Scrutatio

Lunedi, 12 maggio 2025 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo - Matthew 22


font
GREEK BIBLELA SACRA BIBBIA
1 Και αποκριθεις ο Ιησους παλιν ειπε προς αυτους δια παραβολων, λεγων?1 Gesù riprese a parlar loro in parabole e disse:
2 Ωμοιωθη η βασιλεια των ουρανων με ανθρωπον βασιλεα, οστις εκαμε γαμους εις τον υιον αυτου?2 "E' simile il regno dei cieli a un re il quale fece un banchetto di nozze per suo figlio.
3 και απεστειλε τους δουλους αυτου να καλεσωσι τους προσκεκλημενους εις τους γαμους, και δεν ηθελον να ελθωσι.3 Egli mandò i suoi servi a chiamare coloro che erano stati invitati alle nozze; ma questi non vollero venire.
4 Παλιν απεστειλεν αλλους δουλους, λεγων? Ειπατε προς τους προσκεκλημενους? Ιδου, το γευμα μου ητοιμασα, οι ταυροι μου και τα θρεπτα ειναι εσφαγμενα και παντα ειναι ετοιμα? ελθετε εις τους γαμους.4 Di nuovo mandò altri servi dicendo: "Dite agli invitati: ecco, ho preparato il mio pranzo: i miei buoi e gli animali ingrassati sono già stati macellati e tutto è pronto; venite alle nozze".
5 Εκεινοι ομως αμελησαντες απηλθον, ο μεν εις τον αγρον αυτου, ο δε εις το εμποριον αυτου?5 Ma essi, noncuranti, andarono chi ai propri campi, chi ai propri affari.
6 οι δε λοιποι πιασαντες τους δουλους αυτου υβρισαν και εφονευσαν.6 Altri poi, presi i servi, li maltrattarono e li uccisero.
7 Ακουσας δε ο βασιλευς ωργισθη, και πεμψας τα στρατευματα αυτου απωλεσε τους φονεις εκεινους και την πολιν αυτων κατεκαυσε.7 Il re, adiratosi, inviò i suoi eserciti ad annientare quegli omicidi e a incendiarne la città.
8 Τοτε λεγει προς τους δουλους αυτου? Ο μεν γαμος ειναι ετοιμος, οι δε προσκεκλημενοι δεν ησαν αξιοι?8 Dice quindi ai servi: "Il banchetto nuziale è pronto, ma gli invitati non ne erano degni.
9 υπαγετε λοιπον εις τας διεξοδους των οδων, και οσους αν ευρητε καλεσατε εις τους γαμους.9 Andate dunque ai crocicchi delle vie e chiamate alle nozze tutti quelli che troverete".
10 Και εξελθοντες οι δουλοι εκεινοι εις τας οδους, συνηγαγον παντας οσους ευρον, κακους τε και καλους? και εγεμισθη ο γαμος απο ανακεκλιμενων.10 Andarono quei servi per le vie e radunarono tutti quelli che trovarono, buoni e cattivi; e così la sala si riempì di commensali.
11 Εισελθων δε ο βασιλευς δια να θεωρηση τους ανακεκλιμενους, ειδεν εκει ανθρωπον μη ενδεδυμενον ενδυμα γαμου,11 Entrato il re a vedere i commensali, trovò là un uomo che non indossava la veste nuziale.
12 και λεγει προς αυτον? Φιλε, πως εισηλθες ενταυθα μη εχων ενδυμα γαμου; Ο δε απεστομωθη.12 Gli dice: "Amico, come mai sei entrato qui senza la veste nuziale?". Egli ammutolì.
13 Τοτε ειπεν ο βασιλευς προς τους υπηρετας? Δεσαντες αυτου ποδας και χειρας, σηκωσατε αυτον και ριψατε εις το σκοτος το εξωτερον? εκει θελει εισθαι ο κλαυθμος και ο τριγμος των οδοντων.13 Allora il re disse ai suoi servitori: "Legatelo mani e piedi e gettatelo nelle tenebre esteriori: là sarà pianto e stridore di denti".
14 Διοτι πολλοι ειναι οι κεκλημενοι, ολιγοι δε οι εκλεκτοι.14 Infatti molti sono chiamati, ma pochi eletti".
15 Τοτε υπηγον οι Φαρισαιοι και συνεβουλευθησαν πως να παγιδευσωσιν αυτον εν λογω.15 Allora i farisei, ritiratisi, tennero consiglio per vedere come coglierlo in fallo nei suoi discorsi.
16 Και αποστελλουσι προς αυτον τους μαθητας αυτων μετα των Ηρωδιανων, λεγοντες? Διδασκαλε, εξευρομεν οτι αληθης εισαι και την οδον του Θεου εν αληθεια διδασκεις και δεν σε μελει περι ουδενος? διοτι δεν βλεπεις εις προσωπον ανθρωπων?16 Mandarono dunque a lui i propri discepoli, insieme agli erodiani, per dirgli: "Maestro, sappiamo che sei veritiero e che insegni la via di Dio con verità e che non hai soggezione di nessuno; infatti non guardi in faccia ad alcuno.
17 ειπε λοιπον προς ημας, Τι σοι φαινεται; ειναι συγκεχωρημενον να δωσωμεν δασμον εις τον Καισαρα η ουχι;17 Dicci dunque il tuo parere: è lecito o no pagare il tributo a Cesare?".
18 Γνωρισας δε ο Ιησους την πονηριαν αυτων, ειπε? Τι με πειραζετε, υποκριται;18 Gesù, conoscendo la loro malizia, disse: "Perché volete tentarmi, ipocriti?
19 δειξατε μοι το νομισμα του δασμου? οι δε εφεραν προς αυτον δηναριον.19 Mostratemi la moneta del tributo". Essi gli presentarono un denaro.
20 Και λεγει προς αυτους? Τινος ειναι η εικων αυτη και η επιγραφη;20 Dice loro: "Di chi è l'effigie con l'iscrizione?".
21 Λεγουσι προς αυτον? Του Καισαρος. Τοτε λεγει προς αυτους? Αποδοτε λοιπον τα του Καισαρος εις τον Καισαρα και τα του Θεου εις τον Θεον.21 Rispondono: "Di Cesare". Ed egli disse loro: "Date dunque a Cesare quello che è di Cesare e a Dio quello che è di Dio".
22 Και ακουσαντες εθαυμασαν, και αφησαντες αυτον ανεχωρησαν.22 All'udir ciò rimasero stupiti e, lasciatolo, se ne andarono.
23 Εν εκεινη τη ημερα προσηλθον προς αυτον Σαδδουκαιοι, οι λεγοντες οτι δεν ειναι αναστασις, και ηρωτησαν αυτον, λεγοντες?23 In quel giorno si avvicinarono a lui dei sadducei, quelli che affermano non esserci risurrezione, e lo interrogarono
24 Διδασκαλε, ο Μωυσης ειπεν, Εαν τις αποθανη μη εχων τεκνα, θελει νυμφευθη ο αδελφος αυτου την γυναικα αυτου και θελει αναστησει σπερμα εις τον αδελφον αυτου.24 dicendo: "Maestro, Mosè ha ordinato: Se uno muore senza figli, suo fratello ne sposerà la vedova e così darà a suo fratello una discendenza.
25 Ησαν δε παρ' ημιν επτα αδελφοι? και ο πρωτος αφου ενυμφευθη ετελευτησε, και μη εχων τεκνον, αφηκε την γυναικα αυτου εις τον αδελφον αυτου?25 Ora c'erano fra noi sette fratelli. Il primo appena sposato, morì e, non avendo discendenza, lasciò la moglie a suo fratello.
26 ομοιως και ο δευτερος, και ο τριτος, εως των επτα.26 La stessa cosa accadde al secondo e al terzo, fino al settimo.
27 Υστερον δε παντων απεθανε και η γυνη.27 Dopo di tutti, morì anche la donna.
28 Εν τη αναστασει λοιπον τινος των επτα θελει εισθαι γυνη; διοτι παντες ελαβον αυτην.28 Ora, nella risurrezione, di chi fra i sette sarà moglie? Infatti appartenne a tutti".
29 Αποκριθεις δε ο Ιησους, ειπε προς αυτους? Πλανασθε μη γνωριζοντες τας γραφας μηδε την δυναμιν του Θεου.29 Gesù rispose: "Siete in errore, poiché non conoscete le Scritture né la potenza di Dio.
30 Διοτι εν τη αναστασει ουτε νυμφευονται ουτε νυμφευουσιν, αλλ' ειναι ως αγγελοι του Θεου εν ουρανω.30 Infatti nella risurrezione non si prende né moglie né marito, ma si è come angeli di Dio in cielo.
31 Περι δε της αναστασεως των νεκρων δεν ανεγνωσατε το ρηθεν προς εσας υπο του Θεου, λεγοντος?31 Quanto poi alla risurrezione dei morti, non avete letto ciò che a voi disse Dio:
32 Εγω ειμαι ο Θεος του Αβρααμ και ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ; δεν ειναι ο Θεος νεκρων, αλλα ζωντων.32 Io sono il Dio di Abramo, il Dio di Isacco, il Dio di Giacobbe? Dio non è un Dio di morti, ma di viventi".
33 Και ακουσαντες οι οχλοι, εξεπληττοντο δια την διδαχην αυτου.33 All'udir ciò, le folle rimanevano stupite per la sua dottrina.
34 Οι δε Φαρισαιοι, ακουσαντες οτι απεστομωσε τους Σαδδουκαιους, συνηχθησαν ομου.34 I farisei, saputo che Gesù aveva messo a tacere i sadducei, si radunarono insieme,
35 Και εις εξ αυτων, νομικος, ηρωτησε πειραζων αυτον και λεγων?35 e uno di loro, dottore della legge, lo interrogò per metterlo alla prova:
36 Διδασκαλε, ποια εντολη ειναι μεγαλη εν τω νομω;36 "Maestro, qual è il precetto più grande della legge?".
37 Και ο Ιησους ειπε προς αυτον? Θελεις αγαπα Κυριον τον Θεον σου εξ ολης της καρδιας σου και εξ ολης της ψυχης σου και εξ ολης της διανοιας σου.37 Egli rispose: "Amerai il Signore Dio tuo con tutto il tuo cuore, con tutta la tua anima, con tutta la tua mente.
38 Αυτη ειναι πρωτη και μεγαλη εντολη.38 Questo è il più grande e il primo dei precetti.
39 Δευτερα δε ομοια αυτης? Θελεις αγαπα τον πλησιον σου ως σεαυτον.39 Ma il secondo è simile ad esso: Amerai il prossimo tuo come te stesso.
40 Εν ταυταις ταις δυο εντολαις ολος ο νομος και οι προφηται κρεμανται.40 Da questi due precetti dipende tutta la legge e i profeti".
41 Και ενω ησαν συνηγμενοι οι Φαρισαιοι, ηρωτησεν αυτους ο Ιησους,41 Radunatisi i farisei, Gesù li interrogò
42 λεγων? Τι σας φαινεται περι του Χριστου; τινος υιος ειναι; Λεγουσι προς αυτον? Του Δαβιδ.42 dicendo: "Che cosa pensate del Cristo? Di chi è figlio?". Gli rispondono: "Di Davide".
43 Λεγει προς αυτους? Πως λοιπον ο Δαβιδ δια Πνευματος ονομαζει αυτον Κυριον, λεγων,43 Dice loro: "Come dunque Davide, sotto l'influsso dello Spirito, lo chiama Signore quando dice:
44 Ειπεν ο Κυριος προς τον Κυριον μου, Καθου εκ δεξιων μου εωσου θεσω τους εχθρους σου υποποδιον των ποδων σου;44 Ha detto il Signore al mio Signore: Siedi alla mia destra finché ponga i tuoi nemici come sgabello dei tuoi piedi?
45 Εαν λοιπον ο Δαβιδ ονομαζη αυτον Κυριον, πως ειναι υιος αυτου;45 Se, dunque, Davide lo chiama Signore, come può essere suo figlio?".
46 Και ουδεις ηδυνατο να αποκριθη προς αυτον λογον? ουδ' ετολμησε τις απ' εκεινης της ημερας να ερωτηση πλεον αυτον.46 Nessuno seppe rispondergli una parola; e da quel giorno nessuno osò più fargli delle domande.