Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Kivonulás könyve 3


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Mózes pedig apósának, Jetrónak, Mádián papjának a juhait legeltette. Egyszer, amikor behajtotta a nyájat a puszta belsejébe, eljutott Isten hegyéhez, a Hórebhez.1 Ο δε Μωυσης εβοσκε τα προβατα του Ιοθορ, πενθερου αυτου, ιερεως της Μαδιαμ? και εφερε τα προβατα εις το οπισθεν μερος της ερημου και ηλθεν εις το ορος του Θεου, το Χωρηβ.
2 Ekkor megjelent neki az Úr angyala, tűz lángjában egy csipkebokor közepéből. Látta ugyanis, hogy a csipkebokor lángol, de nem ég el.2 Εφανη δε εις αυτον αγγελος Κυριου εν φλογι πυρος εκ μεσου της βατου? και ειδε και ιδου, η βατος εκαιετο υπο του πυρος και η βατος δεν κατεκαιετο.
3 Erre Mózes így szólt: »Odamegyek, megnézem ezt a különös látványt, miért nem ég el a csipkebokor!«3 Και ειπεν ο Μωυσης, Ας στρεψω και ας παρατηρησω το μεγα τουτο θεαμα, δια τι η βατος δεν κατακαιεται.
4 Amikor az Úr látta, hogy odamegy megnézni, szólította őt Isten a csipkebokor közepéből, és azt mondta: »Mózes, Mózes!« Ő azt felelte: »Itt vagyok!«4 Και ως ειδεν ο Κυριος τον Μωυσην οτι εστρεψε να παρατηρηση, εφωνησε προς αυτον ο Θεος εκ μεσου της βατου και ειπε, Μωυση, Μωυση. Ο δε ειπεν, Ιδου, εγω.
5 Az Úr ekkor így szólt: »Ne közelíts ide! Oldd le lábadról sarudat, mert a hely, amelyen állsz, szent föld!«5 Και ειπε, Μη πλησιασης εδω? λυσον τα υποδηματα σου εκ των ποδων σου? διοτι ο τοπος επι του οποιου ιστασαι ειναι γη αγια.
6 Azután azt mondta: »Én vagyok atyáid Istene, Ábrahám Istene, Izsák Istene és Jákob Istene.« Mózes erre eltakarta az arcát, mert nem mert Istenre nézni.6 Και ειπε προς αυτον, Εγω ειμαι ο Θεος του πατρος σου, ο Θεος του Αβρααμ, ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ. Εκρυψε δε το προσωπον αυτου ο Μωυσης? διοτι εφοβειτο να εμβλεψη εις τον Θεον.
7 Az Úr ezután azt mondta neki: »Láttam népem nyomorúságát Egyiptomban, hallottam kiáltását a munkafelügyelők kegyetlensége miatt,7 Και ειπεν ο Κυριος, Ειδον, ειδον την ταλαιπωριαν του λαου μου του εν Αιγυπτω και ηκουσα την κραυγην αυτων εξ αιτιας των εργοδιωκτων αυτων? διοτι εγνωρισα την οδυνην αυτων?
8 és ismerem szenvedését. Leszálltam tehát, hogy megszabadítsam az egyiptomiak kezéből, és kivezessem arról a földről egy jó és tágas földre, egy tejjel és mézzel folyó földre, a kánaániak, a hetiták, az amoriták, a periziták, a hivviták és a jebuziták lakóhelyére.8 και κατεβην δια να ελευθερωσω αυτους εκ της χειρος των Αιγυπτιων και να αναβιβασω αυτους εκ της γης εκεινης εις γην καλην και ευρυχωρον, εις γην ρεουσαν γαλα και μελι, εις τον τοπον των Χαναναιων και Χετταιων και Αμορραιων και Φερεζαιων και Ευαιων και Ιεβουσαιων?
9 Mert Izrael fiainak kiáltása felhatolt hozzám, és láttam sanyargatásukat, amellyel az egyiptomiak nyomorgatják őket.9 και τωρα ιδου, η κραυγη των υιων Ισραηλ ηλθεν εις εμε? και ειδον ετι την καταθλιψιν, με την οποιαν οι Αιγυπτιοι καταθλιβουσιν αυτους?
10 Most tehát jöjj, hadd küldjelek a fáraóhoz, hogy kivezesd népemet, Izrael fiait Egyiptomból!«10 ελθε λοιπον τωρα και θελω σε αποστειλει προς τον Φαραω, και θελεις εξαγαγει τον λαον μου τους υιους Ισραηλ εξ Αιγυπτου.
11 Mózes erre azt felelte Istennek: »Ki vagyok én, hogy a fáraóhoz menjek, és kivezessem Izrael fiait Egyiptomból?«11 Και απεκριθη ο Μωυσης προς τον Θεον, Τις ειμαι εγω, δια να υπαγω προς τον Φαραω και να εξαγαγω τους υιους Ισραηλ εξ Αιγυπτου;
12 Ő azt mondta neki: »Én veled leszek! Ez legyen a jel számodra, hogy én küldtelek: miután kivezetted népemet Egyiptomból, ezen a hegyen fogtok szolgálni Istennek!«12 Και ειπεν ο Θεος, Βεβαιως εγω θελω εισθαι μετα σου? και τουτο θελει εισθαι εις σε το σημειον, οτι εγω σε απεστειλα? Αφου εξαγαγης τον λαον μου εξ Αιγυπτου, θελετε λατρευσει τον Θεον επι του ορους τουτου.
13 Mózes azt felelte Istennek: »Íme, elmegyek Izrael fiaihoz, és azt mondom nekik: Atyáitok Istene küldött engem hozzátok! Ha ők akkor azt kérdezik tőlem: ‘Mi az ő neve?’ – mit mondjak nekik?«13 Και ειπεν ο Μωυσης προς τον Θεον, Ιδου, οταν εγω υπαγω προς τους υιους Ισραηλ και ειπω προς αυτους, Ο Θεος των πατερων σας με απεστειλε προς εσας, και εκεινοι μ' ερωτησωσι, Τι ειναι το ονομα αυτου; τι θελω ειπει προς αυτους;
14 Isten erre azt mondta Mózesnek: »Én vagyok az, ‘Aki vagyok’.« Aztán azt mondta: »Ezt mondd Izrael fiainak: Az ‘Aki van’ küldött engem hozzátok!«14 Και ειπεν ο Θεος προς τον Μωυσην, Εγω ειμαι ο Ων? και ειπεν, Ουτω θελεις ειπει προς τους υιους Ισραηλ? Ο Ων με απεστειλε προς εσας.
15 Azután Isten azt mondta Mózesnek: »Ezt mondd Izrael fiainak: Az Úr, atyáitok Istene, Ábrahám Istene, Izsák Istene és Jákob Istene küldött engem hozzátok. Ez az én nevem mindörökké, és ez az én emlékezetem nemzedékről nemzedékre.15 Και ειπεν ετι ο Θεος προς τον Μωυσην, Ουτω θελεις ειπει προς τους υιους Ισραηλ? Κυριος ο Θεος των πατερων σας, ο Θεος του Αβρααμ, ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ, με απεστειλε προς εσας? τουτο θελει εισθαι το ονομα μου εις τον αιωνα και τουτο το μνημοσυνον μου εις γενεας γενεων?
16 Menj el, és gyűjtsd egybe Izrael véneit, és mondd nekik: Az Úr, atyáitok Istene, Ábrahám Istene, Izsák Istene és Jákob Istene megjelent nekem, és azt mondta: Íme, meglátogattalak benneteket, és láttam mindazt, ami veletek Egyiptomban történt.16 υπαγε και συναξον τους πρεσβυτερους του Ισραηλ και ειπε προς αυτους, Κυριος ο Θεος των πατερων σας, ο Θεος του Αβρααμ, του Ισαακ και του Ιακωβ, εφανη εις εμε, λεγων, Επεσκεφθην αληθως εσας και τα οσα καμνουσιν εις εσας εν Αιγυπτω?
17 Elhatároztam, hogy kivezetlek titeket Egyiptom nyomorúságából a kánaániak, a hetiták, az amoriták, a periziták, a hivviták és a jebuziták földjére, a tejjel és mézzel folyó földre.17 και ειπα, Θελω σας αναβιβασει εκ της ταλαιπωριας των Αιγυπτιων εις την γην των Χαναναιων και Χετταιων και Αμορραιων και Φερεζαιων και Ευαιων και Ιεβουσαιων, εις γην ρεουσαν γαλα και μελι?
18 Ők hallgatni is fognak szavadra. Aztán menj be Izrael véneivel Egyiptom királyához, és mondd neki: Találkoztunk az Úrral, a héberek Istenével. Most elmegyünk háromnapi járásra a pusztába, hogy áldozzunk az Úrnak, a mi Istenünknek!18 και θελουσιν υπακουσει εις την φωνην σου? και θελεις υπαγει, συ και οι πρεσβυτεροι του Ισραηλ, προς τον βασιλεα της Αιγυπτου και θελετε ειπει προς αυτον, Κυριος ο Θεος των Εβραιων συνηντησεν ημας? τωρα λοιπον αφες να υπαγωμεν οδον τριων ημερων εις την ερημον, δια να προσφερωμεν θυσιαν εις Κυριον τον Θεον ημων?
19 Ám én tudom, hogy Egyiptom királya nem fogja megengedni, hogy elmenjetek, csak ha erős kéz kényszeríti.19 εγω δε εξευρω, οτι δεν θελει σας αφησει ο βασιλευς της Αιγυπτου να υπαγητε, ειμη δια χειρος κραταιας?
20 Ki fogom tehát nyújtani a kezem, és megverem Egyiptomot azokkal a csodáimmal, amelyet közöttük véghezvinni szándékozom, azok miatt aztán majd elbocsát titeket.20 και εκτεινας την χειρα μου, θελω παταξει την Αιγυπτον με παντα τα θαυμασια μου τα οποια θελω καμει εν μεσω αυτης? και μετα ταυτα θελει σας εξαποστειλει?
21 Ezt a népet pedig kedvessé teszem az egyiptomiak előtt, úgyhogy amikor kijöttök, nem jöttök ki üres kézzel.21 και θελω δωσει χαριν εις τον λαον τουτον εμπροσθεν των Αιγυπτιων? και οταν αναχωρητε, δεν θελετε αναχωρησει κενοι?
22 Az asszonyok kölcsön fognak kérni szomszédasszonyuktól és a lakótársnőjüktől ezüst- és arany holmikat és ruhákat. Ti pedig ráadjátok azokat fiaitokra és lányaitokra, s így kifosztjátok Egyiptomot.«22 αλλα πασα γυνη θελει ζητησει παρα της γειτονος αυτης και παρα της συγκατοικου αυτης σκευη αργυρα και σκευη χρυσα και ενδυματα? και θελετε επιθεσει αυτα επι τους υιους σας και επι τας θυγατερας σας και θελετε γυμνωσει τους Αιγυπτιους.