ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 102
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | KÁLDI-NEOVULGÁTA |
---|---|
1 Προσευχη του τεθλιμμενου, οταν αδημονη, και εκχεη το παραπονον αυτου ενωπιον του Κυριου.>> Κυριε, εισακουσον της προσευχης μου, και η κραυγη μου ας ελθη προς σε. | 1 A szegény imádsága, amikor bajban volt, és panaszát az Úr előtt kiöntötte. |
2 Μη κρυψης το προσωπον σου απ' εμου? καθ' ην ημεραν θλιβομαι, κλινον προς εμε το ωτιον σου? καθ' ην ημεραν σε επικαλουμαι, ταχεως επακουε μου. | 2 Uram, hallgasd meg imádságomat, és kiáltásom jusson eléd. |
3 Διοτι εξελιπον ως καπνος αι ημεραι μου, και τα οστα μου ως φρυγανον κατεξηρανθησαν. | 3 Ne fordítsd el tőlem arcodat soha, amikor engem szorongatás ér; Hajtsd hozzám füledet, amikor csak segítségül hívlak, sietve hallgass meg. |
4 Επληγωθη η καρδια μου και εξηρανθη ως χορτος, ωστε ελησμονησα να τρωγω τον αρτον μου. | 4 Mert füstként enyésznek el napjaim, és csontjaim szárazak, mint a forgács. |
5 Απο φωνης του στεναγμου μου εκολληθησαν τα οστα μου εις το δερμα μου. | 5 A szívem, mint a lekaszált, kiszáradt széna, még azt is elfelejtettem, hogy kenyeremet megegyem. |
6 Κατεσταθην ομοιος του ερημικου πελεκανος? εγεινα ως νυκτοκοραξ εν ταις ερημοις. | 6 Annyit jajveszékel szavam, hogy a bőr már a csontomra szárad. |
7 Αγρυπνω και ειμαι ως στρουθιον μοναζον επι δωματος. | 7 A puszta pelikánjához hasonlítok, olyan lettem, mint a bagoly a romok között. |
8 Ολην την ημεραν με ονειδιζουσιν οι εχθροι μου? οι μαινομενοι ομνυουσι κατ' εμου. | 8 Virrasztok és olyan vagyok, mint a magános veréb a háztetőn. |
9 Διοτι εφαγον στακτην ως αρτον και συνεκερασα με δακρυα το ποτον μου, | 9 Ellenségeim szüntelenül gyaláznak, gyűlölőim összeesküdtek ellenem. |
10 Εξ αιτιας της οργης σου και της αγανακτησεως σου? διοτι σηκωσας με ερριψας κατω. | 10 Bizony kenyér gyanánt hamut eszem és könnyel vegyítem italomat |
11 Αι ημεραι μου παρερχονται ως σκια, και εγω εξηρανθην ως χορτος. | 11 haragod és bosszúságod miatt, mert felemeltél s a földre sújtottál engem. |
12 Συ δε, Κυριε, εις τον αιωνα διαμενεις, και το μνημοσυνον σου εις γενεαν και γενεαν. | 12 Napjaim hanyatlanak mint az árnyék, magam pedig mint a széna száradok. |
13 Συ θελεις σηκωθη, θελεις σπλαγχνισθη την Σιων? διοτι ειναι καιρος να ελεησης αυτην, διοτι ο διωρισμενος καιρος εφθασεν. | 13 De te, Uram, megmaradsz örökre, és emlékezeted nemzedékről nemzedékre. |
14 Επειδη οι δουλοι σου αρεσκονται εις τους λιθους αυτης και σπλαγχνιζονται το χωμα αυτης. | 14 Te majd felkelsz és megkönyörülsz Sionon, mert itt az ideje, hogy megkönyörülj rajta, valóban itt az ideje! |
15 Τοτε τα εθνη θελουσι φοβηθη το ονομα του Κυριου, και παντες οι βασιλεις της γης την δοξαν σου. | 15 Hisz szolgáid szeretik köveit, és romjait fájdalommal látják. |
16 Οταν ο Κυριος οικοδομηση την Σιων θελει φανη εν τη δοξα αυτου. | 16 De félik majd nevedet a nemzetek, Uram, s a föld minden királya fölségedet. |
17 Θελει επιβλεψει επι την προσευχην των εγκαταλελειμμενων και δεν θελει καταφρονησει την δεησιν αυτων. | 17 Mert felépíti az Úr Siont, és megnyilvánul dicsőségében. |
18 Τουτο θελει γραφθη δια την γενεαν την επερχομενην? και ο λαος, οστις θελει δημιουργηθη, θελει αινει τον Κυριον. | 18 Figyelembe veszi a nyomorultak imádságát, és nem veti meg könyörgésüket. |
19 Διοτι εκυψεν εκ του υψους του αγιαστηριου αυτου, εξ ουρανου επεβλεψεν ο Κυριος επι την γην, | 19 Jegyezzék fel ezt a jövendő nemzedéknek, hadd áldja az Urat az a nép, amelyet majd teremt. |
20 δια να ακουση τον στεναγμον των δεσμιων, δια να λυση τους καταδεδικασμενους εις θανατον? | 20 Mert letekint szent magasságából, lenéz az Úr a mennyből a földre, |
21 δια να κηρυττωσιν εν Σιων το ονομα του Κυριου και την αινεσιν αυτου εν Ιερουσαλημ, | 21 hogy meghallja a foglyok jajgatását, és megmentse azokat, akiket halálra szántak; |
22 οταν συναχθωσιν ομου οι λαοι και αι βασιλειαι, δια να δουλευσωσι τον Κυριον. | 22 Hogy hirdessék Sionon az Úr nevét és az ő dicséretét Jeruzsálemben, |
23 Ηδυνατισεν εν τη οδω την ισχυν μου? συνετεμε τας ημερας μου. | 23 amikor majd egybegyűlnek a népek és az országok, hogy az Úrnak szolgáljanak. |
24 Εγω ειπα, μη με αρπασης, Θεε μου, εν τω ημισει των ημερων μου? τα ετη σου ειναι εις γενεας γενεων. | 24 Megtörte erőmet az úton, rövidre szabta életemet. Így szóltam: |
25 Κατ' αρχας συ, Κυριε, την γην εθεμελιωσας, και εργα των χειρων σου ειναι οι ουρανοι. | 25 »Istenem, ne ragadj el engem életem közepén, hiszen a te éveid nemzedékről nemzedékre nyúlnak. |
26 Αυτοι θελουσιν απολεσθη, συ δε διαμενεις? και παντες ως ιματιον θελουσι παλαιωθη? ως περιενδυμα θελεις τυλιξει αυτους, και θελουσιν αλλαχθη? | 26 Kezdetben megteremtetted a földet, s a te kezed művei az egek. |
27 συ ομως εισαι ο αυτος, και τα ετη σου δεν θελουσιν εκλειψει. | 27 Azok elmúlnak, de te megmaradsz; Mint a ruha, mind elavulnak, váltod őket, mint az öltözetet és elváltoznak. |
28 Οι υιοι των δουλων σου θελουσι κατοικει, και το σπερμα αυτων θελει διαμενει ενωπιον σου. | 28 Te azonban ugyanaz maradsz és éveid nem fogynak el. |
29 Szolgáid fiainak mindenkor lesz lakásuk, és utódjuk megerősödik majd színed előtt.« |