Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Giovanni - John 4


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Καθως λοιπον εμαθεν ο Κυριος οτι ηκουσαν οι Φαρισαιοι οτι ο Ιησους πλειοτερους μαθητας καμνει και βαπτιζει παρα ο Ιωαννης-1 Le Seigneur sut que les Pharisiens étaient informés à son sujet; on disait qu’il faisait des disciples et baptisait plus que Jean.
2 αν και ο Ιησους αυτος δεν εβαπτιζεν, αλλ' οι μαθηται αυτου-2 En fait, ce n’était pas Jésus qui baptisait, mais ses disciples.
3 αφηκε την Ιουδαιαν και απηλθε παλιν εις την Γαλιλαιαν.3 Il quitta donc la Judée et se mit en route pour la Galilée.
4 Επρεπε δε να περαση δια της Σαμαρειας.4 Il lui fallait traverser la Samarie
5 Ερχεται λοιπον εις πολιν της Σαμαρειας λεγομενην Σιχαρ, πλησιον του αγρου, τον οποιον εδωκεν ο Ιακωβ εις τον Ιωσηφ τον υιον αυτου.5 et c’est ainsi qu’il arriva à une ville de Samarie appelée Sichar, tout près de la terre que Jacob a donnée à son fils Joseph.
6 Ητο δε εκει πηγη του Ιακωβ. Ο Ιησους λοιπον κεκοπιακως εκ της οδοιποριας εκαθητο ουτως εις την πηγην. Ωρα ητο περιπου εκτη.6 Et c’est là que se trouve le puits de Jacob. Jésus était fatigué de la marche et il s’assit auprès du puits. ’était l’heure de midi.
7 Ερχεται γυνη τις εκ της Σαμαρειας, δια να αντληση υδωρ. Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Δος μοι να πιω.7 Arrive une femme de Samarie pour puiser de l’eau. Jésus lui dit: "Donne-moi à boire.”
8 Διοτι οι μαθηται αυτου ειχον υπαγει εις την πολιν, δια να αγορασωσι τροφας.8 À ce moment ses disciples étaient partis à la ville pour acheter de quoi manger.
9 Λεγει λοιπον προς αυτον η γυνη η Σαμαρειτις? Πως συ, Ιουδαιος ων, ζητεις να πιης παρ' εμου, ητις ειμαι γυνη Σαμαρειτις; Διοτι δεν συγκοινωνουσιν οι Ιουδαιοι με τους Σαμαρειτας.9 La Samaritaine lui répondit: "Vous êtes Juif. Comment pouvez-vous demander à boire à une Samaritaine comme moi?” (On sait que les Juifs ne veulent pas de rapports avec les Samaritains.)
10 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτην? Εαν ηξευρες την δωρεαν του Θεου, και τις ειναι ο λεγων σοι, Δος μοι να πιω, συ ηθελες ζητησει παρ' αυτου, και ηθελε σοι δωσει υδωρ ζων.10 Jésus lui dit: "Si tu connaissais le don de Dieu et si tu savais qui te demande à boire, c’est toi qui lui aurais demandé cette eau qui fait vivre, et il te l’aurait donnée.”
11 Λεγει προς αυτον η γυνη? Κυριε, ουτε αντλημα εχεις, και το φρεαρ ειναι βαθυ? ποθεν λοιπον εχεις το υδωρ το ζων;11 Elle lui dit: "Seigneur, vous n’avez pas de seau et le puits est profond. Où trouvez-vous cette eau vive?
12 μηπως συ εισαι μεγαλητερος του πατρος ημων Ιακωβ, οστις εδωκεν εις ημας το φρεαρ, και αυτος επιεν εξ αυτου και οι υιοι αυτου και τα θρεμματα αυτου;12 Notre père Jacob nous a donné ce puits après y avoir bu lui-même avec ses fils et ses troupeaux; êtes-vous plus grand que lui?”
13 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτην? Πας οστις πινει εκ του υδατος τουτου θελει διψησει παλιν?13 Jésus lui dit: "Celui qui boit de cette eau aura encore soif,
14 οστις ομως πιη εκ του υδατος, το οποιον εγω θελω δωσει εις αυτον, δεν θελει διψησει εις τον αιωνα, αλλα το υδωρ, το οποιον θελω δωσει εις αυτον, θελει γεινει εν αυτω πηγη υδατος αναβλυζοντος εις ζωην αιωνιον.14 mais celui qui boit de l’eau que je lui donnerai ne connaîtra plus jamais la soif. L’eau que je lui donnerai deviendra en lui une source intarissable de vie éternelle.”
15 Λεγει προς αυτον η γυνη? Κυριε, δος μοι τουτο το υδωρ, δια να μη διψω μηδε να ερχωμαι εδω να αντλω.15 La femme lui dit: "Seigneur, donnez-moi donc de cette eau; je n’aurai plus soif et je n’aurai plus à venir en chercher ici.”
16 Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Υπαγε, καλεσον τον ανδρα σου και ελθε εδω.16 Jésus répond: "Va, appelle ton mari et reviens.”
17 Απεκριθη η γυνη και ειπε? Δεν εχω ανδρα. Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Καλως ειπας οτι δεν εχω ανδρα?17 Alors la femme lui dit: "Je n’ai pas de mari.” Jésus lui répond: "Tu dis que tu n’as pas de mari? Comme c’est vrai!
18 διοτι πεντε ανδρας ελαβες, και εκεινος, τον οποιον εχεις τωρα, δεν ειναι ανηρ σου? τουτο αληθες ειπας.18 Tu as eu cinq maris et celui que tu as maintenant n’est pas ton mari. Tu as dit vrai!”
19 Λεγει προς αυτον η γυνη? Κυριε, βλεπω οτι συ εισαι προφητης.19 Alors la femme lui dit: "Seigneur, je vois que vous êtes un prophète.
20 Οι πατερες ημων εις τουτο το ορος προσεκυνησαν, και σεις λεγετε οτι εν τοις Ιεροσολυμοις ειναι ο τοπος οπου πρεπει να προσκυνωμεν.20 Dites-moi: nos pères ont toujours adoré sur cette montagne; pourquoi donc dites-vous que Jérusalem est le Lieu où l’on doit adorer?”
21 Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Γυναι, πιστευσον μοι οτι ερχεται ωρα, οτε ουτε εις το ορος τουτο ουτε εις τα Ιεροσολυμα θελετε προσκυνησει τον Πατερα.21 Jésus lui dit: "Femme, crois-moi, l’heure vient où vous adorerez le Père. Et alors ce ne sera pas: “sur cette montagne” ou: “à Jérusalem”.
22 Σεις προσκυνειτε εκεινο το οποιον δεν εξευρετε, ημεις προσκυνουμεν εκεινο το οποιον εξευρομεν, διοτι η σωτηρια ειναι εκ των Ιουδαιων.22 Vous adorez sans avoir la connaissance, et nous, nous adorons et nous savons où, parce que le salut vient des Juifs.
23 Πλην ερχεται ωρα, και ηδη ειναι, οτε οι αληθινοι προσκυνηται θελουσι προσκυνησει τον Πατερα εν πνευματι και αληθεια? διοτι ο Πατηρ τοιουτους ζητει τους προσκυνουντας αυτον.23 Mais l’heure vient, et elle est déjà là, où les vrais adorateurs adoreront le Père en esprit et en vérité. Alors ils seront des adorateurs du Père comme lui-même les désire.
24 Ο Θεος ειναι Πνευμα, και οι προσκυνουντες αυτον εν πνευματι και αληθεια πρεπει να προσκυνωσι.24 “Dieu est esprit; quand on adore, il faut adorer en esprit et en vérité.”
25 Λεγει προς αυτον η γυνη? Εξευρω οτι ερχεται ο Μεσσιας, ο λεγομενος Χριστος? οταν ελθη εκεινος, θελει αναγγειλει εις ημας παντα.25 La femme alors lui dit: "Je sais que bientôt sera là le Messie (c’est-à-dire le Christ). Quand il sera là, il nous dira tout.”
26 Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Εγω ειμαι, ο λαλων σοι.26 Jésus répond: "Je le suis, moi qui te parle.”
27 Και επανω εις τουτο ηλθον οι μαθηται αυτου και εθαυμασαν οτι ελαλει μετα γυναικος? ουδεις ομως ειπε, Τι ζητεις; η Τι λαλεις μετ' αυτης;27 À ce moment-là revinrent les disciples, et ils s’étonnaient de le voir parler avec une femme. Pourtant aucun d’entre eux n’osa lui demander: "Que cherches-tu?” ou: "Pourquoi lui parles-tu?”
28 Αφηκε λοιπον η γυνη την υδριαν αυτης και υπηγεν εις την πολιν και λεγει προς τους ανθρωπους?28 Quant à la femme, elle laissa là sa cruche et s’en alla à la ville en courant. Elle dit aux gens:
29 Ελθετε να ιδητε ανθρωπον, οστις μοι ειπε παντα οσα επραξα? μηπως ουτος ειναι ο Χριστος;29 "Venez voir quelqu’un qui m’a dit tout ce que j’ai fait! Et si c’était le Christ?”
30 Εξηλθον λοιπον εκ της πολεως και ηρχοντο προς αυτον.30 Voici donc qu’ils sortent de la ville pour aller le trouver.
31 Εν δε τω μεταξυ οι μαθηται παρεκαλουν αυτον λεγοντες? Ραββι, φαγε.31 Pendant ce temps les disciples lui disaient: "Maître, mange!”
32 Ο δε ειπε προς αυτους. Εγω εχω φαγητον να φαγω, το οποιον σεις δεν εξευρετε.32 Il leur répondit: "La nourriture que je dois manger, vous ne la connaissez pas.”
33 Ελεγον λοιπον οι μαθηται προς αλληλους? Μηπως τις εφερε προς αυτον να φαγη;33 Alors ils se dirent les uns aux autres: "Peut-être quelqu’un lui a-t-il apporté à manger?”
34 Λεγει προς αυτους ο Ιησους? Το εμον φαγητον ειναι να πραττω το θελημα του πεμψαντος με και να τελειωσω το εργον αυτου.34 Mais Jésus leur dit: "Ma nourriture, c’est de faire la volonté de celui qui m’a envoyé et de mener à bien son œuvre.
35 Δεν λεγετε σεις οτι τεσσαρες μηνες ειναι ετι και ο θερισμος ερχεται; Ιδου, σας λεγω, υψωσατε τους οφθαλμους σας και ιδετε τα χωραφια, οτι ειναι ηδη λευκα προς θερισμον.35 Vous avez dit, n’est-ce pas: Dans quatre mois ce sera la moisson. Alors je vous dis: Ouvrez les yeux et regardez les champs. Déjà ils blanchissent, et ce sera la moisson.
36 Και ο θεριζων λαμβανει μισθον και συναγει καρπον εις ζωην αιωνιον, δια να χαιρη ομου και ο σπειρων και ο θεριζων.36 Voici le moissonneur qui reçoit son salaire et amasse du grain pour la vie éternelle, et alors le semeur se réjouit avec le moissonneur.
37 Διοτι κατα τουτο αληθευει ο λογος, οτι αλλος ειναι ο σπειρων και αλλος ο θεριζων.37 “On a raison de dire que l’un sème et l’autre moissonne,
38 Εγω σας απεστειλα να θεριζητε εκεινο, εις το οποιον σεις δεν εκοπιασατε? αλλοι εκοπιασαν, και σεις εισηλθετε εις τον κοπον αυτων.38 car je vous ai envoyés moissonner là où vous n’aviez pas peiné. D’autres avaient peiné, et vous avez repris leur travail.”
39 Εξ εκεινης δε της πολεως πολλοι των Σαμαρειτων επιστευσαν εις αυτον δια τον λογον της γυναικος, μαρτυρουσης οτι μοι ειπε παντα οσα επραξα.39 Dans cette ville beaucoup de Samaritains crurent à cause de la femme qui affirmait: "Il m’a dit tout ce que j’avais fait.”
40 Καθως λοιπον ηλθον προς αυτον οι Σαμαρειται, παρεκαλουν αυτον να μεινη παρ' αυτοις? και εμεινεν εκει δυο ημερας.40 Quand les Samaritains étaient venus trouver Jésus, ils lui avaient demandé de s’arrêter chez eux, et il y resta deux jours.
41 Και πολυ πλειοτεροι επιστευσαν δια τον λογον αυτου,41 Il y en eut beaucoup plus qui crurent à cause de sa parole;
42 και προς την γυναικα ελεγον, οτι δεν πιστευομεν πλεον δια τον λογον σου? επειδη ημεις ηκουσαμεν, και γνωριζομεν οτι ουτος ειναι αληθως ο Σωτηρ του κοσμου, ο Χριστος.42 et ils disaient à la femme: "Maintenant nous croyons, non pas à cause de ce que tu as raconté, mais parce que nous l’avons écouté. Nous savons qu’il est vraiment le Sauveur du monde.”
43 Μετα δε τας δυο ημερας εξηλθεν εκειθεν και υπηγεν εις την Γαλιλαιαν.43 Après ces deux jours, Jésus repartit pour la Galilée.
44 Διοτι αυτος ο Ιησους εμαρτυρησεν οτι προφητης εν τη πατριδι αυτου δεν εχει τιμην.44 Jésus a affirmé qu’un prophète n’est pas honoré dans son propre pays.
45 Οτε λοιπον ηλθεν εις την Γαλιλαιαν, εδεχθησαν αυτον οι Γαλιλαιοι, ιδοντες παντα οσα εκαμεν εν Ιεροσολυμοις κατα την εορτην? διοτι και αυτοι ηλθον εις την εορτην.45 Cependant, quand il se trouva en Galilée, les Galiléens lui firent bon accueil, car eux aussi étaient allés à Jérusalem pour la fête et ils avaient vu tout ce que Jésus avait fait durant cette fête.
46 Ηλθε λοιπον ο Ιησους παλιν εις την Κανα της Γαλιλαιας, οπου εκαμε το υδωρ οινον. Και ητο τις βασιλικος ανθρωπος, του οποιου ο υιος ησθενει εν Καπερναουμ?46 C’est alors que Jésus vint de nouveau à Cana de Galilée où il avait changé l’eau en vin. Il y avait à Capharnaüm un fonctionnaire du roi dont le fils était malade.
47 ουτος ακουσας οτι ο Ιησους ηλθεν εκ της Ιουδαιας εις την Γαλιλαιαν, υπηγε προς αυτον και παρεκαλει αυτον να καταβη και να ιατρευση τον υιον αυτου? διοτι εμελλε να αποθανη.47 Quand il apprit que Jésus était retourné de Judée en Galilée, il vint le trouver et lui demanda de descendre pour guérir son fils, car il était près de mourir.
48 Ειπε λοιπον ο Ιησους προς αυτον? Εαν δεν ιδητε σημεια και τερατα, δεν θελετε πιστευσει.48 Jésus lui dit: "Tant que vous ne voyez pas des signes et des miracles, vous ne croyez pas!”
49 Λεγει προς αυτον ο βασιλικος? Κυριε, καταβα πριν αποθανη το παιδιον μου.49 Le fonctionnaire lui dit: "Seigneur, venez avant que mon enfant soit mort.”
50 Λεγει προς αυτον ο Ιησους? Υπαγε, ο υιος σου ζη. Και επιστευσεν ο ανθρωπος εις τον λογον, τον οποιον ειπε προς αυτον ο Ιησους, και ανεχωρει.50 Jésus lui dit: "Va, ton fils est bien vivant.” Cet homme crut à la parole que Jésus lui disait et il partit.
51 Ενω δε ουτος ηδη κατεβαινεν, απηντησαν αυτον οι δουλοι αυτου και απηγγειλαν λεγοντες οτι ο υιος σου ζη.51 Il était déjà dans la descente quand il rencontra ses serviteurs qui venaient lui dire que son enfant vivait.
52 Ηρωτησε λοιπον αυτους την ωραν, καθ' ην εγεινε καλητερα. Και ειπον προς αυτον οτι Χθες την εβδομην ωραν αφηκεν αυτον ο πυρετος.52 Aussitôt il leur demanda à quelle heure il s’était trouvé mieux, et ils répondirent: "La fièvre est tombée hier un peu après midi.”
53 Ενοησε λοιπον ο πατηρ οτι εγεινε τουτο κατ' εκεινην την ωραν, καθ' ην ο Ιησους ειπε προς αυτον οτι Ο υιος σου ζη? και επιστευσεν αυτος και ολη η οικια αυτου.53 Le père reconnut alors que c’était l’heure où Jésus lui avait dit: ‘Ton fils est bien vivant.’ Et il devint croyant, lui et toute sa famille.
54 Τουτο παλιν δευτερον θαυμα εκαμεν ο Ιησους, αφου ηλθεν εκ της Ιουδαιας εις την Γαλιλαιαν.54 C’est là le deuxième signe miraculeux que Jésus a fait; il venait de rentrer de Judée en Galilée.