Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Giovanni - John 5


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Μετα ταυτα ητο εορτην των Ιουδαιων, και ανεβη ο Ιησους εις Ιεροσολυμα.1 Ezek után ünnepe volt a zsidóknak, és Jézus fölment Jeruzsálembe.
2 Ειναι δε εν τοις Ιεροσολυμοις πλησιον της προβατικης πυλης κολυμβηθρα, η επονομαζομενη Εβραιστι Βηθεσδα, εχουσα πεντε στοας.2 Van Jeruzsálemben a Juh-kapunál egy fürdő, amelyet héberül Betezdának neveznek, és öt oszlopcsarnoka van.
3 Εν ταυταις κατεκειτο πληθος πολυ των ασθενουντων, τυφλων, χωλων, ξηρων, οιτινες περιεμενον την κινησιν του υδατος.3 Ezekben feküdt a betegek, vakok, sánták, bénák sokasága.
4 Διοτι αγγελος κατεβαινε κατα καιρον εις την κολυμβηθραν και εταραττε το υδωρ? οστις λοιπον εισηρχετο πρωτος μετα την ταραχην του υδατος, εγινετο υγιης απο οποιανδηποτε νοσον επασχεν.
5 Ητο δε εκει ανθρωπος τις τριακοντα οκτω ετη πασχων ασθενειαν.5 Volt ott egy ember, aki már harmincnyolc esztendő óta beteg volt.
6 Τουτον ιδων ο Ιησους κατακειμενον, και εξευρων οτι πολυν ηδη καιρον πασχει, λεγει προς αυτον? Θελεις να γεινης υγιης;6 Mikor Jézus meglátta őt, hogy ott fekszik, és megtudta, hogy már sok idő óta van így, megkérdezte tőle: »Akarsz-e meggyógyulni?«
7 Απεκριθη προς αυτον ο ασθενων? Κυριε, ανθρωπον δεν εχω, δια να με βαλη εις την κολυμβηθραν, οταν ταραχθη το υδωρ? ενω δε ερχομαι εγω, αλλος προ εμου καταβαινει.7 A beteg azt felelte: »Uram, nincs emberem, aki, amikor felkavarodik a víz, bevigyen engem a tóba. Mire pedig én odaérek, más megy be előttem.«
8 Λεγει προς αυτον ο Ιησους? Εγερθητι, σηκωσον τον κραββατον σου και περιπατει.8 Jézus azt mondta neki: »Kelj föl, vedd ágyadat, és járj!«
9 Και ευθυς εγεινεν ο ανθρωπος υγιης και εσηκωσε τον κραββατον αυτου, και περιεπατει. Ητο δε σαββατον εκεινην την ημεραν.9 Az ember azonnal meggyógyult, fogta az ágyát és járni kezdett. Azon a napon pedig szombat volt.
10 Ελεγον λοιπον οι Ιουδαιοι προς τον τεθεραπευμενον? Σαββατον ειναι? Δεν σοι ειναι συγκεχωρημενον να σηκωσης τον κραββατον.10 Ezért a zsidók azt mondták a meggyógyított embernek: »Szombat van, nem szabad az ágyadat vinned.«
11 Απεκριθη προς αυτους? Ο ιατρευσας με, εκεινος μοι ειπε? Σηκωσον τον κραββατον σου, και περιπατει.11 Azt felelte nekik: »Aki meggyógyított engem, ő mondta nekem: ‘Vedd ágyadat, és járj.’«
12 Ηρωτησαν λοιπον αυτον? Τις ειναι ο ανθρωπος, οστις σοι ειπε, Σηκωσον τον κραββατον σου και περιπατει;12 Erre megkérdezték tőle: »Ki az az ember, aki neked azt mondta: ‘Vedd ágyadat és járj’?«
13 Ο δε ιατρευθεις δεν ηξευρε τις ειναι? διοτι ο Ιησους υπεξηλθεν, επειδη ητο οχλος πολυς εν τω τοπω.13 A meggyógyult azonban nem tudta, hogy ki volt az, mert Jézus eltávozott a helyszínen levő tömegből.
14 Μετα ταυτα ευρισκει αυτον ο Ιησους εν τω ιερω και ειπε προς αυτον? Ιδου, εγεινες υγιης? μηκετι αμαρτανε, δια να μη σοι γεινη τι χειροτερον.14 Később Jézus találkozott vele a templomban, és azt mondta neki: »Íme, meggyógyultál, többé már ne vétkezz, nehogy valami rosszabb történjék veled.«
15 Υπηγε λοιπον ο ανθρωπος και ανηγγειλε προς τους Ιουδαιους οτι ο Ιησους ειναι ο ιατρευσας αυτον.15 Az ember elment, és megvitte a hírt a zsidóknak, hogy Jézus volt az, aki meggyógyította őt.
16 Και δια τουτο κατετρεχον τον Ιησουν οι Ιουδαιοι και εζητουν να θανατωσωσιν αυτον, διοτι εκαμνε ταυτα εν σαββατω.16 A zsidók pedig üldözni kezdték Jézust azért, mert ezeket szombaton tette.
17 Ο δε Ιησους απεκριθη προς αυτους? Ο Πατηρ μου εργαζεται εως τωρα, και εγω εργαζομαι.17 Jézus azt felelte nekik: »Az én Atyám mindmáig munkálkodik, és én is munkálkodom.«
18 Δια τουτο λοιπον μαλλον εζητουν οι Ιουδαιοι να θανατωσωσιν αυτον, διοτι ουχι μονον παρεβαινε το σαββατον, αλλα και Πατερα εαυτου ελεγε τον Θεον, ισον με τον Θεον καμνων εαυτον.18 Ezért a zsidók még inkább életére törtek, mivel nemcsak megszegte a szombatot, hanem az Istent is Atyjának mondta, és egyenlővé tette magát az Istennel.
19 Απεκριθη λοιπον ο Ιησους και ειπε προς αυτους? Αληθως, αληθως σας λεγω, δεν δυναται ο Υιος να πραττη ουδεν αφ' εαυτου, εαν δεν βλεπη τον Πατερα πραττοντα τουτο? επειδη οσα εκεινος πραττει, ταυτα και ο Υιος πραττει ομοιως.19 Jézus azt felelte nekik: »Bizony, bizony mondom nektek: A Fiú nem tehet magától semmit, hanem csak azt, amit lát, hogy az Atya cselekszik. Mert amiket ő tesz, azokat cselekszi ugyanúgy a Fiú is.
20 Διοτι ο Πατηρ αγαπα τον Υιον και δεικνυει εις αυτον παντα οσα αυτος πραττει, και μεγαλητερα τουτων εργα θελει δειξει εις αυτον, δια να θαυμαζητε σεις.20 Az Atya ugyanis szereti a Fiút, és mindent megmutat neki, amit tesz. Ezeknél nagyobb dolgokat is mutat majd neki, hogy csodálkozzatok.
21 Επειδη καθως ο Πατηρ εγειρει τους νεκρους και ζωοποιει, ουτω και ο Υιος ουστινας θελει ζωοποιει.21 Mert amint az Atya feltámasztja a halottakat és életre kelti, úgy a Fiú is életre kelti, akiket akar.
22 Επειδη ουδε κρινει ο Πατηρ ουδενα, αλλ' εις τον Υιον εδωκε πασαν την κρισιν,22 Az Atya nem ítél meg senkit, az ítéletet egészen a Fiúnak adta át,
23 δια να τιμωσι παντες τον Υιον καθως τιμωσι τον Πατερα. Ο μη τιμων τον Υιον δεν τιμα τον Πατερα τον πεμψαντα αυτον.23 hogy mindenki tisztelje a Fiút, mint ahogy tisztelik az Atyát. Aki nem tiszteli a Fiút, az Atyát sem tiszteli, aki őt küldte.
24 Αληθως, αληθως σας λεγω οτι ο ακουων τον λογον μου και πιστευων εις τον πεμψαντα με εχει ζωην αιωνιον, και εις κρισιν δεν ερχεται, αλλα μετεβη εκ του θανατου εις την ζωην.24 Bizony, bizony mondom nektek: aki az én igémet hallgatja, és hisz annak, aki engem küldött, annak örök élete van, és nem ítéletre jut, hanem átment a halálból az életre.
25 Αληθως, αληθως σας λεγω οτι ερχεται ωρα, και ηδη ειναι, οτε οι νεκροι θελουσιν ακουσει την φωνην του Υιου του Θεου, και οι ακουσαντες θελουσι ζησει.25 Bizony, bizony mondom nektek: eljön az óra, és már itt is van, amikor a halottak meghallják az Isten Fiának szavát, és akik meghallották, élni fognak.
26 Διοτι καθως ο Πατηρ εχει ζωην εν εαυτω, ουτως εδωκε και εις τον Υιον να εχη ζωην εν εαυτω?26 Mert amint az Atyának élete van önmagában, ugyanúgy megadta a Fiúnak is, hogy élete legyen önmagában,
27 και εξουσιαν εδωκεν εις αυτον να καμνη και κρισιν, διοτι ειναι Υιος ανθρωπου.27 és hatalmat adott neki, hogy ítéletet tartson, mivel ő az Emberfia.
28 Μη θαυμαζετε τουτο? διοτι ερχεται ωρα, καθ' ην παντες οι εν τοις μνημειοις θελουσιν ακουσει την φωνην αυτου,28 Ne csodálkozzatok ezen, mert eljön az óra, amikor mindnyájan, akik a sírokban vannak, meghallják az ő szavát,
29 και θελουσιν εξελθει οι πραξαντες τα αγαθα εις αναστασιν ζωης, οι δε πραξαντες τα φαυλα εις αναστασιν κρισεως.29 és előjönnek: akik jót tettek, az élet feltámadására, akik pedig gonoszat tettek, az ítélet feltámadására.
30 Δεν δυναμαι εγω να καμνω απ' εμαυτου ουδεν. Καθως ακουω κρινω, και η κρισις η εμη δικαια ειναι? διοτι δεν ζητω το θελημα το εμον, αλλα το θελημα του πεμψαντος με Πατρος.30 Én nem tehetek magamtól semmit. Amint hallok, úgy ítélek, és ítéletem igazságos, mert nem a magam akaratát keresem, hanem annak akaratát, aki küldött engem.
31 Εαν εγω μαρτυρω περι εμαυτου, η μαρτυρια μου δεν ειναι αληθης.31 Ha én tanúskodom magamról, tanúságom nem érvényes.
32 Αλλος ειναι ο μαρτυρων περι εμου, και εξευρω οτι ειναι αληθης η μαρτυρια, την οποιαν μαρτυρει περι εμου.32 Más az, aki tanúskodik énrólam, és tudom, hogy igaz az a tanúság, amelyet rólam tesz.
33 Σεις απεστειλατε προς τον Ιωαννην, και εμαρτυρησεν εις την αληθειαν?33 Ti Jánost kérdeztétek, és ő tanúságot tett az igazságról.
34 εγω δε παρα ανθρωπου δεν λαμβανω την μαρτυριαν, αλλα λεγω ταυτα δια να σωθητε σεις.34 Nekem azonban nincs szükségem emberek tanúságtételére, csak azért mondom ezeket, hogy üdvözüljetek.
35 Εκεινος ητο ο λυχνος ο καιομενος και φεγγων, και σεις ηθελησατε να αγαλλιασθητε προς ωραν εις το φως αυτου.35 Ő égő és világító lámpás volt, és ti egy ideig örvendezni akartatok az ő fényében.
36 Αλλ' εγω εχω την μαρτυριαν μεγαλητεραν της του Ιωαννου? διοτι τα εργα, τα οποια μοι εδωκεν ο Πατηρ δια να τελειωσω αυτα, αυτα τα εργα, τα οποια εγω πραττω, μαρτυρουσι περι εμου οτι ο Πατηρ με απεστειλε?36 Nekem nagyobb bizonyítékom van Jánosnál. A tettek, amelyeket az Atya bízott rám, hogy elvégezzek, azok a tettek, amelyeket én viszek végbe, tanúskodnak felőlem, hogy az Atya küldött engem.
37 και ο πεμψας με Πατηρ, αυτος εμαρτυρησε περι εμου. Ουτε φωνην αυτου ηκουσατε πωποτε ουτε οψιν αυτου ειδετε.37 Rólam az Atya tett tanúságot, aki küldött. Ti soha az ő hangját nem hallottátok, sem arcát nem láttátok,
38 Και τον λογον αυτου δεν εχετε μενοντα εν εαυτοις, διοτι σεις δεν πιστευετε εις τουτον, τον οποιον εκεινος απεστειλεν.38 és az ő igéje nem marad meg bennetek, mert nem hisztek annak, akit ő küldött.
39 Ερευνατε τας γραφας, διοτι σεις νομιζετε οτι εν αυταις εχετε ζωην αιωνιον? και εκειναι ειναι αι μαρτυρουσαι περι εμου?39 Vizsgáljátok az Írásokat, hiszen azt gondoljátok, hogy azokban van örök élet számotokra. Éppen azok tesznek tanúságot rólam;
40 πλην δεν θελετε να ελθητε προς εμε, δια να εχητε ζωην.40 ti azonban nem akartok hozzám jönni, hogy életetek legyen.
41 Δοξαν παρα ανθρωπων δεν λαμβανω?41 Emberektől nem fogadok el dicsőséget.
42 αλλα σας εγνωρισα οτι την αγαπην του Θεου δεν εχετε εν εαυτοις?42 Rólatok viszont tudom, hogy nincs bennetek Isten szeretete.
43 εγω ηλθον εν τω ονοματι του Πατρος μου, και δεν με δεχεσθε? εαν αλλος ελθη εν τω ονοματι εαυτου, εκεινον θελετε δεχθη.43 Én Atyám nevében jöttem, és nem fogadtok el engem. Majd ha más jön a maga nevében, azt elfogadjátok.
44 Πως δυνασθε σεις να πιστευσητε, οιτινες λαμβανετε δοξαν ο εις παρα του αλλου, και δεν ζητειτε την δοξαν την παρα του μονου Θεου;44 Hogyan is tudnátok hinni ti, akik egymástól kaptok dicsőséget, de azt a dicsőséget, amely egyedül Istentől van, nem keresitek?
45 Μη νομιζετε οτι εγω θελω σας κατηγορησει προς τον Πατερα? υπαρχει ο κατηγορος σας ο Μωυσης, εις τον οποιον σεις ηλπισατε.45 Ne gondoljátok, hogy én foglak vádolni titeket az Atyánál! Van, aki vádol benneteket: Mózes, akiben reménykedtek.
46 Διοτι εαν επιστευετε εις τον Μωυσην, ηθελετε πιστευσει εις εμε? επειδη περι εμου εκεινος εγραψεν.46 Mert ha Mózesnek hinnétek, talán nekem is hinnétek, mert ő énrólam írt.
47 Εαν δε εις τα γεγραμμενα εκεινου δεν πιστευητε, πως θελετε πιστευσει εις τους ιδικους μου λογους;47 Ha pedig az ő írásainak nem hisztek, hogyan hinnétek az én igéimnek?«