Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΥΗ - Giosuè - Joshua 9


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Και οτε ηκουσαν παντες οι βασιλεις, οι εντευθεν του Ιορδανου, οι εν τη ορεινη και οι εν τη πεδινη και οι εν πασι τοις παραλιοις της θαλασσης της μεγαλης, εως κατεναντι του Λιβανου, οι Χετταιοι και οι Αμορραιοι, οι Χαναναιοι, οι Φερεζαιοι, οι Ευαιοι και οι Ιεβουσαιοι,1 Les rois du pays au-delà du Jourdain apprirent tout cela. Aussitôt, dans la montagne comme dans la plaine, sur la côte de la Grande Mer comme dans les environs du Liban, les Hittites, Amorites, Cananéens, Périsites, Hivvites et Jébusites
2 συνηχθησαν παντες ομου, δια να πολεμησωσι τον Ιησουν και τον Ισραηλ.2 se rassemblèrent pour attaquer ensemble Josué et Israël.
3 Οι δε κατοικοι της Γαβαων ηκουσαν ο, τι εκαμεν ο Ιησους εις την Ιεριχω και εις την Γαι,3 Les habitants de Gabaon savaient comment Josué avait traité Jéricho et Aï,
4 και επραξαν και ουτοι μετα πανουργιας, και υπηγον και ητοιμασθησαν με εφοδια, και ελαβον σακκους παλαιους επι των ονων αυτων και ασκους οινου παλαιους και κατεσχισμενους και δεδεμενους,4 ils eurent donc recours à une ruse. Ils prirent avec eux des provisions de voyage, mais c’étaient des sacs usés qu’ils mirent sur leurs ânes, des outres de vin râpées, crevées et réparées.
5 και εις τους ποδας αυτων υποδηματα παλαια και εμβαλωμενα, και ιματια παλαια εφ' εαυτων? και ολος ο αρτος του εφοδιασμου αυτων ητο ξηρος και κατατεθρυμμενος.5 Ils avaient à leurs pieds de vieilles sandales usées et rapiécées, sur eux des vêtements usagés, et le pain de leurs provisions était sec et tombait en miettes.
6 Και ηλθον προς τον Ιησουν εις το στρατοπεδον εις Γαλγαλα, και ειπον προς αυτον και προς τους ανδρας του Ισραηλ, Απο γης μακρας ηλθομεν? τωρα λοιπον καμετε συνθηκην προς ημας.6 Ils se rendirent près de Josué au camp de Guilgal, et voici ce qu’ils lui racontèrent ainsi qu’aux hommes d’Israël: “Nous venons d’un pays lointain, faites donc alliance avec nous.” Les hommes d’Israël répondirent à ces Hivvites:
7 Και ειπον οι ανδρες του Ισραηλ προς τους Ευαιους τουτους, Σεις κατοικειτε ισως εν τω μεσω ημων, και πως θελομεν καμει συνθηκην προς εσας;7 “Peut-être habitez-vous au milieu de nous? Comment pourrons-nous faire alors alliance avec vous?”
8 Οι δε ειπον προς τον Ιησουν, Δουλοι σου ειμεθα. Ειπε δε προς αυτους ο Ιησους, Ποιοι εισθε; και ποθεν ερχεσθε;8 Mais ils répondirent à Josué: “Nous sommes tes serviteurs!” Josué ajouta: “Qui êtes-vous et d’où venez-vous?”
9 Και ειπον προς αυτον, Απο πολυ μακρας γης ηλθον οι δουλοι σου δια το ονομα Κυριου του Θεου σου? διοτι ηκουσαμεν την φημην αυτου και παντα οσα εκαμεν εν Αιγυπτω,9 Ils répondirent: “C’est la renommée de Yahvé, ton Dieu, qui nous a fait venir d’un pays très éloigné. Nous avons entendu parler de tout ce qu’il a fait en Égypte,
10 και παντα οσα εκαμεν εις τους δυο βασιλεις των Αμορραιων, τους περαν του Ιορδανου, εις τον Σηων βασιλεα της Εσεβων, και εις τον Ωγ βασιλεα της Βασαν, τον εν Ασταρωθ?10 de tout ce qu’il a fait aux deux rois des Amorites au-delà du Jourdain, à Sihon, roi de Heshbon, et à Og, roi du Bashan, qui étaient à Achtarot.
11 δια τουτο ειπον προς ημας οι πρεσβυτεροι ημων και παντες οι κατοικοι της γης ημων, λεγοντες, Λαβετε εις εαυτους εφοδια δια την οδον, και υπαγετε εις συναντησιν αυτων και ειπατε προς αυτους, δουλοι σας ειμεθα? τωρα λοιπον καμετε συνθηκην προς ημας?11 Alors nos anciens et tous les habitants de notre pays nous ont dit: Prenez avec vous des provisions pour la route, allez au-devant d’eux et dites-leur: Nous sommes vos serviteurs, faites donc alliance avec nous.
12 τον αρτον ημων τουτον ζεστον ελαβομεν εκ των οικιων ημων, καθ' ην ημεραν εξηλθομεν δια να ελθωμεν προς εσας? και τωρα, ιδου, ειναι ξηρος και κατατεθρυμμενος?12 Regardez, notre pain était encore chaud quand nous l’avons pris dans nos maisons le jour où nous nous sommes mis en route pour venir vers vous, et maintenant le voilà sec, il tombe en miettes.
13 και ουτοι οι ασκοι του οινου, τους οποιους εγεμισαμεν νεους, και ιδου, ειναι κατεσχισμενοι? και τα ιματια ημων ταυτα και τα υποδηματα ημων επαλαιωθησαν δια την πολυ μακραν οδον.13 Ces outres de vin étaient neuves quand nous les avons remplies, aujourd’hui elles sont déchirées. Voyez nos vêtements et nos sandales: ils sont usés, tellement le voyage a été long.”
14 Και εδεχθησαν τους ανδρας εξ αιτιας των εφοδιων αυτων, και δεν ηρωτησαν τον Κυριον.14 Les hommes d’Israël partagèrent avec eux leurs provisions sans consulter l’oracle de Yahvé.
15 Και εκαμεν ο Ιησους ειρηνην προς αυτους και εκαμε συνθηκην προς αυτους, να φυλαξη την ζωην αυτων? και οι αρχοντες της συναγωγης ωμοσαν προς αυτους.15 Josué leur donna la paix et conclut avec eux une alliance qui leur garantissait la vie sauve, après quoi, les chefs de la communauté leur prêtèrent serment.
16 Και μετα τρεις ημερας, αφου εκαμον συνθηκην προς αυτους, ηκουσαν οτι ησαν γειτονες αυτων και κατωκουν μεταξυ αυτων.16 Mais trois jours après la conclusion de cette alliance, ils apprirent que ces gens étaient des voisins et qu’ils habitaient au milieu d’eux.
17 Και σηκωθεντες οι υιοι Ισραηλ υπηγον εις τας πολεις αυτων την τριτην ημεραν? αι δε πολεις αυτων ησαν Γαβαων και Χεφειρα και Βηρωθ και Κιριαθ-ιαρειμ.17 Les Israélites se mirent en route et le troisième jour ils atteignirent leurs villes. C’étaient Gabaon, Kéfira, Béérot et Kiryat-Yéarim.
18 Και δεν επαταξαν αυτους οι υιοι Ισραηλ, διοτι οι αρχοντες της συναγωγης ειχον ομοσει προς αυτους τον Κυριον τον Θεον του Ισραηλ. Και εγογγυζε πασα η συναγωγη κατα των αρχοντων.18 Les Israélites ne les mirent pas à mort, car les chefs de la communauté leur avaient prêté serment au nom de Yahvé, le Dieu d’Israël, mais toute la communauté murmura contre les chefs.
19 Παντες ομως οι αρχοντες ειπον προς πασαν την συναγωγην, Ημεις ωμοσαμεν προς αυτους τον Κυριον τον Θεον του Ισραηλ? τωρα λοιπον δεν δυναμεθα να εγγισωμεν αυτους?19 Les chefs répondirent à la communauté: “Nous leur avons fait un serment au nom de Yahvé, le Dieu d’Israël: maintenant, nous ne pouvons plus porter la main sur eux.
20 τουτο θελομεν καμει εις αυτους? θελομεν φυλαξει την ζωην αυτων, δια να μη ηναι οργη Θεου εφ' ημας, δια τον ορκον τον οποιον ωμοσαμεν προς αυτους.20 Voici comment nous allons agir: nous les laisserons en vie pour ne pas attirer sur nous un fléau, à cause du serment que nous leur avons fait.
21 Και οι αρχοντες ειπον προς αυτους, Ας ζωσι? πλην ας ηναι ξυλοκοποι και υδροφοροι εις πασαν συναγωγην? καθως οι αρχοντες υπεσχεθησαν προς αυτους.21 Mais ils feront les corvées de toute la communauté, ils fendront le bois et iront puiser l’eau.” Voilà ce que décidèrent les chefs.
22 Και συνεκαλεσεν αυτους ο Ιησους και ειπε προς αυτους, λεγων, Δια τι ηπατησατε ημας λεγοντες, πολυ μακραν ειμεθα απο σας, ενω σεις κατοικειτε μεταξυ ημων;22 Josué les réunit et leur dit: “Pourquoi nous avoir menti? Vous avez dit que vous veniez de très loin, alors que vous habitez au milieu de nous.
23 τωρα λοιπον επικαταρατοι εισθε, και δεν θελει λειψει απο σας δουλος και ξυλοκοπος και υδροφορος εις τον οικον του Θεου μου.23 Maintenant vous êtes maudits, vous serez pour toujours esclaves, vous fendrez le bois et vous puiserez l’eau pour la Maison de mon Dieu.”
24 Και απεκριθησαν προς τον Ιησουν λεγοντες, Επειδη οι δουλοι σου εμαθον μετα πληροφοριας οσα Κυριος ο Θεος σου διεταξεν εις τον δουλον αυτου Μωυσην, να δωση εις εσας πασαν την γην και να εξολοθρευση εμπροσθεν σας παντας τους κατοικους της γης, δια τουτο εφοβηθημεν απο σας σφοδρα δια την ζωην ημων και εκαμομεν το πραγμα τουτο?24 Ils répondirent à Josué: “On nous avait fait savoir les instructions de Yahvé, ton Dieu, à Moïse son serviteur: Yahvé vous donnerait tout le pays et vous deviez exterminer devant vous tous ses habitants. Nous avions très peur pour nos vies et c’est pourquoi nous avons agi de la sorte.
25 και τωρα, ιδου, εις τας χειρας σου ειμεθα? ο, τι σοι φανη καλον και αρεστον να καμης εις ημας, καμε.25 Maintenant nous sommes entre tes mains, traite-nous comme cela te paraîtra bon et juste.”
26 Και εκαμεν ουτως εις αυτους, και ηλευθερωσεν αυτους εκ της χειρος των υιων Ισραηλ, και δεν εφονευσαν αυτους.26 Josué ne les livra donc pas aux Israélites, ils ne furent pas mis à mort,
27 Και την ημεραν εκεινην εκαμεν αυτους ο Ιησους ξυλοκοπους και υδροφορους μεχρι τουδε, εις την συναγωγην και εις το θυσιαστηριον του Κυριου, εις τον τοπον οντινα εκλεξη.27 mais dès ce jour ils durent fendre le bois et puiser l’eau pour la communauté, pour l’autel de Yahvé, dans le lieu que lui-même devait choisir. Ils le font encore.