Isaiah (ישעיה) - Isaia 38
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
STUTTGARTENSIA-DELITZSCH | GREEK BIBLE |
---|---|
1 מִזְמֹור לְדָוִד לְהַזְכִּיר | 1 Ψαλμος του Δαβιδ εις αναμνησιν.>> Κυριε, μη με ελεγξης εν τω θυμω σου, μηδε εν τη οργη σου παιδευσης με. |
2 יְהוָה אַל־בְּקֶצְפְּךָ תֹוכִיחֵנִי וּבַחֲמָתְךָ תְיַסְּרֵנִי | 2 Διοτι τα βελη σου ενεπηχθησαν εις εμε και η χειρ σου καταπιεζει με. |
3 כִּי־חִצֶּיךָ נִחֲתוּ בִי וַתִּנְחַת עָלַי יָדֶךָ | 3 Δεν υπαρχει υγεια εν τη σαρκι μου εξ αιτιας της οργης σου. δεν ειναι ειρηνη εις τα οστα μου εξ αιτιας της αμαρτιας μου. |
4 אֵין־מְתֹם בִּבְשָׂרִי מִפְּנֵי זַעְמֶךָ אֵין־שָׁלֹום בַּעֲצָמַי מִפְּנֵי חַטָּאתִי | 4 Διοτι αι ανομιαι μου υπερεβησαν την κεφαλην μου? ως φορτιον βαρυ υπερεβαρυναν επ' εμε. |
5 כִּי עֲוֹנֹתַי עָבְרוּ רֹאשִׁי כְּמַשָּׂא כָבֵד יִכְבְּדוּ מִמֶּנִּי | 5 Εβρωμησαν και εσαπησαν αι πληγαι μου εξ αιτιας της ανοησιας μου. |
6 הִבְאִישׁוּ נָמַקּוּ חַבּוּרֹתָי מִפְּנֵי אִוַּלְתִּי | 6 Εταλαιπωρηθην, εκυρτωθην εις ακρον? ολην την ημεραν περιπατω σκυθρωπος. |
7 נַעֲוֵיתִי שַׁחֹתִי עַד־מְאֹד כָּל־הַיֹּום קֹדֵר הִלָּכְתִּי | 7 Διοτι τα εντοσθια μου γεμουσι φλογωσεως, και δεν υπαρχει υγεια εν τη σαρκι μου. |
8 כִּי־כְסָלַי מָלְאוּ נִקְלֶה וְאֵין מְתֹם בִּבְשָׂרִי | 8 Ησθενησα και καθ' υπερβολην κατεκοπην? βρυχωμαι απο της αδημονιας της καρδιας μου. |
9 נְפוּגֹותִי וְנִדְכֵּיתִי עַד־מְאֹד אַגְתִּי מִנַּהֲמַת לִבִּי | 9 Κυριε, ενωπιον σου ειναι πασα η επιθυμια μου, και ο στεναγμος μου δεν κρυπτεται απο σου. |
10 אֲדֹנָי נֶגְדְּךָ כָל־תַּאֲוָתִי וְאַנְחָתִי מִמְּךָ לֹא־נִסְתָּרָה | 10 Η καρδια μου ταραττεται, η δυναμις μου με εγκαταλειπει? και το φως των οφθαλμων μου, και αυτο δεν ειναι μετ' εμου. |
11 לִבִּי סְחַרְחַר עֲזָבַנִי כֹחִי וְאֹור־עֵינַי גַּם־הֵם אֵין אִתִּי | 11 Οι φιλοι μου και οι πλησιον μου στεκουσιν απεναντι της πληγης μου, και οι πλησιεστεροι μου στεκουσιν απο μακροθεν. |
12 אֹהֲבַי ׀ וְרֵעַי מִנֶּגֶד נִגְעִי יַעֲמֹדוּ וּקְרֹובַי מֵרָחֹק עָמָדוּ | 12 Και οι ζητουντες την ψυχην μου στηνουσιν εις εμε παγιδας? και οι εκζητουντες το κακον μου λαλουσι πονηρα, και μελετωσι δολους ολην την ημεραν. |
13 וַיְנַקְשׁוּ ׀ מְבַקְשֵׁי נַפְשִׁי וְדֹרְשֵׁי רָעָתִי דִּבְּרוּ הַוֹּות וּמִרְמֹות כָּל־הַיֹּום יֶהְגּוּ | 13 Αλλ' εγω ως κωφος δεν ηκουον και ημην ως αφωνος, μη ανοιγων το στομα αυτου. |
14 וַאֲנִי כְחֵרֵשׁ לֹא אֶשְׁמָע וּכְאִלֵּם לֹא יִפְתַּח־פִּיו | 14 Και ημην ως ανθρωπος μη ακουων και μη εχων αντιλογιαν εν τω στοματι αυτου. |
15 וָאֱהִי כְּאִישׁ אֲשֶׁר לֹא־שֹׁמֵעַ וְאֵין בְּפִיו תֹּוכָחֹות | 15 Διοτι επι σε, Κυριε, ηλπισα? συ θελεις μου εισακουσει, Κυριε ο Θεος μου. |
16 כִּי־לְךָ יְהוָה הֹוחָלְתִּי אַתָּה תַעֲנֶה אֲדֹנָי אֱלֹהָי | 16 Επειδη ειπα, Ας μη χαρωσιν επ' εμε? οταν ολισθηση ο πους μου, αυτοι μεγαλαυχουσι κατ' εμου. |
17 כִּי־אָמַרְתִּי פֶּן־יִשְׂמְחוּ־לִי בְּמֹוט רַגְלִי עָלַי הִגְדִּילוּ | 17 Διοτι ειμαι ετοιμος να πεσω, και ο πονος μου ειναι παντοτε εμπροσθεν μου. |
18 כִּי־אֲנִי לְצֶלַע נָכֹון וּמַכְאֹובִי נֶגְדִּי תָמִיד | 18 Επειδη εγω θελω αναγγελλει την ανομιαν μου, θελω λυπεισθαι δια την αμαρτιαν μου. |
19 כִּי־עֲוֹנִי אַגִּיד אֶדְאַג מֵחַטָּאתִי | 19 Αλλ' οι εχθροι μου ζωσιν, υπερισχυουσι? και επληθυνθησαν οι μισουντες με αδικως. |
20 וְאֹיְבַי חַיִּים עָצֵמוּ וְרַבּוּ שֹׂנְאַי שָׁקֶר | 20 Και οι ανταποδιδοντες κακον αντι καλου ειναι εναντιοι μου, επειδη κυνηγω το καλον. |
21 וּמְשַׁלְּמֵי רָעָה תַּחַת טֹובָה יִשְׂטְנוּנִי תַּחַת [רְדֹופִי־ כ] (רָדְפִי־טֹוב׃ ק) | 21 Μη με εγκαταλιπης, Κυριε? Θεε μου, μη απομακρυνθης απ' εμου. |
22 אַל־תַּעַזְבֵנִי יְהוָה אֱלֹהַי אַל־תִּרְחַק מִמֶּנִּי | 22 Ταχυνον εις βοηθειαν μου, Κυριε, η σωτηρια μου. |
23 חוּשָׁה לְעֶזְרָתִי אֲדֹנָי תְּשׁוּעָתִי |