ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ - Proverbi - Proverbs 3
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL |
---|---|
1 Υιε μου, μη λησμονης τους νομους μου, και η καρδια σου ας φυλαττη τας εντολας μου. | 1 Mein Sohn, vergiss meine Lehre nicht, bewahre meine Gebote in deinem Herzen! |
2 Διοτι μακροτητα ημερων και ετη ζωης και ειρηνην θελουσι προσθεσει εις σε. | 2 Denn sie vermehren die Tage und Jahre deines Lebens und bringen dir Wohlergehen. |
3 Ελεος και αληθεια ας μη σε εγκαταλιπωσι? δεσον αυτας περι τον τραχηλον σου? εγχαραξον αυτας επι την πλακα της καρδιας σου? | 3 Nie sollen Liebe und Treue dich verlassen; binde sie dir um den Hals, schreib sie auf die Tafel deines Herzens! |
4 ουτω θελεις ευρει χαριν και ευνοιαν ενωπιον Θεου και ανθρωπων. | 4 Dann erlangst du Gunst und Beifall bei Gott und den Menschen. |
5 Ελπιζε επι Κυριον εξ ολης σου της καρδιας, και μη επιστηριζεσαι εις την συνεσιν σου? | 5 Mit ganzem Herzen vertrau auf den Herrn, bau nicht auf eigene Klugheit; |
6 εν πασαις ταις οδοις σου αυτον γνωριζε, και αυτος θελει διευθυνει τα διαβηματα σου. | 6 such ihn zu erkennen auf all deinen Wegen, dann ebnet er selbst deine Pfade. |
7 Μη φανταζεσαι σεαυτον σοφον? φοβου τον Κυριον και εκκλινον απο κακου. | 7 Halte dich nicht selbst für weise, fürchte den Herrn und fliehe das Böse! |
8 Τουτο θελει εισθαι ιασις εις τα νευρα σου και μυελωσις εις τα οστα σου. | 8 Das ist heilsam für deine Gesundheit und erfrischt deine Glieder. |
9 Τιμα τον Κυριον απο των υπαρχοντων σου και απο των απαρχων παντων των γεννηματων σου? | 9 Ehre den Herrn mit deinem Vermögen, mit dem Besten von dem, was du erntest. |
10 και θελουσιν εμπλησθη αι σιτοθηκαι σου απο αφθονιας και οι ληνοι σου θελουσιν εκχειλιζει απο νεου οινου. | 10 Dann füllen sich deine Scheunen mit Korn, deine Fässer laufen über von Wein. |
11 Υιε μου, μη καταφρονει την παιδειαν του Κυριου και μη αθυμει ελεγχομενος υπ' αυτου. | 11 Mein Sohn, verachte nicht die Zucht des Herrn, widersetz dich nicht, wenn er dich zurechtweist. |
12 Διοτι ο Κυριος ελεγχει οντινα αγαπα, καθως και ο πατηρ τον υιον, εις τον οποιον ευαρεστειται. | 12 Wen der Herr liebt, den züchtigt er, wie ein Vater seinen Sohn, den er gern hat. |
13 Μακαριος ο ανθρωπος, οστις ευρηκε σοφιαν, και ο ανθρωπος, οστις απεκτησε συνεσιν? | 13 Wohl dem Mann, der Weisheit gefunden, dem Mann, der Einsicht gewonnen hat. |
14 Διοτι το εμποριον αυτης ειναι καλητερον παρα το εμποριον του αργυριου και το κερδος αυτης παρα χρυσιον καθαρον. | 14 Denn sie zu erwerben ist besser als Silber, sie zu gewinnen ist besser als Gold. |
15 Ειναι τιμιωτερα πολυτιμων λιθων? και παντα οσα επιθυμησης δεν ειναι ανταξια αυτης. | 15 Sie übertrifft die Perlen an Wert, keine kostbaren Steine kommen ihr gleich. |
16 Μακροτης ημερων ειναι εν τη δεξια αυτης? εν τη αριστερα αυτης, πλουτος και δοξα. | 16 Langes Leben birgt sie in ihrer Rechten, in ihrer Linken Reichtum und Ehre; |
17 Αι οδοι αυτης ειναι οδοι τερπναι και πασαι αι τριβοι αυτης ειρηνη. | 17 ihre Wege sind Wege der Freude, all ihre Pfade führen zum Glück. |
18 Ειναι δενδρον ζωης εις τους εναγκαλιζομενους αυτην? και μακαριοι οι κρατουντες αυτην. | 18 Wer nach ihr greift, dem ist sie ein Lebensbaum, wer sie fest hält, ist glücklich zu preisen. |
19 Δια της σοφιας εθεμελιωσεν ο Κυριος, εστερεωσε τους ουρανους εν συνεσει. | 19 Der Herr hat die Erde mit Weisheit gegründet und mit Einsicht den Himmel befestigt. |
20 Δια της γνωσεως αυτου αι αβυσσοι ηνοιχθησαν και τα νεφη σταλαζουσι δροσον. | 20 Durch sein Wissen brechen die tiefen Quellen hervor und träufeln die Wolken den Tau herab. |
21 Υιε μου, ας μη απομακρυνθωσι ταυτα απο των οφθαλμων σου? φυλαττε ορθην βουλην και φρονησιν? | 21 Mein Sohn, lass beides nicht aus den Augen: Bewahre Umsicht und Besonnenheit! |
22 και θελει εισθαι ζωη εις την ψυχην σου και χαρις εις τον τραχηλον σου. | 22 Dann werden sie dir ein Lebensquell, ein Schmuck für deinen Hals; |
23 Τοτε θελεις περιπατει ασφαλως την οδον σου, και ο πους σου δεν θελει προσκοψει. | 23 dann gehst du sicher deinen Weg und stößt mit deinem Fuß nicht an. |
24 Οταν πλαγιαζης, δεν θελεις τρομαζει? μαλιστα θελεις πλαγιαζει, και ο υπνος σου θελει εισθαι γλυκυς. | 24 Gehst du zur Ruhe, so schreckt dich nichts auf, legst du dich nieder, erquickt dich dein Schlaf. |
25 Δεν θελεις τρομαξει απο αιφνιδιου φοβου ουδε απο του ολεθρου των ασεβων, οταν επελθη? | 25 Du brauchst dich vor jähem Erschrecken nicht zu fürchten noch vor dem Verderben, das über die Frevler kommt. |
26 Διοτι ο Κυριος θελει εισθαι η ελπις σου, και θελει φυλαξει τον ποδα σου απο του να πιασθη. | 26 Der Herr wird deine Zuversicht sein, er bewahrt deinen Fuß vor der Schlinge. |
27 Μη αρνηθης το καλον προς εκεινους, εις τους οποιους πρεπει, οταν ηναι εν τη χειρι σου να καμνης αυτο. | 27 Versag keine Wohltat dem, der sie braucht, wenn es in deiner Hand liegt, Gutes zu tun. |
28 Μη ειπης προς τον πλησιον σου, Υπαγε και επαναστρεψον και αυριον θελω σοι δωσει? ενω εχεις τουτο παρα σεαυτω. | 28 Wenn du jetzt etwas hast, sag nicht zu deinem Nächsten: Geh, komm wieder, morgen will ich dir etwas geben. |
29 Μη μηχανευου κακον κατα του πλησιον σου, ενω πεποιθως κατοικει μετα σου. | 29 Sinne nichts Böses gegen deinen Nächsten, der friedlich neben dir wohnt. |
30 Μη μαχου τινα αναιτιως, εαν δεν εκαμε κακον εις σε. | 30 Bring niemand ohne Grund vor Gericht, wenn er dir nichts Böses getan hat. |
31 Μη ζηλευε τον βιαιον ανθρωπον και μη εκλεξης μηδεμιαν εκ των οδων αυτου? | 31 Beneide den Gewalttätigen nicht, wähle keinen seiner Wege; |
32 διοτι ο Κυριος βδελυττεται τον σκολιον? το δε απορρητον αυτου φανερονεται εις τους δικαιους. | 32 denn ein Gräuel ist dem Herrn der Ränkeschmied, die Redlichen sind seine Freunde. |
33 Καταρα Κυριου εν τω οικω του ασεβους? ευλογει δε την κατοικιαν των δικαιων. | 33 Der Fluch des Herrn fällt auf das Haus des Frevlers, die Wohnung der Gerechten segnet er. |
34 Βεβαιως αυτος αντιταττεται εις τους υπερηφανους? εις δε τους ταπεινους διδει χαριν. | 34 Die Zuchtlosen verspottet er, den Gebeugten erweist er seine Gunst. |
35 Οι σοφοι θελουσι κληρονομησει δοξαν? το δε υψος των αφρονων θελει εισθαι η ατιμια. | 35 Die Weisen erlangen Ehre, die Toren aber häufen Schande auf sich. |