Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Apocalisse - אַפּוֹקָלִיפּסָה 2


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 אַחַי אַל־יְהִי מַשּׂא פָנִים בֶּאֱמוּנַתְכֶם בְּיֵשׁוּעַ הַמָּשִׁיחַ אֲדֹנֵינוּ אֲדוֹן הַכָּבוֹד1 Αδελφοι μου, μη εχετε με προσωποληψιας την πιστιν του δεδοξασμενου Κυριου ημων Ιησου Χριστου.
2 כִּי אִם־יָבוֹא אִישׁ לְבֵית כְּנֵסַתְכֶם וְטַבְּעֹת זָהָב עַל־יָדָיו וְהוּא לָבוּשׁ לְבֻשֵׁי מִכְלוֹל וְגַם־אִישׁ עָנִי יָבֹא שָׁמָּה וּבִגְדוֹ מְטֻנָּף2 Διοτι εαν εισελθη εις την συναγωγην σας ανθρωπος εχων χρυσουν δακτυλιδιον με λαμπρον ενδυμα, εισελθη δε και πτωχος με ρυπαρον ενδυμα,
3 וּפְנִיתֶם אֶל־הַלָּבוּשׁ לְבֻשֵׁי מִכְלוֹל וַאֲמַרְתֶּם לוֹ שֶׁב־לְךָ הֵנָּה בְּטוֹב וְלֶעָנִי תֹאמְרוּ עֲמָד־שָׁם אוֹ שֶׁב־פֹּה מִתַּחַת לַהֲדֹם רַגְלָי3 και επιβλεψητε εις τον φορουντα το ενδυμα το λαμπρον και ειπητε προς αυτον, Συ καθου εδω καλως, και προς τον πτωχον ειπητε, Συ στεκε εκει? καθου εδω υπο το υποποδιον μου,
4 הֲלֹא בָזֹאת נֶחֱלַק לִבְּכֶם וְהִנְּכֶם שֹׁפְטִים בַּעֲלֵי מַחֲשָׁבוֹת רָעוֹת4 δεν εκαμετε αρα διακρισιν εν εαυτοις και εγεινετε κριται πονηρα διαλογιζομενοι;
5 שִׁמְעוּ אַחַי אֲהוּבָי הֲלֹא בַעֲנִיֵּי הָעוֹלָם הַזֶּה בָּחַר הָאֱלֹהִים לִהְיוֹת עֲשִׁירִים בָּאֱמוּנָה וְיֹרְשֵׁי הַמַּלְכוּת אֲשֶׁר הִבְטִיחַ לְאֹהֲבָיו5 Ακουσατε, αδελφοι μου αγαπητοι, δεν εξελεξεν ο Θεος τους πτωχους του κοσμου τουτου πλουσιους εν πιστει και κληρονομους της βασιλειας, την οποιαν υπεσχεθη προς τους αγαπωντας αυτον;
6 וְאַתֶּם הִכְלַמְתֶּם אֶת־הֶעָנִי הֲלֹא הָעֲשִׁירִים הֵם הָעשְׁקִים אֶתְכֶם וְהֵם הַסֹּחֲבִים אֶתְכֶם אֶל־בָּתֵּי דִין6 Σεις ομως ητιμασατε τον πτωχον. Δεν σας καταδυναστευουσιν οι πλουσιοι και αυτοι σας συρουσιν εις κριτηρια;
7 הֲלֹא הֵם הַמְגַדְּפִים אֶת־הַשֵּׁם הַטּוֹב הַנִּקְרָא עֲלֵיכֶם7 Αυτοι δεν βλασφημουσι το καλον ονομα, με το οποιον ονομαζεσθε;
8 הֵן בְּקַיֶּמְכֶם אֶת־הַמִּצְוָה הַמֹּלֶכֶת עַל־כֻּלָּן כְּפִי הַכָּתוּב וְאָהַבְתָּ לְרֵעֲךָ כָּמוֹךָ תֵּיטִיבוּ לַעֲשׂוֹת8 Εαν μεν εκτελητε τον νομον τον βασιλικον κατα την γραφην, Θελεις αγαπα τον πλησιον σου ως σεαυτον, καλως ποιειτε?
9 אוּלָם אִם־תִּשְׂאוּ פָנִים תֶּחֶטְאוּ בְּמַעֲשֵׂיכֶם וְהַתּוֹרָה תוֹכִיחֲכֶם כְּעֹבְרִים אוֹתָהּ9 εαν ομως προσωποληπτητε, καμνετε αμαρτιαν και ελεγχεσθε υπο του νομου ως παραβαται.
10 כִּי אִישׁ אֲשֶׁר יְקַיֵּם אֶת־כָּל־הַתּוֹרָה וְנִכְשָׁל בְּדָבָר אֶחָד הוּא אָשֹׁם אָשַׁם בְּכֻלָּם10 Διοτι οστις φυλαξη ολον τον νομον και πταιση εις εν, εγεινεν ενοχος παντων.
11 כִּי הָאֹמֵר לֹא תִנְאָף גַּם־הוּא אָמַר לֹא תִרְצָח וְאִם־אֵינְךָ נֹאֵף וְאַתָּה רוֹצֵחַ הָיֹה נִהְיֵיתָ לְעֹבֵר הַתּוֹרָה11 Επειδη ο ειπων, Μη μοιχευσης, ειπε και, Μη φονευσης? αλλ' εαν δεν μοιχευσης, φονευσης δε, εγεινες παραβατης του νομου.
12 כֵּן דַּבְּרוּ וְכֵן עֲשֹוּ כָּאֲנָשִׁים הָעֲתִידִים לְהִשָּׁפֵט עַל־פִּי תּוֹרַת הַחֵרוּת12 Ουτω λαλειτε και ουτω πραττετε, ως μελλοντες να κριθητε δια του νομου της ελευθεριας?
13 כִּי אֵין חֶסֶד בַּדִּין לַאֲשֶׁר לֹא־עָשָׂה חָסֶד וְהַחֶסֶד יִתְגָּאֶה עַל־הַדִּין13 διοτι η κρισις θελει εισθαι ανιλεως εις τον οστις δεν εκαμεν ελεος? και το ελεος καυχαται κατα της κρισεως.
14 אַחַי מַה־יּוֹעִיל לְאִישׁ אִם־יֹאמַר כִּי יֶשׁ־לוֹ אֱמוּנָה וּמַעֲשִׂים אֵין בּוֹ הֲתוּכַל הָאֱמוּנָה לְהוֹשִׁיעוֹ14 Τι το οφελος, αδελφοι μου, εαν λεγη τις οτι εχει πιστιν, και εργα δεν εχη; μηπως η πιστις δυναται να σωση αυτον;
15 אָח אוֹ אָחוֹת אִם־יִהְיוּ בְעֵירֹם וּבְחֹסֶר לֶחֶם יוֹמָם15 Εαν δε αδελφος η αδελφη γυμνοι υπαρχωσι και στερωνται της καθημερινης τροφης,
16 וְאִישׁ מִכֶּם יֹאמַר אֲלֵיהֶם לְכוּ לְשָׁלוֹם וְהִתְחַמְמוּ וּשְׂבָעוּ וְלֹא־תִתְּנוּ לָהֶם דֵּי־מַחְסוֹר גּוּפָם מַה־תּוֹעִיל זֹאת16 και ειπη τις εξ υμων προς αυτους, Υπαγετε εν ειρηνη, θερμαινεσθε και χορταζεσθε, και δεν δωσητε εις αυτους τα αναγκαια του σωματος, τι το οφελος;
17 כָּכָה גַּם־הָאֱמוּנָה אִם־אֵין בָּהּ מַעֲשִׂים מֵתָה הִיא בְּעַצְמָהּ17 Ουτω και η πιστις, εαν δεν εχη εργα, νεκρα ειναι καθ' εαυτην.
18 אַךְ־יֹאמַר אִישׁ אַתָּה יֶשׁ־לְךָ אֱמוּנָה וַאֲנִי יֶשׁ־לִי מַעֲשִׂים הַרְאֵנִי נָא אֶת־אֱמוּנָתְךָ בִּבְלִי מַעֲשֶׂיךָ וַאֲנִי אַרְאֲךָ מִתּוֹךְ מַעֲשַׂי אֶת־אֱמוּנָתִי18 Αλλα θελει τις ειπει? Συ εχεις πιστιν, και εγω εχω εργα? δειξον μοι την πιστιν σου εκ των εργων σου, και εγω θελω σοι δειξει εκ των εργων μου την πιστιν μου.
19 אַתָּה מַאֲמִין כִּי הָאֱלֹהִים אֶחָד הוּא הֱטִיבוֹתָ גַּם הַשֵּׁדִים מַאֲמִינִים בּוֹ וְרֹעֲדִים19 Συ πιστευεις οτι ο Θεος ειναι εις? καλως ποιεις? και τα δαιμονια πιστευουσι και φριττουσι.
20 וְאַתָּה אִישׁ־בָּעַר הֲתַחְפֹּץ לָדַעַת כִּי הָאֱמוּנָה בִּבְלִי מַעֲשִׂים מֵתָה הִיא20 Θελεις ομως να γνωρισης, ω ανθρωπε ματαιε, οτι η πιστις χωρις των εργων ειναι νεκρα;
21 אַבְרָהָם אָבִינוּ הֲלֹא בְּמַעֲשָׂיו נִצְדָּק בְּהַעֲלֹתוֹ אֶת־יִצְחָק בְּנוֹ עַל־הַמִּזְבֵּחַ21 Αβρααμ ο πατηρ ημων δεν εδικαιωθη εξ εργων, οτε προσεφερεν Ισαακ τον υιον αυτου επι το θυσιαστηριον;
22 הִנְּךָ רֹאֶה כִּי־הָיְתָה הָאֱמוּנָה עֹזֶרֶת לְמַעֲשָׂיו וּמִתּוֹךְ הַמַּעֲשִׂים הָשְׁלְמָה הָאֱמוּנָה22 Βλεπεις οτι η πιστις συνηργει εις τα εργα αυτου, και εκ των εργων η πιστις ετελειωθη,
23 וַיִּמָּלֵא הַכָּתוּב הָאֹמֵר וְהֶאֱמִן אַבְרָהָם בַּיהוָֹה וַתֵּחָשֵׁב־לוֹ לִצְדָקָה וַיִּקָּרֵא אֹהֵב יְהוָֹה23 και επληρωθη η γραφη η λεγουσα? Επιστευσε δε Αβρααμ εις τον Θεον, και ελογισθη εις αυτον εις δικαιοσυνην, και φιλος Θεου ωνομασθη.
24 הִנְּכֶם רֹאִים כִּי בְּמַעֲשִׂים יִצְדַּק הָאִישׁ וְלֹא בֶאֱמוּנָה לְבַדָּהּ24 Βλεπετε λοιπον οτι εξ εργων δικαιουται ο ανθρωπος και ουχι εκ πιστεως μονον.
25 וְכֵן גַּם־רָחָב הַזּוֹנָה הֲלֹא נִצְדְּקָה בְּמַעֲשִׂים בְּאָסְפָהּ אֶת־הַמַּלְאָכִים אֶל־בֵּיתָהּ וַתְּשַׁלְּחֵם בְּדֶרֶךְ אַחֵר25 Ομοιως δε και Ρααβ η πορνη δεν εδικαιωθη εξ εργων, οτε υπεδεχθη τους απεσταλμενους και εξεβαλεν αυτους δι' αλλης οδου;
26 כִּי כַּאֲשֶׁר הַגּוּף בְּלִי נְשָׁמָה מֵת הוּא כֵּן גַּם־הָאֱמוּנָה בְלִי־מַעֲשִׂים מֵתָה הִיא26 Διοτι καθως το σωμα χωρις πνευματος ειναι νεκρον, ουτω και η πιστις χωρις των εργων ειναι νεκρα.
27 וְרָעָם בְּשֵׁבֶט בַּרְזֶל כִּכְלִי יוֹצֵר יְנֻפָּצוּ כַּאֲשֶׁר קִבַּלְתִּי גַם־אָנֹכִי מֵאֵת אָבִי
28 וְנָתַתִּי לוֹ כּוֹכַב הַשָּׁחַר
29 מִי אֲשֶׁר־אֹזֶן לוֹ יִשְׁמַע אֵת אֲשֶׁר הָרוּחַ אֹמֵר לַקְּהִלּוֹת