1 Οντες δε συνεργοι αυτου, παρακαλουμεν ενταυτω να μη δεχθητε την χαριν του Θεου ματαιως? | 1 E poiché siamo suoi collaboratori, vi esortiamo a non accogliere invano la grazia di Dio. |
2 διοτι λεγει? Εν καιρω δεκτω επηκουσα σου και εν ημερα σωτηριας σε εβοηθησα? ιδου, τωρα καιρος ευπροσδεκτος, ιδου, τωρα ημερα σωτηριας? | 2 Egli dice infatti: Al momento favorevole ti ho esaudito e nel giorno della salvezza ti ho aiutato. Ecco adesso il momento favorevole, ecco ora il giorno della salvezza! |
3 μη διδοντες μηδεν προσκομμα κατ' ουδεν, δια να μη προσαφθη μωμος εις την διακονιαν, | 3 Noi non diamo motivo di scandalo a nessuno, perché non venga biasimato il nostro ministero; |
4 αλλα εν παντι συνιστωντες εαυτους ως υπηρεται Θεου, εν υπομονη πολλη, εν θλιψεσιν, εν αναγκαις, εν στενοχωριαις, | 4 ma in ogni cosa ci presentiamo come ministri di Dio, con molta fortezza, nelle tribolazioni, nelle angustie, nelle ansie, |
5 εν ραβδισμοις, εν φυλακαις, εν ακαταστασιαις, εν κοποις, εν αγρυπνιαις, εν νηστειαις, | 5 nelle percosse, nelle carceri, nelle sommosse, nelle fatiche, nelle veglie, nei digiuni; |
6 εν καθαροτητι, εν γνωσει, εν μακροθυμια, εν χρηστοτητι, εν Πνευματι Αγιω, εν αγαπη ανυποκριτω, | 6 con purezza, sapienza, longanimità, benevolenza, spirito di santità, amore sincero; |
7 εν λογω αληθειας, εν δυναμει Θεου, δια των οπλων της δικαιοσυνης των δεξιων και αριστερων, | 7 con parole di verità, con la potenza di Dio; con le armi della giustizia nella destra e nella sinistra; |
8 δια δοξης και ατιμιας, δια δυσφημιας και ευφημιας, ως πλανοι ομως αληθεις, | 8 nella gloria e nel disprezzo, nella cattiva fama e nella buona; ritenuti mendaci e invece veritieri; |
9 ως αγνοουμενοι αλλα καλως γνωριζομενοι, ως αποθνησκοντες αλλ ιδου, ζωμεν, ως παιδευομενοι αλλα μη θανατουμενοι, | 9 come ignoti, eppure conosciuti; moribondi, eppure viviamo; castigati, ma non messi a morte; |
10 ως λυπουμενοι παντοτε ομως χαιροντες, ως πτωχοι πολλους ομως πλουτιζοντες, ως μηδεν εχοντες και τα παντα κατεχοντες. | 10 afflitti, eppure sempre lieti; poveri, mentre arricchiamo molti; gente che non ha nulla, mentre possediamo tutto! |
11 Το στομα ημων ηνοιχθη προς εσας, Κορινθιοι, η καρδια ημων επλατυνθη? | 11 La nostra bocca vi ha parlato apertamente e il nostro cuore si è dilatato per voi, o Corinzi. |
12 δεν εχετε στενοχωριαν εν ημιν, αλλ' εχετε στενοχωριαν εν τοις σπλαγχνοις υμων? | 12 Non siete davvero allo stretto in noi; è nei vostri cuori che state allo stretto. |
13 την αυτην λοιπον αντιμισθιαν αποδιδοντες, ως προς τεκνα λαλω, πλατυνθητε και σεις. | 13 Rendeteci il contraccambio! Parlo come a figli, dilatate il cuore anche voi! |
14 Μη ομοζυγειτε με τους απιστους? διοτι τινα μετοχην εχει η δικαιοσυνη με την ανομιαν; τινα δε κοινωνιαν το φως προς το σκοτος; | 14 Non lasciatevi legare al giogo estraneo degli infedeli. Quale rapporto ci può essere tra la giustizia e l'empietà, o quale comunione tra la luce e le tenebre? |
15 Τινα δε συμφωνιαν ο Χριστος με τον Βελιαλ; η τινα μεριδα ο πιστος με τον απιστον; | 15 Quale armonia tra Cristo e Beliar, quale società tra un fedele e un infedele, |
16 Τινα δε συμβιβασιν ο ναος του Θεου με τα ειδωλα; διοτι σεις εισθε ναος Θεου ζωντος, καθως ειπεν ο Θεος οτι θελω κατοικει εν αυτοις και περιπατει, και θελω εισθαι Θεος αυτων, και αυτοι θελουσιν εισθαι λαος μου. | 16 quale accordo tra il tempio di Dio e gli idoli? Perché noi siamo il tempio del Dio vivente, come egli ha detto: Abiterò e camminerò in mezzo a loro, e sarò il loro Dio ed essi il mio popolo. |
17 Δια τουτο. Εξελθετε εκ μεσου αυτων και αποχωρισθητε, λεγει Κυριος, και μη εγγισητε ακαθαρτον, και εγω θελω σας δεχθη, | 17 Perciò uscite di mezzo a loro e mettetevi in disparte, dice il Signore, non toccate nulla d'impuro. E io vi accoglierò |
18 και θελω εισθαι Πατηρ σας, και σεις θελετε εισθαι υιοι μου και θυγατερες, λεγει Κυριος παντοκρατωρ. | 18 e sarò per voi un padre, e voi sarete per me figli e figlie, dice il Signore onnipotente. |