Scrutatio

Venerdi, 10 maggio 2024 - San Giobbe ( Letture di oggi)

ΙΕΖΕΚΙΗΛ - Ezechiele - Ezekiel 1


font
GREEK BIBLELA SACRA BIBBIA
1 Εν τω τριακοστω ετει, τω τεταρτω μηνι, τη πεμπτη του μηνος, ενω ημην μεταξυ των αιχμαλωτων παρα τον ποταμον Χεβαρ, ηνοιχθησαν οι ουρανοι και ειδον οραματα του Θεου?1 Nel trentesimo anno, il cinque del quarto mese, mentre mi trovavo tra gli esuli presso il canale Chebàr, si aprirono i cieli e vidi una visione divina.
2 τη πεμπτη του μηνος του ετους τουτου, του πεμπτου της αιχμαλωσιας του βασιλεως Ιωαχειν,2 Il cinque del mese -- era il quinto anno dell'esilio di Ioiachìn --
3 εγεινε ρητως λογος Κυριου προς τον Ιεζεκιηλ υιον του Βουζει τον ιερεα, εν τη γη των Χαλδαιων παρα τον ποταμον Χεβαρ, και εκει εσταθη η χειρ του Κυριου επ' αυτον.3 giunse per Ezechiele figlio di Buzi, sacerdote, la parola del Signore, nella terra dei Caldei, presso il canale Chebàr e là fu su di lui la mano del Signore.
4 Και ειδον και ιδου, ανεμοστροβιλος ηρχετο απο βορρα, νεφος μεγα και πυρ συστρεφομενον? περιξ δε τουτου λαμψις και εκ μεσου αυτου εφαινετο ως οψις ηλεκτρου, εκ μεσου του πυρος.4 Ecco cosa vidi: un vento impetuoso proveniente dal nord, una grande nube con lampi e splendore all'intorno e nel centro come il luccicare dell'elettro, in mezzo al fuoco.
5 Και εκ μεσου αυτου εφαινετο τεσσαρων ζωων ομοιωμα. Και η θεα αυτων ητο αυτη? ειχον ομοιωμα ανθρωπου.5 In mezzo la forma di quattro esseri: ciascuno aveva aspetto d'uomo,
6 Και εκαστον ειχε τεσσαρα προσωπα και εκαστον αυτων ειχε τεσσαρας πτερυγας.6 ciascuno con quattro facce e quattro ali.
7 Και οι ποδες αυτων ησαν ποδες ορθοι, και το ιχνος του ποδος αυτων ομοιον με ιχνος ποδος μοσχου? και εσπινθηροβολουν ως οψις χαλκου στιλβοντος.7 I loro piedi erano zampe affusolate e la loro pianta era come quella della zampa di un vitello, scintillanti come il luccicare di un bronzo levigato.
8 Και ειχον χειρας ανθρωπου υποκατωθεν των πτερυγων αυτων, εις τα τεσσαρα αυτων μερη? και τα τεσσαρα ειχον τα προσωπα αυτων και τας πτερυγας αυτων.8 Avevano mani umane di sotto le ali sui loro quattro lati; avevano facce e ali tutti e quattro.
9 Αι πτερυγες αυτων συνειχοντο η μια μετα της αλλης? δεν εστρεφοντο ενω εβαδιζον? κατεναντι του προσωπου αυτων επορευοντο εκαστον.9 Le ali erano accoppiate a due a due. Essi avanzavano senza girarsi, ciascuno avanzava diritto davanti a sé.
10 Περι δε του ομοιωματος του προσωπου αυτων, τα τεσσαρα ειχον προσωπον ανθρωπου, και προσωπον λεοντος κατα το δεξιον μερος? και τα τεσσαρα ειχον προσωπον βοος κατα το αριστερον? ειχον και τα τεσσαρα προσωπον αετου.10 Le forme delle facce erano di uomo; poi forme di leone sul lato destro dei quattro, di bue sul lato sinistro dei quattro, e ciascuno di essi forme di aquila.
11 Και τα προσωπα αυτων και αι πτερυγες αυτων ησαν διηρημεναι προς τα ανω? δυο εκαστου συνειχοντο η μια μετα της αλλης και δυο εκαλυπτον τα σωματα αυτων.11 Le loro ali erano distese verso l'alto; ciascuno aveva due ali che si toccavano e due che velavano i loro corpi.
12 Και επορευοντο εκαστον κατεναντι του προσωπου αυτου? οπου το πνευμα εφερετο, εκει εβαδιζον? ενω εβαδιζον, δεν εστρεφοντο.12 Ciascuno procedeva diritto davanti a sé. Procedevano dove tirava quel vento, senza girarsi.
13 Περι δε του ομοιωματος των ζωων, η θεα αυτων ητο ως καιομενοι ανθρακες πυρος, ως θεα λαμπαδων? τουτο συνεστρεφετο μεταξυ των ζωων? και ητο το πυρ λαμπρον, και αστραπη εξηρχετο απο του πυρος.13 Tra gli esseri apparivano come dei carboni infuocati che sembravano lampade e che lampeggiavano fra quegli esseri: il fuoco splendeva e da esso schizzavano fulmini.
14 Και τα ζωα ετρεχον και επεστρεφον ως η θεα της αστραπης.14 Gli esseri correvano a zig-zag come la folgore.
15 Και ως ειδον τα ζωα, ιδου, τροχος εις επι την γην, πλησιον των ζωων εις τα τεσσαρα αυτων προσωπα.15 E vidi che gli esseri avevano in terra una ruota per ciascuno di loro quattro.
16 Η θεα των τροχων και η εργασια αυτων ησαν ως οψις βηρυλλου? και οι τεσσαρες ειχον το αυτο ομοιωμα? και η θεα αυτων και η εργασια αυτων ησαν ως εαν ητο τροχος εν μεσω τροχου.16 L'aspetto delle ruote e la loro struttura era luccicante come il crisolito; ciascuna delle quattro aveva la stessa forma, e l'aspetto e la struttura erano tali che le ruote risultavano congegnate l'una nell'altra.
17 Οτε εβαδιζον, εκινουντο κατα τα τεσσαρα αυτων πλαγια? δεν εστρεφοντο ενω εβαδιζον.17 Quegli esseri procedevano ai quattro lati; procedevano senza girarsi.
18 Οι δε κυκλοι αυτων ησαν τοσον υψηλοι, ωστε εκαμνον φοβον? και οι κυκλοι αυτων πληρεις οφθαλμων κυκλω των τεσσαρων τουτων.18 I cerchioni di esse erano alti, avevano occhi tutto intorno, tutti e quattro.
19 Και οτε τα ζωα επορευοντο, επορευοντο οι τροχοι πλησιον αυτων? και οτε τα ζωα υψονοντο απο της γης, υψονοντο και οι τροχοι.19 Con gli esseri procedevano anche le ruote e quando essi s'innalzavano da terra anch'esse s'innalzavano.
20 Οπου ητο να υπαγη το πνευμα, εκει επορευοντο, εκει το πνευμα ητο να υπαγη? και οι τροχοι υψονοντο απεναντι τουτων, διοτι το πνευμα των ζωων ητο εν τοις τροχοις.20 Andavano dove tirava quel vento; le ruote s'innalzavano con essi, perché lo stesso vento degli esseri agiva nelle ruote.
21 Οτε εκεινα επορευοντο, επορευοντο και ουτοι? και οτε εκεινα ισταντο, ισταντο και ουτοι? οτε δε εκεινα υψονοντο απο της γης, και οι τροχοι υψονοντο απεναντι αυτων, διοτι το πνευμα των ζωων ητο εν τοις τροχοις.21 Se quelli avanzavano, esse avanzavano; se quelli si fermavano, esse si fermavano, e se quelli s'innalzavano da terra, le ruote s'innalzavano con essi, perché il vento degli esseri agiva sulle ruote.
22 Και το ομοιωμα του στερεωματος του επανωθεν της κεφαλης των ζωων ητο ως οψις φοβερου κρυσταλλου, εξηπλωμενου υπερ τας κεφαλας αυτων.22 E vidi sulla testa degli esseri la forma di una volta, stupenda come il luccicare del ghiaccio, tesa in alto sulle loro teste.
23 Υποκατω δε του στερεωματος ησαν εκτεταμεναι αι πτερυγες αυτων, η μια προς την αλλην? δυο ειχεν εκαστον, με τας οποιας εκαλυπτον τα σωματα αυτων.23 E al di sotto della volta c'erano le coppie delle loro ali affusolate delle quali due per ciascuno velavano i loro corpi.
24 Και οτε επορευοντο, ηκουον τον ηχον των πτερυγων αυτων, ως ηχον υδατων πολλων, ως φωνην του Παντοδυναμου, και την φωνην της λαλιας ως φωνην στρατοπεδου? οτε ισταντο, κατεβιβαζον τας πτερυγας αυτων.24 Udii il fragore delle loro ali come quello di molte acque, come quello dell'Onnipotente, mentre avanzavano; il fragore del loro strepito era come quello d'un campo militare. Le ali si acquietavano quando quelli si fermavano.
25 Και εγινετο φωνη ανωθεν εκ του στερεωματος του υπερ την κεφαλην αυτων? οτε ισταντο, κατεβιβαζον τας πτερυγας αυτων.25 Ci fu un gran rumore sopra la volta che era sulla loro testa.
26 Υπερανωθεν δε του στερεωματος του υπερ την κεφαλην αυτων εφαινετο ομοιωμα θρονου, ως θεα λιθου σαπφειρου? και επι του ομοιωματος του θρονου ομοιωμα ως θεα ανθρωπου καθημενου επ' αυτον ανωθεν.26 Sulla parte superiore della volta, che era sulla loro testa, c'era la forma di un trono, che sembrava di zaffiro. Sulla specie di trono, in alto, stava uno di forma umana.
27 Και ειδον ως οψιν ηλεκτρου, ως θεαν πυρος εν αυτω κυκλω, απο της θεας της οσφυος αυτου και επανω? και απο της θεας της οσφυος αυτου και κατω ειδον ως θεαν πυρος, και ειχε λαμψιν κυκλω.27 Vidi come un luccicare di elettro, come se vi fosse del fuoco tutt'intorno da quelli che sembravano i fianchi in su; e da quelli che sembravano i fianchi in giù vidi come fuoco e splendore intorno ad esso.
28 Ως η θεα του τοξου, του γινομενον εν τη νεφελη εν ημερα βροχης, ουτως ητο η θεα της λαμψεως κυκλω. Αυτη ητο η θεα του ομοιωματος της δοξης του Κυριου. Και οτε ειδον, επεσον επι προσωπον μου και ηκουσα φωνην λαλουντος.28 Come l'arcobaleno tra le nubi quando c'è il temporale, così era l'aspetto di quello splendore all'intorno. Così appariva la forma della Gloria del Signore. La vidi e caddi bocconi e udii uno che parlava.