Scrutatio

Sabato, 8 giugno 2024 - San Medardo ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Giovanni - John 8


font
GREEK BIBLEBIBBIA VOLGARE
1 Ο δε Ιησους υπηγεν εις το ορος των Ελαιων.1 Iesù adunque andò in sul monte Oliveto.
2 Και την αυγην ηλθε παλιν εις το ιερον, και πας ο λαος ηρχετο προς αυτον? και καθησας εδιδασκεν αυτους.2 E la mattina per tempo venne nel tempio, e tutto il popolo venne a lui, ed egli sedendo ammaestravagli.
3 Φερουσι δε προς αυτον οι γραμματεις και οι Φαρισαιοι γυναικα συλληφθεισαν επι μοιχεια, και στησαντες αυτην εν τω μεσω,3 E in questo gli Scribi e Farisei gli menorono una femina ch' era stata compresa in adulterio; e posenla in mezzo.
4 λεγουσι προς αυτον? Διδασκαλε, αυτη η γυνη συνεληφθη επ' αυτοφωρω μοιχευομενη.4 E dissero a Iesù: maestro, questa femina è ora stata compresa in adulterio.
5 Εν δε τω νομω ο Μωυσης προσεταξεν ημας να λιθοβολωνται αι τοιαυται? συ λοιπον τι λεγεις;5 Moisè comandò nella legge, ch' ella sia lapidata. Tu adunque che ne dici?
6 Ελεγον δε τουτο δοκιμαζοντες αυτον, δια να εχωσι ινα κατηγορωσιν αυτον. Ο δε Ιησους κυψας κατω, εγραφε δια του δακτυλου εις την γην.6 E questo dicevano tentando lui, e per poterlo accusare. E Iesù chinossi, e scrisse col dito in terra.
7 Και επειδη επεμενον ερωτωντες αυτον, ανακυψας ειπε προς αυτους? Οστις απο σας ειναι αναμαρτητος, πρωτος ας ριψη τον λιθον επ' αυτην.7 E loro continuamente dimandavanlo; ed egli levossi su, e disse a quelli: qualunque di voi è senza peccato, pigli la prima pietra, e cominci a lapidarla.
8 Και παλιν κυψας κατω εγραφεν εις την γην.8 E anche un' altra volta inchinossi, e scriveva in terra.
9 Εκεινοι δε ακουσαντες, εξηρχοντο εις εκαστος, αρχισαντες απο των πρεσβυτερων εως των εσχατων? και εμεινε μονος ο Ιησους και η γυνη ισταμενη εν τω μεσω.9 E loro (vedendo e) udendo questo, l' uno dopo l'altro partironsi, incominciando dalli più antiqui; e Iesù rimase solo con la femina che stava in mezzo.
10 Ανακυψας δε ο Ιησους, ειπε προς αυτην? Γυναι, που ειναι εκεινοι οι κατηγοροι σου; δεν σε κατεδικασεν ουδεις;10 E Iesù levandosi su, dissegli: dove sono coloro che ti accusavano? niuno ti ha condannata?
11 Και εκεινη ειπεν? Ουδεις, Κυριε. Και ο Ιησους ειπε προς αυτην? Ουδε εγω σε καταδικαζω? υπαγε, και εις το εξης μη αμαρτανε.11 La quale disse: niuno, Signore. E Iesù disse a lei: nè io ti condannarò; va, e non volere più peccare.
12 Παλιν λοιπον ο Ιησους ελαλησε προς αυτους λεγων? Εγω ειμαι το φως του κοσμου? οστις ακολουθει εμε δεν θελει περιπατησει εις το σκοτος, αλλα θελει εχει το φως της ζωης.12 Ancora parlò Iesù, dicendo: io sono luce del mondo; e chi mi sèguita, non va per le tenebre, ma averà lume della vita.
13 Ειπον λοιπον προς αυτον οι Φαρισαιοι? Συ περι σεαυτου μαρτυρεις? η μαρτυρια σου δεν ειναι αληθης.13 Dissero a lui gli Farisei: tu di te medesimo rendi testimonianza, e la testimonianza non è vera.
14 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτους? Και αν εγω μαρτυρω περι εμαυτου, η μαρτυρια μου ειναι αληθης, διοτι εξευρω ποθεν ηλθον και που υπαγω? σεις ομως δεν εξευρετε ποθεν ερχομαι και που υπαγω.14 Rispose Iesù, e disse a loro se io di me medesimo rendo testimonianza, la mia testimonianza è vera; imperò ch' io so donde io sono venuto, e dove io vo; ma voi non sapete, donde io sono venuto, nè dove io vada.
15 Σεις κατα την σαρκα κρινετε? εγω δεν κρινω ουδενα.15 Voi giudicate secondo la carne, ma io non giudico persona..
16 Αλλα και εαν εγω κρινω, η κρισις η εμη ειναι αληθης, διοτι μονος δεν ειμαι, αλλ' εγω και ο Πατηρ ο πεμψας με.16 Ma se io giudico, il mio giudicio è vero; imperò ch' io non sono solo, ma sono io, e il Padre mio, il quale mi mandò.
17 Και εν τω νομω δε υμων ειναι γεγραμμενον οτι δυο ανθρωπων η μαρτυρια ειναι αληθινη.17 E nella legge vostra è scritto, che nella testimonianza di due uomini è vera testimonianza.
18 Εγω ειμαι ο μαρτυρων περι εμαυτου, και ο πεμψας με Πατηρ μαρτυρει περι εμου.18 Io sono quello che do testimonianza di me medesimo; e il Padre, che mi mandò, rende testimonianza di me.
19 Ελεγον λοιπον προς αυτον? Που ειναι ο Πατηρ σου; Απεκριθη ο Ιησους? Ουτε εμε εξευρετε ουτε τον Πατερα μου? εαν ηξευρετε εμε, ηθελετε εξευρει και τον Πατερα μου.19 Dissero a lui (gli Farisei); dove è il Padre tuo? Rispose Iesù, (e disse): voi non (sapete nè) conoscete me, nè il Padre mio; ma se voi conosceste me, forse che voi conoscereste il Padre mio.
20 Τουτους τους λογους ελαλησεν ο Ιησους εν τω θησαυροφυλακιω, διδασκων εν τω ιερω, και ουδεις επιασεν αυτον, διοτι δεν ειχεν ελθει ετι η ωρα αυτου.20 Queste cose disse Iesù in gazofilacio, ammaestrando nel tempio; e niuno lo prese, imperò che non era ancora venuta l'ora sua.
21 Ειπε λοιπον παλιν προς αυτους ο Ιησους? Εγω υπαγω και θελετε με ζητησει, και θελετε αποθανει εν τη αμαρτια υμων? οπου εγω υπαγω, σεις δεν δυνασθε να ελθητε.21 Disse adunque ancora Iesù: io vo, e voi mi addimandarete e nel peccato vostro vi morrete; e dove io vo, voi non potete venire.
22 Ελεγον λοιπον οι Ιουδαιοι? Μηπως θελει θανατωσει εαυτον, και δια τουτο λεγει, Οπου εγω υπαγω, σεις δεν δυνασθε να ελθητε;22 Dicevano gli Iudei (infra loro medesimi): or ucciderebbe egli mai sè medesimo, imperò che egli dice dove io vado, voi non potete venire?
23 Και ειπε προς αυτους? Σεις εισθε εκ των κατω, εγω ειμαι εκ των ανω? σεις εισθε εκ του κοσμου τουτου, εγω δεν ειμαι εκ του κοσμου τουτου.23 E diceva a loro Iesù: voi siete di quelli di sotto, e io sono quello di sopra; voi siete di questo mondo, ma io non sono di questo mondo.
24 Σας ειπον λοιπον οτι θελετε αποθανει εν ταις αμαρτιαις υμων? διοτι εαν δεν πιστευσητε οτι εγω ειμαι, θελετε αποθανει εν ταις αμαρτιαις υμων.24 E anche vi ho detto, che voi morirete nelli peccati vostri; e se non crederete ch' io sono, nei vostri peccati morirete.
25 Ελεγον λοιπον προς αυτον? Συ τις εισαι; και ειπε προς αυτους ο Ιησους? Ο, τι σας λεγω απ' αρχης.25 E loro dicevano a lui: tu chi sei? E Iesù disse a loro io sono principio, il quale parlo a voi.
26 Πολλα εχω να λεγω και να κρινω περι υμων? αλλ' ο πεμψας με ειναι αληθης, και εγω οσα ηκουσα παρ' αυτου, ταυτα λεγω εις τον κοσμον.26 E molte cose ho a voi da dire, e a giudicare; imperò che colui che mi mandò, è verace; e io quelle cose che udi' da lui, parlo nel mondo.
27 δεν ενοησαν οτι ελεγε προς αυτους περι του Πατρος.27 E (gli Iudei) non conobbero (nè intesero) quello che Iesù diceva, che il suo Padre era Dio.
28 Ειπε λοιπον προς αυτους ο Ιησους? Οταν υψωσητε τον Υιον του ανθρωπου, τοτε θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι, και απ' εμαυτου δεν καμνω ουδεν, αλλα καθως με εδιδαξεν ο Πατηρ μου, ταυτα λαλω.28 E disse a loro Iesù: quando voi esaltarete il Figliuolo dell' uomo, allora conoscerete ch' io sono; e da me medesimo non faccio nulla, ma sì come il Padre mio mi insegnò, così parlo.
29 Και ο πεμψας με ειναι μετ' εμου? δεν με αφηκεν ο Πατηρ μονον, διοτι εγω καμνω παντοτε τα αρεστα εις αυτον.29 E colui che mi mandò, è meco, e non mi lasciò solo; imperò che quelle cose che a lui sono di piacere, sempre io faccio.
30 Ενω ελαλει ταυτα, πολλοι επιστευσαν εις αυτον.30 Parlando egli queste cose, molti credettero in lui.
31 Ελεγε λοιπον ο Ιησους προς τους Ιουδαιους τους πιστευσαντας εις αυτον? Εαν σεις μεινητε εν τω λογω τω εμω, εισθε αληθως μαθηται μου,31 Dicevali adunque Iesù, alli Iudei che gli credettero se voi permanerete nel mio parlare, voi sarete veramente miei discepoli.
32 και θελετε γνωρισει την αληθειαν, και η αληθεια θελει σας ελευθερωσει.32 E cognoscerete la verità, e la verità vi liberarà.
33 Απεκριθησαν προς αυτον? Σπερμα του Αβρααμ ειμεθα, και δεν εγειναμεν δουλοι εις ουδενα πωποτε? πως συ λεγεις οτι θελετε γεινει ελευθεροι;33 Risposero quelli: noi siamo seme di Abraam, e già mai a nullo abbiamo servito; come tu dici: sarete liberi? (e conoscerete la verità, e la verità vi liberarà?).
34 Απεκριθη προς αυτους ο Ιησους? Αληθως, αληθως σας λεγω οτι πας οστις πραττει την αμαρτιαν δουλος ειναι της αμαρτιας.34 Alli quali rispose Iesù: in verità, in verità vi dico, che chi fa il peccato, egli è servo del peccato.
35 Ο δε δουλος δεν μενει παντοτε εν τη οικια? ο υιος μενει παντοτε.35 Onde il servo non permane nella casa in eterno; il figliuolo permane in eterno.
36 Εαν λοιπον ο Υιος σας ελευθερωση, οντως ελευθεροι θελετε εισθαι.36 Se adunque vi liberarà il Figliuolo, sarete liberi veramente.
37 Εξευρω οτι εισθε σπερμα του Αβρααμ? αλλα ζητειτε να με θανατωσητε, διοτι ο λογος ο εμος δεν χωρει εις εσας.37 Bene so che siete figliuoli di Abraam; ma voi cercate di uccidermi, conciosia che il mio parlare non entra in voi.
38 Εγω λαλω ο, τι ειδον πλησιον του Πατρος μου? και σεις ομοιως καμνετε ο, τι ειδετε πλησιον του πατρος σας.38 Io quello, che ho veduto appresso il Padre [mio], parlo; e voi quelle cose, che avete veduto appresso il Padre vostro, facete.
39 Απεκριθησαν και ειπον προς αυτον? Ο πατηρ ημων ειναι ο Αβρααμ. Λεγει προς αυτους ο Ιησους? Εαν ησθε τεκνα του Αβρααμ, τα εργα του Αβρααμ ηθελετε καμνει.39 Risposero quelli, e dissero: egli è il padre nostro Abraam. Disse a loro Iesù: se voi siete figliuoli di Abraam, fate le opere di Abraam.
40 Τωρα δε ζητειτε να με θανατωσητε, ανθρωπον οστις σας ελαλησα την αληθειαν, την οποιαν ηκουσα παρα του Θεου? τουτο ο Αβρααμ δεν εκαμε.40 Ma voi al presente cercate di uccider me, uomo che vi ho parlato la verità, la quale ho udita da Dio; questo non fece Abraam.
41 Σεις καμνετε τα εργα του πατρος σας. Ειπον λοιπον προς αυτον? ημεις δεν εγεννηθημεν εκ πορνειας? ενα Πατερα εχομεν, τον Θεον.41 Voi facete l'opera del vostro padre. Di che quelli gli dissero: noi non siamo nati di fornicazione; abbiamo uno padre, Iddio.
42 Ειπε λοιπον προς αυτους ο Ιησους? Εαν ο Θεος ητο Πατηρ σας, ηθελετε αγαπα εμε? διοτι εγω εκ του Θεου εξηλθον και ερχομαι? επειδη δεν ηλθον απ' εμαυτου, αλλ' εκεινος με απεστειλε.42 Disse a loro adunque Iesù: se Iddio fusse il padre vostro, voi mi amaresti; imperò ch' io sono mandato da Dio, e sono venuto; e certo non sono venuto da me medesimo, ma egli mi ha mandato.
43 Δια τι δεν γνωριζετε την λαλιαν μου; διοτι δεν δυνασθε να ακουητε τον λογον μου.43 Il perchè non conoscete la mia loquela? Imperò che voi non possete udire il parlare mio.
44 Σεις εισθε εκ πατρος του διαβολου και τας επιθυμιας του πατρος σας θελετε να πραττητε. Εκεινος ητο απ' αρχης ανθρωποκτονος και δεν μενει εν τη αληθεια, διοτι αληθεια δεν υπαρχει εν αυτω? οταν λαλη το ψευδος, εκ των ιδιων λαλει, διοτι ειναι ψευστης και ο πατηρ αυτου του ψευδους.44 Voi sete dal padre diavolo, e volete fare li desiderii del vostro padre; quello era omicida insino dal principio, ed egli non stette nella verità, imperò che in lui non è verità; quando egli parla la bugia, parla delle cose proprie, imperò ch' egli è bugiardo, e il suo padre.
45 Εγω δε διοτι λεγω την αληθειαν, δεν με πιστευετε.45 Ma io però che dico la verità, voi non mi credete.
46 Τις απο σας με ελεγχει περι αμαρτιας; εαν δε αληθειαν λεγω, δια τι σεις δεν με πιστευετε;46 Qual è di voi, che mi riprenderà del peccato? se io vi dico la verità, perchè non mi credete voi?
47 Οστις ειναι εκ του Θεου, τους λογους του Θεου ακουει? δια τουτο σεις δεν ακουετε, διοτι εκ του Θεου δεν εισθε.47 Chi è da Dio, ode la parola di Dio. Ma voi non udite, imperò che voi non siete da Dio.
48 Απεκριθησαν λοιπον οι Ιουδαιοι και ειπον προς αυτον? Δεν λεγομεν ημεις καλως οτι Σαμαρειτης εισαι συ και δαιμονιον εχεις;48 Risposero gli Iudei, e dissero a lui: non lo dicemo bene noi, che tu sei Samaritano, e hai il demonio adosso?
49 Απεκριθη ο Ιησους? Εγω δαιμονιον δεν εχω, αλλα τιμω τον Πατερα μου, και σεις με ατιμαζετε.49 Rispose Iesù (e disse a loro): io non ho il demonio adosso; ma onoro il Padre mio; ma voi non avete onorato me.
50 Και εγω δεν ζητω την δοξαν μου? υπαρχει ο ζητων και κρινων.50 Io non addimando la gloria mia; imperò ch' è chi la cerca, e chi la giudica.
51 Αληθως, αληθως σας λεγω? Εαν τις φυλαξη τον λογον μου, θανατον δεν θελει ιδει εις τον αιωνα.51 In verità, in verità vi dico, che chiunque osservarà la mia parola, non morirà in eterno.
52 Ειπον λοιπον προς αυτον οι Ιουδαιοι? Τωρα κατελαβομεν οτι δαιμονιον εχεις. Ο Αβρααμ απεθανε και οι προφηται, και συ λεγεις? Εαν τις φυλαξη τον λογον μου, δεν θελει γευθη θανατον εις τον αιωνα.52 Dissero allora gli Iudei: ora conosciamo bene che tu hai il demonio adosso. Abraam (è morto) e gli profeti sono morti; e tu dici: qualunque osservarà la mia parola, non morirà in eterno.
53 Μηπως συ εισαι μεγαλητερος του πατρος ημων Αβρααμ, οστις απεθανε; και οι προφηται απεθανον? συ τινα καμνεις σεαυτον;53 Come? se' tu maggiore del nostro padre Abraam ch' è morto, e de' profeti che sono morti? Di': che ti fai tu medesimo?
54 Απεκριθη ο Ιησους? Εαν εγω δοξαζω εμαυτον, η δοξα μου ειναι ουδεν? ο Πατηρ μου ειναι οστις με δοξαζει, τον οποιον σεις λεγετε οτι ειναι Θεος σας.54 Rispose Iesù (e disse): se io glorifico me medesimo, la gloria mia è nulla; ma il padre mio glorifica me, del quale voi dite ch' è vostro Iddio.
55 Και δεν εγνωρισατε αυτον εγω ομως γνωριζω αυτον? και εαν ειπω οτι δεν γνωριζω αυτον, θελω εισθαι ομοιος σας ψευστης? αλλα γνωριζω αυτον και τον λογον αυτου φυλαττω.55 E non l'avete conosciuto; ma io l' ho bene conosciuto; e se io dico ch' io non l'abbia conosciuto, sarei bugiardo come voi. Ma io lo conosco e osservo la parola sua.
56 Ο Αβρααμ ο πατηρ σας ειχεν αγαλλιασιν να ιδη την ημεραν την εμην και ειδε και εχαρη.56 Abraam, vostro padre, desiderò di vedere il giorno mio; e videlo, e rallegrossi.
57 Ειπον λοιπον οι Ιουδαιοι προς αυτον? Πεντηκοντα ετη δεν εχεις ετι, και ειδες τον Αβρααμ;57 Dissero a lui gli Iudei: or tu non hai ancora cinquant' anni, e dici che tu vedesti Abraam?
58 Ειπε προς αυτους ο Ιησους? Αληθως, αληθως σας λεγω? Πριν γεινη ο Αβρααμ, εγω ειμαι.58 E Iesù disse: in verità, in verità io vi dico che inanzi che Abraam fosse, io sono.
59 Εσηκωσαν λοιπον λιθους δια να ριψωσι κατ' αυτου? πλην ο Ιησους εκρυβη και εξηλθεν εκ του ιερου περασας δια μεσον αυτων, και ουτως ανεχωρησε.59 Allora (gli Iudei) presero le pietre per percoterlo; ma Iesù si ascose, e uscì del tempio.