ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 88
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | KÁLDI-NEOVULGÁTA |
---|---|
1 Ωιδη ψαλμου δια τους υιους Κορε, εις τον πρωτον μουσικον, επι Μαχαλαθ-λεανωθ, Μασχιλ του Αιμαν του Εζραιτου.>> Κυριε ο Θεος της σωτηριας μου, ημεραν και νυκτα εκραξα ενωπιον σου? | 1 Kóré fiainak éneke. Zsoltár. A karvezetőnek. A »Mahálát« szerint. Éneklésre. |
2 Ας ελθη ενωπιον σου η προσευχη μου? κλινον το ωτιον σου εις την κραυγην μου? | 2 Uram, szabadításom Istene, éjjel-nappal hozzád kiáltok. |
3 Διοτι ενεπλησθη κακων η ψυχη μου, και η ζωη μου πλησιαζει εις τον αδην. | 3 Jusson színed elé imádságom, füledet hajtsd könyörgésemre. |
4 Συγκατηριθμηθην μετα των καταβαινοντων εις τον λακκον? εγεινα ως ανθρωπος μη εχων δυναμιν? | 4 Mert fájdalommal van tele a lelkem és életem az alvilághoz közeledik. |
5 εγκαταλελειμμενος μεταξυ των νεκρων, ως οι πεφονευμενοι, κοιτωμενοι εν τω ταφω, τους οποιους δεν ενθυμεισαι πλεον, και οιτινες απεκοπησαν απο της χειρος σου. | 5 A sírba szállók közé soroltak engem, olyanná lettem, mint akinek nincsen segítsége. |
6 Μ' εβαλες εις τον κατωτατον λακκον, εις το σκοτος, εις τα βαθη. | 6 A holtak között van fekhelyem, mint a halálra sebzettek, akik a sírban alszanak, akikről nem emlékezel meg többé, és akiket kitéptek kezedből. |
7 Επ' εμε επεστηριχθη ο θυμος σου, και παντα τα κυματα σου επεφερες επ' εμε. Διαψαλμα. | 7 Letettél engem a verem mélyére, a sötétségbe s a halál árnyékába. |
8 Εμακρυνας τους γνωστους μου απ' εμου? με εκαμες βδελυγμα προς αυτους? απεκλεισθην και δεν δυναμαι να εξελθω. | 8 Rám nehezedett haragod, rám zúdítottad minden hullámodat. |
9 Ο οφθαλμος μου ητονησεν απο της θλιψεως? σε επεκαλεσθην, Κυριε, ολην την ημεραν? ηπλωσα προς σε τας χειρας μου. | 9 Eltávolítottad tőlem ismerőseimet, utálatossá tettél előttük; Fogoly vagyok és nincs menekvésem. |
10 Μηπως εις τους νεκρους θελεις καμει θαυμασια; η οι τεθνεωτες θελουσι σηκωθη και θελουσι σε αινεσει; Διαψαλμα. | 10 Szemem elbágyad a gyötrelemtől. Uram, egész nap tehozzád kiáltok, feléd terjesztem kezemet: |
11 Μηπως εν τω ταφω θελουσι διηγεισθαι το ελεος σου η την αληθειαν σου εν τη φθορα; | 11 Vajon a holtakkal művelsz-e csodákat, és fölkelnek-e az árnyak, hogy dicsérjenek téged? |
12 Μηπως θελουσι γνωρισθη εν τω σκοτει τα θαυμασια σου και η δικαιοσυνη σου εν τω τοπω της ληθης. | 12 Vajon hirdeti-e valaki a sírban irgalmasságodat és hűségedet az enyészet helyén? |
13 Αλλ' εγω προς σε, Κυριε, εκραξα? και το πρωι η προσευχη μου θελει σε προφθασει. | 13 Vajon a sötétség helyén ismerik-e csodáidat és igazságodat a feledés földjén? |
14 Δια τι, Κυριε, απορριπτεις την ψυχην μου, αποκρυπτεις το προσωπον σου απ' εμου; | 14 Uram, én hozzád kiáltok, kora reggel eléd száll imádságom. |
15 Ειμαι τεθλιμμενος και ψυχομαχων εκ νεοτητος? δοκιμαζω τους φοβους σου και ευρισκομαι εν αμηχανια. | 15 Miért taszítasz el engem, Uram, miért rejted el tőlem arcodat? |
16 Επ' εμε διηλθον αι οργαι σου? οι τρομοι σου με εφανισαν. | 16 Szegény és halálos beteg vagyok ifjúkorom óta, a tőled való rettegés súlya nyom, bensőm összezavarodott. |
17 Ως υδατα με περιετριγυρισαν ολην την ημεραν? ομου με περιεκυκλωσαν. | 17 Átcsapott rajtam haragod és megrendítettek engem borzalmaid. |
18 Απεμακρυνας απ' εμου τον αγαπητον και τον φιλον? οι γνωστοι μου ειναι αφανεις. | 18 Körülvesznek engem, mint a vizek, egész nap, mindenünnen körülvesznek. |
19 Eltávolítottad tőlem a barátokat és a közelállókat, csak a sötétség a társam. |