SCRUTATIO

Martedi, 14 ottobre 2025 - San Callisto I papa ( Letture di oggi)

ІІ Хронік 32


font
БібліяGREEK BIBLE
1 Після цих подій і цих знаків вірности, прийшов асирійський цар Санхериб, і, вступивши в Юдею, обложив укріплені міста й звелів зробити в них проломи, щоб забрати їх.1 Μετα τα πραγματα ταυτα και την αληθειαν ταυτην, ηλθε Σενναχειρειμ ο βασιλευς της Ασσυριας, και εισηλθεν εις τον Ιουδαν και εστρατοπεδευσεν εναντιον των οχυρων πολεων και ειπε να υποταξη αυτας εις εαυτον.
2 Як побачив Єзекія, що прийшов Санхериб з думкою воюватися проти Єрусалиму,2 Και ιδων ο Εζεκιας, οτι ο Σενναχειρειμ ηλθε και ο σκοπος αυτου ητο να πολεμηση εναντιον της Ιερουσαλημ,
3 то постановив на раді з своєю старшиною та з своїми військовими засипати водяні джерела, що за містом; ті допомогли йому.3 συνεβουλευθη μετα των αρχοντων αυτου και μετα των δυνατων αυτου, να εμφραξη τα υδατα των πηγων των εξω της πολεως? και συνηργησαν μετ' αυτου.
4 Сила народу зібралась і засилала всі джерела й потік, що протікав серединою землі, кажучи: «Чого б то асирійські царі, прийшовши сюди, та мали знайти багато води?4 Και συνηχθη λαος πολυς, και ενεφραξαν πασας τας πηγας και τον ποταμον τον ρεοντα δια μεσου της γης, λεγων, Δια τι ελθοντες οι βασιλεις της Ασσυριας να ευρωσιν υδωρ πολυ;
5 Він узявся притьмом до роботи, відновив увесь мур, що був завалився, та вивів наверху башти, а знадвору поставив другий мур, укріпив Мілло в Давидгороді й наробив силу зброї та щитів.5 Ενδυναμωθεις ετι ανωκοδομησεν ολον το τειχος το κεχαλασμενον και υψωσεν εως των πυργων, και αλλο τειχος εξω και επεσκευασε την Μιλλω της πολεως Δαβιδ, και εκαμεν οπλα πολλα και θυρεους.
6 Потім настановив військових начальників над народом, зібрав їх до себе на майдан коло міської брами й підбадьорював їх, кажучи:6 Και εβαλε πολεμαρχους επι τον λαον, και συνηθροισεν αυτους προς εαυτον εις την πλατειαν της πυλης της πολεως και ελαλησε κατα την καρδιαν αυτων, λεγων,
7 «Кріпіться й будьте відважні, не бійтесь і не лякайтесь асирійського царя й всього мнозства, що з ним, бо з нами більше, ніж з ним.7 Ενδυναμουσθε και ανδριζεσθε, μη φοβηθητε μηδε πτοηθητε απο προσωπου του βασιλεως της Ασσυριας, και απο προσωπου παντος του πληθους του μετ' αυτου? διοτι πλειοτεροι ειναι μεθ' ημων παρα μετ' αυτου?
8 З ним рам’я тілесне, а з нами Господь, Бог наш, щоб допомагати нам і воювати в наших битвах.» І народ поклався на слова юдейського царя Єзекії.8 μετ' αυτου ειναι βραχιονες σαρκινοι μεθ' ημων δε ειναι Κυριος ο Θεος ημων, δια να βοηθη ημας και να μαχηται τας μαχας ημων. Και ενεθαρρυνθη ο λαος εις τους λογους Εζεκιου του βασιλεως του Ιουδα.
9 Після того Санхериб, асирійський цар, коли він з усією своєю потугою стояв перед Лахішем, — послав своїх слуг в Єрусалим, до Єзекії, юдейського царя, й до всіх юдеїв, що були в Єрусалимі, сказати:9 Μετα ταυτα απεστειλεν ο Σενναχειρειμ βασιλευς της Ασσυριας τους δουλους αυτου εις Ιερουσαλημ, αυτος δε, εχων μεθ' εαυτου πασαν την δυναμιν αυτου, επολιορκει την Λαχεις, προς Εζεκιαν τον βασιλεα του Ιουδα, και προς παντα τον Ιουδαν τον εν Ιερουσαλημ, λεγων,
10 «Так говорить Санхериб, асирійський цар: На що ви покладаєте надію, що сидите в облозі в Єрусалимі?10 Ουτω λεγει Σενναχειρειμ ο βασιλευς της Ασσυριας? Εις τι πεποιθοτες καθησθε, πολιορκουμενοι εν Ιερουσαλημ;
11 Чи не зводить вас Єзекія, щоб заморити вас на смерть голодом та спрагою, коли каже: Господь, Бог наш, мовляв, визволить нас із руки асирійського царя?11 Δεν σας απατα ο Εζεκιας δια να σας παραδωση εις θανατον απο πεινης και απο διψης, λεγων, Κυριος ο Θεος ημων θελει ελευθερωσει ημας εκ της χειρος του βασιλεως της Ασσυριας;
12 Чи то ж не цей самий Єзекія усунув його узвишшя та його жертовники і сказав Юдеї та Єрусалимові: Перед одним лише жертовником, мовляв, поклоняйтесь і на ньому паліть кадило.12 Αυτος ουτος ο Εζεκιας δεν εσηκωσε τους υψηλους αυτου τοπους και τα θυσιαστηρια αυτου και ειπε προς τον Ιουδαν και προς τον Ιερουσαλημ, λεγων, Εμπροσθεν ενος μονον θυσιαστηριου θελετε προσκυνει και επ' αυτο θελετε θυμιαζει;
13 Хіба ж ви не знаєте, що зробив я та мої батьки з усіма народами інших країн? Чи змогли ж боги народів тих країв урятувати свій край від моєї руки?13 Δεν εξευρετε τι επραξα εγω και οι πατερες μου εις παντας τους λαους της γης; ηδυνηθησαν οι θεοι των εθνων της γης να λυτρωσωσι τους τοπους αυτων εκ της χειρος μου;
14 Котрий з усіх богів тих народів, що їх вигубили мої батьки, зміг урятувати свій народ? Як же зможе ваш Бог урятувати вас від моєї руки?14 Τις εκ παντων των θεων των εθνων εκεινων, τα οποια οι πατερες μου εξωλοθρευσαν, ηδυνηθη να λυτρωση τον λαον αυτου εκ της χειρος μου, ωστε να δυνηθη ο Θεος υμων να λυτρωση υμας εκ της χειρος μου;
15 Нехай, отже, Єзекія не ошукує вас і нехай вас так не зводить! Не вірте йому, бо коли ні один бог, ні одного народу й ні одного царства, не зміг урятувати свій народ від моєї руки та від руки моїх батьків, то куди вже вашому Богові урятувати вас від моєї руки!»15 Τωρα λοιπον ας μη σας πλανα ο Εζεκιας, και ας μη σας απατα ουτως, και μη πιστευετε αυτον? διοτι ουδεις θεος ουδενος εθνους η βασιλειας ηδυνηθη να λυτρωση τον λαον αυτου εκ της χειρος μου και εκ της χειρος των πατερων μου? πολυ ολιγωτερον ο Θεος σας θελει σας λυτρωσει εκ της χειρος μου.
16 І багато ще говорили його слуги проти Господа Бога й проти його слуги Єзекії.16 Και περισσοτερα ετι ελαλησαν οι δουλοι αυτου εναντιον Κυριου του Θεου και εναντιον του δουλου αυτου Εζεκιου.
17 Він написав також і лист, а в ньому зневажав Господа, Бога Ізраїля, і говорив проти нього такі слова: «Як боги народів інших країн не врятували своїх народів від моєї руки, так і Бог Єзекії не врятує свого народу від моєї руки.»17 Και επιστολας εγραψε δια να ονειδιση Κυριον τον Θεον του Ισραηλ και να λαληση κατ' αυτου, λεγων, Καθως οι θεοι των εθνων της γης δεν ελυτρωσαν τον λαον αυτων εκ της χειρος μου, ουτω και ο Θεος του Εζεκιου δεν θελει λυτρωσει τον λαον αυτου εκ της χειρος μου.
18 І кричали голосно по-юдейськи до єрусалимського народу, що був на мурі, щоб настрахати та налякати його й так здобути місто.18 Τοτε εβοησαν Ιουδαιστι, μετα φωνης μεγαλης, προς τον λαον της Ιερουσαλημ τον επι του τειχους, δια να φοβισωσιν αυτους και να ταραξωσιν αυτους, οπως κυριευσωσι την πολιν?
19 І говорили про Бога Єрусалиму, неначе про богів поганських народів на землі, про діло людських рук!19 και ελαλησαν κατα του Θεου της Ιερουσαλημ, καθως κατα των θεων των λαων της γης, οιτινες ειναι εργα χειρων ανθρωπων.
20 Цар Єзекія і пророк Ісая, син Амоса, помолилися з того приводу й візвали до неба.20 Και προσευχηθη περι τουτων Εζεκιας ο βασιλευς και Ησαιας ο προφητης, ο υιος του Αμως, και εβοησαν προς τον ουρανον.
21 Тоді Господь послав ангела, що вигубив усіх хоробрих вояків, начальників і князів у війську асирійського царя, тож цей повернувся засоромлений у свій край; і як увійшов у дім свого бога, то ті, що вийшли з його нутра, вбили його там мечем.21 Και απεστειλε Κυριος αγγελον, οστις ηφανισε παντας τους δυνατους εν ισχυι και τους αρχοντας και τους στρατηγους εν τω στρατοπεδω του βασιλεως της Ασσυριας. Και επεστρεψε με κατησχυμμενον προσωπον εις την γην αυτου. Και οτε εισηλθεν εις τον οικον του θεου αυτου, οι εξελθοντες εκ των σπλαγχνων αυτου εθανατωσαν αυτον εκει εν μαχαιρα.
22 Так спас Господь Єзекію і мешканців Єрусалиму від руки асирійського царя Санхериба, і від руки всіх їхніх ворогів і дав їм спокій з усіх боків.22 Και εσωσεν ο Κυριος τον Εζεκιαν και τους κατοικους της Ιερουσαλημ εκ της χειρος Σενναχειρειμ του βασιλεως της Ασσυριας και εκ της χειρος παντων, και ησφαλισεν αυτους κυκλοθεν.
23 Багато було таких, що приносили дари Господеві в Єрусалим і дорогоцінні речі Єзекії, юдейському цареві, тож він став після цього великим в очах усіх народів.23 Και εφεραν πολλοι δωρα προς τον Κυριον εις Ιερουσαλημ και πολυτιμα πραγματα προς Εζεκιαν τον βασιλεα του Ιουδα? και εμεγαλυνθη εκτοτε ενωπιον παντων των εθνων.
24 На той час Єзекія заслаб смертельно, але помолився до Господа, й він вислухав його і зробив для нього чудо.24 Κατ' εκεινας τας ημερας ηρρωστησεν ο Εζεκιας εως θανατου? και προσευχηθη εις τον Κυριον? και επηκουσεν αυτου και εδωκεν εις αυτον σημειον.
25 Але Єзекія не повівся згідно з добродійством, якого зазнав, бо загорділо його серце, й гнів Божий був на ньому, на Юдеї та на Єрусалимі.25 Πλην δεν ανταπεδωκεν ο Εζεκιας κατα την εις αυτον ευεργεσιαν? διοτι επηρθη η καρδια αυτου? οθεν επηλθεν οργη επ' αυτον και επι τον Ιουδαν και την Ιερουσαλημ.
26 Однак, Єзекія впокорився у гордощах свого серця, сам він і єрусалимські мешканці, і гнів Божий не впав на них за часів Єзекії.26 Και εταπεινωθη ο Εζεκιας δια την επαρσιν της καρδιας αυτου, αυτος και οι κατοικοι της Ιερουσαλημ, και δεν ηλθεν επ' αυτους η οργη του Κυριου εν ταις ημεραις του Εζεκιου.
27 Єзекія мав багатство й вельми велику славу і зробив собі скарбницю на срібло, золото, дороге каміння, пахощі, щити й на всякий дорогоцінний посуд;27 Απεκτησε δε ο Εζεκιας πλουτον και δοξαν πολλην σφοδρα? και εκαμεν εις εαυτον θησαυρους αργυριου και χρυσιου και λιθων πολυτιμων και αρωματων και ασπιδων και παντος ειδους σκευων επιθυμητων?
28 комори на прибутки хліба, вина, олії: стайні для всякого роду скота й обори для черед;28 και αποθηκας δια το εισοδημα του σιτου και του οινου και του ελαιου? και σταυλους δια παν ειδος κτηνων και μανδρας δια ποιμνια.
29 накупив собі стад і силу дрібного та великорослого скоту, бо Бог дав йому дуже великі маєтки.29 Και εκαμεν εις εαυτον πολεις και απεκτησε προβατα και βοας εις πληθος? διοτι ο Θεος εδωκεν εις αυτον περιουσιαν πολλην σφοδρα.
30 Він же, Єзекія. загатив русло води Гіхону й пустив її вниз, на захід, до Давидгороду. Єзекії щастило в кожному його ділі.30 Εφραξεν ετι αυτος ο Εζεκιας την ανω εξοδον των υδατων του Γιων, και διηυθυνεν αυτα κατω προς δυσμας της πολεως Δαβιδ. Και ευωδωθη ο Εζεκιας εις παντα τα εργα αυτου.
31 Однак, у справі послів від вавилонських князів, що були послані до нього спитати про чудо, яке сталось в краю, Бог його покинув, щоб випробувати його й довідатись про все, що в його серці.31 Επι των πρεσβεων ομως των αρχοντων της Βαβυλωνος, οιτινες εστειλαν προς αυτον δια να ερευνησωσι περι του θαυματος του γενομενου εν τη γη, ο Θεος εγκατελιπεν αυτον, δια να δοκιμαση αυτον, ωστε να γνωριση παντα τα εν τη καρδια αυτου.
32 Решта дій Єзекії та його побожні діла записані в видінні пророка Ісаї, сина Амоса, в книзі юдейських та ізраїльських царів.32 Αι δε λοιπαι πραξεις του Εζεκιου και τα ελεη αυτου, ιδου, ειναι γεγραμμενα εν τη ορασει Ησαιου του προφητου, υιου του Αμως, εν τω βιβλιω των βασιλεων Ιουδα και Ισραηλ.
33 І спочив Єзекія при батьках своїх, і поховали його на сході до гробів синів Давида. Увесь Юда й мешканці Єрусалиму віддали йому пошану по його смерті. Замість нього став царем його син Манассія.33 Και εκοιμηθη ο Εζεκιας μετα των πατερων αυτου, και εθαψαν αυτον εν τω υψηλοτερω των ταφων των υιων Δαβιδ? και πας ο Ιουδας και οι κατοικοι της Ιερουσαλημ εκαμον εις αυτον τιμας εν τω θανατω αυτου? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Μανασσης ο υιος αυτου.