Scrutatio

Domenica, 26 maggio 2024 - San Filippo Neri ( Letture di oggi)

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - Geremia - Jeremiah 8


font
GREEK BIBLEBIBBIA VOLGARE
1 Εν τω καιρω εκεινω, λεγει Κυριος, θελουσιν εκριψει τα οστα των βασιλεων του Ιουδα και τα οστα των αρχοντων αυτου και τα οστα των ιερεων, και τα οστα των προφητων και τα οστα των κατοικων της Ιερουσαλημ, απο των ταφων αυτων?1 In quel tempo, dice il Signore, gitteranno fuori delli suoi sepolcri l'ossa delli re di Giuda, e l'ossa de' suoi principi, e l'ossa de' sacerdoti, e l'ossa de' profeti, e l'ossa di coloro che abitarono in Ierusalem, (de' suoi sepolcri).
2 και θελουσιν απλωσει αυτα κατεναντι του ηλιου και της σεληνης και κατεναντι πασης της στρατιας του ουρανου, τα οποια ηγαπησαν και τα οποια ελατρευσαν και οπισω των οποιων περιεπατησαν και τα οποια εξεζητησαν και τα οποια προσεκυνησαν? δεν θελουσι συναχθη ουδε ταφη? θελουσιν εισθαι δια κοπριαν επι του προσωπου της γης.2 E spargeranno quelle al sole e alla luna, e tutta la milizia del cielo la quale amarono, quali servirono, e dopo le quali andarono, e addomandarono e adorarono; tanto fia fatto loro, che non saranno ricolti nè seppelliti; e saranno sopra la terra come feccia.
3 Και ο θανατος θελει εισθαι προτιμοτερος παρα την ζωην εις απαν το υπολοιπον των εναπολειφθεντων απο εκεινης της πονηρας γενεας, οσοι ηθελον μεινει εν πασι τοις τοποις, οπου ηθελον εξωσει αυτους, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.3 Ed eleggerannosi innanzi la morte, che la vita, tutti (li rimanenti) che saranno rimasi di questa cognazione pessima, in tutti li luoghi i quali sono abbandonati, e alli quali gittai loro, dice il (nostro) Signore Iddio delli esèrciti.
4 Και θελεις ειπει προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος? Εαν τις πεση, δεν σηκονεται; εαν τις εκκλινη, δεν θελει επιστρεψει;4 E dirai a loro: questo disse il Signore Iddio: or chi cade non si rileverà? e chi è rivoltato non ritornerà?
5 Δια τι ο λαος ουτος της Ιερουσαλημ εστραφη παντοτεινην στροφην; προσηλονονται εις την απατην, αρνουνται να επιστρεψωσιν.5 Or per che dunque questo populo è contro a Ierusalem con avversione di contenzione? Pigliarono la bugia, e non volsero ritornare.
6 Ηκροασθην και ηκουσα, αλλα δεν ελαλησαν εν ευθυτητι? δεν υπαρχει ουδεις μετανοων απο της κακιας αυτου, λεγων, Τι επραξα; πας τις εστραφη εις την οδον αυτου, ως ιππος εφορμων εις την μαχην.6 Io stetti attento, e ascoltai; e nullo è che parli cosa buona, nessuno è che facci penitenza del peccato suo [dicendo]: ma che ho io fatto? Tutti sono tornati al suo corso, quasi come lo cavallo che va con (grande) impeto nella battaglia.
7 Και αυτος ο πελαργος εν τω ουρανω γνωριζει τους διωρισμενους καιρους αυτου? και η τρυγων και ο γερανος και η χελιδων φυλαττουσι τον καιρον της ελευσεως αυτων? ο δε λαος μου δεν γνωριζει την κρισιν του Κυριου.7 Lo nibbio in cielo conobbe lo tempo suo; e la tortore e la rondine e la cicogna conobbero l' avvenimento del suo tempo; ma lo mio populo non conobbe lo giudicio del suo Signore Iddio.
8 Πως λεγετε, Ειμεθα σοφοι, και ο νομος του Κυριου ειναι μεθ' ημων; ιδου, βεβαιως εις ματην εγεινε τουτο? ο καλαμος των γραμματεων ειναι ψευδης.8 Or come dite voi: noi siamo savii, e la legge di Dio è con noi? Veramente ch' elli hae adoperato mentire lo stile bugiardo delli scrittori.
9 Οι σοφοι κατησχυνθησαν, επτοηθησαν και συνεληφθησαν, διοτι απερριψαν τον λογον του Κυριου? και ποια σοφια ειναι εν αυτοις;9 Li savi sono confusi e spaventati, e sono presi (e spaventati); gittarono lo detto di Dio, e niuno senno è in loro.
10 Δια τουτο θελω δωσει τας γυναικας αυτων εις αλλους, τους αγρους αυτων εις εκεινους οιτινες θελουσι κληρονομησει αυτους? διοτι πας τις απο μικρου εως μεγαλου εδοθη εις πλεονεξιαν? απο προφητου εως ιερεως, πας τις πραττει ψευδος.10 Però io darò le loro donne alli strani, e li loro campi alli eredi; però che dal minimo infino al grande tutti sèguitano l'avarizia; dalli profeti insino alli sacerdoti, tutti fanno mentire.
11 Διοτι ιατρευσαν το συντριμμα της θυγατρος του λαου μου επιπολαιως, λεγοντες, Ειρηνη, ειρηνη? και δεν υπαρχει ειρηνη.11 E sanavano la contrizione della figliuola del mio populo con vergogna, dicendo: pace, pace, e non era pace.
12 Μηπως ησχυνθησαν οτι επραξαν βδελυγμα; μαλιστα ουδολως δεν ησχυνθησαν ουδε ηρυθριασαν? δια τουτο θελουσι πεσει μεταξυ των πιπτοντων? εν τω καιρω της επισκεψεως αυτων θελουσιν απολεσθη, ειπε Κυριος.12 Confusi sono, però che feciono abominazione; anzi non sono confusi della confusione che ebbero, e non si seppono vergognare; e però cadranno intra. li cadenti, nel tempo della loro visitazione cadranno, dice Iddio.
13 Εξαπαντος θελω αναλωσει αυτους, λεγει Κυριος? δεν θελουσιν εισθαι σταφυλαι εν τη αμπελω ουδε συκα εν τη συκεα και το φυλλον θελει μαρανθη? και τα αγαθα, τα οποια εδωκα εις αυτους, θελουσι φυγει απ' αυτων.13 Radunando radunerò io loro, dice Iddio Signore (delli esèrciti e delle battaglie); non è uva nelle viti, e li fichi non sono nelle fichiere; è gittata nelle foglie, e diedi loro queste cose che sono passate.
14 Δια τι καθημεθα; συναχθητε και ας εισελθωμεν εις τας οχυρας πολεις και ας κατασιωπησωμεν εκει, διοτι Κυριος ο Θεος ημων κατεσιωπησεν ημας και εποτισεν ημας υδωρ χολης, επειδη ημαρτησαμεν εις τον Κυριον.14 O per che sediamo? convenitevi insieme, ed entriamo nella città armata, e stiamo ivi cheti; però che il nostro Signore ci ha fatto stare cheti, e diedeci a bere (a noi) acqua di fele; però che peccammo. al nostro Signore Iddio.
15 Επροσμειναμεν ειρηνην, αλλ' ουδεν αγαθον? καιρον θεραπειας, αλλ' ιδου, ταραχη.15 Aspettammo la pace, e non era bene; aspettammo tempo di medicina, ed ecco la paura.
16 Το φρυαγμα των ιππων αυτου ηκουσθη απο Δαν? πασα η γη εσεισθη απο του ηχου του χρεμετισμου των ρωμαλεων ιππων αυτου? διοτι ηλθον και κατεφαγον την γην και το πληρωμα αυτης? την πολιν και τους κατοικουντας εν αυτη?16 Da Dan si è udito lo rumore de' suoi cavalli; dalla voce de' combattenti suoi si è commossa tutta la terra; e vennero, e divorarono la terra e la sua plenitudine, la città e tutti li suoi abitatori.
17 διοτι, ιδου, εγω εξαποστελλω προς εσας οφεις, βασιλισκους, οιτινες δεν θελουσι γοητευεσθαι αλλα θελουσι σας δαγκανει, λεγει Κυριος.17 E perciò io vi manderò pessimi serpenti, e reguli, i quali non ricevono incantazione; e morderanno voi, dice Iddio.
18 Ηθελησα να παρηγορηθω απο της λυπης, αλλ' η καρδια μου ειναι εκλελυμενη εντος μου.18 E hoe il mio dolore sopra il dolore; lo mio cuore sì è in me dolente.
19 Ιδου, φωνη κραυγης της θυγατρος του λαου μου απο γης μακρας. Δεν ειναι ο Κυριος εν Σιων; ο βασιλευς αυτης δεν ειναι εν αυτη; Δια τι με παρωργισαν με τα γλυπτα αυτων, με ματαιοτητας ξενας;19 Ecco la voce dello rumore della figliuola del populo mio di terra lontana: or non è lo Signore in Sion, ovver lo suo re non è in quella? per che dunque m' hanno quelli provocato ad ira colli loro intagliamenti, e colle loro vanitadi istraniere?
20 Παρηλθεν ο θερισμος, ετελειωσε το θερος, και ημεις δεν εσωθημεν.20 Passata è la ricolta, e la state è compiuta, e noi [non] siamo salvi.
21 Δια το συντριμμα της θυγατρος του λαου μου επληγωθην, ειμαι εις πενθος, εκπληξις με κατελαβε.21 Sopra la contrizione della figliuola del populo mio sono contrito e contristato; lo stupore ha tenuto me (dice Iddio).
22 Δεν ειναι βαλσαμον εν Γαλααδ; δεν ειναι εκει ιατρος; δια τι λοιπον η θυγατηρ του λαου μου δεν ανελαβε την υγειαν αυτης;22 Or non è lacrima d'arbore in Galaad? or non è medico ivi? Perchè dunque non è lavata via la cicatrice della figliuola del populo mio?