Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Α´ - 1 Samuele - Kings I 27


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Ειπε δε ο Δαβιδ εν τη καρδια αυτου, Θελω βεβαιως απολεσθη μιαν ημεραν δια χειρος του Σαουλ? δεν ειναι τι καλητερον δι' εμε, παρα να διασωθω ταχεως εις την γην των Φιλισταιων? τοτε απ' εμου ο Σαουλ απελπισθεις, θελει παραιτηθη απο του να με ζητη πλεον εις παντα τα ορια του Ισραηλ? ουτω θελω σωθη εκ της χειρος αυτου.1 David se dit en lui-même: “Un jour ou l’autre Saül va me tuer. Il vaut mieux que je me réfugie chez les Philistins: Saül cessera de me rechercher dans tout le pays d’Israël et j’échapperai à sa main.”
2 Και εσηκωθη ο Δαβιδ και διεβη, αυτος και οι εξακοσιοι ανδρες οι μετ' αυτου, προς τον Αγχους υιον του Μαωχ, βασιλεα της Γαθ.2 David passa donc avec ses 600 hommes chez le roi de Gat, Akich fils de Maok.
3 Και εκαθησεν ο Δαβιδ μετα του Αγχους εν Γαθ, αυτος και οι ανδρες αυτου, εκαστος μετα της οικογενειας αυτου, και ο Δαβιδ μετα των δυο γυναικων αυτου, Αχινοαμ της Ιεζραηλιτιδος και Αβιγαιας της Καρμηλιτιδος γυναικος του Ναβαλ.3 David s’installa avec ses hommes auprès d’Akich, à Gat. Chacun était venu avec sa famille, David avec ses deux femmes: Ahinoam de Yizréel et Abigayil, femme de Nabal de Karmel.
4 Ανηγγελθη δε προς τον Σαουλ οτι εφυγεν ο Δαβιδ εις Γαθ. οθεν δεν εζητησε πλεον αυτον.4 On fit savoir à Saül que David s’était enfui à Gat, et Saül cessa de le rechercher.
5 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Αγχους, Εαν ευρηκα τωρα χαριν εις τους οφθαλμους σου, ας μοι δοθη τοπος εις τινα των πολεων της εξοχης, δια να καθησω εκει? διοτι πως να καθηται ο δουλος σου μετα σου εν τη βασιλευουση πολει;5 David dit à Akich: “Si vraiment j’ai conquis ton amitié, donne-moi une place dans l’une des villes des environs et je m’y installerai. Il n’y a aucune raison pour que j’habite à côté de toi dans la capitale.”
6 Και εδωκεν εις αυτον ο Αγχους την Σικλαγ κατ' εκεινην την ημεραν? δια τουτο η Σικλαγ εμεινεν εις τους βασιλεις του Ιουδα μεχρι της σημερον.6 Akich ce jour-là lui donna Siklag et depuis ce jour, Siklag appartient aux rois de Juda.
7 Ο δε αριθμος των ημερων, τας οποιας ο Δαβιδ εκαθησεν εν τη γη των Φιλισταιων, εγεινεν εν ετος και τεσσαρες μηνες.7 David resta en territoire philistin pendant un an et quatre mois.
8 Ανεβαινε δε ο Δαβιδ και οι ανδρες αυτου και εκαμνον εισδρομας εις τους Γεσσουριτας και Γεζραιους και Αμαληκιτας? διοτι ουτοι ησαν εκ παλαιου οι κατοικοι της γης, κατα την εισοδον Σουρ και εως της γης Αιγυπτου.8 David et ses hommes partirent en expédition contre les Guéchourites, les Girzites et les Amalécites: ces tribus occupent la région qui s’étend de Télam en direction de Chour et de l’Égypte.
9 Και εκτυπα ο Δαβιδ την γην και δεν αφινε ζωντα ουτε ανδρα ουτε γυναικα? και ελαμβανε προβατα και βοας και ονους και καμηλους και ενδυματα? και επιστρεφων ηρχετο προς τον Αγχους.9 David ravageait la contrée; il ne laissait en vie ni homme ni femme, il enlevait les brebis, les bœufs, les ânes, les chameaux et tous les vêtements; ensuite il revenait chez Akich.
10 Και ελεγεν ο Αγχους προς τον Δαβιδ, που εκαμετε εισδρομην σημερον; Και απεκρινετο ο Δαβιδ, προς το μεσημβρινον του Ιουδα και προς το μεσημβρινον των Ιεραμεηλιτων και προς το μεσημβρινον των Κεναιων.10 Akich lui disait: “Où avez-vous fait une expédition aujourd’hui?” Et David répondait: “Dans le Négueb de Juda”, ou: “Dans le Négueb de Yérahméel”, ou: “Dans le Négueb des Kénites.”
11 Και ουτε ανδρα ουτε γυναικα δεν αφινε ζωντα ο Δαβιδ, δια να φερη ειδησιν εις Γαθ, λεγων, Μηποτε αναγγειλωσιν εναντιον ημων, λεγοντες, Ουτω καμνει ο Δαβιδ και τοιουτος ειναι ο τροπος αυτου, καθ' ολας τας ημερας οσας καθηται εν τη γη των Φιλισταιων.11 David ne laissait en vie ni homme ni femme, il ne voulait pas ramener à Gat quelqu’un qui aurait pu lui faire du tort et dire: “Voici ce qu’a fait David.” Telle fut la façon d’agir de David tout le temps où il séjourna chez les Philistins.
12 Και επιστευεν ο Αγχους τον Δαβιδ, λεγων, Αυτος εκαμεν εαυτον διολου μισητον εις τον λαον αυτου τον Ισραηλ? δια τουτο θελει εισθαι δουλος εις εμε παντοτε.12 Mais Akich faisait confiance à David, il se disait même: “Les Israélites, les gens de son peuple, ne peuvent sûrement plus le sentir, il restera donc pour toujours à mon service.”