Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Giovanni 4


font
LA SACRA BIBBIAGREEK BIBLE
1 Quando Gesù seppe che i farisei avevano sentito che egli faceva più discepoli e battezzava più di Giovanni,1 Καθως λοιπον εμαθεν ο Κυριος οτι ηκουσαν οι Φαρισαιοι οτι ο Ιησους πλειοτερους μαθητας καμνει και βαπτιζει παρα ο Ιωαννης-
2 per quanto non fosse Gesù stesso che battezzava, ma i suoi discepoli,2 αν και ο Ιησους αυτος δεν εβαπτιζεν, αλλ' οι μαθηται αυτου-
3 lasciò la Giudea e ritornò verso la Galilea.3 αφηκε την Ιουδαιαν και απηλθε παλιν εις την Γαλιλαιαν.
4 Egli doveva passare per la Samaria.4 Επρεπε δε να περαση δια της Σαμαρειας.
5 Ora, arriva ad una città della Samaria chiamata Sichar, vicino al podere che Giacobbe aveva dato al figlio suo Giuseppe.5 Ερχεται λοιπον εις πολιν της Σαμαρειας λεγομενην Σιχαρ, πλησιον του αγρου, τον οποιον εδωκεν ο Ιακωβ εις τον Ιωσηφ τον υιον αυτου.
6 C'era là il pozzo di Giacobbe. Gesù, affaticato com'era dal viaggio, si era seduto sul pozzo; era circa l'ora sesta.6 Ητο δε εκει πηγη του Ιακωβ. Ο Ιησους λοιπον κεκοπιακως εκ της οδοιποριας εκαθητο ουτως εις την πηγην. Ωρα ητο περιπου εκτη.
7 Viene una donna della Samaria ad attingere acqua. Le dice Gesù: "Dammi da bere".7 Ερχεται γυνη τις εκ της Σαμαρειας, δια να αντληση υδωρ. Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Δος μοι να πιω.
8 I discepoli infatti se n'erano andati in città a comperare da mangiare.8 Διοτι οι μαθηται αυτου ειχον υπαγει εις την πολιν, δια να αγορασωσι τροφας.
9 Gli dice la donna samaritana: "Come mai tu che sei giudeo chiedi da bere a me che sono una donna samaritana?". I Giudei infatti non hanno rapporti con i Samaritani.9 Λεγει λοιπον προς αυτον η γυνη η Σαμαρειτις? Πως συ, Ιουδαιος ων, ζητεις να πιης παρ' εμου, ητις ειμαι γυνη Σαμαρειτις; Διοτι δεν συγκοινωνουσιν οι Ιουδαιοι με τους Σαμαρειτας.
10 Le rispose Gesù: "Se tu conoscessi il dono di Dio e chi è colui che ti dice: "Dammi da bere", tu gli avresti chiesto ed egli ti avrebbe dato acqua viva".10 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτην? Εαν ηξευρες την δωρεαν του Θεου, και τις ειναι ο λεγων σοι, Δος μοι να πιω, συ ηθελες ζητησει παρ' αυτου, και ηθελε σοι δωσει υδωρ ζων.
11 Gli dice la donna: "Signore, non hai neppure un secchio e il pozzo è profondo. Da dove prendi dunque l'acqua viva?11 Λεγει προς αυτον η γυνη? Κυριε, ουτε αντλημα εχεις, και το φρεαρ ειναι βαθυ? ποθεν λοιπον εχεις το υδωρ το ζων;
12 Forse tu sei più grande del nostro padre Giacobbe, che ci diede il pozzo e ne bevve lui e i suoi figli e il suo bestiame?".12 μηπως συ εισαι μεγαλητερος του πατρος ημων Ιακωβ, οστις εδωκεν εις ημας το φρεαρ, και αυτος επιεν εξ αυτου και οι υιοι αυτου και τα θρεμματα αυτου;
13 Le rispose Gesù: "Colui che beve di quest'acqua, avrà ancora sete.13 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτην? Πας οστις πινει εκ του υδατος τουτου θελει διψησει παλιν?
14 Colui invece che beve dell'acqua che gli darò io, non avrà mai più sete; ma l'acqua che gli darò diverrà in lui una sorgente di acqua che zampilla verso la vita eterna".14 οστις ομως πιη εκ του υδατος, το οποιον εγω θελω δωσει εις αυτον, δεν θελει διψησει εις τον αιωνα, αλλα το υδωρ, το οποιον θελω δωσει εις αυτον, θελει γεινει εν αυτω πηγη υδατος αναβλυζοντος εις ζωην αιωνιον.
15 "Signore, -- gli dice la donna -- dammi quest'acqua, affinché io non abbia più sete e non debba più venire qui ad attingere".15 Λεγει προς αυτον η γυνη? Κυριε, δος μοι τουτο το υδωρ, δια να μη διψω μηδε να ερχωμαι εδω να αντλω.
16 Le dice: "Va', chiama tuo marito e ritorna qui".16 Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Υπαγε, καλεσον τον ανδρα σου και ελθε εδω.
17 "Non ho marito", gli rispose la donna. Le dice Gesù: "Hai detto bene: "Non ho marito",17 Απεκριθη η γυνη και ειπε? Δεν εχω ανδρα. Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Καλως ειπας οτι δεν εχω ανδρα?
18 perché hai avuto cinque mariti e ora quello che hai non è tuo marito. Quanto a questo hai detto il vero".18 διοτι πεντε ανδρας ελαβες, και εκεινος, τον οποιον εχεις τωρα, δεν ειναι ανηρ σου? τουτο αληθες ειπας.
19 "Signore, -- dice la donna -- vedo che tu sei un profeta.19 Λεγει προς αυτον η γυνη? Κυριε, βλεπω οτι συ εισαι προφητης.
20 I nostri padri adorarono su questo monte e voi dite che è a Gerusalemme il luogo dove si deve adorare".20 Οι πατερες ημων εις τουτο το ορος προσεκυνησαν, και σεις λεγετε οτι εν τοις Ιεροσολυμοις ειναι ο τοπος οπου πρεπει να προσκυνωμεν.
21 Le dice Gesù: "Credimi, donna, che viene un'ora in cui né su questo monte né a Gerusalemme adorerete il Padre.21 Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Γυναι, πιστευσον μοι οτι ερχεται ωρα, οτε ουτε εις το ορος τουτο ουτε εις τα Ιεροσολυμα θελετε προσκυνησει τον Πατερα.
22 Voi adorate ciò che non conoscete; noi adoriamo ciò che conosciamo, perché la salvezza viene dai Giudei.22 Σεις προσκυνειτε εκεινο το οποιον δεν εξευρετε, ημεις προσκυνουμεν εκεινο το οποιον εξευρομεν, διοτι η σωτηρια ειναι εκ των Ιουδαιων.
23 Ma viene un'ora, ed è adesso, in cui i veri adoratori adoreranno il Padre in Spirito e verità; infatti il Padre cerca tali persone che l'adorino.23 Πλην ερχεται ωρα, και ηδη ειναι, οτε οι αληθινοι προσκυνηται θελουσι προσκυνησει τον Πατερα εν πνευματι και αληθεια? διοτι ο Πατηρ τοιουτους ζητει τους προσκυνουντας αυτον.
24 Dio è Spirito, e coloro che lo adorano, in Spirito e verità devono adorarlo".24 Ο Θεος ειναι Πνευμα, και οι προσκυνουντες αυτον εν πνευματι και αληθεια πρεπει να προσκυνωσι.
25 Gli dice la donna: "So che deve venire un Messia (che significa "Cristo"). Quando quegli verrà, ci annuncerà ogni cosa".25 Λεγει προς αυτον η γυνη? Εξευρω οτι ερχεται ο Μεσσιας, ο λεγομενος Χριστος? οταν ελθη εκεινος, θελει αναγγειλει εις ημας παντα.
26 Le dice Gesù: "Lo sono io, che ti parlo".26 Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Εγω ειμαι, ο λαλων σοι.
27 A questo punto arrivarono i suoi discepoli e rimasero meravigliati che parlasse con una donna. Nessuno però disse: "Che vuoi tu da lei?", oppure: "Perché parli con lei?".27 Και επανω εις τουτο ηλθον οι μαθηται αυτου και εθαυμασαν οτι ελαλει μετα γυναικος? ουδεις ομως ειπε, Τι ζητεις; η Τι λαλεις μετ' αυτης;
28 La donna intanto abbandonò la sua giara, andò in città e disse alla gente:28 Αφηκε λοιπον η γυνη την υδριαν αυτης και υπηγεν εις την πολιν και λεγει προς τους ανθρωπους?
29 "Venite a vedere un uomo che mi ha detto tutto ciò che ho fatto. Non sarà forse lui il Cristo?".29 Ελθετε να ιδητε ανθρωπον, οστις μοι ειπε παντα οσα επραξα? μηπως ουτος ειναι ο Χριστος;
30 Uscirono dalla città e andavano verso di lui.30 Εξηλθον λοιπον εκ της πολεως και ηρχοντο προς αυτον.
31 Nel frattempo i discepoli lo pregavano dicendo: "Rabbì, mangia!".31 Εν δε τω μεταξυ οι μαθηται παρεκαλουν αυτον λεγοντες? Ραββι, φαγε.
32 Ma egli disse loro: "Io ho un cibo da mangiare che voi non conoscete".32 Ο δε ειπε προς αυτους. Εγω εχω φαγητον να φαγω, το οποιον σεις δεν εξευρετε.
33 I discepoli dicevano fra loro: "Che qualcuno gli abbia portato da mangiare?".33 Ελεγον λοιπον οι μαθηται προς αλληλους? Μηπως τις εφερε προς αυτον να φαγη;
34 Dice loro Gesù: "Mio cibo è fare la volontà di Colui che mi ha mandato e portare a compimento la sua opera.34 Λεγει προς αυτους ο Ιησους? Το εμον φαγητον ειναι να πραττω το θελημα του πεμψαντος με και να τελειωσω το εργον αυτου.
35 Non dite voi: "Ancora quattro mesi e viene la mietitura"? Ecco, vi dico, alzate i vostri occhi e osservate i campi: sono bianchi per la mietitura. Già35 Δεν λεγετε σεις οτι τεσσαρες μηνες ειναι ετι και ο θερισμος ερχεται; Ιδου, σας λεγω, υψωσατε τους οφθαλμους σας και ιδετε τα χωραφια, οτι ειναι ηδη λευκα προς θερισμον.
36 il mietitore riceve il salario e raccoglie frutto per la vita eterna, affinché il seminatore goda insieme al mietitore.36 Και ο θεριζων λαμβανει μισθον και συναγει καρπον εις ζωην αιωνιον, δια να χαιρη ομου και ο σπειρων και ο θεριζων.
37 In questo caso infatti è vero il proverbio: "Diverso è chi semina da chi miete".37 Διοτι κατα τουτο αληθευει ο λογος, οτι αλλος ειναι ο σπειρων και αλλος ο θεριζων.
38 Io vi ho mandati a mietere ciò per cui voi non avete faticato; altri hanno faticato e voi siete subentrati nella loro fatica".38 Εγω σας απεστειλα να θεριζητε εκεινο, εις το οποιον σεις δεν εκοπιασατε? αλλοι εκοπιασαν, και σεις εισηλθετε εις τον κοπον αυτων.
39 Molti Samaritani di quella città credettero in lui per la parola della donna che aveva attestato: "Mi ha detto tutto ciò che ho fatto".39 Εξ εκεινης δε της πολεως πολλοι των Σαμαρειτων επιστευσαν εις αυτον δια τον λογον της γυναικος, μαρτυρουσης οτι μοι ειπε παντα οσα επραξα.
40 Quando i Samaritani arrivarono da lui, lo pregavano di rimanere presso di loro; e vi rimase due giorni.40 Καθως λοιπον ηλθον προς αυτον οι Σαμαρειται, παρεκαλουν αυτον να μεινη παρ' αυτοις? και εμεινεν εκει δυο ημερας.
41 Furono ancora più numerosi coloro che credettero per la sua parola.41 Και πολυ πλειοτεροι επιστευσαν δια τον λογον αυτου,
42 Alla donna dicevano: "Non crediamo più per il tuo discorso. Noi stessi infatti abbiamo udito e sappiamo che è veramente lui il salvatore del mondo".42 και προς την γυναικα ελεγον, οτι δεν πιστευομεν πλεον δια τον λογον σου? επειδη ημεις ηκουσαμεν, και γνωριζομεν οτι ουτος ειναι αληθως ο Σωτηρ του κοσμου, ο Χριστος.
43 Dopo questi due giorni ripartì di là per la Galilea.43 Μετα δε τας δυο ημερας εξηλθεν εκειθεν και υπηγεν εις την Γαλιλαιαν.
44 Gesù stesso infatti aveva testimoniato: "Un profeta non gode alcun credito nella propria patria".44 Διοτι αυτος ο Ιησους εμαρτυρησεν οτι προφητης εν τη πατριδι αυτου δεν εχει τιμην.
45 Ora, quando Gesù arrivò in Galilea, i Galilei lo accolsero bene, avendo visto tutte le cose che aveva fatto a Gerusalemme durante la festa, poiché anch'essi erano andati alla festa.45 Οτε λοιπον ηλθεν εις την Γαλιλαιαν, εδεχθησαν αυτον οι Γαλιλαιοι, ιδοντες παντα οσα εκαμεν εν Ιεροσολυμοις κατα την εορτην? διοτι και αυτοι ηλθον εις την εορτην.
46 Gesù tornò dunque a Cana di Galilea, dove aveva cambiato l'acqua in vino. C'era un funzionario regio, il cui figlio era ammalato, a Cafarnao.46 Ηλθε λοιπον ο Ιησους παλιν εις την Κανα της Γαλιλαιας, οπου εκαμε το υδωρ οινον. Και ητο τις βασιλικος ανθρωπος, του οποιου ο υιος ησθενει εν Καπερναουμ?
47 Avendo egli saputo che Gesù era venuto dalla Giudea alla Galilea, si recò da lui e lo pregava di scendere e guarire il figlio suo, perché stava per morire.47 ουτος ακουσας οτι ο Ιησους ηλθεν εκ της Ιουδαιας εις την Γαλιλαιαν, υπηγε προς αυτον και παρεκαλει αυτον να καταβη και να ιατρευση τον υιον αυτου? διοτι εμελλε να αποθανη.
48 Gesù gli disse: "Se non vedete segni e prodigi, voi non credete".48 Ειπε λοιπον ο Ιησους προς αυτον? Εαν δεν ιδητε σημεια και τερατα, δεν θελετε πιστευσει.
49 Gli dice il funzionario regio: "Scendi prima che il mio ragazzo muoia".49 Λεγει προς αυτον ο βασιλικος? Κυριε, καταβα πριν αποθανη το παιδιον μου.
50 Gli dice Gesù: "Va'! Tuo figlio vive". Quell'uomo credette alla parola che Gesù gli aveva detto e partì.50 Λεγει προς αυτον ο Ιησους? Υπαγε, ο υιος σου ζη. Και επιστευσεν ο ανθρωπος εις τον λογον, τον οποιον ειπε προς αυτον ο Ιησους, και ανεχωρει.
51 Mentre egli già scendeva, i suoi servi gli andarono incontro dicendogli che suo figlio viveva.51 Ενω δε ουτος ηδη κατεβαινεν, απηντησαν αυτον οι δουλοι αυτου και απηγγειλαν λεγοντες οτι ο υιος σου ζη.
52 Allora chiese informazioni sull'ora in cui aveva cominciato a stare meglio. Gli risposero: "La febbre lo lasciò ieri all'ora settima".52 Ηρωτησε λοιπον αυτους την ωραν, καθ' ην εγεινε καλητερα. Και ειπον προς αυτον οτι Χθες την εβδομην ωραν αφηκεν αυτον ο πυρετος.
53 Il padre riconobbe che quella era l'ora in cui Gesù gli aveva detto: "Tuo figlio vive" e credette lui e la sua famiglia al completo.53 Ενοησε λοιπον ο πατηρ οτι εγεινε τουτο κατ' εκεινην την ωραν, καθ' ην ο Ιησους ειπε προς αυτον οτι Ο υιος σου ζη? και επιστευσεν αυτος και ολη η οικια αυτου.
54 Gesù compì questo secondo segno ritornando dalla Giudea alla Galilea.54 Τουτο παλιν δευτερον θαυμα εκαμεν ο Ιησους, αφου ηλθεν εκ της Ιουδαιας εις την Γαλιλαιαν.