Genesis 33
1234567891011121314151617181920212223242526272829303132333435363738394041424344454647484950
Gen
Exod
Lev
Num
Deut
Josh
Judg
Ruth
1 Sam
2 Sam
1 Kgs
2 Kgs
1 Chr
2 Chr
Ezra
Neh
Tob
Jdt
Esth
1 Macc
2 Macc
Job
Ps
Prov
Eccl
Cant
Wis
Sir
Isa
Jer
Lam
Bar
Ezek
Dan
Hos
Joel
Amos
Obad
Jon
Mic
Nah
Hab
Zeph
Hag
Zech
Mal
Matt
Mark
Luke
John
Acts
Rom
1 Cor
2 Cor
Gal
Eph
Phil
Col
1 Thess
2 Thess
1 Tim
2 Tim
Titus
Phlm
Heb
Jas
1 Pet
2 Pet
1 John
2 John
3 John
Jude
Rev
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
NEW JERUSALEM | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Looking up, Jacob saw Esau coming and with him four hundred men. He then divided the childrenbetween Leah, Rachel and the two slave-girls. | 1 Αναβλεψας δε ο Ιακωβ ειδε? και ιδου, ο Ησαυ ηρχετο, και μετ' αυτου τετρακοσιοι ανδρες? και εμοιρασεν ο Ιακωβ τα παιδια εις την Λειαν και εις την Ραχηλ και εις τας δυο θεραπαινας. |
2 He put the slave-girls and their children in front, with Leah and her children fol owing, and Rachel andJoseph behind. | 2 Και τας μεν θεραπαινας και τα τεκνα αυτων εβαλεν εμπροσθεν, την δε Λειαν και τα τεκνα αυτης, κατοπιν, και την Ραχηλ και τον Ιωσηφ, τελευταιους. |
3 He himself went ahead of them and bowed to the ground seven times, until he reached his brother. | 3 Αυτος δε επερασεν εμπροσθεν αυτων και προσεκυνησεν εως εδαφους επτακις, εως να πλησιαση εις τον αδελφον αυτου. |
4 But Esau ran to meet him, took him in his arms, threw himself on his neck and wept as he kissed him. | 4 Και εδραμεν ο Ησαυ εις συναντησιν αυτου και ενηγκαλισθη αυτον και επεσεν επι τον τραχηλον αυτου και κατεφιλησεν αυτον? και εκλαυσαν. |
5 Then looking up he saw the women and children. 'Who are these with you?' he asked. Jacobanswered, 'The children whom God has bestowed on your servant.' | 5 Και αναβλεψας ειδε τας γυναικας και τα παιδια? και ειπε, Τι σου ειναι ουτοι; Ο δε ειπε τα παιδια, τα οποια εχαρισεν ο Θεος εις τον δουλον σου. |
6 The slave-girls then came up with their children, and they al bowed low. | 6 Τοτε επλησιασαν αι θεραπαιναι, αυται και τα τεκνα αυτων, και προσεκυνησαν? |
7 Then Leah too came up with her children, and they al bowed low. Finally Rachel and Joseph came upand bowed low. | 7 παρομοιως επλησιασαν και η Λεια και τα τεκνα αυτης, και προσεκυνησαν? και μετα ταυτα επλησιασαν ο Ιωσηφ και η Ραχηλ και προσεκυνησαν. |
8 Esau asked, 'What was the purpose of that whole camp I just met?' 'To win my lord's favour,' hereplied. | 8 Και ειπε, Προς τι απαν το στρατοπεδον σου τουτο, το οποιον απηντησα; Ο δε ειπε, δια να ευρω χαριν εμπροσθεν του κυριου μου. |
9 'Brother, I have plenty,' Esau answered, 'keep what is yours.' | 9 Και ειπεν ο Ησαυ, Εχω πολλα, αδελφε μου? εχε συ τα ιδικα σου. |
10 Jacob protested, 'No, if I have won your favour, please accept the gift I offer, for in fact I have comeinto your presence as into the presence of God, since you have received me kindly. | 10 Και ειπεν ο Ιακωβ, Ουχι, παρακαλω? εαν ευρηκα χαριν εμπροσθεν σου, δεξαι το δωρον μου εκ των χειρων μου? διοτι δια τουτο ειδον το προσωπον σου, ως εαν εβλεπον προσωπον Θεου, και συ ευηρεστηθης εις εμε? |
11 So accept the gift I have brought for you, since God has been generous to me and I have al I need.'And he urged him, and Esau accepted. | 11 δεξαι, παρακαλω, τας ευλογιας μου, τας προσφερομενας προς σε? διοτι με ηλεησεν ο Θεος και εχω τα παντα. Και εβιασεν αυτον και εδεχθη. |
12 Esau said, 'Let us break camp and move off; I shal go beside you.' | 12 Και ειπεν, Ας σηκωθωμεν και ας υπαγωμεν, και εγω θελω προπορευεσθαι εμπροσθεν σου. |
13 But Jacob replied, 'As my lord knows, the children are weak, and the sheep and cows which havecalved make it hard for me. If they are driven too hard, even for one day, the whole drove will die. | 13 Και ειπε προς αυτον ο Ιακωβ, Ο κυριος μου εξευρει οτι τα παιδια ειναι τρυφερα, και εχω μετ' εμου εγκυμονουντα προβατα και βοας? και εαν βιασωσιν αυτα μιαν μονην ημεραν, απαν το ποιμνιον θελει αποθανει. |
14 May it please my lord to go on ahead of his servant. For my part, I shal move at a slower pace, tosuit the flock I am driving and the children, until I join my lord in Seir.' | 14 Ας περαση, παρακαλω, ο κυριος μου εμπροσθεν του δουλου αυτου? και εγω θελω ακολουθει βραδεως, κατα το βαδισμα των κτηνων των εμπροσθεν μου, και κατα το βαδισμα των παιδαριων, εωσου φθασω προς τον κυριον μου εις Σηειρ. |
15 Esau then said, 'At least let me leave you some of the people who are with me.' 'What for?' Jacobasked. 'Please indulge me, my lord!' | 15 Και ειπεν ο Ησαυ, Ας αφησω λοιπον μετα σου μερος εκ του λαου, του μετ' εμου. Ο δε ειπε, Δια τι τουτο; αρκει οτι ευρηκα χαριν εμπροσθεν του κυριου μου. |
16 So that day Esau turned back towards Seir, | 16 Επεστρεψε λοιπον ο Ησαυ την ημεραν εκεινην εις την οδον αυτου εις Σηειρ. |
17 but Jacob made his way to Succoth, where he built himself a house and made shelters for hislivestock; that is why the place was given the name of Succoth. | 17 Και απηλθεν ο Ιακωβ εις Σοκχωθ, και ωκοδομησεν εις εαυτον οικιαν, και δια τα κτηνη αυτου εκαμε σκηνας? δια τουτο εκαλεσε το ονομα του τοπου Σοκχωθ. |
18 Jacob arrived safely at the town of Shechem in Canaanite territory, on his return from Paddan-Aram.He encamped opposite the town | 18 Και αφου επεστρεψεν ο Ιακωβ απο Παδαν-αραμ, ηλθεν εις Σαλημ, πολιν Συχεμ, την εν τη γη Χανααν? και κατεσκηνωσεν εμπροσθεν της πολεως. |
19 and for one hundred pieces of silver he bought from the sons of Hamor father of Shechem the pieceof land on which he had pitched his tent. | 19 Και ηγορασε την μεριδα του αγρου, οπου εστησε την σκηνην αυτου, παρα των υιων του Εμμωρ, πατρος του Συχεμ, δι' εκατον αργυρια. |
20 There he erected an altar which he cal ed 'El, God of Israel'. | 20 Και εστησεν εκει θυσιαστηριον, και εκαλεσεν αυτο Ελ-ελωε-Ισραηλ. |