Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo - Matthew 26


font
GREEK BIBLECATHOLIC PUBLIC DOMAIN
1 Και οτε ετελειωσεν ο Ιησους παντας τους λογους τουτους, ειπε προς τους μαθητας αυτου?1 And it happened that, when Jesus had completed all these words, he said to his disciples,
2 Εξευρετε οτι μετα δυο ημερας γινεται το πασχα, και ο Υιος του ανθρωπου παραδιδεται δια να σταυρωθη.2 “You know that after two days the Passover will begin, and the Son of man will be handed over to be crucified.”
3 Τοτε συνηχθησαν οι αρχιερεις και οι γραμματεις και οι πρεσβυτεροι του λαου εις την αυλην του αρχιερεως του λεγομενου Καιαφα,3 Then the leaders of the priests and the elders of the people were gathered together in the court of the high priest, who was called Caiaphas.
4 και συνεβουλευθησαν να συλλαβωσι τον Ιησουν με δολον και να θανατωσωσιν.4 And they took counsel so that by deceitfulness they might take hold of Jesus and kill him.
5 Ελεγον δε? μη εν τη εορτη, δια να μη γεινη θορυβος εν τω λαω.5 But they said, “Not on the feast day, lest perhaps there may be a tumult among the people.”
6 Οτε δε ο Ιησους ητο εν Βηθανια εν τη οικια Σιμωνος του λεπρου,6 And when Jesus was in Bethania, in the house of Simon the leper,
7 προσηλθε προς αυτον γυνη εχουσα αλαβαστρον μυρου βαρυτιμου, και κατεχεεν αυτο επι την κεφαλην αυτου, ενω εκαθητο εις την τραπεζαν.7 a woman drew near to him, holding an alabaster box of precious ointment, and she poured it over his head while he was reclining at table.
8 Ιδοντες δε οι μαθηται αυτου, ηγανακτησαν λεγοντες? Εις τι η απωλεια αυτη;8 But the disciples, seeing this, were indignant, saying: “What is the purpose of this waste?
9 διοτι ηδυνατο τουτο το μυρον να πωληθη με πολλην τιμην και να δοθη εις τους πτωχους.9 For this could have been sold for a great deal, so as to be given to the poor.”
10 Νοησας δε ο Ιησους, ειπε προς αυτους? Δια τι ενοχλειτε την γυναικα; διοτι εργον καλον επραξεν εις εμε.10 But Jesus, knowing this, said to them: “Why are you bothering this woman? For she has done a good deed to me.
11 Διοτι τους πτωχους παντοτε εχετε μεθ' εαυτων, εμε ομως παντοτε δεν εχετε.11 For the poor you will always have with you. But you will not always have me.
12 Επειδη χυσασα αυτη το μυρον τουτο επι του σωματος μου, εκαμε τουτο δια τον ενταφιασμον μου.12 For in pouring this ointment on my body, she has prepared for my burial.
13 Αληθως σας λεγω, οπου εαν κηρυχθη το ευαγγελιον τουτο εν ολω τω κοσμω, θελει λαληθη και τουτο, το οποιον επραξεν αυτη, εις μνημοσυνον αυτης.13 Amen I say to you, wherever this Gospel will be preached in the whole world, what she has done also shall be told, in memory of her.”
14 Τοτε υπηγεν εις των δωδεκα, ο λεγομενος Ιουδας Ισκαριωτης, προς τους αρχιερεις14 Then one of the twelve, who was called Judas Iscariot, went to the leaders of the priests,
15 και ειπε? Τι θελετε να μοι δωσητε, και εγω θελω σας παραδωσει αυτον; Και εκεινοι εδωκαν εις αυτον τριακοντα αργυρια.15 and he said to them, “What are you willing to give me, if I hand him over to you?” So they appointed thirty pieces of silver for him.
16 Και απο τοτε εζητει ευκαιριαν δια να παραδωση αυτον.16 And from then on, he sought an opportunity to betray him.
17 Την δε πρωτην των αζυμων προσηλθον οι μαθηται προς τον Ιησουν, λεγοντες προς αυτον? Που θελεις να σοι ετοιμασωμεν δια να φαγης το πασχα;17 Then, on the first day of Unleavened Bread, the disciples approached Jesus, saying, “Where do you want us to prepare for you to eat the Passover?”
18 Και εκεινος ειπεν? Υπαγετε εις την πολιν προς τον δεινα και ειπατε προς αυτον? Ο Διδασκαλος λεγει, Ο καιρος μου επλησιασεν? εν τη οικια σου θελω καμει το πασχα μετα των μαθητων μου.18 So Jesus said, “Go into the city, to a certain one, and say to him: ‘The Teacher said: My time is near. I am observing the Passover with you, along with my disciples.’ ”
19 Και εκαμον οι μαθηται καθως παρηγγειλεν εις αυτους ο Ιησους, και ητοιμασαν το πασχα.19 And the disciples did just as Jesus appointed to them. And they prepared the Passover.
20 Οτε δε εγεινεν εσπερα, εκαθητο εις την τραπεζαν μετα των δωδεκα.20 Then, when evening arrived, he sat at table with his twelve disciples.
21 Και ενω ετρωγον, ειπεν? Αληθως σας λεγω οτι εις εξ υμων θελει με παραδωσει.21 And while they were eating, he said: “Amen I say to you, that one of you is about to betray me.”
22 Και λυπουμενοι σφοδρα, ηρχισαν να λεγωσι προς αυτον εκαστος αυτων? Μηπως εγω ειμαι, Κυριε;22 And being greatly saddened, each one of them began to say, “Surely, it is not I, Lord?”
23 Ο δε αποκριθεις ειπεν? Ο εμβαψας μετ' εμου εν τω πινακιω την χειρα, ουτος θελει με παραδωσει.23 But he responded by saying: “He who dips his hand with me into the dish, the same will betray me.
24 Ο μεν Υιος του ανθρωπου υπαγει, καθως ειναι γεγραμμενον περι αυτου? ουαι δε εις τον ανθρωπον εκεινον, δια του οποιου ο Υιος του ανθρωπου παραδιδεται? καλον ητο εις τον ανθρωπον εκεινον, αν δεν ηθελε γεννηθη.24 Indeed, the Son of man goes, just as it has been written about him. But woe to that man by whom the Son of man will be betrayed. It would be better for that man if he had not been born.”
25 Αποκριθεις δε ο Ιουδας, οστις παρεδιδεν αυτον, ειπε? Μηπως εγω ειμαι, Ραββι; Λεγει προς αυτον? Συ ειπας.25 Then Judas, who betrayed him, responded by saying, “Surely, it is not I, Master?” He said to him, “You have said it.”
26 Και ενω ετρωγον, λαβων ο Ιησους τον αρτον και ευλογησας εκοψε και εδιδεν εις τους μαθητας και ειπε? Λαβετε, φαγετε? τουτο ειναι το σωμα μου?26 Now while they were eating the meal, Jesus took bread, and he blessed and broke and gave it to his disciples, and he said: “Take and eat. This is my body.”
27 και λαβων το ποτηριον και ευχαριστησας, εδωκεν εις αυτους, λεγων? Πιετε εξ αυτου παντες?27 And taking the chalice, he gave thanks. And he gave it to them, saying: “Drink from this, all of you.
28 διοτι τουτο ειναι το αιμα μου το της καινης διαθηκης, το υπερ πολλων εκχυνομενον εις αφεσιν αμαρτιων.28 For this is my blood of the new covenant, which shall be shed for many as a remission of sins.
29 Σας λεγω δε οτι δεν θελω πιει εις το εξης εκ τουτου του γεννηματος της αμπελου εως της ημερας εκεινης, οταν πινω αυτο νεον μεθ' υμων εν τη βασιλεια του Πατρος μου.29 But I say to you, I will not drink again from this fruit of the vine, until that day when I will drink it new with you in the kingdom of my Father.”
30 Και αφου υμνησαν, εξηλθον εις το ορος των ελαιων.30 And after a hymn was sung, they went out to the Mount of Olives.
31 Τοτε λεγει προς αυτους ο Ιησους? Παντες υμεις θελετε σκανδαλισθη εν εμοι την νυκτα ταυτην? διοτι ειναι γεγραμμενον, Θελω παταξει τον ποιμενα, και θελουσι διασκορπισθη τα προβατα της ποιμνης?31 Then Jesus said to them: “You will all fall away from me in this night. For it has been written: ‘I will strike the shepherd, and the sheep of the flock will be scattered.’
32 αφου δε αναστηθω, θελω υπαγει προτερον υμων εις την Γαλιλαιαν.32 But after I have risen again, I will go before you to Galilee.”
33 Αποκριθεις δε ο Πετρος, ειπε προς αυτον? Και αν παντες σκανδαλισθωσιν εν σοι, εγω ποτε δεν θελω σκανδαλισθη.33 Then Peter responded by saying to him, “Even if everyone else has fallen away from you, I will never fall away.”
34 Ειπε προς αυτον ο Ιησους? Αληθως σοι λεγω οτι ταυτην την νυκτα, πριν φωναξη ο αλεκτωρ, τρις θελεις με απαρνηθη.34 Jesus said to him, “Amen I say to you, that in this night, before the rooster crows, you will deny me three times.”
35 Λεγει προς αυτον ο Πετρος? Και αν γεινη χρεια να αποθανω μετα σου, δεν θελω σε απαρνηθη. Ομοιως ειπον και παντες οι μαθηται.35 Peter said to him, “Even if it is necessary for me to die with you, I will not deny you.” And all the disciples spoke similarly.
36 Τοτε ερχεται μετ' αυτων ο Ιησους εις χωριον λεγομενον Γεθσημανη και λεγει προς τους μαθητας? Καθησατε αυτου, εωσου υπαγω και προσευχηθω εκει.36 Then Jesus went with them to a garden, which is called Gethsemani. And he said to his disciples, “Sit down here, while I go there and pray.”
37 Και παραλαβων τον Πετρον και τους δυο υιους του Ζεβεδαιου, ηρχισε να λυπηται και να αδημονη.37 And taking with him Peter and the two sons of Zebedee, he began to be sorrowful and saddened.
38 Τοτε λεγει προς αυτους? Περιλυπος ειναι η ψυχη μου εως θανατου? μεινατε εδω και αγρυπνειτε μετ' εμου.38 Then he said to them: “My soul is sorrowful, even unto death. Stay here and keep vigil with me.”
39 Και προχωρησας ολιγον επεσεν επι προσωπον αυτου, προσευχομενος και λεγων? Πατερ μου, εαν ηναι δυνατον, ας παρελθη απ' εμου το ποτηριον τουτο? πλην ουχι ως εγω θελω, αλλ' ως συ.39 And continuing on a little further, he fell prostrate on his face, praying and saying: “My Father, if it is possible, let this chalice pass away from me. Yet truly, let it not be as I will, but as you will.”
40 Και ερχεται προς τους μαθητας και ευρισκει αυτους κοιμωμενους, και λεγει προς τον Πετρον? Ουτω δεν ηδυνηθητε μιαν ωραν να αγρυπνησητε μετ' εμου;40 And he approached his disciples and found them sleeping. And he said to Peter: “So, were you not able to keep vigil with me for one hour?
41 αγρυπνειτε και προσευχεσθε, δια να μη εισελθητε εις πειρασμον. Το μεν πνευμα προθυμον, η δε σαρξ ασθενης.41 Be vigilant and pray, so that you may not enter into temptation. Indeed, the spirit is willing, but the flesh is weak.”
42 Παλιν εκ δευτερου υπηγε και προσευχηθη, λεγων? Πατερ μου, εαν δεν ηναι δυνατον τουτο το ποτηριον να παρελθη απ' εμου χωρις να πιω αυτο, γενηθητω το θελημα σου.42 Again, a second time, he went and prayed, saying, “My Father, if this chalice cannot pass away, unless I drink it, let your will be done.”
43 Και ελθων ευρισκει αυτους παλιν κοιμωμενους? διοτι οι οφθαλμοι αυτων ησαν βεβαρημενοι.43 And again, he went and found them sleeping, for their eyes were heavy.
44 Και αφησας αυτους υπηγε παλιν και προσευχηθη εκ τριτου, ειπων τον αυτον λογον.44 And leaving them behind, again he went and prayed for the third time, saying the same words.
45 Τοτε ερχεται προς τους μαθητας αυτου και λεγει προς αυτους? Κοιμασθε το λοιπον και αναπαυεσθε? ιδου, επλησιασεν η ωρα και ο Υιος του ανθρωπου παραδιδεται εις χειρας αμαρτωλων.45 Then he approached his disciples and said to them: “Sleep now and rest. Behold, the hour has drawn near, and the Son of man will be delivered into the hands of sinners.
46 Εγερθητε, ας υπαγωμεν? Ιδου, επλησιασεν ο παραδιδων με.46 Rise up; let us go. Behold, he who will betray me draws near.”
47 Και ενω αυτος ελαλει ετι, ιδου, ο Ιουδας εις των δωδεκα ηλθε, και μετ' αυτου οχλος πολυς μετα μαχαιρων και ξυλων παρα των αρχιερεων και πρεσβυτερων του λαου.47 While he was still speaking, behold, Judas, one of the twelve, arrived, and with him was a large crowd with swords and clubs, sent from the leaders of the priests and the elders of the people.
48 Ο δε παραδιδων αυτον εδωκεν εις αυτους σημειον, λεγων? Οντινα φιλησω, αυτος ειναι? πιασατε αυτον.48 And he who betrayed him gave them a sign, saying: “Whomever I will kiss, it is he. Take hold of him.”
49 Και ευθυς πλησιασας προς τον Ιησουν, ειπε? Χαιρε, Ραββι, και κατεφιλησεν αυτον.49 And quickly drawing close to Jesus, he said, “Hail, Master.” And he kissed him.
50 Ο δε Ιησους ειπε προς αυτον? Φιλε, δια τι ηλθες; Τοτε προσελθοντες επεβαλον τας χειρας επι τον Ιησουν και επιασαν αυτον.50 And Jesus said to him, “Friend, for what purpose have you come?” Then they approached, and they put their hands on Jesus, and they held him.
51 Και ιδου, εις των μετα του Ιησου εκτεινας την χειρα εσυρε την μαχαιραν αυτου, και κτυπησας τον δουλον του αρχιερεως απεκοψε το ωτιον αυτου.51 And behold, one of those who were with Jesus, extending his hand, drew his sword and struck the servant of the high priest, cutting off his ear.
52 Τοτε λεγει προς αυτον ο Ιησους? Επιστρεψον την μαχαιραν σου εις τον τοπον αυτης? διοτι παντες οσοι πιασωσι μαχαιραν δια μαχαιρας θελουσιν απολεσθη.52 Then Jesus said to him: “Put your sword back in its place. For all who take up the sword shall perish by the sword.
53 Η νομιζεις οτι δεν δυναμαι ηδη να παρακαλεσω τον Πατερα μου, και θελει στησει πλησιον μου περισσοτερους παρα δωδεκα λεγεωνας αγγελων;53 Or do you think that I cannot ask my Father, so that he would give me, even now, more than twelve legions of Angels?
54 πως λοιπον θελουσι πληρωθη αι γραφαι οτι ουτω πρεπει να γεινη;54 How then would the Scriptures be fulfilled, which say that it must be so?”
55 Εν εκεινη τη ωρα ειπεν ο Ιησους προς τους οχλους? Ως επι ληστην εξηλθετε μετα μαχαιρων και ξυλων να με συλλαβητε; καθ' ημεραν εκαθημην πλησιον υμων διδασκων εν τω ιερω, και δεν με επιασατε.55 In that same hour, Jesus said to the crowds: “You went out, as if to a robber, with swords and clubs to seize me. Yet I sat daily with you, teaching in the temple, and you did not take hold of me.
56 Τουτο δε ολον εγεινε δια να πληρωθωσιν αι γραφαι των προφητων. Τοτε οι μαθηται παντες αφησαντες αυτον εφυγον.56 But all this has happened so that the Scriptures of the prophets may be fulfilled.” Then all the disciples fled, abandoning him.
57 Οι δε πιασαντες τον Ιησουν εφεραν προς Καιαφαν τον αρχιερεα, οπου συνηχθησαν οι γραμματεις και οι πρεσβυτεροι.57 But those who were holding Jesus led him to Caiaphas, the high priest, where the scribes and the elders had joined together.
58 Ο δε Πετρος ηκολουθει αυτον απο μακροθεν εως της αυλης του αρχιερεως, και εισελθων εσω εκαθητο μετα των υπηρετων δια να ιδη το τελος.58 Then Peter followed him from a distance, as far as the court of the high priest. And going inside, he sat down with the servants, so that he might see the end.
59 Οι δε αρχιερεις και οι πρεσβυτεροι και το συνεδριον ολον εζητουν ψευδομαρτυριαν κατα του Ιησου, δια να θανατωσωσιν αυτον,59 Then the leaders of the priests and the entire council sought false testimony against Jesus, so that they might deliver him to death.
60 και δεν ευρον? και πολλων ψευδομαρτυρων προσελθοντων, δεν ευρον. Υστερον δε προσελθοντες δυο ψευδομαρτυρες,60 And they did not find any, even though many false witnesses had come forward. Then, at the very end, two false witnesses came forward,
61 ειπον? Ουτος ειπε, Δυναμαι να χαλασω τον ναον του Θεου και δια τριων ημερων να οικοδομησω αυτον.61 and they said, “This man said: ‘I am able to destroy the temple of God, and, after three days, to rebuild it.’ ”
62 Και σηκωθεις ο αρχιερευς ειπε προς αυτον? Δεν αποκρινεσαι; τι μαρτυρουσιν ουτοι κατα σου;62 And the high priest, rising up, said to him, “Have you nothing to respond to what these ones testify against you?”
63 Ο δε Ιησους εσιωπα. Και αποκριθεις ο αρχιερευς ειπε προς αυτον? Σε ορκιζω εις τον Θεον τον ζωντα να ειπης προς ημας αν συ ησαι ο Χριστος ο Υιος του Θεου.63 But Jesus was silent. And the high priest said to him, “I bind you by an oath to the living God to tell us if you are the Christ, the Son of God.”
64 Λεγει προς αυτον ο Ιησους? Συ ειπας? πλην σας λεγω, Εις το εξης θελετε ιδει τον Υιον του ανθρωπου καθημενον εκ δεξιων της δυναμεως και ερχομενον επι των νεφελων του ουρανου.64 Jesus said to him: “You have said it. Yet truly I say to you, hereafter you shall see the Son of man sitting at the right hand of the power of God, and coming on the clouds of heaven.”
65 Τοτε ο αρχιερευς διεσχισε τα ιματια αυτου, λεγων οτι εβλασφημησε? τι χρειαν εχομεν πλεον μαρτυρων; ιδου, τωρα ηκουσατε την βλασφημιαν αυτου?65 Then the high priest tore his garments, saying: “He has blasphemed. Why do we still need witnesses? Behold, you have now heard the blasphemy.
66 τι σας φαινεται; Και εκεινοι αποκριθεντες ειπον? Ενοχος θανατου ειναι.66 How does it seem to you?” So they responded by saying, “He is guilty unto death.”
67 Τοτε ενεπτυσαν εις το προσωπον αυτου και εγρονθισαν αυτον, αλλοι δε ερραπισαν,67 Then they spit in his face, and they struck him with fists. And others struck his face with the palms of their hands,
68 λεγοντες? Προφητευσον εις ημας, Χριστε, τις ειναι οστις σε εκτυπησεν;68 saying: “Prophesy for us, O Christ. Who is the one that struck you?”
69 Ο δε Πετρος εκαθητο εξω εν τη αυλη και προσηλθε προς αυτον μια δουλη, λεγουσα? Και συ ησο μετα Ιησου του Γαλιλαιου.69 Yet truly, Peter sat outside in the courtyard. And a maidservant approached him, saying, “You also were with Jesus the Galilean.”
70 Ο δε ηρνηθη εμπροσθεν παντων, λεγων? Δεν εξευρω τι λεγεις.70 But he denied it in the sight of them all, saying, “I do not know what you are saying.”
71 Και οτε εξηλθεν εις τον πυλωνα, ειδεν αυτον αλλη και λεγει προς τους εκει, Και ουτος ητο μετα Ιησου του Ναζωραιου.71 Then, as he exited by the gate, another maidservant saw him. And she said to those who were there, “This man also was with Jesus of Nazareth.”
72 Και παλιν ηρνηθη μεθ' ορκου οτι δεν γνωριζω τον ανθρωπον.72 And again, he denied it with an oath, “For I do not know the man.”
73 Μετ' ολιγον δε προσελθοντες οι εστωτες, ειπον προς τον Πετρον? Αληθως και συ εξ αυτων εισαι? διοτι η λαλια σου σε καμνει φανερον.73 And after a little while, those who were standing nearby came and said to Peter: “Truly, you also are one of them. For even your manner of speaking reveals you.”
74 Τοτε ηρχισε να καταναθεματιζη και να ομνυη οτι δεν γνωριζω τον ανθρωπον. Και ευθυς εφωναξεν ο αλεκτωρ.74 Then he began to curse and to swear that he had not known the man. And immediately the rooster crowed.
75 Και ενεθυμηθη ο Πετρος τον λογον του Ιησου, οστις ειχεν ειπει προς αυτον οτι πριν φωναξη ο αλεκτωρ, τρις θελεις με απαρνηθη? και εξελθων εξω εκλαυσε πικρως.75 And Peter remembered the words of Jesus, which he had said: “Before the rooster crows, you will deny me three times.” And going outside, he wept bitterly.