1 Σας παρακαλω λοιπον εγω ο δεσμιος εν Κυριω να περιπατησητε αξιως της προσκλησεως, καθ' ην προσεκληθητε, | 1 IO adunque, il prigione, vi esorto nel Signore, che camminiate condegnamente alla vocazione, della quale siete stati chiamati; |
2 μετα πασης ταπεινοφροσυνης και πραοτητος, μετα μακροθυμιας, υποφεροντες αλληλους εν αγαπη, | 2 con ogni umiltà, e mansuetudine; con pazienza, comportandovi gli uni gli altri in carità; |
3 σπουδαζοντες να διατηρητε την ενοτητα του Πνευματος δια του συνδεσμου της ειρηνης. | 3 studiandovi di serbar l’unità dello Spirito per il legame della pace. |
4 Εν σωμα και εν Πνευμα, καθως και προσεκληθητε με μιαν ελπιδα της προσκλησεως σας? | 4 V’è un corpo unico, e un unico Spirito; come ancora voi siete stati chiamati in un’unica speranza della vostra vocazione. |
5 εις Κυριος, μια πιστις, εν βαπτισμα? | 5 V’è un unico Signore, una fede, un battesimo; |
6 εις Θεος και Πατηρ παντων, ο ων επι παντων και δια παντων και εν πασιν υμιν. | 6 un Dio unico, e Padre di tutti, il quale è sopra tutte le cose, e fra tutte le cose, e in tutti voi. |
7 Εις ενα δε εκαστον ημων εδοθη η χαρις κατα το μετρον της δωρεας του Χριστου. | 7 Ma a ciascun di noi è stata data la grazia, secondo la misura del dono di Cristo. |
8 Δια τουτο λεγει? Αναβας εις υψος, ηχμαλωτευσεν αιχμαλωσιαν και εδωκε χαρισματα εις τους ανθρωπους. | 8 Per la qual cosa dice: Essendo salito in alto, egli ha menata in cattività moltitudine di prigioni, e ha dati de’ doni agli uomini. |
9 Το δε ανεβη τι ειναι ειμη οτι και κατεβη πρωτον εις τα κατωτερα μερη της γης; | 9 Or quello: È salito, che cosa è altro, se non che prima ancora era disceso nelle parti più basse della terra? |
10 Ο καταβας αυτος ειναι και ο αναβας υπερανω παντων των ουρανων, δια να πληρωση τα παντα. | 10 Colui che è disceso è quello stesso, il quale ancora è salito di sopra a tutti i cieli, acciocchè empia tutte le cose. |
11 Και αυτος εδωκεν αλλους μεν αποστολους, αλλους δε προφητας, αλλους δε ευαγγελιστας, αλλους δε ποιμενας και διδασκαλους, | 11 Ed egli stesso ha dati gli uni apostoli, e gli altri profeti, e gli altri evangelisti, e gli altri pastori, e dottori; |
12 προς την τελειοποιησιν των αγιων, δια το εργον της διακονιας, δια την οικοδομην του σωματος του Χριστου, | 12 per lo perfetto adunamento de’ santi, per l’opera del ministerio, per l’edificazione del corpo di Cristo; |
13 εωσου καταντησωμεν παντες εις την ενοτητα της πιστεως και της επιγνωσεως του Υιου του Θεου, εις ανδρα τελειον, εις μετρον ηλικιας του πληρωματος του Χριστου, | 13 finchè ci scontriamo tutti nell’unità della fede, e della conoscenza del Figliuol di Dio, in uomo compiuto, alla misura della statura perfetta del corpo di Cristo. |
14 δια να μη ημεθα πλεον νηπιοι, κυματιζομενοι και περιφερομενοι με παντα ανεμον της διδασκαλιας, δια της δολιοτητος των ανθρωπων, δια της πανουργιας εις το μεθοδευεσθαι την πλανην, | 14 Acciocchè non siam più bambini, fiottando e trasportati da ogni vento di dottrina, per la baratteria degli uomini, per la loro astuzia all’artificio, ed insidie dell’inganno. |
15 αλλα αληθευοντες εις την αγαπην να αυξησωμεν εις αυτον κατα παντα, οστις ειναι η κεφαλη, ο Χριστος, | 15 Ma che, seguitando verità in carità, cresciamo in ogni cosa in colui che è il capo, cioè in Cristo. |
16 εξ ου παν το σωμα συναρμολογουμενον και συνδεδεμενον δια πασης συναφειας των συνεργουντων μελων, κατα την αναλογον ενεργειαν ενος εκαστου μερους καμνει την αυξησιν του σωματος προς οικοδομην εαυτου εν αγαπη. | 16 Dal quale tutto il corpo ben composto, e commesso insieme per tutte le giunture di cui è fornito, secondo la virtù che è nella misura di ciascun membro, prende il suo accrescimento alla propria edificazione in carità |
17 Τουτο λοιπον λεγω και μαρτυρομαι δια του Κυριου, να μη περιπατητε πλεον καθως και τα λοιπα εθνη περιπατουσιν εν τη ματαιοτητι του νοος αυτων, | 17 QUESTO dico adunque, e protesto nel Signore, che voi non camminiate più come camminano ancora gli altri Gentili, nella vanità della lor mente; |
18 εσκοτισμενοι την διανοιαν, απηλλοτριωμενοι οντες απο της ζωης του Θεου δια την αγνοιαν την ουσαν εν αυτοις, δια την πωρωσιν της καρδιας αυτων, | 18 intenebrati nell’intelletto, alieni dalla vita di Dio, per l’ignoranza che è in loro, per l’induramento del cuor loro. |
19 οιτινες αναισθητουντες, παρεδωκαν εαυτοις εις την ασελγειαν, δια να εργαζωνται πασαν ακαθαρσιαν ακορεστως. | 19 I quali, essendo divenuti insensibili ad ogni dolore, si sono abbandonati alla dissoluzione, da operare ogni immondizia, con insaziabile cupidità. |
20 Σεις ομως δεν εμαθετε ουτω τον Χριστον, | 20 Ma voi non avete così imparato Cristo; |
21 επειδη αυτον ηκουσατε και εις αυτον εδιδαχθητε, καθως ειναι η αληθεια εν τω Ιησου? | 21 se pur l’avete udito, e siete stati in lui ammaestrati, secondo che la verità è in Gesù: |
22 να απεκδυθητε τον παλαιον ανθρωπον τον κατα την προτεραν διαγωγην, τον φθειρομενον κατα τας απατηλας επιθυμιας, | 22 di spogliare, quant’è alla primiera condotta, l’uomo vecchio, il qual si corrompe nelle concupiscenze della seduzione; |
23 και να ανανεονησθε εις το πνευμα του νοος σας | 23 e d’essere rinnovati per lo Spirito della vostra mente; |
24 και να ενδυθητε τον νεον ανθρωπον, τον κτισθεντα κατα Θεον εν δικαιοσυνη και οσιοτητι της αληθειας. | 24 e d’esser vestiti dell’uomo nuovo, creato, secondo Iddio, in giustizia, e santità di verità. |
25 Οθεν απορριψαντες το ψευδος, λαλειτε αληθειαν εκαστος μετα του πλησιον αυτου? διοτι ειμεθα μελη αλληλων. | 25 Perciò, deposta la menzogna, parlate in verità ciascuno col suo prossimo; poichè noi siam membra gli uni degli altri. |
26 Οργιζεσθε και μη αμαρτανετε? ο ηλιος ας μη δυη επι τον παροργισμον σας, | 26 Adiratevi, e non peccate; il sole non tramonti sopra il vostro cruccio. |
27 μητε διδετε τοπον εις τον διαβολον. | 27 E non date luogo al diavolo. |
28 Ο κλεπτων ας μη κλεπτη πλεον, μαλλον δε ας κοπιαζη εργαζομενος το καλον με τας χειρας αυτου, δια να εχη να μεταδιδη εις τον χρειαν εχοντα. | 28 Chi rubava non rubi più; anzi più tosto fatichi, facendo qualche buona opera con le proprie mani, acciocchè abbia di che far parte a colui che ha bisogno. |
29 Μηδεις λογος σαπρος ας μη εξερχηται εκ του στοματος σας, αλλ' οστις ειναι καλος προς οικοδομην της χρειας, δια να δωση χαριν εις τους ακουοντας. | 29 Niuna parola malvagia esca dalla vostra bocca; ma, se ve n’è alcuna buona ad edificazione, secondo il bisogno; acciocchè conferisca grazia agli ascoltanti. |
30 Και μη λυπειτε το Πνευμα το Αγιον του Θεου, με το οποιον εσφραγισθητε δια την ημεραν της απολυτρωσεως. | 30 E non contristate lo Spirito Santo di Dio, col quale siete stati suggellati per il giorno della redenzione. |
31 Πασα πικρια και θυμος και οργη και κραυγη και βλασφημια ας αφαιρεθη απο σας μετα πασης κακιας? | 31 Sia tolta via da voi ogni amaritudine, ed ira, e cruccio, e grido, e maldicenza, con ogni malizia. |
32 γινεσθε δε εις αλληλους χρηστοι, ευσπλαγχνοι, συγχωρουντες αλληλους, καθως ο Θεος συνεχωρησεν εσας δια του Χριστου. | 32 Ma siate gli uni inverso gli altri benigni, misericordiosi, perdonandovi gli uni gli altri, siccome ancora Iddio vi ha perdonati in Cristo |