ΙΩΒ - Giobbe - Job 40
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | NOVA VULGATA |
---|---|
1 Ο Κυριος απεκριθη ετι προς τον Ιωβ και ειπεν? | 1 Et respondens Dominus locutus est ad Iob: |
2 Ο διαδικαζομενος προς τον Παντοδυναμον θελει διδαξει αυτον; ο ελεγχων τον Θεον ας αποκριθη προς τουτο. | 2 “ Numquid contendit cum Omnipotente reprehensor? Qui arguit Deum, debet respondere ad ea ”. |
3 Τοτε ο Ιωβ απεκριθη προς τον Κυριον και ειπεν? | 3 Respondens autem Iob Domino dixit: |
4 Ιδου, εγω ειμαι ουτιδανος? τι δυναμαι να αποκριθω προς σε; θελω βαλει την χειρα μου επι το στομα μου? | 4 “ Ecce leviter locutus sum, quid respondebo tibi? Manum meam ponam super os meum. |
5 απαξ ελαλησα και δεν θελω αποκριθη πλεον? μαλιστα, δις? αλλα δεν θελω επιπροσθεσει. | 5 Unum locutus sum, quod non repetam, et alterum, quibus ultra non addam ”. |
6 Τοτε απεκριθη ο Κυριος προς τον Ιωβ εκ του ανεμοστροβιλου και ειπε? | 6 Respondens autem Dominus Iob de turbine dixit: |
7 Ζωσον ηδη ως ανηρ την οσφυν σου? εγω θελω σε ερωτησει, και απαγγειλον μοι. | 7 “ Accinge sicut vir lumbos tuos; interrogabo te, et edoce me. |
8 Θελεις αρα αναιρεσει την κρισιν μου; θελεις με καταδικασει, δια να δικαιωθης; | 8 Numquid irritum facies iudicium meum et condemnabis me, ut tu iustificeris? |
9 Εχεις βραχιονα ως ο Θεος; η δυνασαι να βροντας με φωνην ως αυτος; | 9 Et si habes brachium sicut Deus et si voce simili tonas? |
10 Στολισθητι τωρα μεγαλοπρεπειαν και υπεροχην? και ενδυθητι δοξαν και ωραιοτητα. | 10 Circumda tibi decorem et sublimitatem; gloria et decore induere. |
11 Εκχεε τας φλογας της οργης σου? και βλεπε παντα υπερηφανον και ταπεινονε αυτον. | 11 Effunde vehementiam furoris tui et respiciens omnem arrogantem humilia. |
12 Βλεπε παντα υπερηφανον? κρημνιζε αυτον? και καταπατει τους ασεβεις εν τω τοπω αυτων. | 12 Respice cunctos superbos et confunde eos et contere impios in loco suo. |
13 Κρυψον αυτους ομου εν τω χωματι? καλυψον τα προσωπα αυτων εν αφανεια. | 13 Absconde eos in pulvere simul et facies eorum claude in fovea; |
14 Τοτε και εγω θελω ομολογησει προς σε, οτι η δεξια σου δυναται να σε σωση. | 14 et ego confitebor quod salvare te possit dextera tua. |
15 Ιδου τωρα, ο Βεεμωθ, τον οποιον εκαμα μετα σου, τρωγει χορτον ως βους. | 15 Ecce Behemoth, quem feci tecum; fenum quasi bos comedit. |
16 Ιδου τωρα, η δυναμις αυτου ειναι εν τοις νεφροις αυτου και η ισχυς αυτου εν τω ομφαλω της κοιλιας αυτου. | 16 Fortitudo eius in lumbis eius, et virtus illius in umbilico ventris eius. |
17 Υψονει την ουραν αυτου ως κεδρον? τα νευρα των μηρων αυτου ειναι συμπεπλεγμενα. | 17 Stringit caudam suam quasi cedrum, nervi femorum eius perplexi sunt. |
18 Τα οστα αυτου ειναι χαλκινοι σωληνες? τα οστα αυτου ως μοχλοι σιδηρου. | 18 Ossa eius velut fistulae aeris, cartilago illius quasi laminae ferreae. |
19 Τουτο ειναι το αριστουργημα του Θεου? ο ποιησας αυτον δυναται να πλησιαση εις αυτον την ρομφαιαν αυτου. | 19 Ipse est principium viarum Dei; qui fecit eum, applicabit gladium eius. |
20 Διοτι τα ορη προμηθευουσιν εις αυτον την τροφην, οπου παιζουσι παντα τα θηρια του αγρου. | 20 Huic montes tributum ferunt, omnes bestiae agri ludunt ibi. |
21 Πλαγιαζει υποκατω των σκιερων δενδρων, υπο την σκεπην των καλαμων και εν τοις βαλτοις. | 21 Sub lotis silvestribus dormit, in secreto calami et in locis umentibus; |
22 Τα σκιερα δενδρα σκεπαζουσιν αυτον με την σκιαν αυτων? αι ιτεαι των ρυακων περικαλυπτουσιν αυτον. | 22 loti silvestres umbra eum protegunt, circumdant eum salices torrentis. |
23 Ιδου, εαν πλημμυριση ποταμος, δεν σπευδει να φυγη? εχει θαρρος, και αν ο Ιορδανης προσβαλλη εις το στομα αυτου. | 23 Si fluvius intumescat, non tremit; securus est, si prorumpat fluctus ad os eius. |
24 Δυναται τις φανερα να συλλαβη αυτον; η δια παγιδων να διατρυπηση την ρινα αυτου; | 24 In oculis eius quis capiet eum et in sudibus perforabit nares eius? |
25 An extrahere poteris Leviathan hamo et fune ligabis linguam eius? | |
26 Numquid pones iuncum in naribus eius aut spina perforabis maxillam eius? | |
27 Numquid multiplicabit ad te preces aut loquetur tibi mollia? | |
28 Numquid feriet tecum pactum, et accipies eum servum sempiternum? | |
29 Numquid illudes ei quasi avi aut ligabis eum pro puellis tuis? | |
30 Speculabuntur super eum socii, divident illum negotiatores? | |
31 Numquid implebis telis pellem eius et iaculo hamato piscium caput illius? | |
32 Pone super eum manum tuam; memento belli nec ultra addas. |