Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Atti degli Apostoli - Acts 7


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Ειπε δε ο αρχιερευς? Τωοντι ουτως εχουσι ταυτα;1 Le grand prêtre lui demanda: "Les choses sont-elles ainsi?”
2 Ο δε ειπεν? Ανδρες αδελφοι και πατερες, ακουσατε. Ο Θεος της δοξης εφανη εις τον πατερα ημων Αβρααμ οτε ητο εν τη Μεσοποταμια, πριν κατοικηση εν Χαρραν,2 Il répondit: "Frères et pères, écoutez! Le Dieu de gloire est apparu à notre père Abraham quand il était en Mésopotamie, avant qu’il n’aille vivre à Harrân.
3 και ειπε προς αυτον? Εξελθε εκ της γης σου και εκ της συγγενειας σου, και ελθε εις γην, την οποιαν θελω σοι δειξει.3 Il lui a dit: Quitte ton pays et ta parenté et va vers la terre que je te donnerai.
4 Τοτε εξελθων εκ της γης των Χαλδαιων κατωκησεν εν Χαρραν? και εκειθεν μετα τον θανατον του πατρος αυτου μετωκισεν αυτον εις την γην ταυτην, εις την οποιαν σεις κατοικειτε τωρα?4 C’est alors qu’il a quitté la Kaldée pour vivre à Harrân. “Après la mort de son père, Dieu l’a fait émigrer vers le pays où vous habitez à présent.
5 και δεν εδωκεν εις αυτον κληρονομιαν εν αυτη ουδε βημα ποδος, υπεσχεθη δε οτι θελει δωσει αυτην κτημα εις αυτην και εις το σπερμα αυτου μετ' αυτον, ενω δεν ειχε τεκνον.5 Il ne lui a donné aucun domaine en ce pays, pas même de quoi poser son pied, mais il lui a promis cette terre: il devait la lui donner en propriété, comme à sa descendance après lui. Mais de fait il était sans enfants.
6 Ελαλησε δε προς αυτον ο Θεος ουτως, οτι το σπερμα αυτου θελει εισθαι παροικον εν γη ξενη, και θελουσι δουλωσει αυτο και καταθλιψει τετρακοσια ετη?6 “Dieu lui a parlé ainsi: Tes descendants vivront tels des émigrés sur une terre étrangère. Durant 400 ans ils seront maltraités et feront un travail d’esclaves.
7 και το εθνος, εις το οποιον θελουσι δουλωθη, εγω θελω κρινει, ειπεν ο Θεος? και μετα ταυτα θελουσιν εξελθει και θελουσι με λατρευσει εν τω τοπω τουτω.7 Mais, dit encore Dieu, je jugerai la nation qui les aura maintenus en servitude. Après quoi ils en sortiront et viendront m’adorer en ce lieu.”
8 Και εδωκεν εις αυτον διαθηκην περιτομης? και ουτως εγεννησε τον Ισαακ και περιετεμεν αυτον τη ογδοη ημερα, και ο Ισαακ εγεννησε τον Ιακωβ, και ο Ιακωβ τους δωδεκα πατριαρχας.8 “C’est à lui que Dieu a donné l’alliance de la circoncision. Après avoir engendré Isaac, il le circoncit le huitième jour; Isaac a fait de même pour Jacob, et Jacob pour les douze patriarches.
9 Και οι πατριαρχαι, φθονησαντες τον Ιωσηφ, επωλησαν εις την Αιγυπτον. Ο Θεος ομως ητο μετ' αυτου,9 “Les patriarches devinrent jaloux de Joseph et le firent emmener en Égypte. Mais Dieu était avec lui:
10 και ηλευθερωσεν αυτον εκ πασων των θλιψεων αυτου και εδωκεν εις αυτον χαριν και σοφιαν ενωπιον Φαραω του βασιλεως της Αιγυπτου, οστις κατεστησεν αυτον κυβερνητην επι της Αιγυπτου και ολου του οικου αυτου.10 il le libéra de toutes ses épreuves et lui donna grâce et sagesse aux yeux de Pharaon, roi d’Égypte. Celui-ci fit de lui le gouverneur de l’Égypte et de toute sa propre maison.
11 Ηλθε δε πεινα εφ' ολην την γην της Αιγυπτου και Χανααν και θλιψις μεγαλη, και δεν ευρισκον τροφας οι πατερες ημων.11 Survint une famine en Égypte et en Canaan; l’épreuve fut telle que nos pères ne trouvaient plus à manger.
12 Ακουσας δε ο Ιακωβ οτι υπηρχε σιτος εν Αιγυπτω, εξαπεστειλε πρωτην φοραν τους πατερας ημων?12 Jacob apprit qu’il y avait du blé en Égypte et il y envoya nos pères une première fois.
13 και εν τη δευτερα ανεγνωρισθη ο Ιωσηφ εις τους αδελφους αυτου, και εφανερωθη εις τον Φαραω το γενος του Ιωσηφ.13 C’est à la deuxième fois que Joseph se fit reconnaître de ses frères. Le Pharaon connut alors la race de Joseph.
14 Αποστειλας δε ο Ιωσηφ, εκαλεσε προς εαυτον τον πατερα αυτου Ιακωβ και πασαν την συγγενειαν αυτου εβδομηκοντα πεντε ψυχας.14 Puis Joseph fit appeler son père Jacob et toute sa famille, au nombre de 75 personnes.
15 Και κατεβη ο Ιακωβ εις Αιγυπτον και ετελευτησεν εκει αυτος και οι πατερες ημων,15 Jacob descendit en Égypte et il y mourut, nos pères également.
16 και μετεκομισθησαν εις Συχεμ και ετεθησαν εν τω μνηματι, το οποιον ηγορασεν ο Αβρααμ με τιμην αργυριου παρα των υιων του Εμμωρ πατρος του Συχεμ.16 On les fit ramener à Sichem et déposer dans le sépulcre qu’Abraham avait acheté à prix d’argent aux fils de Hamor, à Sichem.
17 Καθως δε επλησιαζεν ο καιρος της επαγγελιας, την οποιαν ωμοσεν ο Θεος προς τον Αβρααμ, ηυξησεν ο λαος και επληθυνθη εν Αιγυπτω,17 “Le terme approchait pour la promesse que Dieu avait jurée à Abraham. Le peuple se développait et foisonnait en Égypte
18 εωσου εσηκωθη βασιλευς αλλος, οστις δεν ηξευρε τον Ιωσηφ.18 lorsque arriva un autre roi qui ne connaissait pas Joseph.
19 Ουτος δολιευθεις το γενος ημων, κατεθλιψε τους πατερας ημων, ωστε να καμη να ριπτωνται τα βρεφη αυτων, δια να μη ζωογονωνται?19 Il vit notre race d’un mauvais œil et fit tout pour nuire à nos pères, leur faisant abandonner leurs bébés pour qu’ils n’aient plus de descendance.
20 εν τουτω τω καιρω εγεννηθη ο Μωυσης, και ειχε θειον καλλος? οστις ανετραφη τρεις μηνας εν τω οικω του πατρος αυτου.20 C’est à ce moment que Moïse est né, celui qui était cher à Dieu. Durant trois mois il fut élevé dans la maison de son père,
21 Αφου δε ερριφθη, ανελαβεν αυτον η θυγατηρ του Φαραω και ανεθρεψεν αυτον δια να ηναι υιος αυτης.21 et quand on l’exposa, il fut recueilli par la fille de Pharaon qui l’éleva comme son fils.
22 Και εδιδαχθη ο Μωυσης πασαν την σοφιαν των Αιγυπτιων και ητο δυνατος εν λογοις και εν εργοις.22 Moïse fut instruit de tout le savoir des Égyptiens: il était très doué pour la parole et pour l’action.
23 Ενω δε ετελειονε το τεσσαρακοστον ετος της ηλικιας αυτου, ηλθεν εις την καρδιαν αυτου να επισκεφθη τους αδελφους αυτου, τους υιους Ισραηλ.23 “Il avait déjà passé l’âge de quarante ans lorsque l’idée lui vint de visiter ses frères, les fils d’Israël.
24 Και ιδων τινα αδικουμενον, υπερησπισθη αυτον και εκαμεν εκδικησιν υπερ του καταθλιβομενου, παταξας τον Αιγυπτιον.24 Voyant comment on maltraitait l’un d’eux, il voulut le défendre et rendit la pareille à celui qui abusait de lui: il fit périr l’Égyptien.
25 Ενομιζε δε οτι οι αδελφοι αυτου ηθελον νοησει οτι ο Θεος δια της χειρος αυτου διδει εις αυτους σωτηριαν? εκεινοι ομως δεν ενοησαν.25 “Ses frères allaient-ils comprendre que par sa main Dieu leur offrait le salut? Moïse le croyait. De fait ils ne comprirent pas.
26 Την δε ακολουθον ημεραν εφανη εις αυτους, ενω εμαχοντο, και παρεκινησεν αυτους εις ειρηνην, ειπων? Ανθρωποι, αδελφοι εισθε σεις? δια τι αδικειτε αλληλους;26 Le jour suivant il les vit qui se battaient entre eux et il essaya de ramener la paix: “Vous êtes frères!” leur dit-il, “pourquoi vous faire du mal l’un à l’autre?
27 Ο δε αδικων τον πλησιον απεσπρωξεν αυτον, ειπων? Τις σε κατεστησεν αρχοντα και δικαστην εφ' ημας;27 Mais celui qui maltraitait son prochain s’y refusa: Qui t’a fait notre chef ou notre juge?
28 Μηπως θελεις συ να με φονευσης, καθ' ον τροπον εφονευσας χθες τον Αιγυπτιον;28 Veux-tu me tuer comme tu as tué hier l’Égyptien?
29 Τοτε ο Μωυσης εφυγε δια τον λογον τουτον και εγεινε παροικος εν γη Μαδιαμ, οπου εγεννησε δυο υιους.29 En entendant cela, Moïse prit la fuite et s’en alla demeurer au pays de Madian. Là il eut deux fils.
30 Και αφου συνεπληρωθησαν τεσσαρακοντα ετη, εφανη εις αυτον αγγελος Κυριου εν τη ερημω του ορους Σινα εν μεσω φλογος καιομενης βατου.30 “Quarante ans déjà s’étaient écoulés lorsque, dans le désert du mont Sinaï, un ange lui apparut dans les flammes d’un buisson en feu.
31 Ο δε Μωυσης ιδων εθαυμασε δια το οραμα? και ενω επλησιαζε δια να παρατηρηση, ηλθε φωνη Κυριου προς αυτον?31 Moïse fut très intrigué par ce qu’il voyait. Comme il s’approchait pour mieux se rendre compte, il y eut une voix du Seigneur:
32 Εγω ειμαι ο Θεος των πατερων σου, ο Θεος του Αβρααμ και ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ. Εντρομος δε γενομενος ο Μωυσης, δεν ετολμα να παρατηρηση.32 Je suis le Dieu de tes pères, le Dieu d’Abraham, d’Isaac et de Jacob. Moïse ressentait une telle crainte qu’il n’osait plus regarder.
33 Και ειπε προς αυτον ο Κυριος? Λυσον το υποδημα των ποδων σου? διοτι ο τοπος, επι του οποιου ιστασαι, ειναι γη αγια.33 le Seigneur lui dit alors: Enlève les sandales que tu as aux pieds, car le lieu où tu te trouves est une terre sainte.
34 Ειδον, ειδον την ταλαιπωριαν του λαου μου του εν Αιγυπτω και ηκουσα τον στεναγμον αυτων και κατεβην δια να ελευθερωσω αυτους? και τωρα ελθε, θελω σε αποστειλει εις Αιγυπτον.34 J’ai vu comment on maltraite mon peuple en Égypte, j’ai entendu leurs gémissements et je suis descendu pour les délivrer. Va, je te renvoie en Égypte.
35 Τουτον τον Μωυσην τον οποιον ηρνηθησαν ειποντες? Τις σε κατεστησεν αρχοντα και δικαστην; τουτον ο Θεος απεστειλεν αρχηγον και λυτρωτην δια χειρος του αγγελου του φανεντος εις αυτον εν τη βατω.35 “Ce Moïse qu’ils avaient renié, à qui ils avaient dit: “Qui t’a fait chef et juge?” c’était lui que Dieu leur envoyait comme chef et libérateur, avec l’appui de l’ange qui lui était apparu dans le buisson.
36 Ουτος εξηγαγεν αυτους, αφου εκαμε τερατα και σημεια εν γη Αιγυπτου και εν τη Ερυθρα θαλασση και εν τη ερημω τεσσαρακοντα ετη.36 C’est lui qui les a fait sortir, qui a opéré signes et prodiges au pays d’Égypte, à la Mer Rouge et au désert durant quarante années.
37 Ουτος ειναι ο Μωυσης, οστις ειπε προς τους υιους του Ισραηλ? προφητην εκ των αδελφων σας θελει σας αναστησει Κυριος ο Θεος σας, ως εμε? αυτου θελετε ακουσει.37 C’est ce même Moïse qui a dit aux fils d’Israël: Le Seigneur fera se lever d’entre vos frères un prophète comme moi.
38 Ουτος ειναι οστις εν τη εκκλησια εν τη ερημω εσταθη μετα του αγγελου του λαλουντος προς αυτον εν τω ορει Σινα και μετα των πατερων ημων, και παρελαβε λογια ζωοποια δια να δωση εις ημας.38 C’est lui qui était avec nos pères à l’assemblée du désert, avec l’ange qui lui parlait sur le mont Sinaï; et il a reçu les paroles vivantes pour nous les donner.
39 Εις τον οποιον οι πατερες ημων δεν ηθελησαν να υπακουσωσιν, αλλ' απεβαλον και εστραφησαν εν ταις καρδιαις αυτων εις Αιγυπτον39 “Nos pères ne voulaient pas l’écouter, ils se rebellaient et ne pensaient qu’à retourner en Égypte.
40 ειποντες προς τον Ααρων? Καμε εις ημας θεους, οιτινες θελουσι προπορευεσθαι ημων? διοτι ουτος ο Μωυσης, οστις εξηγαγεν ημας εξ Αιγυπτου, δεν εξευρομεν τι συνεβη εις αυτον.40 Ils dirent même à Aaron: Fais-nous des dieux qui marchent à notre tête, car ce Moïse qui nous a fait sortir d’Égypte, nous ne savons pas ce qui lui est arrivé.
41 Και κατεσκευασαν μοσχον εν ταις ημεραις εκειναις και προσεφεραν θυσιαν εις το ειδωλον και ευφραινοντο εις τα εργα των χειρων αυτων.41 C’est alors qu’ils firent le veau: ils offrirent un sacrifice à l’idole et firent leur bonheur de l’œuvre de leurs mains.
42 Οθεν εστραφη ο Θεος και παρεδωκεν αυτους εις το να λατρευσωσι την στρατιαν του ουρανου, καθως ειναι γεγραμμενον εν τω βιβλιω των προφητων. Μηπως προσεφερατε εις εμε σφαγια και θυσιας τεσσαρακοντα ετη εν τη ερημω, οικος Ισραηλ;42 “Dieu détourna son visage et les laissa rendre un culte à l’armée du ciel, comme il est écrit au livre des Prophètes: M’avez-vous offert victimes et sacrifices durant les quarante années au désert, maison d’Israël?
43 Μαλιστα ανελαβετε την σκηνην του Μολοχ και το αστρον του Θεου σας Ρεμφαν, τους τυπους, τους οποιους εκαμετε δια να προσκυνητε αυτους? δια τουτο θελω σας μετοικισει επεκεινα της Βαβυλωνος.43 Vous portiez la tente de Molok et l’étoile de Rafa votre dieu, les images que vous aviez faites pour vous incliner devant elles. C’est pourquoi je vous déménagerai au-delà de Babylone.
44 Η σκηνη του μαρτυριου ητο μετα των πατερων ημων εν τη ερημω, καθως διεταξεν εκεινος, οστις ελαλει προς τον Μωυσην, να κατασκευαση αυτην κατα τον τυπον τον οποιον ειχεν ιδει?44 “Nos pères avaient au désert la Tente du Témoignage; celui qui parlait à Moïse lui avait ordonné de la faire selon le modèle qu’il avait vu.
45 την οποιαν και παραλαβοντες οι πατερες ημων, εφεραν μετα του Ιησου εις την κατακτηθεισαν γην των εθνων, τα οποια ο Θεος εξωσεν απ' εμπροσθεν των πατερων ημων, εως των ημερων του Δαβιδ?45 Après l’avoir reçue, nos pères l’introduisirent avec Josué quand ils dépossédèrent les nations que Dieu chassait devant eux. Rien ne changea jusqu’au temps de David.
46 οστις ευρε χαριν ενωπιον του Θεου και ηυχηθη να ευρη κατοικιαν δια τον Θεον του Ιακωβ.46 David jouissait de la faveur de Dieu et voulut lui procurer un lieu de repos dans la maison de Jacob.
47 Ο Σολομων δε ωκοδομησεν εις αυτον οικον.47 De fait, ce fut Salomon qui lui construisit ce Temple.
48 Αλλ' ο Υψιστος δεν κατοικει εν χειροποιητοις ναοις, καθως ο προφητης λεγει?48 “Mais le Très-Haut n’habite pas des constructions humaines; le prophète l’a dit:
49 Ο ουρανος ειναι θρονος μου, η δε γη υποποδιον των ποδων μου? ποιον οικον θελετε οικοδομησει δι' εμε, λεγει Κυριος, η ποιος ο τοπος της αναπαυσεως μου;49 Le ciel est mon trône et la terre est mon marchepied; quelle maison pourriez-vous me construire? dit le Seigneur. Ai-je besoin d’un lieu de repos?
50 Η χειρ μου δεν εκαμε ταυτα παντα;50 N’est-ce pas ma main qui a fait tout cela?
51 Σκληροτραχηλοι και απεριτμητοι την καρδιαν και τα ωτα, σεις παντοτε αντιφερεσθε κατα του Πνευματος του Αγιου? καθως οι πατερες σας, ουτω και σεις.51 “Mais vraiment vous avez la nuque raide! La circoncision n’a pas touché vos cœurs ni vos oreilles, et toujours vous résistez à l’Esprit Saint. Vous faites exactement comme vos pères:
52 Τινα των προφητων δεν εδιωξαν οι πατερες σας; μαλιστα εφονευσαν εκεινους, οιτινες προκατηγγειλαν περι της ελευσεως του δικαιου, του οποιου σεις εγεινατε τωρα προδοται και φονεις?52 quel est le prophète qu’ils n’ont pas persécuté? Ils ont tué ceux qui annonçaient la mort du Juste, et c’est vous maintenant qui l’avez livré et tué.
53 οιτινες ελαβετε τον νομον εκ διαταγων αγγελων και δεν εφυλαξατε.53 Déjà vous aviez reçu une loi préparée par les anges, et vous ne l’avez pas observée!”
54 Ακουοντες δε ταυτα, κατεκοπτοντο τας καρδιας αυτων και ετριζον τους οδοντας κατ' αυτου.54 En entendant ces paroles d’Étienne, ils frémissaient de rage contre lui et grinçaient des dents.
55 Ο δε Στεφανος, πληρης ων Πνευματος Αγιου, ατενισας εις τον ουρανον, ειδε την δοξαν του Θεου και τον Ιησουν ισταμενον εκ δεξιων του Θεου55 C’est alors qu’Étienne fut rempli de l’Esprit Saint, il leva son regard vers le ciel et il vit Jésus siégeant à la droite de Dieu.
56 και ειπεν? Ιδου, θεωρω τους ουρανους ανεωγμενους και τον Υιον του ανθρωπου ισταμενον εκ δεξιων του Θεου.56 Il s’écria: "Je vois les cieux ouverts et le Fils de l’Homme placé à la droite de Dieu!”
57 Τοτε φωναξαντες μετα φωνης μεγαλης, εφραξαν τα ωτα αυτων και ωρμησαν ομοθυμαδον επ' αυτον,57 Ils se bouchèrent les oreilles et commencèrent à pousser de grands cris. Tous ensemble ils se jetèrent sur lui.
58 και εκβαλοντες εξω της πολεως ελιθοβολουν. Και οι μαρτυρες απεθεσαν τα ιματια αυτων εις τους ποδας νεανιου τινος ονομαζομενου Σαυλου.58 On le conduisit hors de la ville et on commença à lui jeter des pierres. Les témoins avaient déposé leurs vêtements aux pieds d’un jeune homme du nom de Saul.
59 Και ελιθοβολουν τον Στεφανον, επικαλουμενον και λεγοντα? Κυριε Ιησου, δεξαι το πνευμα μου.59 Pendant qu’on le tuait à coups de pierres, Étienne faisait cette prière: "Seigneur Jésus, reçois mon esprit.”
60 Και γονατισας εφωναξε μετα φωνης μεγαλης? Κυριε, μη λογαριασης εις αυτους την αμαρτιαν ταυτην. Και τουτο ειπων εκοιμηθη.60 Il se mit à genoux et cria d’une voix forte: "Seigneur, ne leur tiens pas compte de ce péché!” Après quoi il s’endormit dans le Seigneur.