ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 35
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | BIBBIA CEI 1974 |
---|---|
1 Ψαλμος του Δαβιδ.>> Δικασον, Κυριε, τους δικαζομενους μετ' εμου? πολεμησον τους πολεμουντας με. | 1 'Di Davide.' Signore, giudica chi mi accusa, combatti chi mi combatte. |
2 Αναλαβε οπλον και ασπιδα και αναστηθι εις βοηθειαν μου. | 2 Afferra i tuoi scudi e sorgi in mio aiuto. |
3 Και δραξον το δορυ και συγκλεισον την οδον των καταδιωκοντων με? ειπε εις την ψυχην μου, Εγω ειμαι η σωτηρια σου. | 3 Vibra la lancia e la scure contro chi mi insegue, dimmi: "Sono io la tua salvezza". |
4 Ας αισχυνθωσι και ας εντραπωσιν οι ζητουντες την ψυχην μου? ας στραφωσιν εις τα οπισω και ας αισχυνθωσιν οι βουλευομενοι το κακον μου. | 4 Siano confusi e coperti di ignominia quelli che attentano alla mia vita; retrocedano e siano umiliati quelli che tramano la mia sventura. |
5 Ας ηναι ως λεπτον αχυρον κατα προσωπον ανεμου, και αγγελος Κυριου ας διωκη αυτους. | 5 Siano come pula al vento e l'angelo del Signore li incalzi; |
6 Ας ηναι η οδος αυτων σκοτος και ολισθημα, και αγγελος Κυριου ας καταδιωκη αυτους. | 6 la loro strada sia buia e scivolosa quando li insegue l'angelo del Signore. |
7 Διοτι αναιτιως εκρυψαν δι' εμε την παγιδα αυτων εν λακκω? αναιτιως εσκαψαν αυτον δια την ψυχην μου. | 7 Poiché senza motivo mi hanno teso una rete, senza motivo mi hanno scavato una fossa. |
8 Ας ελθη επ' αυτον ολεθρος απροσδοκητος? και η παγις αυτου, την οποιαν εκρυψεν, ας συλλαβη αυτον? ας πεση εις αυτην εν ολεθρω. | 8 Li colga la bufera improvvisa, li catturi la rete che hanno tesa, siano travolti dalla tempesta. |
9 Η δε ψυχη μου θελει αγαλλεσθαι εις τον Κυριον, θελει χαιρει εις την σωτηριαν αυτου. | 9 Io invece esulterò nel Signore per la gioia della sua salvezza. |
10 Παντα τα οστα μου θελουσιν ειπει, Κυριε, τις ομοιος σου, οστις ελευθερονεις τον πτωχον απο του ισχυροτερου αυτου, και τον πτωχον και τον πενητα απο του διαρπαζοντος αυτον; | 10 Tutte le mie ossa dicano: "Chi è come te, Signore, che liberi il debole dal più forte, il misero e il povero dal predatore?". |
11 Σηκωθεντες μαρτυρες αδικοι, με ηρωτων περι πραγματων, τα οποια εγω δεν ηξευρον? | 11 Sorgevano testimoni violenti, mi interrogavano su ciò che ignoravo, |
12 Ανταπεδωκαν εις εμε κακον αντι καλου? στερησιν εις την ψυχην μου. | 12 mi rendevano male per bene: una desolazione per la mia vita. |
13 Εγω δε, οτε αυτοι ησαν εν θλιψει, ενεδυομην σακκον? εταπεινωσα εν νηστεια την ψυχην μου? και η προσευχη μου επεστρεφεν εις τον κολπον μου. | 13 Io, quand'erano malati, vestivo di sacco, mi affliggevo col digiuno, riecheggiava nel mio petto la mia preghiera. |
14 Εφερομην ως προς φιλον, ως προς αδελφον μου? εκυπτον σκυθρωπαζων, ως ο πενθων δια την μητερα αυτου. | 14 Mi angustiavo come per l'amico, per il fratello, come in lutto per la madre mi prostravo nel dolore. |
15 Αλλ' αυτοι εχαρησαν δια την συμφοραν μου και συνηχθησαν? συνηχθησαν εναντιον μου οι χαμερπεις, και εγω δεν ηξευρον? με εξεσχιζον και δεν επαυον? | 15 Ma essi godono della mia caduta, si radunano, si radunano contro di me per colpirmi all'improvviso. Mi dilaniano senza posa, |
16 Μετα υποκριτικων χλευαστων εν συμποσιοις ετριζον κατ' εμου τους οδοντας αυτων. | 16 mi mettono alla prova, scherno su scherno, contro di me digrignano i denti. |
17 Κυριε, ποτε θελεις ιδει; ελευθερωσον την ψυχην μου απο του ολεθρου αυτων, την μεμονωμενην μου εκ των λεοντων. | 17 Fino a quando, Signore, starai a guardare? Libera la mia vita dalla loro violenza, dalle zanne dei leoni l'unico mio bene. |
18 Εγω θελω σε υμνει εν μεγαλη συναξει? μεταξυ πολυαριθμου λαου θελω σε υμνει. | 18 Ti loderò nella grande assemblea, ti celebrerò in mezzo a un popolo numeroso. |
19 Ας μη χαρωσιν επ' εμε οι εχθρευομενοι με αδικως? οι μισουντες με αναιτιως ας μη νευωσι με τους οφθαλμους. | 19 Non esultino su di me i nemici bugiardi, non strizzi l'occhio chi mi odia senza motivo. |
20 Διοτι δεν ελαλουν ειρηνην, αλλα εμελετων δολους κατα των ησυχαζοντων επι της γης? | 20 Poiché essi non parlano di pace, contro gli umili della terra tramano inganni. |
21 και επλατυναν κατ' εμου το στομα αυτων, Λεγοντες, Ευγε, ευγε? ειδεν ο οφθαλμος ημων. | 21 Spalancano contro di me la loro bocca; dicono con scherno: "Abbiamo visto con i nostri occhi!". |
22 Ειδες, Κυριε? μη σιωπησης? Κυριε, μη απομακρυνθης απ' εμου. | 22 Signore, tu hai visto, non tacere; Dio, da me non stare lontano. |
23 Εγερθητι και εξυπνησον δια την κρισιν μου, Θεε μου και Κυριε μου, δια την δικην μου. | 23 Dèstati, svègliati per il mio giudizio, per la mia causa, Signore mio Dio. |
24 Κρινον με, Κυριε ο Θεος μου, κατα την δικαιοσυνην σου, και ας μη χαρωσιν επ' εμε. | 24 Giudicami secondo la tua giustizia, Signore mio Dio, e di me non abbiano a gioire. |
25 Ας μη ειπωσιν εν ταις καρδιαις αυτων, Ευγε, ψυχη ημων. μηδε ας ειπωσι, Κατεπιομεν αυτον. | 25 Non pensino in cuor loro: "Siamo soddisfatti!". Non dicano: "Lo abbiamo divorato". |
26 Ας αισχυνθωσι και ας εντραπωσιν ομου οι επιχαιροντες εις το κακον μου? ας ενδυθωσιν εντροπην και ονειδος οι μεγαλαυχουντες κατ' εμου. | 26 Sia confuso e svergognato chi gode della mia sventura, sia coperto di vergogna e d'ignominia chi mi insulta. |
27 Ας ευφρανθωσι και ας χαρωσιν οι θελοντες την δικαιοσυνην μου? και διαπαντος ας λεγωσιν, Ας μεγαλυνθη ο Κυριος, οστις θελει την ειρηνην του δουλου αυτου. | 27 Esulti e gioisca chi ama il mio diritto, dica sempre: "Grande è il Signore che vuole la pace del suo servo". |
28 Και η γλωσσα μου θελει μελετα την δικαιοσυνην σου και τον επαινον σου ολην την ημεραν. | 28 La mia lingua celebrerà la tua giustizia, canterà la tua lode per sempre. |