Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - Geremia - Jeremiah 38


font
GREEK BIBLENEW JERUSALEM
1 Και ηκουσαν Σεφατιας ο υιος του Ματθαν και Γεδαλιας ο υιος του Πασχωρ και Ιουχαλ ο υιος του Σελεμιου και Πασχωρ ο υιος του Μαλχιου τους λογους, τους οποιους ο Ιερεμιας ελαλησε προς παντα τον λαον, λεγων,1 But Shephatiah son of Mattan, Gedaliah son of Pashhur, Jucal son of Shelemiah and Pashhur son ofMalchiah heard the words which Jeremiah was saying to al the people,
2 Ουτω λεγει Κυριος? Οστις καθηται εν τη πολει ταυτη, θελει αποθανει υπο μαχαιρας, υπο πεινης και υπο λοιμου? αλλ' οστις εξελθη προς τους Χαλδαιους, θελει ζησει? και η ζωη αυτου θελει εισθαι ως λαφυρον εις αυτον, και θελει ζησει?2 'Yahweh says this, "Anyone who stays in this city wil die by sword, famine or plague; but anyone wholeaves it and surrenders to the Chaldaeans wil live; he wil escape with his life.
3 ουτω λεγει Κυριος? Η πολις αυτη θελει εξαπαντος παραδοθη εις την χειρα του στρατευματος του βασιλεως της Βαβυλωνος και θελει κυριευσει αυτην.3 Yahweh says this: This city will certainly be handed over to the army of the king of Babylon, and he willcapture it." '
4 Και ειπον οι αρχοντες προς τον βασιλεα, Ας θανατωθη, παρακαλουμεν, ο ανθρωπος ουτος? διοτι εκλυει ουτω τας χειρας των ανδρων των πολεμιστων των εναπολειφθεντων εν τη πολει ταυτη και τας χειρας παντος του λαου, λαλων προς αυτους τοιουτους λογους? διοτι ο ανθρωπος ουτος δεν ζητει το καλον του λαου τουτου αλλα το κακον.4 The chief men then said to the king, 'You must have this man put to death: he is unquestionablydisheartening the remaining soldiers in the city, and al the people too, by talking like this. This man is seekingnot the welfare of the people but their ruin.'
5 Και ειπε Σεδεκιας ο βασιλευς, Ιδου, εις την χειρα σας ειναι? διοτι ο βασιλευς δεν δυναται ουδεν εναντιον σας.5 King Zedekiah answered, 'He is in your hands as you know, for the king is powerless to oppose you.'
6 Τοτε ελαβον τον Ιερεμιαν, και ερριψαν αυτον εις τον λακκον του Μαλχιου υιου του Αμμελεχ τον εν τη αυλη της φυλακης, και κατεβιβασαν τον Ιερεμιαν δια σχοινιων? και εν τω λακκω δεν ητο υδωρ αλλα βορβορος, και εχωθη ο Ιερεμιας εις τον βορβορον.6 So they took Jeremiah and put him into the storage-wel of the king's son Malchiah in the Court of theGuard, letting him down with ropes. There was no water in the storage-well, only mud, and into the mudJeremiah sank.
7 Και οτε ηκουσεν Αβδε-μελεχ ο Αιθιοψ, εις των ευνουχων, ο εν τη οικια του βασιλεως, οτι εβαλον τον Ιερεμιαν εις τον λακκον, ενω ο βασιλευς εκαθητο εν τη πυλη Βενιαμιν,7 But Ebed-Melech the Cushite, a eunuch attached to the palace, heard that Jeremiah had been put intothe storage-wel . As the king was sitting in the Benjamin Gate,
8 εξηλθεν ο Αβδε-μελεχ εκ της οικιας του βασιλεως και ελαλησε προς τον βασιλεα, λεγων,8 Ebed-Melech came out from the palace and spoke to the king.
9 Κυριε μου βασιλευ, οι ανθρωποι ουτοι επραξαν κακα εις οσα εκαμον εις τον Ιερεμιαν τον προφητην, τον οποιον ερριψαν εις τον λακκον? και αυτος ηθελεν αποθανει υπο πεινης εν τω τοπω οπου ειναι, διοτι δεν ειναι πλεον αρτος εν τη πολει.9 'My lord king,' he said, 'these men have done a wicked thing by treating the prophet Jeremiah like this:they have thrown him into the storage-well. He will starve to death there, since there is no more food in the city.'
10 Και προσεταξεν ο βασιλευς τον Αβδε-μελεχ τον Αιθιοπα, λεγων, Λαβε εντευθεν τριακοντα ανθρωπους μετα σου και αναβιβασον τον Ιερεμιαν τον προφητην εκ του λακκου, πριν αποθανη.10 At this the king gave Ebed-Melech the Cushite the fol owing order: 'Take thirty men with you from hereand pul the prophet Jeremiah out of the storage-wel before he dies.'
11 Και ελαβεν ο Αβδε-μελεχ τους ανθρωπους μεθ' εαυτου, και εισηλθεν εις την οικιαν του βασιλεως υπο το θησαυροφυλακιον, και εκειθεν ελαβε παλαια ρακη και παλαια σεσηποτα αποφορια και κατεβιβασεν αυτα δια σχοινιων εις τον λακκον προς τον Ιερεμιαν.11 Ebed-Melech took the men with him and went into the palace to the Treasury wardrobe; out of it hetook some torn, worn-out rags which he lowered on ropes to Jeremiah in the storage-wel .
12 Και ειπε προς τον Ιερεμιαν Αβδε-μελεχ ο Αιθιοψ, Βαλε τωρα τα παλαια ρακη και τα σεσηποτα αποφορια υπο τας μασχαλας σου, υποκατω των σχοινιων. Και εκαμεν ο Ιερεμιας ουτω.12 Ebed-Melech the Cushite then said to Jeremiah, 'These torn, worn-out rags are for you to put underyour armpits to pad the ropes.' Jeremiah did this.
13 Και εσυραν τον Ιερεμιαν δια των σχοινιων και ανεβιβασαν αυτον εκ του λακκου? και εμεινεν ο Ιερεμιας εν τη αυλη της φυλακης.13 Then they hauled Jeremiah up with the ropes and pulled him out of the storage-wel . And Jeremiahstayed in the Court of the Guard.
14 Και απεστειλε Σεδεκιας ο βασιλευς και εφερε τον Ιερεμιαν τον προφητην προς εαυτον, εις την τριτην εισοδον την εν τω οικω του Κυριου? και ειπεν ο βασιλευς προς τον Ιερεμιαν, Θελω να σε ερωτησω εν πραγμα? μη κρυψης απ' εμου μηδεν.14 King Zedekiah had the prophet Jeremiah summoned to him at the third entrance to the Temple ofYahweh. 'I want to ask you for a word,' the king said to Jeremiah, 'keep nothing back from me.'
15 Και ειπεν ο Ιερεμιας προς τον Σεδεκιαν, Εαν φανερωσω τουτο προς σε, δεν θελεις τωοντι με θανατωσει; και εαν σε συμβουλευσω, δεν θελεις με ακουσει;15 Jeremiah answered Zedekiah, 'If I do proclaim it to you, are you not sure to have me put to death?And if I give you advice, you wil not listen to me.'
16 Και ωμοσε κρυφιως Σεδεκιας ο βασιλευς προς τον Ιερεμιαν, λεγων, Ζη Κυριος, οστις εκαμεν εις ημας την ψυχην ταυτην, δεν θελω σε θανατωσει ουδε θελω σε δωσει εις την χειρα των ανθρωπων τουτων, οιτινες ζητουσι την ψυχην σου.16 King Zedekiah then secretly swore this oath to Jeremiah, 'As Yahweh lives, giver of this life of ours, Iwil have you neither put to death nor handed over to these men who are determined to kill you.'
17 Και ειπεν ο Ιερεμιας προς τον Σεδεκιαν, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ? Εαν τωοντι εξελθης προς τους αρχοντας του βασιλεως της Βαβυλωνος, τοτε η ψυχη σου θελει ζησει και η πολις αυτη δεν θελει κατακαυθη εν πυρι, και θελεις ζησει συ και ο οικος σου.17 Jeremiah then said to Zedekiah, 'Yahweh, God Sabaoth, God of Israel, says this, "If you go out andsurrender to the king of Babylon's generals, your life will be safe and this city will not be burnt down; you andyour family wil survive.
18 αλλ' εαν δεν εξελθης προς τους αρχοντας του βασιλεως της Βαβυλωνος, τοτε η πολις αυτη θελει παραδοθη εις την χειρα των Χαλδαιων και θελουσι κατακαυσει αυτην εν πυρι και συ δεν θελεις εκφυγει εκ της χειρος αυτων.18 But if you do not go out and surrender to the king of Babylon's generals, this city wil be handed overto the Chaldaeans and they wil burn it down; nor wil you yourself escape their clutches." '
19 Και ειπε Σεδεκιας ο βασιλευς προς τον Ιερεμιαν, Εγω φοβουμαι τους Ιουδαιους, οιτινες κατεφυγον προς τους Χαλδαιους, μηποτε με παραδωσωσιν εις την χειρα αυτων και με εμπαιξωσι.19 King Zedekiah then said to Jeremiah, 'I am afraid of the Judaeans who have already gone over to theChaldaeans: I might be handed over to them and they would il -treat me.'
20 Και ειπεν ο Ιερεμιας, δεν θελουσι σε παραδωσει. Υπακουσον, παρακαλω, εις την φωνην του Κυριου, την οποιαν εγω λαλω προς σε? και θελει εισθαι καλον εις σε και η ψυχη σου θελει ζησει.20 'You wil not be handed over to them,' Jeremiah replied. 'Please listen to Yahweh's voice as I haverelayed it to you, and then al wil go wel with you and your life wil be safe.
21 Εαν ομως συ δεν εξελθης, ουτος ειναι ο λογος, τον οποιον ο Κυριος εδειξεν εις εμε.21 But if you refuse to surrender, this is what Yahweh has shown me:
22 Και ιδου, πασαι αι γυναικες αι εναπολειφθεισαι εν τη οικια του βασιλεως του Ιουδα θελουσιν αχθη προς τους αρχοντας του βασιλεως της Βαβυλωνος, και αυται θελουσι λεγει, Οι ανδρες οι ειρηνικοι σου σε εδελεασαν και υπερισχυσαν εναντιον σου? εβυθισθησαν οι ποδες σου εις τον βορβορον και αυτοι εσυρθησαν οπισω?22 the sight of al the women left in the king of Judah's palace being led off to the king of Babylon'sgenerals and saying: "They have misled you, they have triumphed over you, those friends of yours! Your feethave sunk in the mud! They are up and away!"
23 και πασαι αι γυναικες σου και τα τεκνα σου θελουσιν αχθη προς τους Χαλδαιους? και συ δεν θελεις εκφυγει εκ της χειρος αυτων, αλλα θελεις πιασθη υπο της χειρος του βασιλεως της Βαβυλωνος? και θελεις καμει την πολιν ταυτην να κατακαυθη εν πυρι.23 'Yes, al your wives and children wil be led off to the Chaldaeans, and you yourself wil not escapetheir clutches but wil be a prisoner in the clutches of the king of Babylon. And as for this city, it wil be burntdown.'
24 Και ειπεν ο Σεδεκιας προς τον Ιερεμιαν, Ας μη μαθη μηδεις περι των λογων τουτων και δεν θελεις αποθανει.24 Zedekiah then said to Jeremiah, 'Do not let anyone else hear these words or you wil die.
25 Και εαν οι αρχοντες ακουσωσιν οτι ωμιλησα μετα σου και ελθωσι προς σε και σοι ειπωσιν, Αναγγειλον προς ημας τωρα τι ελαλησας προς τον βασιλεα, μη κρυψης αυτο αφ' ημων και δεν θελομεν σε θανατωσει? και τι ο βασιλευς ελαλησε προς σε?25 If the chief men hear that I have been talking to you, and come and say, "Tel us what you said to theking and what the king said to you; keep nothing back from us, or we shal put you to death,"
26 τοτε θελεις ειπει προς αυτους, Εγω υπεβαλον την δεησιν μου ενωπιον του βασιλεως, δια να μη με επαναστρεψη εις την οικιαν του Ιωναθαν, ωστε να αποθανω εκει.26 you must reply, "I presented this request to the king: that he would not have me sent back toJonathan's house to die." '
27 Ηλθον δε παντες οι αρχοντες προς τον Ιερεμιαν και ηρωτησαν αυτον? και ανηγγειλε προς αυτους κατα παντας τους λογους εκεινους, τους οποιους προσεταξεν ο βασιλευς. Και αυτοι επαυσαν να ομιλωσι μετ' αυτου, διοτι δεν ηκουσθη το πραγμα.27 And in fact al the chief men came to Jeremiah and questioned him. He told them exactly what theking had ordered him to say. They then left him in peace, since the conversation had not been overheard.
28 Και εμεινεν ο Ιερεμιας εν τη αυλη της φυλακης, εως της ημερας καθ' ην εκυριευθη η Ιερουσαλημ? και ητο εκει, οτε η Ιερουσαλημ εκυριευθη.28 And Jeremiah stayed in the Court of the Guard until the day Jerusalem was captured. And he wasthere when Jerusalem actual y was captured.