Scrutatio

Giovedi, 9 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Marco - Mark 11


font
GREEK BIBLEVULGATA
1 Και οτε πλησιαζουσιν εις Ιερουσαλημ εις Βηθφαγη και Βηθανιαν προς το ορος των Ελαιων, αποστελλει δυο των μαθητων αυτου1 Et cum appropinquarent Jerosolymæ et Bethaniæ ad montem Olivarum, mittit duos ex discipulis suis,
2 και λεγει προς αυτους? Υπαγετε εις την κωμην την κατεναντι υμων, και ευθυς εισερχομενοι εις αυτην θελετε ευρει πωλαριον δεδεμενον, επι του οποιου ουδεις ανθρωπος εκαθησε? λυσατε αυτο και φερετε.2 et ait illis : Ite in castellum, quod contra vos est, et statim introëuntes illuc, invenietis pullum ligatum, super quem nemo adhuc hominum sedit : solvite illum, et adducite.
3 Και εαν τις ειπη προς εσας? Δια τι καμνετε τουτο; ειπατε οτι ο Κυριος εχει χρειαν αυτου, και ευθυς θελει αποστειλει αυτο εδω.3 Et si quis vobis dixerit : Quid facitis ? dicite, quia Domino necessarius est : et continuo illum dimittet huc.
4 Και υπηγον και ευρον το πωλαριον δεδεμενον προς την θυραν εξω επι της διοδου, και λυουσιν αυτο.4 Et abeuntes invenerunt pullum ligatum ante januam foris in bivio : et solvunt eum.
5 Και τινες των εκει ισταμενων ελεγον προς αυτους? Τι καμνετε λυοντες το πωλαριον;5 Et quidam de illic stantibus dicebant illis : Quid facitis solventes pullum ?
6 Οι δε ειπον προς αυτους καθως παρηγγειλεν ο Ιησους, και αφηκαν αυτους.6 Qui dixerunt eis sicut præceperat illis Jesus, et dimiserunt eis.
7 Και εφεραν το πωλαριον προς τον Ιησουν και εβαλον επ' αυτου τα ιματια αυτων, και εκαθησεν επ' αυτου.7 Et duxerunt pullum ad Jesum : et imponunt illi vestimenta sua, et sedit super eum.
8 Πολλοι δε εστρωσαν τα ιματια αυτων εις την οδον, αλλοι δε εκοπτον κλαδους απο των δενδρων και εστρωνον εις την οδον.8 Multi autem vestimenta sua straverunt in via : alii autem frondes cædebant de arboribus, et sternebant in via.
9 Και οι προπορευομενοι και οι ακολουθουντες εκραζον, λεγοντες? Ωσαννα, ευλογημενος ο ερχομενος εν ονοματι Κυριου.9 Et qui præibant, et qui sequebantur, clamabant, dicentes : Hosanna : benedictus qui venit in nomine Domini :
10 Ευλογημενη η ερχομενη βασιλεια εν ονοματι Κυριου του πατρος ημων Δαβιδ? Ωσαννα εν τοις υψιστοις.10 benedictum quod venit regnum patris nostri David : hosanna in excelsis.
11 Και εισηλθεν ο Ιησους εις Ιεροσολυμα και εις το ιερον? και αφου περιεβλεψε παντα, επειδη η ωρα ητο ηδη προς εσπεραν, εξηλθεν εις Βηθανιαν μετα των δωδεκα.11 Et introivit Jerosolymam in templum : et circumspectis omnibus, cum jam vespera esset hora, exiit in Bethaniam cum duodecim.
12 Και τη επαυριον, αφου εξηλθον απο Βηθανιας, επεινασε?12 Et alia die cum exirent a Bethania, esuriit.
13 και ιδων μακροθεν συκην εχουσαν φυλλα, ηλθεν αν τυχον ευρη τι εν αυτη? και ελθων επ' αυτην ουδεν ευρεν ειμη φυλλα? διοτι δεν ητο καιρος συκων.13 Cumque vidisset a longe ficum habentem folia, venit si quid forte inveniret in ea : et cum venisset ad eam, nihil invenit præter folia : non enim erat tempus ficorum.
14 Και αποκριθεις ο Ιησους ειπε προς αυτην? Μηδεις πλεον εις τον αιωνα να μη φαγη καρπον απο σου. Και ηκουον τουτο οι μαθηται αυτου.14 Et respondens dixit ei : Jam non amplius in æternum ex te fructum quisquam manducet. Et audiebant discipuli ejus.
15 Και ερχονται εις Ιεροσολυμα? και εισελθων ο Ιησους εις το ιερον, ηρχισε να εκβαλλη τους πωλουντας και αγοραζοντας εν τω ιερω, και τας τραπεζας των αργυραμοιβων και τα καθισματα των πωλουντων τας περιστερας ανετρεψε,15 Et veniunt in Jerosolymam. Et cum introisset in templum, cœpit ejicere vendentes et ementes in templo : et mensas numulariorum, et cathedras vendentium columbas evertit :
16 και δεν αφινε να περαση τις σκευος δια του ιερου,16 et non sinebat ut quisquam transferret vas per templum :
17 και εδιδασκε, λεγων προς αυτους? Δεν ειναι γεγραμμενον, οτι Ο οικος μου θελει ονομαζεσθαι οικος προσευχης δια παντα τα εθνη; σεις δε εκαμετε αυτον σπηλαιον ληστων.17 et docebat, dicens eis : Nonne scriptum est : Quia domus mea, domus orationis vocabitur omnibus gentibus ? vos autem fecistis eam speluncam latronum.
18 Και ηκουσαν οι γραμματεις και οι αρχιερεις και εζητουν πως να απολεσωσιν αυτον? διοτι εφοβουντο αυτον, επειδη πας ο οχλος εξεπληττετο εις την διδαχην αυτου.18 Quo audito principes sacerdotum et scribæ, quærebant quomodo eum perderent : timebant enim eum, quoniam universa turba admirabatur super doctrina ejus.
19 Και οτε εγεινεν εσπερα, εξηρχετο εξω της πολεως.19 Et cum vespera facta esset, egrediebatur de civitate.
20 Και το πρωι διαβαινοντες ειδον την συκην εξηραμμενην εκ ριζων.20 Et cum mane transirent, viderunt ficum aridam factam a radicibus.
21 Και ενθυμηθεις ο Πετρος, λεγει προς αυτον? Ραββι, ιδε, η συκη, την οποιαν κατηρασθης, εξηρανθη.21 Et recordatus Petrus, dixit ei : Rabbi, ecce ficus, cui maledixisti, aruit.
22 Και αποκριθεις ο Ιησους, λεγει προς αυτους? Εχετε πιστιν Θεου.22 Et respondens Jesus ait illis : Habete fidem Dei.
23 Διοτι αληθως σας λεγω οτι οστις ειπη προς το ορος τουτο, Σηκωθητε και ριφθητι εις την θαλασσαν, και δεν δισταση εν τη καρδια αυτου, αλλα πιστευση οτι εκεινα τα οποια λεγει γινονται, θελει γεινει εις αυτον ο, τι εαν ειπη.23 Amen dico vobis, quia quicumque dixerit huic monti : Tollere, et mittere in mare, et non hæsitaverit in corde suo, sed crediderit, quia quodcumque dixerit fiat, fiet ei.
24 Δια τουτο σας λεγω, Παντα οσα προσευχομενοι ζητειτε, πιστευετε οτι λαμβανετε, και θελει γεινει εις εσας.24 Propterea dico vobis, omnia quæcumque orantes petitis, credite quia accipietis, et evenient vobis.
25 Και οταν ιστασθε προσευχομενοι, συγχωρειτε εαν εχητε τι κατα τινος, δια να συγχωρηση εις εσας και ο Πατηρ σας ο εν τοις ουρανοις τα αμαρτηματα σας.25 Et cum stabitis ad orandum, dimittite si quid habetis adversus aliquem : ut et Pater vester, qui in cælis est, dimittat vobis peccata vestra.
26 Αλλ' εαν σεις δεν συγχωρητε, ουδε ο Πατηρ σας ο εν τοις ουρανοις θελει συγχωρησει τα αμαρτηματα σας.26 Quod si vos non dimiseritis : nec Pater vester, qui in cælis est, dimittet vobis peccata vestra.
27 Και ερχονται παλιν εις Ιεροσολυμα? και ενω περιεπατει εν τω ιερω, ερχονται προς αυτον οι αρχιερεις και οι γραμματεις και οι πρεσβυτεροι27 Et veniunt rursus Jerosolymam. Et cum ambularet in templo, accedunt ad eum summi sacerdotes, et scribæ, et seniores :
28 και λεγουσι προς αυτον? Εν ποια εξουσια πραττεις ταυτα; και τις σοι εδωκε την εξουσιαν ταυτην, δια να πραττης ταυτα;28 et dicunt ei : In qua potestate hæc facis ? et quis dedit tibi hanc potestatem ut ista facias ?
29 Ο δε Ιησους αποκριθεις ειπε προς αυτους? Θελω σας ερωτησει και εγω ενα λογον, και αποκριθητε μοι, και θελω σας ειπει εν ποια εξουσια πραττω ταυτα.29 Jesus autem respondens, ait illis : Interrogabo vos et ego unum verbum, et respondete mihi : et dicam vobis in qua potestate hæc faciam.
30 Το βαπτισμα του Ιωαννου εξ ουρανου ητο η εξ ανθρωπων; αποκριθητε μοι.30 Baptismus Joannis, de cælo erat, an ex hominibus ? Respondete mihi.
31 Και διελογιζοντο καθ' εαυτους, λεγοντες? Εαν ειπωμεν, Εξ ουρανου, θελει ειπει? Δια τι λοιπον δεν επιστευσατε εις αυτον;31 At illi cogitabant secum, dicentes : Si dixerimus : De cælo, dicet : Quare ergo non credidistis ei ?
32 Αλλ' εαν ειπωμεν, Εξ ανθρωπων; εφοβουντο τον λαον? διοτι παντες ειχον τον Ιωαννην οτι ητο τωοντι προφητης.32 Si dixerimus : Ex hominibus, timemus populum : omnes enim habebant Joannem quia vere propheta esset.
33 Και αποκριθεντες λεγουσι προς τον Ιησουν? Δεν εξευρομεν. Και ο Ιησους αποκριθεις λεγει προς αυτους? Ουδε εγω λεγω προς υμας εν ποια εξουσια πραττω ταυτα.33 Et respondentes dicunt Jesu : Nescimus. Et respondens Jesus ait illis : Neque ego dico vobis in qua potestate hæc faciam.