Krónikák második könyve 13
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | LXX |
---|---|
1 Jeroboám király tizennyolcadik esztendejében lett Ábia Júda királya. | 1 εν τω οκτωκαιδεκατω ετει της βασιλειας ιεροβοαμ εβασιλευσεν αβια επι ιουδαν |
2 Három esztendeig uralkodott Jeruzsálemben; anyját, aki a gibeai Uriel leánya volt, Mikájának hívták. Ábia és Jeroboám között háború támadt. | 2 ετη τρια εβασιλευσεν εν ιερουσαλημ και ονομα τη μητρι αυτου μααχα θυγατηρ ουριηλ απο γαβαων και πολεμος ην ανα μεσον αβια και ανα μεσον ιεροβοαμ |
3 Ábia négyszázezer válogatott harcossal meg is kezdte a harcot, Jeroboám azonban nyolcszázezer szintén válogatott, vitéz harcost állított vele szemben csatarendbe. | 3 και παρεταξατο αβια τον πολεμον εν δυναμει πολεμισταις δυναμεως τετρακοσιαις χιλιασιν ανδρων δυνατων και ιεροβοαμ παρεταξατο προς αυτον πολεμον εν οκτακοσιαις χιλιασιν δυνατοι πολεμισται δυναμεως |
4 Ekkor Ábia felállt az efraimi Szemeron hegyre és így szólt: »Halld Jeroboám s egész Izrael! | 4 και ανεστη αβια απο του ορους σομορων ο εστιν εν τω ορει εφραιμ και ειπεν ακουσατε ιεροβοαμ και πας ισραηλ |
5 Vajon nem tudjátok-e, hogy az Úr, Izrael Istene, mindörökre Dávidnak adta a királyságot Izrael felett: neki és fiainak só-szövetség alapján? | 5 ουχ υμιν γνωναι οτι κυριος ο θεος ισραηλ εδωκεν βασιλειαν επι τον ισραηλ εις τον αιωνα τω δαυιδ και τοις υιοις αυτου διαθηκην αλος |
6 Jeroboám, Nábát fia, Dávid fiának, Salamonnak szolgája azonban felkelt és fellázadt ura ellen. | 6 και ανεστη ιεροβοαμ ο του ναβατ ο παις σαλωμων του δαυιδ και απεστη απο του κυριου αυτου |
7 Erre a leghaszontalanabb emberek, Béliál fiai, köréje sereglettek s Roboám, Salamon fia fölé kerekedtek. Roboám ügyetlen és félénkszívű ember volt és nem tudott szembeszállni velük. | 7 και συνηχθησαν προς αυτον ανδρες λοιμοι υιοι παρανομοι και αντεστη προς ροβοαμ τον του σαλωμων και ροβοαμ ην νεωτερος και δειλος τη καρδια και ουκ αντεστη κατα προσωπον αυτου |
8 Most tehát ti azt gondoljátok, hogy ellene tudtok állni az Úr királyságának, amelyet Dávid fiai által gyakorol, mivel hatalmas tömeg a ti népetek, s a tietek azok az aranyborjúk, amelyeket Jeroboám csináltatott nektek istenekül. | 8 και νυν λεγετε υμεις αντιστηναι κατα προσωπον βασιλειας κυριου δια χειρος υιων δαυιδ και υμεις πληθος πολυ και μεθ' υμων μοσχοι χρυσοι ους εποιησεν υμιν ιεροβοαμ εις θεους |
9 Pedig ti kiűztétek az Úr papjait, Áron fiait meg a levitákat, és úgy szereztetek magatoknak papokat, mint a föld bármelyik népe: akárki, aki eljön s egy bikaborjú és hét kos által felavatja kezét, papjává lehet a nem-isteneknek. | 9 η ουκ εξεβαλετε τους ιερεις κυριου τους υιους ααρων και τους λευιτας και εποιησατε εαυτοις ιερεις εκ του λαου της γης πας ο προσπορευομενος πληρωσαι τας χειρας εν μοσχω εκ βοων και κριοις επτα και εγινετο εις ιερεα τω μη οντι θεω |
10 Nekünk azonban az Úr az Istenünk, akit nem hagytunk el, és nálunk papokként Áron fiai szolgálnak az Úrnak és a leviták végzik tisztüket, | 10 και ημεις κυριον τον θεον ημων ουκ εγκατελιπομεν και οι ιερεις αυτου λειτουργουσιν τω κυριω οι υιοι ααρων και οι λευιται εν ταις εφημεριαις αυτων |
11 mindennap reggel és este bemutatják az Úrnak az egészen elégő áldozatokat, meg a törvény parancsai szerint készített füstölőszereket, kirakják a kenyereket a színtiszta asztalra, megvan nálunk az arany mécstartó a lámpáival együtt és meggyújtják azokat minden este, mert mi megtartjuk az Úr, a mi Istenünk parancsait, akit ti elhagytatok. | 11 θυμιωσιν τω κυριω ολοκαυτωματα πρωι και δειλης και θυμιαμα συνθεσεως και προθεσεις αρτων επι της τραπεζης της καθαρας και η λυχνια η χρυση και οι λυχνοι της καυσεως αναψαι δειλης οτι φυλασσομεν ημεις τας φυλακας κυριου του θεου των πατερων ημων και υμεις εγκατελιπετε αυτον |
12 Éppen azért, a mi seregünket Isten vezérli és itt vannak az ő papjai, akik fújják a trombitát és a riadót ellenetek. Izrael fiai, ne harcoljatok az Úr, atyáitok Istene ellen, mert nem válik javatokra.« | 12 και ιδου μεθ' ημων εν αρχη κυριος και οι ιερεις αυτου και αι σαλπιγγες της σημασιας του σημαινειν εφ' υμας οι υιοι του ισραηλ πολεμησετε προς κυριον θεον των πατερων ημων οτι ουκ ευοδωθησεται υμιν |
13 Amíg ezeket mondta, Jeroboám hátulról csapdába ejtette és amíg ő maga az ellenség előtt maradt, a mit sem sejtő Júdát körülvetette seregével. | 13 και ιεροβοαμ απεστρεψεν το ενεδρον ελθειν αυτων εκ των οπισθεν και εγενετο εμπροσθεν ιουδα και το ενεδρον εκ των οπισθεν |
14 Amikor Júda hátranézett s látta, hogy elölről is, hátulról is áll a harc ellene, az Úrhoz kiáltott és a papok elkezdték fújni a trombitákat, | 14 και απεστρεψεν ιουδας και ιδου αυτοις ο πολεμος εκ των εμπροσθεν και εκ των οπισθεν και εβοησαν προς κυριον και οι ιερεις εσαλπισαν ταις σαλπιγξιν |
15 és Júda emberei valamennyien kiáltozni kezdtek. Amikor ők felkiáltottak, íme, Isten megrémítette Jeroboámot és egész Izraelt, amely Ábiával és Júdával szemben állott. | 15 και εβοησαν ανδρες ιουδα και εγενετο εν τω βοαν ανδρας ιουδα και κυριος επαταξεν τον ιεροβοαμ και τον ισραηλ εναντιον αβια και ιουδα |
16 Erre Izrael fiai megfutamodtak Júda elől, ám Isten Júda kezébe adta őket. | 16 και εφυγον οι υιοι ισραηλ απο προσωπου ιουδα και παρεδωκεν αυτους κυριος εις τας χειρας αυτων |
17 Így Ábia és népe olyan súlyos vereséget mért rájuk, hogy ötszázezer vitéz esett el sebeiben Izraelből. | 17 και επαταξεν εν αυτοις αβια και ο λαος αυτου πληγην μεγαλην και επεσον τραυματιαι απο ισραηλ πεντακοσιαι χιλιαδες ανδρες δυνατοι |
18 Így maradtak alul Izrael fiai ebben az időben, amíg Júda fiai fölülkerekedtek, minthogy az Úrban, atyáik Istenében bíztak. | 18 και εταπεινωθησαν οι υιοι ισραηλ εν τη ημερα εκεινη και κατισχυσαν οι υιοι ιουδα οτι ηλπισαν επι κυριον θεον των πατερων αυτων |
19 Ábia aztán űzőbe vette a menekülő Jeroboámot, elfoglalta városait, Betelt és a hozzátartozó leányvárosokat, Jesánát a hozzátartozó leányvárosokkal együtt meg Efront és a hozzátartozó leányvárosokat. | 19 και κατεδιωξεν αβια οπισω ιεροβοαμ και προκατελαβετο παρ' αυτου πολεις την βαιθηλ και τας κωμας αυτης και την ισανα και τας κωμας αυτης και την εφρων και τας κωμας αυτης |
20 Jeroboám nem is tudott többé ellenállni Ábia idejében, sőt az Úr úgy megverte, hogy meghalt. | 20 και ουκ εσχεν ισχυν ιεροβοαμ ετι πασας τας ημερας αβια και επαταξεν αυτον κυριος και ετελευτησεν |
21 Amikor aztán Ábia megerősítette uralmát, tizennégy feleséget vett s huszonkét fiút és tizenhat leányt nemzett. | 21 και κατισχυσεν αβια και ελαβεν εαυτω γυναικας δεκα τεσσαρας και εγεννησεν υιους εικοσι δυο και θυγατερας δεκα εξ |
22 Ábia egyéb dolgai, élete s cselekedetei gondosan meg vannak írva Addó próféta könyvében. | 22 και οι λοιποι λογοι αβια και αι πραξεις αυτου και οι λογοι αυτου γεγραμμενοι επι βιβλιω του προφητου αδδω |
23 Amikor aztán Ábia aludni tért atyáihoz, eltemették a Dávid-városban, s fia, Ásza lett a király helyette. Az ő idejében tíz esztendeig nyugta volt az országnak. | 23 και απεθανεν αβια μετα των πατερων αυτου και εθαψαν αυτον εν πολει δαυιδ και εβασιλευσεν ασα υιος αυτου αντ' αυτου εν ταις ημεραις ασα ησυχασεν η γη ιουδα ετη δεκα |