Krónikák második könyve 12
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Amikor aztán megerősödött és megszilárdult Roboám királysága, elhagyta az Úr törvényét ő és vele egész Izrael. | 1 Και καθως εστερεωθη η βασιλεια του Ροβοαμ και ενεδυναμωθη, εγκατελιπε τον νομον του Κυριου, και πας ο Ισραηλ μετ' αυτου. |
2 Fel is vonult Roboám uralkodásának ötödik esztendejében Sesák, Egyiptom királya Jeruzsálem ellen (mert vétkeztek az Úr ellen) | 2 Και εν τω πεμπτω ετει της βασιλειας του Ροβοαμ, Σισακ ο βασιλευς της Αιγυπτου ανεβη εναντιον της Ιερουσαλημ, επειδη παρηνομησαν εις τον Κυριον, |
3 ezerkétszáz szekérrel és hatvanezer lovassal. A hadnépnek, amely vele jött Egyiptomból, a líbiaiaknak, a trogloditáknak és az etiópoknak, száma sem volt. | 3 μετα χιλιων διακοσιων αμαξων και εξηκοντα χιλιαδων ιππεων? ο δε λαος οστις ηλθε μετ' αυτου εξ Αιγυπτου ητο αναριθμητος, Λιβυες, Τρωγλοδυται και Αιθιοπες. |
4 Elfoglalta a megerősített városokat Júdában és egészen Jeruzsálemig jutott. | 4 Και κυριευσας τας οχυρας πολεις τας εν Ιουδα, ηλθεν εως της Ιερουσαλημ. |
5 Ekkor Semeja próféta bement Roboámhoz és Júda fejedelmeihez, akik Sesák elől menekülve Jeruzsálemben egybegyűltek, és így szólt hozzájuk: »Ezt üzeni az Úr: Mivel ti elhagytatok engem, azért én Sesák kezére hagylak titeket.« | 5 Τοτε Σεμαιας ο προφητης ηλθε προς τον Ροβοαμ και τους αρχοντας του Ιουδα, τους συναχθεντας εν Ιερουσαλημ δια τον φοβον του Σισακ, και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος? Σεις με εγκατελιπετε? δια τουτο σας εγκατελιπον και εγω εις την χειρα του Σισακ. |
6 Megdöbbentek erre Izrael fejedelmei a királlyal együtt és azt mondák: »Igazságos az Úr!« | 6 Και εταπεινωθησαν οι αρχοντες του Ισραηλ και ο βασιλευς, και ελεγον, Δικαιος ο Κυριος. |
7 Amikor így az Úr látta, hogy megalázkodtak, szózatot intézett az Úr Semejához: »Mivel megalázkodtak, nem pusztítom el őket, hanem egy kis segítséget adok nekik, hogy ne Sesák keze által szakadjon Jeruzsálemre haragom. | 7 Και οτε ειδεν ο Κυριος οτι εταπεινωθησαν, εγεινε λογος Κυριου προς τον Σεμαιαν, λεγων, Ουτοι εταπεινωθησαν? δεν θελω εξολοθρευσει αυτους, αλλα θελω χαρισει εις αυτους σωτηριαν τινα? και ο θυμος μου δεν θελει εκχυθη επι την Ιερουσαλημ δια χειρος του Σισακ? |
8 Mindazonáltal szolgálniuk kell neki, hogy tudják a különbséget az én szolgálatom s a föld országainak szolgálata között.« | 8 αλλ' ομως θελουσι γεινει δουλοι αυτου, δια να γνωρισωσι την δουλειαν την εμην και την δουλειαν των βασιλειων της γης. |
9 Sesák, Egyiptom királya csakugyan visszavonult Jeruzsálemből, de elvette az Úr házának és a király házának kincseit és mindenestül magával vitte: elvitte azokat az aranypajzsokat is, amelyeket Salamon készíttetett. | 9 Και ανεβη Σισακ ο βασιλευς της Αιγυπτου επι την Ιερουσαλημ, και ελαβε τους θησαυρους του οικου του Κυριου και τους θησαυρους του οικου του βασιλεως? τα παντα ελαβεν? ελαβεν ετι τους θυρεους τους χρυσους, τους οποιους εκαμεν ο Σολομων. |
10 Ezek helyett a király rézpajzsokat készíttetett és azokat adta át a palota bejáratát őrző pajzsosok vezéreinek. | 10 Και αντ' εκεινων εκαμεν ο βασιλευς Ροβοαμ θυρεους χαλκινους, και παρεδωκεν αυτους εις τας χειρας των αρχοντων των σωματοφυλακων, οιτινες εφυλαττον την εισοδον του οικου του βασιλεως. |
11 Valahányszor a király az Úr házába ment, eljöttek a pajzsosok, és felvették a pajzsokat, aztán meg ismét visszavitték azokat fegyvertárukba. | 11 Και οποτε εισηρχετο ο βασιλευς εις τον οικον του Κυριου, οι σωματοφυλακες ηρχοντο και ελαμβανον αυτους, και παλιν εφερον αυτους εις το οικημα των σωματοφυλακων. |
12 Mivel tehát megalázkodtak, elfordult tőlük az Úr haragja és nem kellett teljesen elpusztulniuk, mert Júdában is akadtak jócselekedetek. | 12 Επειδη λοιπον εταπεινωθη, απεστραφη απ' αυτου ο θυμος του Κυριου, δια να μη αφανιση αυτους ολοκληρως? διοτι ησαν ετι αγαθα πραγματα εν τω Ιουδα. |
13 Roboám aztán ismét megerősödött és tovább uralkodott Jeruzsálemben: negyvenegy esztendős volt, amikor uralkodni kezdett és tizenhét esztendeig uralkodott Jeruzsálemben, abban a városban, amelyet kiválasztott az Úr Izrael valamennyi törzse közül, hogy oda telepítse nevét. Anyját, aki ammonita volt, Naámának hívták. | 13 Και ενεδυναμωθη ο βασιλευς Ροβοαμ εν Ιερουσαλημ και εβασιλευσε? διοτι ο Ροβοαμ ητο ηλικιας τεσσαρακοντα και ενος ετους οτε εβασιλευσε, και εβασιλευσε δεκαεπτα ετη εν Ιερουσαλημ, τη πολει την οποιαν ο Κυριος εξελεξεν εκ πασων των φυλων του Ισραηλ, δια να θεση το ονομα αυτου εκει. Της δε μητρος αυτου το ονομα ητο Νααμα η Αμμωνιτις. |
14 Gonoszat cselekedett és nem arra irányította szívét, hogy az Urat keresse. | 14 Και επραξε πονηρα, επειδη δεν προσηλωσε την καρδιαν αυτου εις το να εκζητη τον Κυριον. |
15 Roboám első és utolsó dolgai meg vannak írva és gondosan fel vannak jegyezve Semeja próféta és Addó látnok könyvében. Roboám és Jeroboám állandóan hadakoztak egymással. | 15 Αι δε πραξεις του Ροβοαμ, αι πρωται και αι εσχαται, δεν ειναι γεγραμμεναι εν τω βιβλιω Σεμαιου του προφητου και Ιδδω του βλεποντος, εν ταις γενεαλογιαις; Ησαν δε παντοτε πολεμοι μεταξυ Ροβοαμ και Ιεροβοαμ. |
16 Amikor aztán Roboám aludni tért atyáihoz, eltemették a Dávid-városban és fia, Ábia lett a király helyette. | 16 Και εκοιμηθη ο Ροβοαμ μετα των πατερων αυτου και εταφη εν πολει Δαβιδ? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Αβια ο υιος αυτου. |