Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ - Proverbi - Proverbs 23


font
GREEK BIBLEEINHEITSUBERSETZUNG BIBEL
1 Οταν καθησης να φαγης μετα αρχοντος, παρατηρει επιμελως τα παρατιθεμενα εμπροσθεν σου?1 Wenn du zu Tisch sitzt bei einem Herrscher,
so achte nur auf das, was vor dir steht.
2 και βαλε μαχαιραν εις τον λαιμον σου, εαν ησαι αδηφαγος?2 Setz ein Messer an deine Kehle,
wenn du ein gieriger Mensch bist.
3 μη επιθυμει τα εδεσματα αυτου? διοτι ταυτα ειναι τροφη δολιοτητος.3 Sei nicht begierig auf seine Leckerbissen,
sie sind eine trügerische Speise.
4 Μη μεριμνα δια να γεινης πλουσιος? απεχε απο της σοφιας σου.4 Müh dich nicht ab, um Reichtum zu erwerben
und dabei deine Einsicht aufzugeben.
5 Θελεις επιστησει τους οφθαλμους σου εις το μη υπαρχον; διοτι ο πλουτος κατασκευαζει βεβαιως εις εαυτον πτερυγας ως αετου και πετα προς τον ουρανον.5 Flüchtig ist er; schaust du nach ihm, ist er weg;
plötzlich macht er sich Flügel und fliegt wie ein Adler zum Himmel.
6 Μη τρωγε τον αρτον του φθονερου, μηδε επιθυμει τα εδεσματα αυτου?6 Iss nicht das Brot des Geizigen,
sei nicht begierig auf seine Leckerbissen!
7 διοτι καθως φρονει εν τη ψυχη αυτου, τοιουτος ειναι? φαγε και πιε, λεγει προς σε? αλλ' η καρδια αυτου δεν ειναι μετα σου.7 Denn sie schmecken in der Kehle wie etwas Ekliges.
Er sagt zu dir: Iss und trink!,
doch sein Herz ist dir nicht zugetan.
8 Το ψωμιον, το οποιον εφαγες, θελεις εξεμεσει και θελεις χασει τας γλυκειας συνομιλιας σου.8 Den Bissen, den du gegessen hast, musst du erbrechen
und deine freundlichen Worte hast du vergeudet.
9 Μη λαλει εις τα ωτα του αφρονος? διοτι θελει καταφρονησει την σοφιαν των λογων σου.9 Rede nicht vor den Ohren eines Törichten,
denn er missachtet deine klugen Worte.
10 Μη μετακινει ορια αρχαια? και μη εισελθης εις τους αγρους των ορφανων?10 Verschieb nicht die alte Grenze,
dring nicht in die Felder der Waisen vor!
11 διοτι ο Λυτρωτης αυτων ειναι ισχυρος? αυτος θελει εκδικασει την δικην αυτων εναντιον σου.11 Denn ihr Anwalt ist mächtig,
er wird ihre Sache gegen dich führen.
12 Προσκολλησον την καρδιαν σου εις την παιδειαν και τα ωτα σου εις τους λογους της γνωσεως.12 Öffne dein Herz für die Zucht,
dein Ohr für verständige Reden!
13 Μη φειδου να παιδευης το παιδιον? διοτι εαν κτυπησης αυτο δια της ραβδου, δεν θελει αποθανει?13 Erspar dem Knaben die Züchtigung nicht;
wenn du ihn schlägst mit dem Stock, wird er nicht sterben.
14 συ κτυπων αυτο δια της ραβδου, θελεις ελευθερωσει την ψυχην αυτου εκ του αδου.14 Du schlägst ihn mit dem Stock,
bewahrst aber sein Leben vor der Unterwelt.
15 Υιε μου, εαν η καρδια σου γεινη σοφη, θελει ευφραινεσθαι και η καρδια εμου?15 Mein Sohn, wenn dein Herz weise ist,
so freut sich auch mein eigenes Herz.
16 και τα νεφρα μου θελουσιν αγαλλεσθαι, οταν τα χειλη σου λαλωσιν ορθα.16 Mein Inneres ist voll Jubel,
wenn deine Lippen reden, was recht ist.
17 Ας μη ζηλευη η καρδια σου τους αμαρτωλους? αλλ' εσο εν τω φοβω του Κυριου ολην την ημεραν?17 Dein Herz ereifere sich nicht wegen der Sünder,
sondern eifere stets nach Gottesfurcht!
18 διοτι βεβαιως ειναι αμοιβη, και η ελπις σου δεν θελει εκκοπη.18 Denn sicher gibt es eine Zukunft,
deine Hoffnung wird nicht zerschlagen.
19 Ακουε συ, υιε μου, και γινου σοφος, και κατευθυνε την καρδιαν σου εις την οδον.19 Höre, mein Sohn, und sei weise,
lenk dein Herz auf geraden Weg!
20 Μη εσο μεταξυ οινοποτων, μεταξυ κρεοφαγων ασωτων?20 Gesell dich nicht zu den Weinsäufern,
zu solchen, die im Fleischgenuß schlemmen;
21 διοτι ο μεθυσος και ο ασωτος θελουσι πτωχευσει? και ο υπνωδης θελει ενδυθη ρακη.21 denn Säufer und Schlemmer werden arm,
Schläfrigkeit kleidet in Lumpen.
22 Υπακουε εις τον πατερα σου, οστις σε εγεννησε? και μη καταφρονει την μητερα σου, οταν γηραση.22 Hör auf deinen Vater, der dich gezeugt hat,
verachte deine Mutter nicht, wenn sie alt wird.
23 Αγοραζε την αληθειαν και μη πωλει? την σοφιαν και την παιδειαν και την συνεσιν.23 Erwirb dir Wahrheit und verkauf sie nicht mehr:
Weisheit, Zucht und Einsicht!
24 Ο πατηρ του δικαιου θελει χαρη σφοδρα? και οστις γεννα σοφον υιον, θελει ευφραινεσθαι εις αυτον.24 Laut jubelt der Vater des Gerechten;
wer einen weisen Sohn hat, kann sich über ihn freuen.
25 Ο πατηρ σου και η μητηρ σου θελουσιν ευφραινεσθαι? μαλιστα εκεινη, ητις σε εγεννησε, θελει χαιρει.25 Deine Eltern mögen sich freuen;
jubeln möge die Mutter, die dich gebar.
26 Υιε μου, δος την καρδιαν σου εις εμε, και ας προσεχωσιν οι οφθαλμοι σου εις τας οδους μου?26 Gib mir dein Herz, mein Sohn,
deine Augen mögen an meinen Wegen Gefallen finden;
27 διοτι η πορνη ειναι λακκος βαθυς? και η αλλοτρια γυνη στενον φρεαρ.27 denn die Ehebrecherin ist eine tiefe Grube,
die fremde Frau ein enger Brunnen.
28 Αυτη προσετι ενεδρευει ως ληστης και πληθυνει τους παραβατας μεταξυ των ανθρωπων.28 Ja, wie ein Räuber lauert sie auf
und mehrt die Verräter unter den Menschen.
29 Εις τινα ειναι ουαι; εις τινα στεναγμοι; εις τινα εριδες; εις τινα ματαιολογιαι; εις τινα κτυπηματα ανευ αιτιας; εις τινα φλογωσις οφθαλμων;29 Wer hat Ach? Wer hat Weh?
Wer Gezänk? Wer Klage?
Wer hat Wunden wegen nichts?
Wer trübe Augen?
30 Εις τους εγχρονιζοντας εν τω οινω? εις εκεινους οιτινες διαγουσιν ανιχνευοντες οινοποσιας.30 Jene, die bis in die Nacht beim Wein sitzen,
die kommen, um den Mischwein zu probieren.
31 Μη θεωρει τον οινον οτι κοκκινιζει, οτι διδει το χρωμα αυτου εις το ποτηριον, οτι καταβαινει ευαρεστως.31 Schau nicht nach dem Wein,
wie er rötlich schimmert,
wie er funkelt im Becher:
Er trinkt sich so leicht!
32 Εν τω τελει αυτου δακνει ως οφις και κεντρονει ως βασιλισκος?32 Zuletzt beißt er wie eine Schlange,
verspritzt Gift gleich einer Viper.
33 Οι οφθαλμοι σου θελουσι κυτταξει αλλοτριας γυναικας, και η καρδια σου θελει λαλησει αισχρα?33 Deine Augen sehen seltsame Dinge,
dein Herz redet wirres Zeug.
34 και θελεις εισθαι ως κοιμωμενος εν μεσω θαλασσης, και ως κοιτωμενος επι κορυφης, καταρτιου?34 Du bist wie einer, der auf hoher See schläft,
der einschläft über dem Steuer des Schiffes.
35 με ετυπτον, θελεις ειπει, και δεν επονεσα? με εδειραν, και δεν ησθανθην? ποτε θελω εγερθη, δια να υπαγω να ζητησω αυτον παλιν;35 Man hat mich geschlagen, doch es tat mir nicht weh,
man hat mich gehauen, aber ich habe nichts gespürt. Wann wache ich auf?
Von neuem will ich zum Wein greifen.