1 Και προσελθοντες οι Φαρισαιοι και οι Σαδδουκαιοι, πειραζοντες αυτον εζητησαν να δειξη εις αυτους σημειον εκ του ουρανου. | 1 Se acercaron los fariseos y saduceos y, para ponerle a prueba, le pidieron que les mostrase una señal del cielo. |
2 Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτους? Οταν γεινη εσπερα, λεγετε? Καλωσυνη? διοτι κοκκινιζει ο ουρανος? | 2 Mas él les respondió: «Al atardecer decís: “Va a hacer buen tiempo, porque el cielo tiene un rojo de fuego”, |
3 και το πρωι? Σημερον χειμων? διοτι κοκκινιζει σκυθρωπαζων ο ουρανος. Υποκριται, το μεν προσωπον του ουρανου εξευρετε να διακρινητε, τα δε σημεια των καιρων δεν δυνασθε; | 3 y a la mañana: “Hoy habrá tormenta, porque el cielo tiene un rojo sombrío.” ¡Conque sabéis discernir el aspecto del cielo y no podéis discernir las señales de los tiempos! |
4 Γενεα πονηρα και μοιχαλις σημειον ζητει, και σημειον δεν θελει δοθη εις αυτην ειμη το σημειον Ιωνα του προφητου. Και αφησας αυτους ανεχωρησε. | 4 ¡Generación malvada y adúltera! Una señal pide y no se le dará otra señal que la señal de Jonás». Y dejándolos, se fue. |
5 Και ελθοντες οι μαθηται αυτου εις το περαν, ελησμονησαν να λαβωσιν αρτους. | 5 Los discípulos, al pasar a la otra orilla, se habían olvidado de tomar panes. |
6 Ο δε Ιησους ειπε προς αυτους? Βλεπετε και προσεχετε απο της ζυμης των Φαρισαιων και Σαδδουκαιων. | 6 Jesús les dijo: «Abrid los ojos y guardaos de la levadura de los fariseos y saduceos». |
7 Και εκεινοι διελογιζοντο εν εαυτοις, λεγοντες οτι αρτους δεν ελαβομεν. | 7 Ellos hablaban entre sí diciendo: «Es que no hemos traído panes». |
8 Νοησας δε ο Ιησους, ειπε προς αυτους? Τι διαλογιζεσθε εν εαυτοις, ολιγοπιστοι, οτι αρτους δεν ελαβετε; | 8 Mas Jesús, dándose cuenta, dijo: «Hombres de poca fe, ¿por qué estáis hablando entre vosotros de que no tenéis panes? |
9 ετι δεν καταλαμβανετε, ουδε ενθυμεισθε τους πεντε αρτους των πεντακισχιλιων και ποσους κοφινους ελαβετε; | 9 ¿Aún no comprendéis, ni os acordáis de los cinco panes de los 5.000 hombres, y cuántos canastos recogisteis? |
10 ουδε τους επτα αρτους των τετρακισχιλιων και ποσας σπυριδας ελαβετε; | 10 ¿Ni de los siete panes de los 4.000, y cuántas espuertas recogisteis? |
11 πως δεν καταλαμβανετε οτι περι αρτου δεν σας ειπον να προσεχητε απο της ζυμης των Φαρισαιων και Σαδδουκαιων; | 11 ¿Cómo no entendéis que no me refería a los panes? Guardaos, sí, de la levadura de los fariseos y saduceos». |
12 Τοτε ενοησαν, οτι δεν ειπε να προσεχωσιν απο της ζυμης του αρτου, αλλ' απο της διδαχης των Φαρισαιων και Σαδδουκαιων. | 12 Entonces comprendieron que no había querido decir que se guardasen de la levadura de los panes, sino de la doctrina de los fariseos y saduceos. |
13 Οτε δε ηλθεν ο Ιησους εις τα μερη της Καισαρειας της Φιλιππου, ηρωτα τους μαθητας αυτου, λεγων? Τινα με λεγουσιν οι ανθρωποι οτι ειμαι εγω ο Υιος του ανθρωπου; | 13 Llegado Jesús a la región de Cesarea de Filipo, hizo esta pregunta a sus discípulos: «¿Quién dicen los hombres que es el Hijo del hombre?» |
14 Οι δε ειπον? Αλλοι μεν Ιωαννην τον Βαπτιστην, αλλοι δε Ηλιαν και αλλοι Ιερεμιαν η ενα των προφητων. | 14 Ellos dijeron: «Unos, que Juan el Bautista; otros, que Elías, otros, que Jeremías o uno de los profetas». |
15 Λεγει προς αυτους? Αλλα σεις τινα με λεγετε οτι ειμαι; | 15 Díceles él: «Y vosotros ¿quién decís que soy yo?» |
16 Και αποκριθεις ο Σιμων Πετρος ειπε? Συ εισαι ο Χριστος ο Υιος του Θεου του ζωντος. | 16 Simón Pedro contestó: «Tú eres el Cristo, el Hijo de Dios vivo». |
17 Και αποκριθεις ο Ιησους ειπε προς αυτον? Μακαριος εισαι, Σιμων, υιε του Ιωνα, διοτι σαρξ και αιμα δεν σοι απεκαλυψε τουτο, αλλ' ο Πατηρ μου ο εν τοις ουρανοις. | 17 Replicando Jesús le dijo: «Bienaventurado eres Simón, hijo de Jonás, porque no te ha revelado esto la carne ni la sangre, sino mi Padre que está en los cielos. |
18 Και εγω δε σοι λεγω οτι συ εισαι Πετρος, και επι ταυτης της πετρας θελω οικοδομησει την εκκλησιαν μου, και πυλαι αδου δεν θελουσιν ισχυσει κατ' αυτης. | 18 Y yo a mi vez te digo que tú eres Pedro, y sobre esta piedra edificaré mi Iglesia, y las puertas del Hades no prevalecerán contra ella. |
19 Και θελω σοι δωσει τα κλειδια της βασιλειας των ουρανων, και ο, τι εαν δεσης επι της γης, θελει εισθαι δεδεμενον εν τοις ουρανοις, και ο, τι εαν λυσης επι της γης, θελει εισθαι λελυμενον εν τοις ουρανοις. | 19 A ti te daré las llaves del Reino de los Cielos; y lo que ates en la tierra quedará atado en los cielos, y lo que desates en la tierra quedará desatado en los cielos». |
20 Τοτε παρηγγειλεν εις τους μαθητας αυτου να μη ειπωσι προς μηδενα οτι αυτος ειναι Ιησους ο Χριστος. | 20 Entonces mandó a sus discípulos que no dijesen a nadie que él era el Cristo. |
21 Απο τοτε ηρχισεν ο Ιησους να δεικνυη εις τους μαθητας αυτου οτι πρεπει να υπαγη εις Ιεροσολυμα και να παθη πολλα απο των πρεσβυτερων και αρχιερεων και γραμματεων, και να θανατωθη, και την τριτην ημεραν να αναστηθη. | 21 Desde entonces comenzó Jesús a manifestar a sus discípulos que él debía ir a Jerusalén y sufrir mucho de parte de los ancianos, los sumos sacerdotes y los escribas, y ser matado y resucitar al tercer día. |
22 Και παραλαβων αυτον ο Πετρος κατ' ιδιαν ηρχισε να επιτιμα αυτον, λεγων? Γενου ιλεως εις σεαυτον, Κυριε? δεν θελει γεινει τουτο εις σε. | 22 Tomándole aparte Pedro, se puso a reprenderle diciendo: «¡Lejos de ti, Señor! ¡De ningún modo te sucederá eso!» |
23 Εκεινος δε στραφεις ειπε προς τον Πετρον? Υπαγε οπισω μου, Σατανα? σκανδαλον μου εισαι? διοτι δεν φρονεις τα του Θεου, αλλα τα των ανθρωπων. | 23 Pero él, volviéndose, dijo a Pedro: «¡Quítate de mi vista, Satanás! ¡Escándalo eres para mí, porque tus pensamientos no son los de Dios, sino los de los hombres! |
24 Τοτε ο Ιησους ειπε προς τους μαθητας αυτου? Εαν τις θελη να ελθη οπισω μου, ας απαρνηθη εαυτον και ας σηκωση τον σταυρον αυτου και ας με ακολουθη. | 24 Entonces dijo Jesús a sus discípulos: «Si alguno quiere venir en pos de mí, niéguese a sí mismo, tome su cruz y sígame. |
25 Διοτι οστις θελει να σωση την ζωην αυτου, θελει απολεσει αυτην? και οστις απολεση την ζωην αυτου ενεκεν εμου, θελει ευρει αυτην. | 25 Porque quien quiera salvar su vida, la perderá, pero quien pierda su vida por mí, la encontrará. |
26 Επειδη τι ωφελειται ανθρωπος εαν τον κοσμον ολον κερδηση, την δε ψυχην αυτου ζημιωθη; η τι θελει δωσει ανθρωπος εις ανταλλαγην της ψυχης αυτου; | 26 Pues ¿de qué le servirá al hombre ganar el mundo entero, si arruina su vida? O ¿qué puede dar el hombre a cambio de su vida? |
27 Διοτι μελλει ο Υιος του ανθρωπου να ελθη εν τη δοξη του Πατρος αυτου μετα των αγγελων αυτου, και τοτε θελει αποδωσει εις εκαστον κατα την πραξιν αυτου. | 27 «Porque el Hijo del hombre ha de venir en la gloria de su Padre, con sus ángeles, y entonces pagará a cada uno según su conducta. |
28 Αληθως σας λεγω, ειναι τινες των εδω ισταμενων, οιτινες δεν θελουσι γευθη θανατον, εωσου ιδωσι τον Υιον του ανθρωπου ερχομενον εν τη βασιλεια αυτου. | 28 Yo os aseguro: entre los aquí presentes hay algunos que no gustarán la muerte hasta que vean al Hijo del hombre venir en su Reino». |