Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 15


font
GREEK BIBLEEINHEITSUBERSETZUNG BIBEL
1 Τοτε απεκριθη Ελιφας ο Θαιμανιτης και ειπεν?1 Da antwortete Elifas von Teman und sprach:
2 Επρεπε σοφος να προφερη στοχασμους ματαιους και να γεμιζη την κοιλιαν αυτου απο ανατολικου ανεμου;2 Gibt ein Weiser windige Kunde zur Antwort,
füllt er sein Inneres mit Ostwind an,
3 Επρεπε να φιλονεικη δια λογων ματαιων και ομιλιων ανωφελων;3 um zu rechten mit Gerede, das nichts taugt,
mit Worten, in denen kein Nutzen liegt?
4 Βεβαιως συ απορριπτεις τον φοβον και αποκλειεις την δεησιν ενωπιον του Θεου.4 Du brichst sogar die Gottesfurcht,
zerstörst das Besinnen vor Gott.
5 Διοτι το στομα σου αποδεικνυει την ανομιαν σου, και εξελεξας την γλωσσαν των πανουργων.5 Denn deine Schuld belehrt deinen Mund,
die Sprache der Listigen hast du gewählt.
6 Το στομα σου σε καταδικαζει, και ουχι εγω? και τα χειλη σου καταμαρτυρουσιν εναντιον σου.6 Dein eigener Mund verurteilt dich, nicht ich,
deine Lippen zeugen gegen dich.
7 Μη πρωτος ανθρωπος εγεννηθης; η προ των βουνων επλασθης;7 Bist du als erster Mensch geboren,
kamst du zur Welt noch vor den Hügeln?
8 Μηπως ηκουσας τας βουλας του Θεου; και εξηντλησας εις σεαυτον την σοφιαν;8 Hast du gelauscht im Rate Gottes
und die Weisheit an dich gerissen?
9 Τι εξευρεις, και δεν εξευρομεν; τι εννοεις, και δεν εννοουμεν;9 Was weißt du, das wir nicht wissen,
verstehst du, was uns nicht bekannt ist?
10 Υπαρχουσι και μεταξυ ημων πολιοι και γεροντες, γεροντοτεροι του πατρος σου.10 Auch unter uns sind Alte, sind Ergraute,
die älter sind an Tagen als dein Vater.
11 Αι παρηγοριαι του Θεου φαινονται μικρον πραγμα εις σε; η εχεις τι αποκρυφον εν σεαυτω;11 Ist zu gering dir Gottes Tröstung,
ein Wort, das sanft mit dir verfährt?
12 Δια τι σε αποπλανα η καρδια σου; και δια τι παραφερονται οι οφθαλμοι σου,12 Wie reißt doch dein Herz dich fort,
wie überheben sich deine Augen,
13 ωστε στρεφεις το πνευμα σου κατα του Θεου και αφινεις να εξερχωνται τοιουτοι λογοι εκ του στοματος σου;13 dass gegen Gott deinen Zorn du wendest
und Worte (gegen ihn) aus deinem Mund stößt?
14 Τι ειναι ο ανθρωπος, ωστε να ηναι καθαρος; και ο γεγεννημενος εκ γυναικος, ωστε να ηναι δικαιος;14 Was ist der Mensch, dass rein er wäre,
der vom Weib Geborene, dass er im Recht sein könnte?
15 Ιδου, εις τους αγιους αυτου δεν εμπιστευεται? και οι ουρανοι δεν ειναι καθαροι εις τους οφθαλμους αυτου?15 Sieh doch, selbst seinen Heiligen traut er nicht
und der Himmel ist nicht rein vor ihm.
16 ποσω μαλλον βδελυρος και ακαθαρτος ειναι ο ανθρωπος, ο πινων ανομιαν ως υδωρ;16 Geschweige denn ein Unreiner und Verderbter,
ein Mensch, der Verkehrtes trinkt wie Wasser.
17 Εγω θελω σε διδαξει? ακουσον μου? τουτο βεβαιως ειδον και θελω φανερωσει,17 Verkünden will ich dir, hör mir zu!
Was ich geschaut, will ich erzählen,
18 το οποιον οι σοφοι ανηγγειλαν παρα των πατερων αυτων, και δεν εκρυψαν?18 was Weise zu berichten wissen,
was ihre Väter ihnen nicht verhehlten.
19 εις τους οποιους μονους εδοθη η γη, και ξενος δεν επερασε δια μεσου αυτων.19 Ihnen allein war das Land gegeben,
kein Fremder ging unter ihnen einher.
20 Ο ασεβης βασανιζεται πασας τας ημερας, και αριθμητα ετη ειναι πεφυλαγμενα δια τον τυραννον.20 Der Frevler bebt in Ängsten all seine Tage,
die Zahl der Jahre ist dem Tyrannen verborgen.
21 Ηχος φοβου ειναι εις τα ωτα αυτου? εν μεσω ειρηνης θελει επελθει επ' αυτον ο εξολοθρευτης.21 In seinen Ohren hallen Schreckensrufe,
mitten im Frieden kommt der Verwüster über ihn.
22 Δεν πιστευει οτι θελει επιστρεψει εκ του σκοτους, και περιμενει την μαχαιραν.22 Er kann nicht hoffen, dem Dunkel zu entfliehen,
aufgespart ist er für das Schwert.
23 Περιπλαναται δια αρτον, και που; εξευρει οτι η ημερα του σκοτους ειναι ετοιμη πλησιον αυτου.23 Er irrt umher nach Brot, wo (er es finde),
er weiß, dass ihn ein schwarzer Tag bedroht.
24 Θλιψις και στενοχωρια θελουσι καταπληττει αυτον? θελουσιν υπερισχυσει κατ' αυτου, ως βασιλευς εις μαχην παρεσκευασμενος?24 Not und Drangsal erschrecken ihn,
sie packen ihn wie ein kampfbereiter König.
25 διοτι εξηπλωσε την χειρα αυτου κατα του Θεου και ηλαζονευθη κατα του Παντοδυναμου?25 Denn gegen Gott erhebt er seine Hand,
gegen den Allmächtigen erkühnt er sich.
26 ωρμησε κατ' αυτου με τραχηλον επηρμενον, με την πεπυκνωμενην ραχιν των ασπιδων αυτου?26 Halsstarrig rennt er gegen ihn an
mit den dicken Buckeln seiner Schilde.
27 διοτι εσκεπασε το προσωπον αυτου με το παχος αυτου και υπερεπαχυνε τα πλευρα αυτου?27 Mit Fett bedeckt er sein Gesicht,
tut Fett um seine Hüfte.
28 και κατωκησεν εις πολεις ερημους, εις οικους ακατοικητους, ετοιμους δια σωρους.28 Er wohnt in zerstörten Städten,
in Häusern, darin niemand wohnt,
die man zu Trümmerstätten bestimmt.
29 δεν θελει πλουτισθη, ουδε θελουσι διαμενει τα υπαρχοντα αυτου, ουδε θελει εκτανθη η αφθονια αυτων επι την γην.29 Er wird nicht reich; sein Besitz hat nicht Bestand;
zur Erde neigt sich seine Ähre nicht.
30 Δεν θελει χωρισθη εκ του σκοτους? φλοξ θελει ξηρανει τους βλαστους αυτου, και με την πνοην του στοματος αυτου θελει απελθει.30 Der Finsternis entrinnt er nicht,
die Flammenglut dörrt seinen Schößling aus,
er schwindet dahin beim Hauch seines Mundes.
31 Ας μη πιστευση εις την ματαιοτητα ο ηπατημενος, διοτι ματαιοτης θελει εισθαι η αμοιβη αυτου.31 Er baue nicht auf eitlen Trug;
denn sein Erwerb wird nur Enttäuschung sein.
32 Προ του καιρου αυτου θελει φθαρη, και ο κλαδος αυτου δεν θελει πρασινισει.32 Bevor sein Tag kommt, welkt er hin
und sein Palmzweig grünt nicht mehr.
33 Θελει αποβαλει την αωρον σταφυλην αυτου ως η αμπελος, και θελει ριψει το ανθος αυτου ως η ελαια.33 Er stößt ihn ab wie der Weinstock saure Trauben,
wie der Ölbaum wirft er seine Blüten fort.
34 Διοτι η συναξις των υποκριτων θελει ερημωθη, και πυρ θελει καταφαγει τας σκηνας της δωροληψιας.34 Unfruchtbar ist der Ruchlosen Rotte
und Feuer verzehrt die Zelte der Bestechung.
35 Συλλαμβανουσι πονηριαν και γεννωσι ματαιοτητα, και η καρδια αυτων μηχαναται δολον.35 Von Mühsal schwanger, gebären sie nur Unheil;
nur Trug ist, was ihr Schoß hervorbringt.