Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

I Livro dos Macabeus 1


font
SAGRADA BIBLIAGREEK BIBLE
1 Ora, aconteceu que, já senhor da Grécia, Alexandre, filho de Filipe da Macedônia, oriundo da terra de Cetim, derrotou também Dario, rei dos persas e dos medos e reinou em seu lugar.1 και εγενετο μετα το παταξαι αλεξανδρον τον φιλιππου μακεδονα ος εξηλθεν εκ γης χεττιιμ και επαταξεν τον δαρειον βασιλεα περσων και μηδων και εβασιλευσεν αντ' αυτου προτερον επι την ελλαδα
2 Empreendeu inúmeras guerras, apoderou-se de muitas cidades e matou muitos reis.2 και συνεστησατο πολεμους πολλους και εκρατησεν οχυρωματων και εσφαξεν βασιλεις της γης
3 Avançou até os confins da terra e apoderou-se das riquezas de vários povos, e diante dele silenciou a terra. Tornando-se altivo, seu coração ensoberbeceu-se.3 και διηλθεν εως ακρων της γης και ελαβεν σκυλα πληθους εθνων και ησυχασεν η γη ενωπιον αυτου και υψωθη και επηρθη η καρδια αυτου
4 Reuniu um imenso exército,4 και συνηξεν δυναμιν ισχυραν σφοδρα και ηρξεν χωρων εθνων και τυραννων και εγενοντο αυτω εις φορον
5 impôs seu poderio aos países, às nações e reis, e todos se tornaram seus tributários.5 και μετα ταυτα επεσεν επι την κοιτην και εγνω οτι αποθνησκει
6 Enfim, adoeceu e viu que a morte se aproximava.6 και εκαλεσεν τους παιδας αυτου τους ενδοξους τους συνεκτροφους αυτου εκ νεοτητος και διειλεν αυτοις την βασιλειαν αυτου ετι αυτου ζωντος
7 Convocou então os mais considerados dentre os seus cortesãos, companheiros desde sua juventude, e, ainda em vida, repartiu entre eles o império.7 και εβασιλευσεν αλεξανδρος ετη δωδεκα και απεθανεν
8 Alexandre havia reinado doze anos ao morrer.8 και επεκρατησαν οι παιδες αυτου εκαστος εν τω τοπω αυτου
9 Seus familiares receberam cada qual seu próprio reino.9 και επεθεντο παντες διαδηματα μετα το αποθανειν αυτον και οι υιοι αυτων οπισω αυτων ετη πολλα και επληθυναν κακα εν τη γη
10 Puseram todos o diadema depois de sua morte, e, após eles, seus filhos durante muitos anos; e males em quantidade multiplicaram-se sobre a terra.10 και εξηλθεν εξ αυτων ριζα αμαρτωλος αντιοχος επιφανης υιος αντιοχου του βασιλεως ος ην ομηρα εν ρωμη και εβασιλευσεν εν ετει εκατοστω και τριακοστω και εβδομω βασιλειας ελληνων
11 Desses reis originou-se uma raiz de pecado: Antíoco Epífanes, filho do rei Antíoco, que havia estado em Roma, como refém, e que reinou no ano cento e trinta e sete do reino dos gregos.11 εν ταις ημεραις εκειναις εξηλθον εξ ισραηλ υιοι παρανομοι και ανεπεισαν πολλους λεγοντες πορευθωμεν και διαθωμεθα διαθηκην μετα των εθνων των κυκλω ημων οτι αφ' ης εχωρισθημεν απ' αυτων ευρεν ημας κακα πολλα
12 Nessa época saíram também de Israel uns filhos perversos que seduziram a muitos outros, dizendo: Vamos e façamos alianças com os povos que nos cercam, porque, desde que nós nos separamos deles, caímos em infortúnios sem conta.12 και ηγαθυνθη ο λογος εν οφθαλμοις αυτων
13 Semelhante linguagem pareceu-lhes boa,13 και προεθυμηθησαν τινες απο του λαου και επορευθησαν προς τον βασιλεα και εδωκεν αυτοις εξουσιαν ποιησαι τα δικαιωματα των εθνων
14 e houve entre o povo quem se apressasse a ir ter com o rei, o qual concedeu a licença de adotarem os costumes pagãos.14 και ωκοδομησαν γυμνασιον εν ιεροσολυμοις κατα τα νομιμα των εθνων
15 Edificaram em Jerusalém um ginásio como os gentios, dissimularam os sinais da circuncisão, afastaram-se da aliança com Deus, para se unirem aos estrangeiros e venderam-se ao pecado.15 και εποιησαν εαυτοις ακροβυστιας και απεστησαν απο διαθηκης αγιας και εζευγισθησαν τοις εθνεσιν και επραθησαν του ποιησαι το πονηρον
16 Quando seu reino lhe pareceu bem consolidado, concebeu Antíoco o desejo de possuir o Egito, a fim de reinar sobre dois reinos.16 και ητοιμασθη η βασιλεια ενωπιον αντιοχου και υπελαβεν βασιλευσαι γης αιγυπτου οπως βασιλευση επι τας δυο βασιλειας
17 Entrou, pois, no Egito com um poderoso exército, com carros, elefantes, cavalos e uma numerosa esquadra.17 και εισηλθεν εις αιγυπτον εν οχλω βαρει εν αρμασιν και ελεφασιν και εν ιππευσιν και εν στολω μεγαλω
18 Investiu contra Ptolomeu, rei do Egito, o qual, tomado de pânico, fugiu. Foram muitos os que sucumbiram sob seus golpes.18 και συνεστησατο πολεμον προς πτολεμαιον βασιλεα αιγυπτου και ενετραπη πτολεμαιος απο προσωπου αυτου και εφυγεν και επεσον τραυματιαι πολλοι
19 Tornou-se ele senhor das fortalezas do Egito, e apoderou-se das riquezas do país.19 και κατελαβοντο τας πολεις τας οχυρας εν γη αιγυπτω και ελαβεν τα σκυλα γης αιγυπτου
20 Após ter derrotado o Egito, pelo ano cento e quarenta e três, regressou Antíoco e atacou Israel, subindo a Jerusalém com um forte exército.20 και επεστρεψεν αντιοχος μετα το παταξαι αιγυπτον εν τω εκατοστω και τεσσαρακοστω και τριτω ετει και ανεβη επι ισραηλ και ανεβη εις ιεροσολυμα εν οχλω βαρει
21 Penetrou cheio de orgulho no santuário, tomou o altar de ouro, o candelabro das luzes com todos os seus pertences,21 και εισηλθεν εις το αγιασμα εν υπερηφανια και ελαβεν το θυσιαστηριον το χρυσουν και την λυχνιαν του φωτος και παντα τα σκευη αυτης
22 a mesa da proposição, os vasos, as alfaias, os turíbulos de ouro, o véu, as coroas, os ornamentos de ouro da fachada, e arrancou as embutiduras.22 και την τραπεζαν της προθεσεως και τα σπονδεια και τας φιαλας και τας θυισκας τας χρυσας και το καταπετασμα και τους στεφανους και τον κοσμον τον χρυσουν τον κατα προσωπον του ναου και ελεπισεν παντα
23 Tomou a prata, o ouro, os vasos preciosos e os tesouros ocultos que encontrou.23 και ελαβεν το αργυριον και το χρυσιον και τα σκευη τα επιθυμητα και ελαβεν τους θησαυρους τους αποκρυφους ους ευρεν
24 Arrebatando tudo consigo, regressou à sua terra, após massacrar muitos judeus e pronunciar palavras injuriosas24 και λαβων παντα απηλθεν εις την γην αυτου και εποιησεν φονοκτονιαν και ελαλησεν υπερηφανιαν μεγαλην
25 Foi isso um motivo de desolação em extremo para todo o Israel.25 και εγενετο πενθος μεγα επι ισραηλ εν παντι τοπω αυτων
26 Príncipes e anciãos gemeram, jovens e moças perderam sua alegria e a beleza das mulheres empanou-se.26 και εστεναξαν αρχοντες και πρεσβυτεροι παρθενοι και νεανισκοι ησθενησαν και το καλλος των γυναικων ηλλοιωθη
27 O recém-casado lamentava-se, e a esposa chorava no leito nupcial.27 πας νυμφιος ανελαβεν θρηνον και καθημενη εν παστω επενθει
28 A própria terra tremia por todos os seus habitantes e a casa de Jacó cobriu-se de vergonha.28 και εσεισθη η γη επι τους κατοικουντας αυτην και πας ο οικος ιακωβ ενεδυσατο αισχυνην
29 Dois anos após, Antíoco enviou um oficial a cobrar o tributo nas cidades de Judá. Chegou ele a Jerusalém com uma numerosa tropa;29 μετα δυο ετη ημερων απεστειλεν ο βασιλευς αρχοντα φορολογιας εις τας πολεις ιουδα και ηλθεν εις ιερουσαλημ εν οχλω βαρει
30 dirigiu-se aos habitantes com palavras pacíficas, mas astuciosas, nas quais acreditaram; em seguida lançou-se de improviso sobre a cidade, pilhou-a seriamente e matou muita gente.30 και ελαλησεν αυτοις λογους ειρηνικους εν δολω και ενεπιστευσαν αυτω και επεπεσεν επι την πολιν εξαπινα και επαταξεν αυτην πληγην μεγαλην και απωλεσεν λαον πολυν εξ ισραηλ
31 Saqueou-a, incendiou-a, destruiu as casas e os muros em derredor.31 και ελαβεν τα σκυλα της πολεως και ενεπρησεν αυτην πυρι και καθειλεν τους οικους αυτης και τα τειχη κυκλω
32 Seus soldados conduziram ao cativeiro as mulheres e as crianças e apoderaram-se dos rebanhos.32 και ηχμαλωτισαν τας γυναικας και τα τεκνα και τα κτηνη εκληρονομησαν
33 Cercaram a Cidade de Davi com uma grande e sólida muralha, com possantes torres, tornando-se assim ela sua fortaleza.33 και ωκοδομησαν την πολιν δαυιδ τειχει μεγαλω και οχυρω πυργοις οχυροις και εγενετο αυτοις εις ακραν
34 Instalaram ali uma guarnição brutal de gente sem leis, fortificaram-se aí;34 και εθηκαν εκει εθνος αμαρτωλον ανδρας παρανομους και ενισχυσαν εν αυτη
35 e ajuntaram armas e provisões. Reunindo todos os espólios do saque de Jerusalém, ali os acumularam. Constituíram desse modo uma grande ameaça.35 και παρεθεντο οπλα και τροφην και συναγαγοντες τα σκυλα ιερουσαλημ απεθεντο εκει και εγενοντο εις μεγαλην παγιδα
36 Serviram de cilada para o templo, e um inimigo constantemente incitado contra o povo de Israel,36 και εγενετο εις ενεδρον τω αγιασματι και εις διαβολον πονηρον τω ισραηλ δια παντος
37 derramando sangue inocente ao redor do templo e profanando o santuário.37 και εξεχεαν αιμα αθωον κυκλω του αγιασματος και εμολυναν το αγιασμα
38 Por causa deles, os habitantes de Jerusalém fugiram, e só ficaram lá os estrangeiros. Jerusalém tornou-se estranha a seus próprios filhos e estes a abandonaram.38 και εφυγον οι κατοικοι ιερουσαλημ δι' αυτους και εγενετο κατοικια αλλοτριων και εγενετο αλλοτρια τοις γενημασιν αυτης και τα τεκνα αυτης εγκατελιπον αυτην
39 Seu templo ficou desolado como um deserto, seus dias de festa se transformaram em dias de luto, seus sábados, em dias de vergonha, e sua glória em desonra.39 το αγιασμα αυτης ηρημωθη ως ερημος αι εορται αυτης εστραφησαν εις πενθος τα σαββατα αυτης εις ονειδισμον η τιμη αυτης εις εξουδενωσιν
40 Quanto fora ela honrada, agora foi desprezada, e sua exaltação converteu-se em tormento.40 κατα την δοξαν αυτης επληθυνθη η ατιμια αυτης και το υψος αυτης εστραφη εις πενθος
41 Então o rei Antíoco publicou para todo o reino um edito, prescrevendo que todos os povos formassem um único povo e41 και εγραψεν ο βασιλευς παση τη βασιλεια αυτου ειναι παντας εις λαον ενα
42 que abandonassem suas leis particulares. Todos os gentios se conformaram com essa ordem do rei, e 43. muitos de Israel adotaram a sua religião, sacrificando aos ídolos e violando o sábado.42 και εγκαταλιπειν εκαστον τα νομιμα αυτου και επεδεξαντο παντα τα εθνη κατα τον λογον του βασιλεως
43 και πολλοι απο ισραηλ ευδοκησαν τη λατρεια αυτου και εθυσαν τοις ειδωλοις και εβεβηλωσαν το σαββατον
44 Por intermédio de mensageiros, o rei enviou, a Jerusalém e às cidades de Judá, cartas prescrevendo que aceitassem os costumes dos outros povos da terra,44 και απεστειλεν ο βασιλευς βιβλια εν χειρι αγγελων εις ιερουσαλημ και τας πολεις ιουδα πορευθηναι οπισω νομιμων αλλοτριων της γης
45 suspendessem os holocaustos, os sacrifícios e as libações no templo, violassem os sábados e as festas, 46. profanassem o santuário e os santos,45 και κωλυσαι ολοκαυτωματα και θυσιαν και σπονδην εκ του αγιασματος και βεβηλωσαι σαββατα και εορτας
46 και μιαναι αγιασμα και αγιους
47 erigissem altares, templos e ídolos, sacrificassem porcos e animais imundos,47 οικοδομησαι βωμους και τεμενη και ειδωλια και θυειν υεια και κτηνη κοινα
48 deixassem seus filhos incircuncidados e maculassem suas almas com toda sorte de impurezas e abominações, de maneira48 και αφιεναι τους υιους αυτων απεριτμητους βδελυξαι τας ψυχας αυτων εν παντι ακαθαρτω και βεβηλωσει
49 a obrigarem-nos a esquecer a lei e a transgredir as prescrições.49 ωστε επιλαθεσθαι του νομου και αλλαξαι παντα τα δικαιωματα
50 Todo aquele que não obedecesse à ordem do rei seria morto.50 και ος αν μη ποιηση κατα τον λογον του βασιλεως αποθανειται
51 Foi nesse teor que o rei escreveu a todo o seu reino; nomeou comissários para vigiarem o cumprimento de sua vontade pelo povo e coagirem as cidades de Judá, uma por uma, a sacrificar.51 κατα παντας τους λογους τουτους εγραψεν παση τη βασιλεια αυτου και εποιησεν επισκοπους επι παντα τον λαον και ενετειλατο ταις πολεσιν ιουδα θυσιαζειν κατα πολιν και πολιν
52 Houve muitos dentre o povo que colaboraram com eles e abandonaram a lei. Fizeram muito mal no país, e 53. constrangeram os israelitas a se refugiarem em asilos e refúgios ocultos.52 και συνηθροισθησαν απο του λαου πολλοι προς αυτους πας ο εγκαταλειπων τον νομον και εποιησαν κακα εν τη γη
53 και εθεντο τον ισραηλ εν κρυφοις εν παντι φυγαδευτηριω αυτων
54 No dia quinze do mês de Casleu, do ano cento e quarenta e cinco, edificaram a abominação da desolação por sobre o altar e construíram altares em todas as cidades circunvizinhas de Judá.54 και τη πεντεκαιδεκατη ημερα χασελευ τω πεμπτω και τεσσαρακοστω και εκατοστω ετει ωκοδομησεν βδελυγμα ερημωσεως επι το θυσιαστηριον και εν πολεσιν ιουδα κυκλω ωκοδομησαν βωμους
55 Ofereciam sacrifícios diante das portas das casas e nas praças públicas,55 και επι των θυρων των οικιων και εν ταις πλατειαις εθυμιων
56 rasgavam e queimavam todos os livros da lei que achavam;56 και τα βιβλια του νομου α ευρον ενεπυρισαν εν πυρι κατασχισαντες
57 em toda parte, todo aquele em poder do qual se achava um livro do testamento, ou todo aquele que mostrasse gosto pela lei, morreria por ordem do rei.57 και οπου ευρισκετο παρα τινι βιβλιον διαθηκης και ει τις συνευδοκει τω νομω το συγκριμα του βασιλεως εθανατου αυτον
58 Com esse poder que tinham, tratavam assim, cada mês, os judeus que eles encontravam nas cidades58 εν ισχυι αυτων εποιουν τω ισραηλ τοις ευρισκομενοις εν παντι μηνι και μηνι εν ταις πολεσιν
59 e, no dia vinte e cinco do mês, sacrificavam no altar, que sobressaía ao altar do templo.59 και τη πεμπτη και εικαδι του μηνος θυσιαζοντες επι τον βωμον ος ην επι του θυσιαστηριου
60 As mulheres, que levavam seus filhos a circuncidar, eram mortas conforme a ordem do rei,60 και τας γυναικας τας περιτετμηκυιας τα τεκνα αυτων εθανατωσαν κατα το προσταγμα
61 com os filhos suspensos aos seus pescoços. Massacravam-se também seus próximos e os que tinham feito a circuncisão.61 και εκρεμασαν τα βρεφη εκ των τραχηλων αυτων και τους οικους αυτων και τους περιτετμηκοτας αυτους
62 Numerosos foram os israelitas que tomaram a firme resolução de não comer nada que fosse impuro, e preferiram a morte antes que se manchar com alimentos;62 και πολλοι εν ισραηλ εκραταιωθησαν και ωχυρωθησαν εν αυτοις του μη φαγειν κοινα
63 não quiseram violar a santa lei e foram trucidados.63 και επεδεξαντο αποθανειν ινα μη μιανθωσιν τοις βρωμασιν και μη βεβηλωσωσιν διαθηκην αγιαν και απεθανον
64 Caiu assim sobre Israel uma imensa cólera.64 και εγενετο οργη μεγαλη επι ισραηλ σφοδρα