Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Sámuel első könyve 3


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Azokban a napokban, amikor a gyermek Sámuel Héli előtt az Úrnak szolgált, ritka volt az Úr szózata, s nem fordult elő gyakran látomás.1 Και το παιδιον ο Σαμουηλ υπηρετει τον Κυριον εμπροσθεν του Ηλει. Ο λογος δε του Κυριου ητο σπανιος κατ' εκεινας τας ημερας? ορασις δεν εφαινετο.
2 Történt azonban az egyik nap, amikor Héli, akinek szeme elhomályosodott már és látni sem tudott, a szokott helyén pihent,2 Κατ' εκεινον δε τον καιρον, οτε ο Ηλει εκοιτετο εν τω τοπω αυτου, και οι οφθαλμοι αυτου ησαν ημαυρωμενοι, ωστε δεν ηδυνατο να βλεπη,
3 Isten mécsesét pedig még nem oltották ki, és Sámuel az Úr templomában aludt, ahol az Isten ládája volt,3 ο δε Σαμουηλ εκοιτετο εν τω ναω του Κυριου, οπου ητο η κιβωτος του Θεου, πριν ο λυχνος του Θεου σβεσθη,
4 hogy szólította az Úr Sámuelt. Az felelt és így szólt: »Itt vagyok!«4 εκαλεσεν ο Κυριος τον Σαμουηλ? ο δε απεκριθη, Ιδου, εγω.
5 Azután odafutott Hélihez és azt mondta: »Itt vagyok, hívtál!« Héli azt felelte: »Nem hívtalak, menj vissza és aludj!« Elment tehát és aludt.5 Και ετρεξε προς τον Ηλει και ειπεν, Ιδου, εγω? διοτι με εκαλεσας. Ο δε ειπε, Δεν σε εκαλεσα? επιστρεψον να κοιμηθης. Και υπηγε να κοιμηθη.
6 Ám az Úr ismét szólította Sámuelt. Sámuel megint felkelt, Hélihez ment, s azt mondta: »Itt vagyok, hívtál!« Az ezt felelte: »Nem hívtalak, fiam, menj vissza és aludj!«6 Ο δε Κυριος εκαλεσε παλιν εκ δευτερου, Σαμουηλ. Και εσηκωθη ο Σαμουηλ και υπηγε προς τον Ηλει και ειπεν, Ιδου, εγω? διοτι με εκαλεσας. Ο δε απεκριθη, Δεν σε εκαλεσα, τεκνον μου? επιστρεψον να κοιμηθης.
7 Sámuel ugyanis még nem ismerte az Urat, még nem nyilatkozott meg neki az Úr szózata.7 Και Σαμουηλ δεν εγνωριζεν ετι τον Κυριον, και ο λογος του Κυριου δεν ειχεν ετι αποκαλυφθη εις αυτον.
8 Ám az Úr ismét, harmadszor is szólította Sámuelt. Ő megint felkelt, Hélihez ment,8 Και εκαλεσεν ο Κυριος τον Σαμουηλ παλιν εκ τριτου. Και εσηκωθη και υπηγε προς τον Ηλει και ειπεν, Ιδου, εγω? διοτι με εκαλεσας. Και ενοησεν ο Ηλει οτι ο Κυριος εκαλεσε το παιδιον.
9 és azt mondta neki: »Itt vagyok, hívtál!« Megértette erre Héli, hogy az Úr szólítja a gyermeket, ezért azt mondta Sámuelnek: »Menj és aludj, s ha megint szólít, mondd neki: ‘Szólj, Uram, mert hallja a te szolgád!’« Elment tehát Sámuel, s aludt a helyén.9 Και ειπεν ο Ηλει προς τον Σαμουηλ, Υπαγε να κοιμηθης? και εαν σε κραξη, θελεις ειπει, Λαλησον, Κυριε? διοτι ο δουλος σου ακουει. Και ο Σαμουηλ υπηγε και εκοιμηθη εν τω τοπω αυτου.
10 Ekkor eljött az Úr, odaállt és szólította, ahogy előbb is szólította: »Sámuel, Sámuel!« Sámuel erre azt felelte: »Szólj, Uram, mert hallja a te szolgád!«10 Και ηλθεν ο Κυριος και σταθεις εκαλεσε καθως το προτερον, Σαμουηλ, Σαμουηλ. Τοτε ο Σαμουηλ απεκριθη, Λαλησον, διοτι ο δουλος σου ακουει.
11 Azt mondta ekkor az Úr Sámuelnek: »Íme, olyan dolgot művelek Izraelben, hogy annak, aki meghallja, belecsendül mindkét füle.11 Και ειπεν ο Κυριος προς τον Σαμουηλ, Ιδου, εγω θελω καμει εις τον Ισραηλ πραγμα, ωστε παντος ακουοντος αυτο θελουσιν ηχησει αμφοτερα τα ωτα?
12 Azon a napon végrehajtom Hélin mindazt, amit a háza felől mondtam: megkezdem és véghezviszem.12 εν εκεινη τη ημερα θελω εκτελεσει εναντιον του Ηλει παντα οσα ελαλησα περι του οικου αυτου? θελω αρχισει και θελω επιτελεσει,
13 Megmondtam ugyanis neki, hogy elítélem házát mindörökre a gonoszság miatt, mert tudta, hogy méltatlanul cselekszenek fiai, s mégsem rótta meg őket.13 διοτι ανηγγειλα προς αυτον, οτι εγω θελω κρινει τον οικον αυτου εως αιωνος δια την ανομιαν? επειδη γνωρισας οτι οι υιοι αυτου εφερον καταραν εφ' εαυτους, δεν συνεστειλεν αυτους?
14 Éppen azért íme, megesküszöm Héli házának, hogy nem törli el soha háza gonoszságát sem véresáldozat, sem ételáldozat!«14 και δια τουτο ωμοσα εναντιον του οικου του Ηλει, οτι η ανομια των υιων του Ηλει δεν θελει καθαρισθη εις τον αιωνα δια θυσιας ουδε δια προσφορας.
15 Sámuel aztán reggelig aludt, akkor kinyitotta az Úr házának kapuit, de a látomást nem merte elmondani Sámuel Hélinek.15 Και εκοιμηθη ο Σαμουηλ εως πρωιας? επειτα ηνοιξε τας θυρας του οικου του Κυριου. Και εφοβειτο ο Σαμουηλ να αναγγειλη την ορασιν προς τον Ηλει.
16 Szólította azért Héli Sámuelt és azt mondta neki: »Sámuel fiam!« Ő felelt, s így szólt: »Itt vagyok!«16 Εκαλεσε δε ο Ηλει τον Σαμουηλ και ειπε, Σαμουηλ, τεκνον μου. Ο δε απεκριθη, Ιδου, εγω.
17 Erre megkérdezte tőle: »Mi az a szózat, amelyet az Úr hozzád intézett? Kérlek, ne titkold előttem. Büntessen téged az Isten most és mindenkor, ha bármit is eltitkolsz előlem mindabból, amit mondott neked!«17 Και ειπε, Ποιος ειναι ο λογος, ο λαληθεις προς σε; μη κρυψης αυτον, παρακαλω, απ' εμου? ουτω να καμη εις σε ο Θεος και ουτω να προσθεση, εαν κρυψης απ' εμου τινα εκ παντων των λογων των λαληθεντων προς σε.
18 Elmondta erre neki Sámuel az egész dolgot, s nem titkolt el előle semmit sem. Ő azt felelte rá: »Ő az Úr, tegye azt, amit jónak lát szeme.«18 Και ανηγγειλε προς αυτον ο Σαμουηλ παντας τους λογους, και δεν εκρυψεν απ' αυτου ουδενα. Και ειπεν ο Ηλει, Αυτος ειναι Κυριος? ας καμη το αρεστον εις τους οφθαλμους αυτου.
19 Sámuel aztán felnövekedett, s az Úr vele volt, és ezekből a szavakból egy sem esett a földre.19 Και εμεγαλονεν ο Σαμουηλ? και ο Κυριος ητο μετ' αυτου και δεν αφινε να πιπτη ουδεις εκ των λογων αυτου εις την γην.
20 Meg is tudta egész Izrael, Dántól Beersebáig, hogy Sámuel az Úr meghitt prófétája.20 Και πας ο Ισραηλ, απο Δαν εως Βηρ-σαβεε, εγνωρισεν οτι ο Σαμουηλ ητο διωρισμενος εις το να ηναι προφητης του Κυριου.
21 Az Úr aztán többször is megjelent Silóban, mert Silóban nyilatkoztatta ki magát az Úr Sámuelnek az Úr szava által. Sámuel beszéde pedig eljutott egész Izraelhez.21 Και εξηκολουθησεν ο Κυριος να φανερονηται εν Σηλω? διοτι απεκαλυπτετο ο Κυριος προς τον Σαμουηλ εν Σηλω δια του λογου του Κυριου.