαλητερον κακον παρα τον Αβεσσαλωμ? λαβε συ τους δουλους του κυριου σου και καταδιωξον οπισω αυτου, δια να μη ευρη εις εαυτον πολεις οχυρας και διασωθη απ' εμπροσθεν ημων.
7 Derrière Abishaï partirent en campagne Joab, les Kerétiens, les Pelétiens et tous les preux; ilsquittèrent Jérusalem à la poursuite de Shéba fils de Bikri.7 Και εξηλθον οπισω αυτου οι ανδρες του Ιωαβ και οι Χερεθαιοι και οι Φελεθαιοι και παντες οι δυνατοι? και εξηλθον απο Ιερουσαλημ, δια να καταδιωξωσιν οπισω του Σεβα, υιου του Βιχρει.
8 Ils étaient près de la grande pierre qui se trouve à Gabaôn, quand Amasa arriva en face d'eux. OrJoab était vêtu de sa tenue militaire sur laquelle il avait ceint une épée attachée à ses reins dans son fourreau;celle-ci sortit et tomba.8 Οτε εφθασαν πλησιον της μεγαλης πετρας, της εν Γαβαων, ο Αμασα ηλθεν εις συναντησιν αυτων. Ο δε Ιωαβ ειχε περιεζωσμενον το ιματιον, το οποιον ητο ενδεδυμενος, και επ' αυτο περιεζωσμενην την μαχαιραν, κρεμαμενην εις την οσφυν αυτου εν τη θηκη αυτης? και καθως εξηλθεν αυτος, επεσε.
9 Joab demanda à Amasa: "Tu vas bien, mon frère?" Et, de la main droite, il saisit la barbed'Amasa pour l'embrasser.9 Και ειπεν ο Ιωαβ προς τον Αμασα, Υγιαινεις, αδελφε μου; Και επιασεν ο Ιωαβ τον Αμασα με την δεξιαν αυτου χειρα απο του πωγωνος, δια να φιληση αυτον.
10 Amasa ne prit pas garde à l'épée que Joab avait en main, et celui-ci l'en frappa au ventre etrépandit ses entrailles à terre. Il n'eut pas à lui donner un second coup et Amasa mourut, tandis que Joab et sonfrère Abishaï se lançaient à la poursuite de Shéba fils de Bikri.10 Ο δε Αμασα δεν εφυλαχθη την μαχαιραν, ητις ητο εν τη χειρι του Ιωαβ? και ο Ιωαβ επαταξεν αυτον δι' αυτης εις την πεμπτην πλευραν, και εχυσε τα εντοσθια αυτου κατα γης και δεν εδευτερωσεν εις αυτον? και απεθανε. Τοτε ο Ιωαβ και Αβισαι ο αδελφος αυτου κατεδιωξαν οπισω του Σεβα, υιου του εν Βιχρει.
11 L'un des cadets de Joab resta en faction près d'Amasa et il disait: "Quiconque aime Joab et estpour David, qu'il suive Joab!"11 Εις δε εκ των ανθρωπων του Ιωαβ εσταθη πλησιον του Αμασα και ειπεν, Οστις αγαπα τον Ιωαβ, και οστις ειναι του Δαβιδ, ας ακολουθη τον Ιωαβ.
12 Cependant Amasa s'était roulé dans son sang au milieu du chemin. Voyant que tout le mondes'arrêtait, cet homme tira Amasa du chemin dans le champ et jeta un vêtement sur lui, parce qu'il voyait s'arrêtertous ceux qui arrivaient près de lui.12 Ο δε Αμασα εκειτο αιματοκυλισμενος εκ μεσω της οδου. Και οτε ειδεν ουτος ο ανηρ οτι πας ο λαος ιστατο, εσυρε τον Αμασα εκ της οδου εις τον αγρον, και ερριψεν επ' αυτον ιματιον, καθως ειδεν οτι πας ο ερχομενος προς αυτον ιστατο.
13 Lorsqu'Amasa eut été écarté du chemin, tous les hommes passèrent outre, suivant Joab à lapoursuite de Shéba fils de Bikri.13 Αφου μετετοπισθη εκ της οδου, ο πας ο λαος επερασεν οπισω του Ιωαβ, δια να καταδιωξωσι τον Σεβα, υιον του Βιχρει.
14 Celui-ci parcourut toutes les tribus d'Israël jusqu'à Abel-Bet-Maaka et tous les Bikrites... Ils serassemblèrent et entrèrent aussi derrière lui.14 Εκεινος δε διηλθε δια πασων των φυλων του Ισραηλ εις Αβελ και εις Βαιθ-μααχα, μετα παντων των Βηριτων, οιτινες συνηχθησαν ομου και ηκολουθησαν αυτον και αυτοι.
15 On vint l'assiéger dans Abel-Bet-Maaka et on entassa contre la ville un remblai qui s'adossait àl'avant-mur, et toute l'armée qui accompagnait Joab creusait des sapes pour faire tomber le rempart.15 Τοτε ηλθον και επολιορκησαν αυτον εν Αβελ-βαιθ-μααχα, και υψωσαν προχωμα εναντιον της πολεως, στησαντες αυτο πλησιον του προτειχισματος, και πας ο λαος, ο μετα του Ιωαβ, διωρυσσον το τειχος δια να κρημνισωσιν αυτο.
16 Une femme avisée cria de la ville: "Ecoutez! Ecoutez! Dites à Joab: Approche ici, que je teparle."16 Τοτε γυνη τις σοφη εβοησεν εκ της πολεως, Ακουσατε, ακουσατε? ειπατε, παρακαλω, προς τον Ιωαβ, Πλησιασον εως ενταυθα, και θελω λαλησει προς σε.
17 Il s'approcha et la femme demanda: "Est-ce toi Joab?" Il répondit: "Oui." Elle lui dit: "Ecoute laparole de ta servante." Il répondit: "J'écoute."17 Και οτε επλησιασεν εις αυτην, η γυνη ειπε, Συ εισαι ο Ιωαβ; Ο δε απεκριθη, Εγω. Τοτε ειπε προς αυτον, Ακουσον τους λογους της δουλης σου. Και απεκριθη, Ακουω.
18 Elle parla ainsi: "Jadis, on avait coutume de dire: Que l'on demande à Abel et à Dan s'il en estfini18 Και ειπε, λεγουσα, Εσυνειθιζον να λεγωσι τον παλαιον καιρον, λεγοντες, Ας υπαγωσι να ζητησωσι συμβουλην εις Αβελ? και ουτως ετελειοναν την υποθεσιν?
19 de ce qu'ont établi les fidèles d'Israël. Et toi tu cherches à ruiner une ville et une métropole enIsraël. Pourquoi veux-tu anéantir l'héritage de Yahvé?"19 εγω ειμαι εκ των ειρηνικων και πιστων του Ισραηλ? συ ζητεις να καταστρεψης πολιν, μαλιστα μητροπολιν μεταξυ του Ισραηλ? δια τι θελεις να αφανισης την κληρονομιαν του Κυριου;
20 Joab répondit: "Loin, loin de moi! Je ne veux ni anéantir ni ruiner.20 Και αποκριθεις ο Ιωαβ, ειπε, Μη γενοιτο, μη γενοιτο εις εμε να αφανισω η να καταστρεψω
21 Il ne s'agit pas de cela, mais un homme de la montagne d'Ephraïm, du nom de Shéba fils deBikri, s'est insurgé contre le roi, contre David. Livrez-le tout seul et je lèverai le siège de la ville." La femme dità Joab: "Eh bien, on va te jeter sa tête par-dessus la muraille."21 το πραγμα δεν ειναι ουτως? αλλα ανηρ τις εκ του ορους Εφραιμ, ονομαζομενος Σεβα, υιος Βιχρει, εσηκωσε την χειρα αυτου κατα του βασιλεως, κατα του Δαβιδ? παραδος αυτον μονον, και θελω αναχωρησει απο της πολεως. Και ειπεν η γυνη προς τον Ιωαβ, Ιδου, η κεφαλη αυτου θελει ριφθη προς σε απο του τειχους.
22 La femme alla parler à tout le peuple comme lui dictait sa sagesse: on trancha la tête de Shébafils de Bikri et on la jeta à Joab. Celui-ci fit sonner du cor et on s'éloigna de la ville, chacun vers ses tentes.Quant à Joab, il revint à Jérusalem auprès du roi.22 Και ηλθεν η γυνη προς παντα τον λαον λαλουσα εν τη σοφια αυτης. Και εκοψαν την κεφαλην του Σεβα, υιου του Βιχρει, και ερριψαν προς τον Ιωαβ. Τοτε εσαλπισε δια της σαλπιγγος και διεκορπισθησαν απο της πολεως, εκαστος εις την σκηνην αυτου. Και ο Ιωαβ εστρεψεν εις Ιερουσαλημ προς τον βασιλεα.
23 Joab commandait à toute l'armée, Benayahu fils de Yehoyada commandait les Kerétiens et lesPelétiens;23 Ητο δε ο Ιωαβ επι παντος του στρατευματος του Ισραηλ? ο δε Βεναιας, ο υιος του Ιωδαε, επι των Χερεθαιων και επι των Φελεθαιων?
24 Adoram était chef de la corvée; Yehoshaphat fils d'Ahilud était héraut;24 και Αδωραμ ητο επι των φορων? και Ιωσαφατ, ο υιος του Αχιλουδ, υπομνηματογραφος?
25 Shiya était secrétaire; Sadoq et Ebyatar étaient prêtres.25 και ο Σεβα, Γραμματευς? ο δε Σαδωκ και Αβιαθαρ, ιερεις?
26 De plus, Ira le Yaïrite était prêtre de David.26 και ετι Ιρας, ο Ιαειριτης, ητο αυλαρχης πλησιον του Δαβιδ.