1 Ο σοφος υιος δεχεται την διδασκαλιαν του πατρος? ο δε χλευαστης δεν ακουει ελεγχον. | 1 Il figliuol savio ascolta l’ammaestramento di suo padre; Ma lo schernitore non ascolta riprensione |
2 Εκ των καρπων του στοματος αυτου ο ανθρωπος θελει φαγει αγαθα? η δε ψυχη των ανομων αδικιαν. | 2 L’uomo mangerà del bene del frutto delle sue labbra; Ma l’anima degli scellerati mangerà del frutto di violenza |
3 Ο φυλαττων το στομα αυτου διαφυλαττει την ζωην αυτου? ο δε ανοιγων προπετως τα χειλη αυτου θελει απολεσθη. | 3 Chi guarda la sua bocca preserva l’anima sua; Ma ruina avverrà a chi apre disordinatamente le sue labbra |
4 Η ψυχη του οκνηρου επιθυμει και δεν εχει? η δε ψυχη των επιμελων θελει χορτασθη. | 4 L’anima del pigro appetisce, e non ha nulla; Ma l’anima de’ diligenti sarà ingrassata |
5 Ο δικαιος μισει λογον ψευδη? ο δε ασεβης καθισταται δυσωδης και ατιμος. | 5 Il giusto odia la parola bugiarda; Ma l’empio si rende puzzolente ed infame |
6 Η δικαιοσυνη φυλαττει τον τελειον την οδον? η δε ασεβεια καταστρεφει τον αμαρτωλον. | 6 La giustizia guarda colui che è intiero di via; Ma l’empietà sovverte il peccatore |
7 Υπαρχει ανθρωπος οστις καμνει τον πλουσιον, και δεν εχει ουδεν? και αλλος οστις καμνει τον πτωχον, και εχει πλουτον πολυν. | 7 Vi è tale che si fa ricco, e non ha nulla; Tale altresì che si fa povero, ed ha di gran facoltà |
8 Το λυτρον της ψυχης του ανθρωπου ειναι ο πλουτος αυτου? ο δε πτωχος δεν ακουει επιπληξιν. | 8 Le ricchezze dell’uomo sono il riscatto della sua vita; Ma il povero non ode alcuna minaccia |
9 Το φως των δικαιων ειναι φαιδρον? ο δε λυχνος των ασεβων θελει σβεσθη. | 9 La luce de’ giusti sarà lieta; Ma la lampana degli empi sarà spenta |
10 Μονον απο της υπερηφανιας προερχεται η ερις? η δε σοφια ειναι μετα των δεχομενων συμβουλας. | 10 Per orgoglio non si produce altro che contese; Ma la sapienza è con quelli che si consigliano |
11 Τα εκ ματαιοτητος πλουτη θελουσιν ελαττωθη? ο δε συναγων με την χειρα αυτου θελει αυξηνθη. | 11 Le ricchezze procedenti da vanità scemeranno; Ma chi raduna con la mano le accrescerà |
12 Η ελπις αναβαλλομενη ατονιζει την καρδιαν? το δε ποθουμενον, οταν ερχηται, ειναι δενδρον ζωης. | 12 La speranza prolungata fa languire il cuore; Ma il desiderio adempiuto è un albero di vita |
13 Ο καταφρονων τον λογον θελει αφανισθη? ο δε φοβουμενος την εντολην, ουτος θελει ανταμειφθη. | 13 Chi sprezza la parola andrà in perdizione; Ma chi riverisce il comandamento riceverà retribuzione |
14 Ο νομος του σοφου ειναι πηγη ζωης, απομακρυνων απο παγιδων θανατου. | 14 L’insegnamento di un savio è una fonte di vita, Per ritrarsi da’ lacci della morte |
15 Συνεσις αγαθη διδει χαριν? η δε οδος των παρανομων φερει εις ολεθρον. | 15 Buon senno reca grazia; Ma il procedere de’ perfidi è duro |
16 Πας φρονιμος πραττει μετα γνωσεως? ο δε αφρων ανακαλυπτει μωριαν. | 16 L’uomo avveduto fa ogni cosa con conoscimento; Ma il pazzo spande follia |
17 Ο κακος μηνυτης πιπτει εις δυστυχιαν? ο δε πιστος πρεσβυς ειναι ιασις. | 17 Il messo malvagio caderà in male; Ma l’ambasciator fedele reca sanità |
18 Πτωχεια και αισχυνη θελουσιν εισθαι εις τον αποβαλλοντα την διδασκαλιαν? ο δε φυλαττων τον ελεγχον θελει τιμηθη. | 18 Povertà ed ignominia avverranno a chi schifa la correzione; Ma chi osserva la riprensione sarà onorato |
19 Επιθυμια εκπληρωθεισα ευφραινει την ψυχην? εις δε τους αφρονας ειναι βδελυρον να εκκλινωσιν απο του κακου. | 19 Il desiderio adempiuto è cosa soave all’anima; Ed agli stolti è cosa abbominevole lo stornarsi dal male |
20 Ο περιπατων μετα σοφων θελει εισθαι σοφος? ο δε συντροφος των αφρονων θελει απολεσθη. | 20 Chi va co’ savi diventerà savio; Ma il compagno degli stolti diventerà malvagio |
21 Κακον παρακολουθει τους αμαρτωλους? εις δε τους δικαιους θελει ανταποδοθη καλον. | 21 Il male perseguita i peccatori; Ma Iddio renderà il bene a’ giusti |
22 Ο αγαθος αφινει κληρονομιαν εις υιους υιων? ο πλουτος δε του αμαρτωλου θησαυριζεται δια τον δικαιον. | 22 L’uomo da bene lascerà la sua eredità a’ figliuoli de’ figliuoli; Ma le facoltà del peccatore son riserbate al giusto |
23 Πολλην τροφην διδει ο αγρος των πτωχων? τινες δε δι' ελλειψιν κρισεως αφανιζονται. | 23 Il campo lavorato de’ poveri produce abbondanza di cibo; Ma vi è tale che è consumato per mancamento di buon governo |
24 Ο φειδομενος της ραβδου αυτου μισει τον υιον αυτου? αλλ' ο αγαπων αυτον παιδευει αυτον εν καιρω. | 24 Chi risparmia la sua verga odia il suo figliuolo; Ma chi l’ama gli procura correzione per tempo |
25 Ο δικαιος τρωγει μεχρι χορτασμου της ψυχης αυτου? η δε κοιλια των ασεβων θελει στερεισθαι. | 25 Il giusto mangerà a sazietà dell’anima sua; Ma il ventre degli empi avrà mancamento |