1 Εαν λοιπον υπαρχη τις παρηγορια εν Χριστω η τις παραμυθια αγαπης, η τις κοινωνια Πνευματος η σπλαγχνα τινα και οικτιρμοι, | 1 Puis-je vous faire un appel dans le Christ? Puis-je faire appel à l’amour? Sommes-nous en communion dans un même esprit, et y a-t-il chez vous tendresse et compassion? |
2 καμετε πληρη την χαραν μου, να φρονητε το αυτο, εχοντες την αυτην αγαπην, οντες ομοψυχοι και ομοφρονες, | 2 Alors donnez-moi cette joie: mettez-vous d’accord, soyez unis dans l’amour, n’ayez qu’une âme avec un même projet. |
3 μη πραττοντες μηδεν εξ αντιζηλιας η κενοδοξιας, αλλ' εν ταπεινοφροσυνη θεωρουντες αλληλους υπερεχοντας εαυτων. | 3 Ne faites rien par rivalité ou pour la gloire; ayez l’humilité de croire les autres meilleurs que vous-mêmes. |
4 Μη αποβλεπετε εκαστος τα εαυτου, αλλ' εκαστος και τα των αλλων. | 4 Au lieu de penser chacun à son intérêt, que chacun se préoccupe des autres. |
5 Το αυτο δε φρονημα εστω εν υμιν, το οποιον ητο και εν τω Χριστω Ιησου, | 5 Que l’on trouve en vous le même projet que chez le Christ Jésus: |
6 οστις εν μορφη Θεου υπαρχων, δεν ενομισεν αρπαγην το να ηναι ισα με τον Θεον, | 6 Lui qui jouissait de la nature de Dieu, il ne s’est pas attaché à cette égalité avec Dieu, |
7 αλλ' εαυτον εκενωσε λαβων δουλου μορφην, γενομενος ομοιος με τους ανθρωπους, | 7 mais il s’est dépouillé, jusqu’à prendre la condition de serviteur devenu semblable aux humains. |
8 και ευρεθεις κατα το σχημα ως ανθρωπος, εταπεινωσεν εαυτον γενομενος υπηκοος μεχρι θανατου, θανατου δε σταυρου. | 8 Et quand il s’est trouvé comme l’un d’eux, il s’est mis au plus bas, il s’est fait obéissant jusqu’à la mort, et la mort en croix. |
9 Δια τουτο και ο Θεος υπερυψωσεν αυτον και εχαρισεν εις αυτον ονομα το υπερ παν ονομα, | 9 C’est pourquoi Dieu l’a élevé et lui a donné le Nom qui passe tout autre nom |
10 δια να κλινη εις το ονομα του Ιησου παν γονυ επουρανιων και επιγειων και καταχθονιων, | 10 afin qu’au Nom de Jésus tout genou fléchisse au ciel, sur terre, et en bas chez les morts, |
11 και πασα γλωσσα να ομολογηση οτι ο Ιησους Χριστος ειναι Κυριος εις δοξαν Θεου Πατρος. | 11 et que toute langue proclame: “Jésus Christ est Seigneur!”, pour la gloire de Dieu le Père! |
12 Ωστε, αγαπητοι μου, καθως παντοτε υπηκουσατε, ουχι ως εν τη παρουσια μου μονον, αλλα τωρα πολυ περισσοτερον εν τη απουσια μου, μετα φοβου και τρομου εργαζεσθε την εαυτων σωτηριαν? | 12 Donc, mes bien-aimés, puisque toujours vous m’écoutez, continuez de mener à bien l’œuvre de votre salut avec “crainte et tremblement”. Ne le faites pas seulement quand je suis là, mais plus encore quand je suis au loin. |
13 διοτι ο Θεος ειναι ο ενεργων εν υμιν και το θελειν και το ενεργειν κατα την ευδοκιαν αυτου. | 13 Pensez que Dieu lui-même agit en vous pour que vous désiriez, et ensuite pour que vous agissiez en cherchant à lui plaire. |
14 Πραττετε τα παντα χωρις γογγυσμων και αμφισβητησεων, | 14 Faites donc tout sans récrimination ni discussion. |
15 δια να γινησθε αμεμπτοι και ακεραιοι, τεκνα Θεου αμωμητα εν μεσω γενεας σκολιας και διεστραμμενης, μεταξυ των οποιων λαμπετε ως φωστηρες εν τω κοσμω, | 15 Ainsi vous serez sans faute ni tache; soyez des enfants de Dieu sans reproche au milieu d’un peuple dévoyé et perverti. Au milieu d’eux vous êtes lumière, comme les astres dans l’univers, |
16 κρατουντες τον λογον της ζωης, δια καυχημα μου εν τη ημερα του Χριστου, οτι δεν ετρεξα εις ματην ουδε εις ματην εκοπιασα. | 16 quand vous leur présentez la parole de vie. Vous serez ainsi ma fierté au Jour du Christ, car je n’aurai pas couru, je n’aurai pas travaillé pour rien. |
17 Αλλ' εαν και προσφερω εμαυτον σπονδην επι της θυσιας και λειτουργιας της πιστεως σας, χαιρω και συγχαιρω μετα παντων υμων? | 17 Et si je dois donner ma vie pour cette offrande et ce service religieux qu’est votre foi, je m’en réjouis et je partage votre joie. |
18 ωσαυτως δε και σεις χαιρετε και συγχαιρετε μετ' εμου. | 18 Et de votre côté, réjouissez-vous et partagez ma joie. |
19 Ελπιζω δε επι τον Κυριον Ιησουν να πεμψω προς εσας ταχεως τον Τιμοθεον, δια να ευφραινωμαι και εγω μαθων την καταστασιν σας? | 19 J’ai bon espoir dans le Seigneur Jésus de vous envoyer bientôt Timothée: cela me réconfortera d’avoir de vos nouvelles. |
20 διοτι δεν εχω ουδενα ισοψυχον, οστις να μεριμνηση γνησιως περι της καταστασεως σας? | 20 De fait, je n’ai personne qui s’intéresse à vos problèmes aussi sincèrement que lui. |
21 επειδη παντες ζητουσι τα εαυτων, ουχι τα του Ιησου Χριστου? | 21 Chacun pense à ses intérêts, non à ceux du Christ Jésus, |
22 γνωριζετε δε την δοκιμασιαν αυτου, οτι ως τεκνον μετα του πατρος εδουλευσε μετ' εμου εις το ευαγγελιον. | 22 mais pour lui, vous savez qu’il a fait ses preuves et il a travaillé avec moi pour l’Évangile comme un fils avec son père. |
23 Τουτον λοιπον ελπιζω να πεμψω ευθυς, καθως ιδω το τελος των υποθεσεων μου? | 23 Donc je compte vous l’envoyer dès que je saurai comment vont mes affaires, |
24 πεποιθα δε επι τον Κυριον οτι και εγω θελω ελθει ταχεως. | 24 et j’ai bon espoir dans le Seigneur que moi aussi j’irai sans tarder. |
25 Εστοχασθην ομως αναγκαιον να πεμψω προς εσας τον Επαφροδιτον τον αδελφον και συνεργον και συστρατιωτην μου, απεσταλμενον δε απο σας και υπηρετησαντα εις την χρειαν μου, | 25 J’ai cru nécessaire de vous renvoyer Épaphrodite, notre frère, qui a combattu et travaillé avec moi. Vous l’aviez envoyé pour m’assister de votre part, |
26 επειδη επεποθει ολους εσας και ελυπειτο, διοτι ηκουσατε οτι ησθενησε. | 26 mais il supportait mal votre absence, et de plus il regrettait que vous ayez appris sa maladie. |
27 Και τωοντι ησθενησε μεχρι θανατου? αλλ' ο Θεος ηλεησεν αυτον, ουχι δε αυτον μονον, αλλα και εμε, δια να μη λαβω λυπην επι λυπην. | 27 De fait, il a été bien malade et près d’en mourir, mais Dieu a eu pitié de lui et aussi de moi, car j’avais déjà assez de peine. |
28 Οθεν επεμψα αυτον μετα περισσοτερας σπουδης, δια να χαρητε ιδοντες αυτον παλιν, και εγω να εχω ολιγωτεραν λυπην. | 28 J’ai donc tenu à vous le renvoyer, pour que vous ayez la joie de le revoir et que moi-même je sois en paix. |
29 Δεχθητε λοιπον αυτον εν Κυριω μετα πασης χαρας και τιματε τους τοιουτους, | 29 Faites-lui bon accueil dans le Seigneur, joyeusement, et sachez apprécier les gens comme lui. |
30 επειδη δια το εργον του Χριστου επλησιασε μεχρι θανατου, καταφρονησας την ζωην αυτου, δια να αναπληρωση την ελλειψιν υμων της εις εμε υπηρεσιας. | 30 Car ce sont ses activités chrétiennes qui l’ont presque mené à la mort; il a payé de sa personne pour ne pas laisser en plan ce que vous aviez décidé de faire pour m’aider. |