Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Luca - Luke 14


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Και οτε ηλθεν αυτος εις τον οικον τινος των αρχοντων των Φαρισαιων το σαββατον δια να φαγη αρτον, εκεινοι παρετηρουν αυτον.1 Un jour de sabbat Jésus se rendit chez un personnage important des Pharisiens pour y prendre le repas; tous étaient là et l’observaient.
2 Και ιδου, ανθρωπος τις υδρωπικος ητο εμπροσθεν αυτου.2 Or il y avait là devant lui un homme atteint d’hydropisie.
3 Και αποκριθεις ο Ιησους, ειπε προς τους νομικους και Φαρισαιους, λεγων? Ειναι ταχα συγκεχωρημενον να θεραπευη τις εν τω σαββατω;3 Jésus pose alors la question aux maîtres de la Loi et aux Pharisiens: "Oui ou non, est-il permis de guérir un jour de sabbat?”
4 Οι δε εσιωπησαν. Και πιασας ιατρευσεν αυτον και απελυσε.4 Ils gardent le silence. Jésus prend donc soin de l’infirme, le guérit et le renvoie.
5 Και αποκριθεις προς αυτους ειπε? Τινος υμων ο ονος η ο βους θελει πεσει εις φρεαρ, και δεν θελει ευθυς ανασυρει αυτον εν τη ημερα του σαββατου;5 Puis il leur dit: "Si votre fils ou votre bœuf tombe dans un puits un jour de sabbat, lequel d’entre vous ne l’en retirera pas aussitôt?”
6 Και δεν ηδυνηθησαν να αποκριθωσιν εις αυτον προς ταυτα.6 Et à cela ils n’avaient rien à répondre.
7 Ειπε δε παραβολην προς τους κεκλημενους, επειδη παρετηρει πως εξελεγον τας πρωτοκαθεδριας, λεγων προς αυτους.7 Jésus avait vu comment les invités cherchaient les premières places. Il dit à leur adresse:
8 Οταν προσκληθης υπο τινος εις γαμους, μη καθησης εις τον πρωτον τοπον, μηποτε ειναι προσκεκλημενος υπ' αυτου εντιμοτερος σου,8 "Lorsque quelqu’un t’invite à des noces, ne te précipite pas à la première place, car il a peut-être invité quelqu’un de plus important que toi.
9 και ελθων εκεινος, οστις εκαλεσε σε και αυτον, σοι ειπη? Δος τοπον εις τουτον? και τοτε αρχισης με αισχυνην να λαμβανης τον εσχατον τοπον.9 Imagine que celui qui vous a invités tous les deux vienne te dire: ‘Cède-lui la place’. Tu devrais alors te glisser tout honteux à la dernière place.
10 Αλλ' οταν προσκληθης, υπαγε και καθησον εις τον εσχατον τοπον, δια να σοι ειπη οταν ελθη εκεινος, οστις σε εκαλεσε? Φιλε, αναβα ανωτερω? τοτε θελεις εχει δοξαν ενωπιον των συγκαθημενων μετα σου.10 “Si l’on t’invite, va te mettre à la dernière place; lorsque celui qui t’a invité fera son tour, il te dira: ‘Mon ami, avance plus haut!’ Et ce sera un honneur pour toi devant tous les invités.
11 Διοτι πας ο υψων εαυτον θελει ταπεινωθη και ο ταπεινων εαυτον θελει υψωθη.11 “Car celui qui s’élève sera abaissé, et celui qui s’abaisse sera élevé.”
12 Ελεγε δε και προς εκεινον, οστις προσεκαλεσεν αυτον. Οταν καμνης γευμα η δειπνον, μη προσκαλει τους φιλους σου μηδε τους αδελφους σου μηδε τους συγγενεις σου μηδε γειτονας πλουσιους, μηποτε και αυτοι σε αντικαλεσωσι, και γεινη εις σε ανταποδοσις.12 Jésus dit encore à celui qui l’avait invité: "Lorsque tu prépares un déjeuner ou un dîner, n’invite pas tes amis, ni tes frères, ni tes proches, ni de riches voisins; ils t’inviteraient à leur tour et tu aurais là ta récompense.
13 Αλλ' οταν καμνης υποδοχην, προσκαλει πτωχους, βεβλαμμενους, χωλους, τυφλους,13 “Mais quand tu organises un festin, invite les pauvres, les estropiés, les boiteux et les aveugles.
14 και θελεις εισθαι μακαριος, διοτι δεν εχουσι να σοι ανταποδωσωσιν? επειδη η ανταποδοσις θελει γεινει εις σε εν τη αναστασει των δικαιων.14 Heureux seras-tu s’ils n’ont pas les moyens de te le rendre, car on te le rendra lors de la résurrection des justes.”
15 Ακουσας δε ταυτα εις των συγκαθημενων, ειπε προς αυτον? Μακαριος οστις φαγη αρτον εν τη βασιλεια του Θεου.15 En entendant parler Jésus, un des convives lui dit: "Heureux celui qui prendra part au banquet dans le Royaume de Dieu!”
16 Ο δε ειπε προς αυτον? Ανθρωπος τις εκαμε δειπνον μεγα και εκαλεσε πολλους?16 Jésus lui répondit: "Un homme avait préparé un grand dîner, avec beaucoup d’invités.
17 και απεστειλε τον δουλον αυτου τη ωρα του δειπνου δια να ειπη προς τους κεκλημενους? Ερχεσθε, επειδη παντα ειναι ηδη ετοιμα.17 Quand vint l’heure du dîner, il envoya son serviteur pour dire aux invités: ‘Venez, tout est prêt!’
18 Και ηρχισαν παντες με μιαν γνωμην να παραιτωνται. Ο πρωτος ειπε προς αυτον? Αγρον ηγορασα, και εχω αναγκην να εξελθω και να ιδω αυτον? παρακαλω σε, εχε με παρητημενον.18 Mais tous, comme un seul homme, commencèrent à s’excuser. Le premier lui fait dire: ‘J’ai acheté un champ, il faut absolument que j’aille le voir. Tu voudras bien m’excuser.’
19 Και αλλος ειπεν? Ηγορασα πεντε ζευγη βοων, και υπαγω να δοκιμασω αυτα? παρακαλω σε, εχε με παρητημενον.19 Un autre dit: ‘J’ai acheté cinq paires de bœufs et je pars les essayer. Tu voudras bien m’excuser.’
20 και αλλος ειπε? Γυναικα ενυμφευθην, και δια τουτο δεν δυναμαι να ελθω.20 Un autre encore dit: ‘Je viens de me marier, c’est pourquoi je ne viens pas.’
21 Και ελθων ο δουλος εκεινος, απηγγειλε προς τον κυριον αυτου ταυτα. Τοτε οργισθεις ο οικοδεσποτης, ειπε προς τον δουλον αυτου? Εξελθε ταχεως εις τας πλατειας και τας οδους της πολεως, και εισαγαγε εδω τους πτωχους και βεβλαμμενους και χωλους και τυφλους.21 “Le serviteur revint et fit le rapport à son maître. Alors le maître de maison se mit en colère et dit à son serviteur: ‘Va tout de suite sur les places, parcours les rues de la ville; tu amèneras ici les pauvres, les estropiés, les aveugles et les boiteux.’
22 Και ειπεν ο δουλος? Κυριε, εγεινεν ως προσεταξας, και ειναι ετι τοπος.22 “Le serviteur revint lui dire: ‘Seigneur, on a fait ce que tu as commandé, mais il y a encore de la place.’
23 Και ειπεν ο κυριος προς τον δουλον? Εξελθε εις τας οδους και φραγμους και αναγκασον να εισελθωσι, δια να γεμισθη ο οικος μου.23 Le maître dit au serviteur: ‘Va voir aux sorties de la ville, du côté des baraquements, et oblige les gens à entrer pour que ma maison soit pleine.
24 Διοτι σας λεγω οτι ουδεις των ανδρων εκεινων των κεκλημενων θελει γευθη του δειπνου μου.24 Mais ces messieurs que j’avais invités, je vous dis que pas un d’eux ne goûtera de mon festin.’ ”
25 Ηρχοντο δε μετ' αυτου οχλοι πολλοι. Και στραφεις ειπε προς αυτους?25 Comme une foule nombreuse faisait route avec Jésus, il se tourna vers eux pour leur dire:
26 Εαν τις ερχηται προς εμε και δεν μιση τον πατερα αυτου και την μητερα και την γυναικα και τα τεκνα και τους αδελφους και τας αδελφας, ετι δε και την εαυτου ζωην, δεν δυναται να ηναι μαθητης μου.26 "Si quelqu’un vient à moi sans se détacher de son père, de sa mère, de sa femme, ses enfants, ses frères, ses sœurs, et même de sa propre personne, il ne peut pas être mon disciple.
27 Και οστις δεν βασταζει τον σταυρον αυτου και ερχεται οπισω μου, δεν δυναται να ηναι μαθητης μου.27 Celui qui ne marche pas à ma suite en portant sa croix ne peut pas être mon disciple.
28 Διοτι τις εξ υμων, θελων να οικοδομηση πυργον, δεν καθηται πρωτον και λογαριαζει την δαπανην, αν εχη τα αναγκαια δια να τελειωση αυτον;28 “Si l’un d’entre vous pense à se bâtir une tour, ne va-t-il pas d’abord s’asseoir pour calculer la dépense et voir s’il ira jusqu’au bout?
29 μηποτε αφου βαλη θεμελιον και δεν δυναται να τελειωση αυτον, αρχισωσι παντες οι βλεποντες να εμπαιζωσιν αυτον,29 Car s’il pose les fondations et n’est pas capable de terminer, tous ceux qui le verront se moqueront de lui:
30 λεγοντες? Οτι ουτος ο ανθρωπος ηρχισε να οικοδομη και δεν ηδυνηθη να τελειωση.30 ‘Il a commencé à bâtir et il n’a pas été capable de terminer!’
31 Η τις βασιλευς υπαγων να πολεμηση αλλον βασιλεα δεν καθηται προτερον και σκεπτεται εαν ηναι δυνατος με δεκα χιλιαδας να απαντηση τον ερχομενον κατ' αυτου με εικοσι χιλιαδας;31 “Si un roi part en guerre contre un autre roi, ne va-t-il pas d’abord s’asseoir et voir s’il peut avec 10 000 hommes affronter l’autre qui en amène 20 000 contre lui.
32 Ει δε μη, ενω αυτος ειναι ετι μακραν, αποστελλει πρεσβεις και ζητει ειρηνην.32 Sinon, quand l’autre est encore loin, il envoie une ambassade pour parler de paix.
33 Ουτω λοιπον πας οστις εξ υμων δεν απαρνειται παντα τα εαυτου υπαρχοντα, δεν δυναται να ηναι μαθητης μου.33 “C’est pareil pour vous: si on ne renonce pas à tous ses biens, on ne peut être mon disciple.”
34 Καλον το αλας? αλλ' εαν το αλας διαφθαρη, με τι θελει αρτυθη;34 “Le sel est bon; mais si le sel perd son mordant, comment va-t-on le lui redonner?
35 δεν ειναι πλεον χρησιμον ουτε δια την γην ουτε δια την κοπριαν? εξω ριπτουσιν αυτο. Ο εχων ωτα δια να ακουη ας ακουη.35 Il n’est plus bon, ni pour la terre, ni pour le fumier, il faut le jeter dehors! Qui a des oreilles pour entendre, qu’il entende!”