Scrutatio

Venerdi, 17 maggio 2024 - San Pasquale Baylon ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Luca 2


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - In quei giorni uscì un editto di Cesare Augusto per il censimento di tutto l'impero.1 Εν εκειναις δε ταις ημεραις εξηλθε διαταγμα παρα του Καισαρος Αυγουστου να απογραφη πασα η οικουμενη.
2 Questo primo censimento venne fatto mentre Cirino era preside della Siria.2 Αυτη η απογραφη εγεινε πρωτη, οτε ηγεμονευε της Συριας ο Κυρηνιος.
3 E tutti andavano a dare il nome, ciascuno nella propria città.3 Και ηρχοντο παντες να απογραφωνται, εκαστος εις την εαυτου πολιν.
4 Anche Giuseppe salì dalla Galilea, dalla città di Nazaret, in Giudea, alla città di David, chiamata Betleem, perchè era della casa e della famiglia di David,4 Ανεβη δε και Ιωσηφ απο της Γαλιλαιας εκ της πολεως Ναζαρετ εις την Ιουδαιαν εις την πολιν του Δαβιδ, ητις καλειται Βηθλεεμ, επειδη αυτος ητο εκ του οικου και της πατριας του Δαβιδ,
5 per dare il nome insieme a Maria, sua promessa sposa, che era incinta.5 δια να απογραφη μετα της Μαριαμ της ηρραβωνισμενης με αυτον εις γυναικα, ητις ητο εγκυος.
6 Ora mentre essi si trovavano in quel luogo, venne per lei il momento del parto6 Και ενω ησαν εκει, επληρωθησαν αι ημεραι του να γεννηση?
7 e diede alla luce il suo figliuolo primogenito; che fasciato pose in una mangiatoia, perchè non vi era stato posto per loro nell'albergo.7 και εγεννησε τον υιον αυτης τον πρωτοτοκον, και εσπαργανωσεν αυτον και κατεκλινεν αυτον εν τη φατνη, διοτι δεν ητο τοπος δι' αυτους εν τω καταλυματι.
8 Nello stesso paese c'erano dei pastori, che passavano la notte all'aperto e facevano la guardia al loro gregge.8 Και ποιμενες ησαν κατα το αυτο μερος διανυκτερευοντες εν τοις αγροις και φυλαττοντες φυλακας της νυκτος επι το ποιμνιον αυτων.
9 Un angelo del Signore apparve davanti a loro e la gloria del Signore rifulse intorno ad essi, sì che temettero grandemente.9 Και ιδου, αγγελος Κυριου εξαιφνης εφανη εις αυτους, και δοξα Κυριου ελαμψε περι αυτους, και εφοβηθησαν φοβον μεγαν.
10 L'angelo disse loro: «Non temete, perchè io vi reco una buona novella di grande allegrezza per tutto il popolo.10 Και ειπε προς αυτους ο αγγελος? Μη φοβεισθε? διοτι ιδου, ευαγγελιζομαι εις εσας χαραν μεγαλην, ητις θελει εισθαι εις παντα τον λαον,
11 Oggi, nella città di David, vi è nato un Salvatore, che è il Cristo Signore.11 διοτι σημερον εγεννηθη εις εσας εν πολει Δαβιδ σωτηρ, οστις ειναι Χριστος Κυριος.
12 Questo vi sia di segnale: troverete un bambino avvolto nelle fasce e coricato in una mangiatoia».12 Και τουτο θελει εισθαι το σημειον εις εσας? θελετε ευρει βρεφος εσπαργανωμενον, κειμενον εν τη φατνη.
13 E in quell'istante si raccolse presso l'angelo uno stuolo dell'esercito celeste, che lodava Dio e diceva:13 Και εξαιφνης μετα του αγγελου εφανη πληθος στρατιας ουρανιου υμνουντων τον Θεον και λεγοντων?
14 «Gloria a Dio nei luoghi altissimi e pace in terra agli uomini di buona volontà».14 Δοξα εν υψιστοις Θεω και επι γης ειρηνη, εν ανθρωποις ευδοκια.
15 Quando gli angeli, risalendo al cielo, si furono allontanati, i pastori presero a dire tra loro: «Andiamo fino a Betleem a vedere quel ch'è accaduto e che il Signore ci ha fatto sapere».15 Και καθως οι αγγελοι ανεχωρησαν απ' αυτων εις τον ουρανον, οι ανθρωποι οι ποιμενες ειπον προς αλληλους. Ας υπαγωμεν λοιπον εως Βηθλεεμ και ας ιδωμεν το πραγμα τουτο το γεγονος, το οποιον ο Κυριος εφανερωσεν εις ημας.
16 E andarono in fretta e trovarono con Maria e Giuseppe il bambino giacente nella mangiatoia.16 Και ηλθον μετα σπουδης και ευρον την τε Μαριαμ και τον Ιωσηφ και το βρεφος κειμενον εν τη φατνη.
17 E, vistolo, si persuasero di quanto era stato loro detto intorno a quel bambino17 Και ιδοντες, διεκηρυξαν τον λογον τον λαληθεντα προς αυτους περι του παιδιου τουτου?
18 e tutti coloro che li udivano, si meravigliarono delle cose riferite loro dai pastori.18 και παντες οι ακουσαντες εθαυμασαν περι των λαληθεντων υπο των ποιμενων προς αυτους.
19 Ma Maria conservava in cuore tutte queste cose e le meditava.19 Η δε Μαριαμ εφυλαττε παντας τους λογους τουτους, διαλογιζομενη περι αυτων εν τη καρδια αυτης.
20 E i pastori se ne ritornarono glorificando e lodando Iddio per tutto quello che avevano udito e veduto secondo ch'era stato lor detto.20 Και υπεστρεψαν οι ποιμενες, δοξαζοντες και υμνουντες τον Θεον δια παντα οσα ηκουσαν και ειδον, καθως ελαληθησαν προς αυτους.
21 Passati gli otto giorni, in capo ai quali il bambino doveva essere circonciso, gli venne posto il nome di Gesù come era stato chiamato dall'angelo prima di esser concepito nel seno materno.21 Και οτε επληρωθησαν αι οκτω ημεραι δια να περιτεμωσι το παιδιον, εκληθη το ονομα αυτου Ιησους, το ονομασθεν υπο του αγγελου πριν συλληφθη εν τη κοιλια.
22 Quando poi furon compiuti i giorni della sua purificazione secondo la legge di Mosè, lo portarono a Gerusalemme per presentarlo al Signore,22 Και οτε επληρωθησαν αι ημεραι του καθαρισμου αυτης κατα τον νομον του Μωυσεως, ανεβιβασαν αυτον εις Ιεροσολυμα δια να παραστησωσιν εις τον Κυριον,
23 com'è scritto nella legge del Signore: «Ogni primogenito maschio sarà consacrato al Signore»,23 καθως ειναι γεγραμμενον εν τω νομω του Κυριου, οτι παν αρσενικον διανοιγον μητραν θελει κληθη αγιον εις τον Κυριον,
24 e per offrire, com'è prescritto dalla legge del Signore, il sacrificio di un paio di tortore o di due giovani piccioni.24 και δια να προσφερωσι θυσιαν κατα το ειρημενον εν τω νομω του Κυριου, ζευγος τρυγονων η δυο νεοσσους περιστερων.
25 C'era in Gerusalemme un uomo, di nome Simeone; persona giusta e pia, che attendeva la consolazione d'Israele; sopra di lui era lo Spirito Santo,25 Και ιδου, ητο ανθρωπος τις εν Ιερουσαλημ, ονομαζομενος Συμεων, και ο ανθρωπος ουτος ητο δικαιος και ευλαβης, προσμενων την παρηγοριαν του Ισραηλ, και Πνευμα Αγιον ητο επ' αυτον?
26 il quale gli aveva rivelato che egli non sarebbe morto prima di vedere il Cristo del Signore.26 και ητο εις αυτον αποκεκαλυμμενον υπο του Πνευματος του Αγιου οτι δεν θελει ιδει θανατον, πριν ιδη τον Χριστον του Κυριου.
27 Venne, dunque, nel tempio, condottovi dallo Spirito, e quando i genitori vi portarono il bambino, per osservare a suo riguardo le costumanze legali,27 Και ηλθε δια του Πνευματος εις το ιερον? και οτε οι γονεις εισεφεραν το παιδιον Ιησουν δια να καμωσι περι αυτου κατα την συνηθειαν του νομου,
28 egli pure lo ricevette tra le sue braccia e benedisse Iddio, esclamando:28 αυτος εδεχθη αυτο εις τας αγκαλας αυτου και ευλογησε τον Θεον και ειπε?
29 «Ora, o Signore, lascia pure che il tuo servo se ne vada in pace, secondo la tua parola;29 Νυν απολυεις τον δουλον σου, δεσποτα, κατα το ρημα σου, εν ειρηνη?
30 perchè gli occhi miei hanno veduto la tua salute,30 διοτι ειδον οι οφθαλμοι μου το σωτηριον σου,
31 da te preparata al cospetto di tutti i popoli;31 το οποιον ητοιμασας ενωπιον παντων των λαων,
32 luce per illuminare le nazioni e gloria del popolo d'Israele».32 φως εις φωτισμον των εθνων και δοξαν του λαου σου Ισραηλ.
33 Il padre e la madre restavano meravigliati delle cose che si dicevan del bambino.33 Και ο Ιωσηφ και η μητηρ αυτου εθαυμαζον δια τα λεγομενα περι αυτου.
34 Simeone, benedettili, disse a Maria, sua madre: «Questo bambino è destinato ad essere causa di rovina e di resurrezione di molti in Israele e a diventare un segno di contraddizione;34 Και ευλογησεν αυτους ο Συμεων, και ειπε προς Μαριαμ την μητερα αυτου? Ιδου, ουτος κειται εις πτωσιν και αναστασιν πολλων εν τω Ισραηλ και εις σημειον αντιλεγομενον.
35 a te stessa una spada trapasserà l'anima, e così saranno rivelati i pensieri di molti cuori».35 Και σου δε αυτης την ψυχην ρομφαια θελει διαπερασει, δια να ανακαλυφθωσιν οι διαλογισμοι πολλων καρδιων.
36 C'era anche una profetessa, Anna, figliuola di Fanuel, della tribù di Aser, molto avanzata negli anni, avendo vissuto, dopo la sua verginità, sette anni con suo marito;36 Και υπηρχε τις Αννα προφητις, θυγατηρ Φανουηλ, εκ της φυλης Ασηρ? αυτη ητο πολυ προβεβηκυια εις ηλικιαν, ητις εζησε μετα του ανδρος αυτης επτα ετη απο της παρθενιας αυτης,
37 e rimasta vedova, aveva toccato gli ottantaquattro. Ella non s'allontanava mai dal tempio, servendo Dio notte e giorno, in digiuni e preghiere.37 και αυτη ητο χηρα ως ετων ογδοηκοντα τεσσαρων, ητις δεν απεμακρυνετο απο του ιερου, νυκτα και ημεραν λατρευουσα τον Θεον εν νηστειαις και προσευχαις?
38 Sopraggiunta proprio in quell'ora, cominciò anch'ella a lodare il Signore e a parlare del bambino a quanti in Gerusalemme aspettavano la redenzione. Infanzia di Gesù38 και αυτη φθασασα εν αυτη τη ωρα, εδοξολογει τον Κυριον και ελαλει περι αυτου προς παντας τους προσμενοντας λυτρωσιν εν Ιερουσαλημ.
39 Quando ebbero adempite tutte le prescrizioni delle legge del Signore, se ne tornarono in Galilea, nella loro città di Nazaret.39 Και αφου ετελειωσαν παντα τα κατα τον νομον του Κυριου, υπεστρεψαν εις την Γαλιλαιαν, εις την πολιν αυτων Ναζαρετ.
40 E il fanciullo cresceva e s'irrobustiva, pieno di sapienza, e la grazia di Dio era sopra di lui.40 Το δε παιδιον ηυξανε και εδυναμουτο κατα το πνευμα πληρουμενον σοφιας, και χαρις Θεου ητο επ' αυτο.
41 I suoi genitori andavano ogni anno a Gerusalemme per la festa di Pasqua.41 Επορευοντο δε οι γονεις αυτου κατ' ετος εις Ιερουσαλημ εν τη εορτη του πασχα.
42 Ora, quand'egli toccò l'età di dodici anni, salirono a Gerusalemme, secondo l'usanza della festa;42 Και οτε εγεινεν ετων δωδεκα, αφου ανεβησαν εις Ιεροσολυμα κατα το εθος της εορτης
43 e, passati i giorni della solennità, essi ritornarono, mentre il fanciullo Gesù rimase in Gerusalemme, senza che i suoi genitori se ne accorgessero.43 και ετελειωσαν τας ημερας, ενω αυτοι υπεστρεφον, το παιδιον ο Ιησους εμεινεν οπισω εν Ιερουσαλημ, και δεν ενοησεν ο Ιωσηφ και η μητηρ αυτου.
44 Supponendo che egli fosse coi loro compagni di viaggio, essi camminarono una giornata: poi si misero a cercarlo tra i parenti e conoscenti,44 Νομισαντες δε οτι αυτος ητο εν τη συνοδια, ηλθον μιας ημερας οδον και ανεζητουν αυτον μεταξυ των συγγενων και των γνωριμων.
45 e non avendolo trovato tornarono a Gerusalemme per ricercarlo.45 Και μη ευροντες αυτον, υπεστρεψαν εις Ιερουσαλημ ζητουντες αυτον.
46 Dopo tre giorni, lo trovarono nel tempio seduto in mezzo ai dottori in atto di ascoltarli ed interrogarli:46 Και μετα τρεις ημερας ευρον αυτον εν τω ιερω καθημενον εν μεσω των διδασκαλων και ακουοντα αυτον και ερωτωντα αυτους.
47 e tutti che l'udivano, stupivano del suo senno e delle sue risposte.47 Εξισταντο δε παντες οι ακουοντες αυτον δια την συνεσιν και τας αποκρισεις αυτου.
48 Al vederlo, essi furono meravigliati, e la madre gli disse: «Figlio, perchè ci hai fatto questo? Ecco, tuo padre ed io, contristati, andavamo in cerca di te».48 Και ιδοντες αυτον εξεπλαγησαν, και ειπε προς αυτον η μητηρ αυτου? Τεκνον, δια τι επραξας εις ημας ουτως; ιδου, ο πατηρ σου και εγω καταλυπουμενοι σε εζητουμεν.
49 Egli rispose loro: «Perchè mi cercavate? Non sapete che io devo attendere a ciò che riguarda il Padre mio?».49 Και ειπε προς αυτους? Δια τι με εζητειτε; δεν ηξευρετε οτι πρεπει να ημαι εις τα του Πατρος μου;
50 Ma essi non compresero ciò che aveva lor detto.50 Και αυτοι δεν ενοησαν τον λογον, τον οποιον ελαλησε προς αυτους.
51 Discese con essi e tornò a Nazaret e stava soggetto a loro. Sua madre custodiva nel cuore tutte queste cose,51 Και κατεβη μετ' αυτων και ηλθεν εις Ναζαρετ, και ητο υποτασσομενος εις αυτους. Η δε μητηρ αυτου εφυλαττε παντας τους λογους τουτους εν τη καρδια αυτης.
52 mentre Gesù cresceva in sapienza, età e grazia dinanzi a Dio e agli uomini.52 Και ο Ιησους προεκοπτεν εις σοφιαν και ηλικιαν και χαριν παρα Θεω και ανθρωποις.