1 Δεν θελω δε να αγνοητε, αδελφοι, οτι οι πατερες ημων ησαν παντες υπο την νεφελην, και παντες δια της θαλασσης διηλθον, | 1 Ihr sollt wissen, Brüder, dass unsere Väter alle unter der Wolke waren, alle durch das Meer zogen |
2 και παντες εις τον Μωυσην εβαπτισθησαν εν τη νεφελη και εν τη θαλασση, | 2 und alle auf Mose getauft wurden in der Wolke und im Meer. |
3 και παντες την αυτην πνευματικην βρωσιν εφαγον, | 3 Alle aßen auch die gleiche gottgeschenkte Speise |
4 και παντες το αυτο πνευματικον ποτον επιον? διοτι επινον απο πνευματικης πετρας ακολουθουσης, η δε πετρα ητο ο Χριστος? | 4 und alle tranken den gleichen gottgeschenkten Trank; denn sie tranken aus dem Leben spendenden Felsen, der mit ihnen zog. Und dieser Fels war Christus. |
5 αλλα δεν ευηρεστηθη ο Θεος εις τους πλειοτερους εξ αυτων? διοτι κατεστρωθησαν εν τη ερημω. | 5 Gott aber hatte an den meisten von ihnen kein Gefallen; denn er ließ sie in der Wüste umkommen. |
6 Ταυτα δε εγειναν παραδειγματα ημων, δια να μη ημεθα ημεις επιθυμηται κακων, καθως και εκεινοι επεθυμησαν. | 6 Das aber geschah als warnendes Beispiel für uns: damit wir uns nicht von der Gier nach dem Bösen beherrschen lassen, wie jene sich von der Gier beherrschen ließen. |
7 Μηδε γινεσθε ειδωλολατραι, καθως τινες εξ αυτων, ως ειναι γεγραμμενον? Εκαθησεν ο λαος δια να φαγη και να πιη, και εσηκωθησαν να παιζωσι. | 7 Werdet nicht Götzendiener wie einige von ihnen; denn es steht in der Schrift: Das Volk setzte sich zum Essen und Trinken; dann standen sie auf, um sich zu vergnügen. |
8 Μηδε ας πορνευωμεν, καθως τινες αυτων επορνευσαν και επεσον εν μια ημερα εικοσιτρεις χιλιαδες. | 8 Lasst uns nicht Unzucht treiben, wie einige von ihnen Unzucht trieben. Damals kamen an einem einzigen Tag dreiundzwanzigtausend Menschen um. |
9 Μηδε ας πειραζωμεν τον Χριστον, καθως και τινες αυτων επειρασαν και απωλεσθησαν υπο των οφεων. | 9 Wir wollen auch nicht den Herrn auf die Probe stellen, wie es einige von ihnen taten, die dann von Schlangen getötet wurden. |
10 Μηδε γογγυζετε, καθως και τινες αυτων εγογγυσαν, και απωλεσθησαν υπο του εξολοθρευτου. | 10 Murrt auch nicht, wie einige von ihnen murrten; sie wurden vom Verderber umgebracht. |
11 Ταυτα δε παντα εγινοντο εις εκεινους παραδειγματα, και εγραφησαν προς νουθεσιαν ημων, εις τους οποιους τα τελη των αιωνων εφθασαν. | 11 Das aber geschah an ihnen, damit es uns als Beispiel dient; uns zur Warnung wurde es aufgeschrieben, uns, die das Ende der Zeiten erreicht hat. |
12 Ωστε ο νομιζων οτι ισταται ας βλεπη μη πεση. | 12 Wer also zu stehen meint, der gebe Acht, dass er nicht fällt. |
13 Πειρασμος δεν σας κατελαβεν ειμη ανθρωπινος? πιστος ομως ειναι ο Θεος, οστις δεν θελει σας αφησει να πειρασθητε υπερ την δυναμιν σας, αλλα μετα του πειρασμου θελει καμει και την εκβασιν, ωστε να δυνασθε να υποφερητε. | 13 Noch ist keine Versuchung über euch gekommen, die den Menschen überfordert. Gott ist treu; er wird nicht zulassen, dass ihr über eure Kraft hinaus versucht werdet. Er wird euch in der Versuchung einen Ausweg schaffen, sodass ihr sie bestehen könnt. |
14 Δια τουτο, αγαπητοι μου, φευγετε απο της ειδωλολατρειας. | 14 Darum, liebe Brüder, meidet den Götzendienst! |
15 Λεγω ως προς φρονιμους? κρινατε σεις τουτο το οποιον λεγω? | 15 Ich rede doch zu verständigen Menschen; urteilt selbst über das, was ich sage. |
16 Το ποτηριον της ευλογιας, το οποιον ευλογουμεν, δεν ειναι κοινωνια του αιματος του Χριστου; Ο αρτος, τον οποιον κοπτομεν, δεν ειναι κοινωνια του σωματος του Χριστου; | 16 Ist der Kelch des Segens, über den wir den Segen sprechen, nicht Teilhabe am Blut Christi? Ist das Brot, das wir brechen, nicht Teilhabe am Leib Christi? |
17 διοτι εις αρτος, εν σωμα ειμεθα οι πολλοι? επειδη παντες εκ του ενος αρτου μετεχομεν. | 17 Ein Brot ist es. Darum sind wir viele ein Leib; denn wir alle haben teil an dem einen Brot. |
18 Βλεπετε τον Ισραηλ κατα σαρκα? οι τρωγοντες τας θυσιας δεν ειναι κοινωνοι του θυσιαστηριου; | 18 Schaut auf das irdische Israel: Haben die, welche von den Opfern essen, nicht teil am Altar? |
19 Τι λοιπον λεγω; οτι το ειδωλον ειναι τι; η οτι το ειδωλοθυτον ειναι τι; ουχι? | 19 Was meine ich damit? Ist denn Götzenopferfleisch wirklich etwas? Oder ist ein Götze wirklich etwas? |
20 αλλ' οτι εκεινα, τα οποια θυσιαζουσι τα εθνη, εις τα δαιμονια θυσιαζουσι και ουχι εις τον Θεον? και δεν θελω σεις να γινησθε κοινωνοι των δαιμονιων. | 20 Nein, aber was man dort opfert, opfert man nicht Gott, sondern den Dämonen. Ich will jedoch nicht, dass ihr euch mit Dämonen einlasst. |
21 Δεν δυνασθε να πινητε το ποτηριον του Κυριου και το ποτηριον των δαιμονιων? δεν δυνασθε να ησθε μετοχοι της τραπεζης του Κυριου και της τραπεζης των δαιμονιων. | 21 Ihr könnt nicht den Kelch des Herrn trinken und den Kelch der Dämonen. Ihr könnt nicht Gäste sein am Tisch des Herrn und am Tisch der Dämonen. |
22 Η τον Κυριον θελομεν να διεγειρωμεν εις ζηλοτυπιαν; μηπως ειμεθα ισχυροτεροι αυτου; | 22 Oder wollen wir die Eifersucht des Herrn wecken ? Sind wir stärker als er? |
23 Παντα ειναι εις την εξουσιαν μου αλλα παντα δεν συμφερουσι? παντα ειναι εις την εξουσιαν μου, αλλα παντα δεν οικοδομουσι. | 23 «Alles ist erlaubt» - aber nicht alles nützt. «Alles ist erlaubt» - aber nicht alles baut auf. |
24 Μηδεις ας ζητη το εαυτου συμφερον, αλλ' εκαστος τα του αλλου. | 24 Denkt dabei nicht an euch selbst, sondern an die anderen. |
25 Παν το πωλουμενον εν τω μακελλιω τρωγετε, μηδεν εξεταζοντες δια την συνειδησιν? | 25 Alles, was auf dem Fleischmarkt verkauft wird, das esst, ohne aus Gewissenhaftigkeit nachzuforschen. |
26 διοτι του Κυριου ειναι η γη και το πληρωμα αυτης. | 26 Denn dem Herrn gehört die Erde und was sie erfüllt. |
27 Και εαν τις των απιστων σας προσκαλη και θελετε να υπαγητε, τρωγετε ο, τι βαλλεται εμπροσθεν σας, μηδεν εξεταζοντες δια την συνειδησιν. | 27 Wenn ein Ungläubiger euch einlädt und ihr hingehen möchtet, dann esst, was euch vorgesetzt wird, ohne aus Gewissensgründen nachzuforschen. |
28 Εαν δε τις σας ειπη, Τουτο ειναι ειδωλοθυτον, μη τρωγετε δι' εκεινον τον φανερωσαντα και δια την συνειδησιν? διοτι του Κυριου ειναι η γη και το πληρωμα αυτης. | 28 Wenn euch aber jemand darauf hinweist: Das ist Opferfleisch!, dann esst nicht davon, mit Rücksicht auf den, der euch aufmerksam macht, und auf das Gewissen; |
29 Συνειδησιν δε λεγω ουχι την ιδικην σου, αλλα την του αλλου. Επειδη δια τι η ελευθερια μου κρινεται υπο αλλης συνειδησεως; | 29 ich meine das Gewissen des anderen, nicht das eigene; denn (an sich gilt): Warum soll meine Freiheit vom Gewissensurteil eines anderen abhängig sein? |
30 Και εαν εγω μετ' ευχαριστιας μετεχω, δια τι βλασφημουμαι δι' εκεινο, δια το οποιον εγω ευχαριστω; | 30 Wenn ich in Dankbarkeit mitesse, soll ich dann getadelt werden, dass ich etwas esse, wofür ich Dank sage? |
31 Ειτε λοιπον τρωγετε ειτε πινετε ειτε πραττετε τι, παντα πραττετε εις δοξαν Θεου. | 31 Ob ihr also esst oder trinkt oder etwas anderes tut: Tut alles zur Verherrlichung Gottes! |
32 Μη γινεσθε προσκομμα μητε εις Ιουδαιους μητε εις Ελληνας μητε εις την εκκλησιαν του Θεου, | 32 Gebt weder Juden noch Griechen, noch der Kirche Gottes Anlass zu einem Vorwurf! |
33 καθως και εγω κατα παντα αρεσκω εις παντας, μη ζητων το ιδικον μου συμφερον, αλλα το των πολλων, δια να σωθωσι. | 33 Auch ich suche allen in allem entgegenzukommen; ich suche nicht meinen Nutzen, sondern den Nutzen aller, damit sie gerettet werden. |