Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Α´ - 1 Maccabei - Maccabees I 15


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 και απεστειλεν αντιοχος υιος δημητριου του βασιλεως επιστολας απο των νησων της θαλασσης σιμωνι ιερει και εθναρχη των ιουδαιων και παντι τω εθνει1 Le roi Antiocus, fils de Démétrius, envoya depuis les îles de la mer une lettre à Simon, grand prêtre et gouverneur des Juifs, ainsi qu’à toute la nation.
2 και ησαν περιεχουσαι τον τροπον τουτον βασιλευς αντιοχος σιμωνι ιερει μεγαλω και εθναρχη και εθνει ιουδαιων χαιρειν2 Voici ce qu’on y lisait: “Le roi Antiocus salue Simon, grand prêtre et gouverneur, ainsi que la nation des Juifs.
3 επει τινες λοιμοι κατεκρατησαν της βασιλειας των πατερων ημων βουλομαι δε αντιποιησασθαι της βασιλειας οπως αποκαταστησω αυτην ως ην το προτερον εξενολογησα δε πληθος δυναμεων και κατεσκευασα πλοια πολεμικα3 Des bandits se sont emparés du royaume de nos pères, mais je veux le revendiquer pour le rétablir tel qu’il était autrefois. Pour cela j’ai rassemblé des troupes nombreuses et armé beaucoup de bateaux de guerre.
4 βουλομαι δε εκβηναι κατα την χωραν οπως μετελθω τους κατεφθαρκοτας την χωραν ημων και τους ηρημωκοτας πολεις πολλας εν τη βασιλεια μου4 J’ai l’intention de débarquer dans le pays pour me venger de ceux qui ont fait la ruine de notre pays et qui ont dévasté un grand nombre de villes de ce royaume.
5 νυν ουν ιστημι σοι παντα τα αφεματα α αφηκαν σοι οι προ εμου βασιλεις και οσα αλλα δοματα αφηκαν σοι5 Je te confirme donc toutes les remises d’impôts que t’ont accordées les rois qui sont venus avant moi et toutes les autres remises qu’ils t’ont accordées.
6 και επετρεψα σοι ποιησαι κομμα ιδιον νομισμα τη χωρα σου6 Tu peux frapper monnaie à ton nom dans tout le pays,
7 ιερουσαλημ δε και τα αγια ειναι ελευθερα και παντα τα οπλα οσα κατεσκευασας και τα οχυρωματα α ωκοδομησας ων κρατεις μενετω σοι7 Jérusalem et le Temple seront libres, toutes les armes que tu as fabriquées, les forteresses que tu as construites et que tu occupes, resteront en ton pouvoir.
8 και παν οφειλημα βασιλικον και τα εσομενα βασιλικα απο του νυν και εις τον απαντα χρονον αφιεσθω σοι8 Tout ce qui est dû ou à devoir au trésor royal, te sera remis dès à présent et pour toujours.
9 ως δ' αν κρατησωμεν της βασιλειας ημων δοξασομεν σε και το εθνος σου και το ιερον δοξη μεγαλη ωστε φανεραν γενεσθαι την δοξαν υμων εν παση τη γη9 Lorsque nous serons rentrés en possession de notre royaume, nous te comblerons d’honneurs, toi, ta nation et le Temple, si bien que votre gloire brillera sur toute la terre.”
10 ετους τεταρτου και εβδομηκοστου και εκατοστου εξηλθεν αντιοχος εις την γην των πατερων αυτου και συνηλθον προς αυτον πασαι αι δυναμεις ωστε ολιγους ειναι συν τρυφωνι10 Antiocus se mit en route vers le pays de ses pères en l’an 174; toutes les troupes vinrent se ranger autour de lui, si bien qu’il ne resta que peu d’hommes à Tryphon.
11 και εδιωξεν αυτον αντιοχος και ηλθεν εις δωρα φευγων την επι θαλασσης11 Le roi Antiocus se lança à sa poursuite et Tryphon s’enfuit à Dora, au bord de la mer.
12 ηδει γαρ οτι επισυνηκται επ' αυτον τα κακα και αφηκαν αυτον αι δυναμεις12 Il voyait que le malheur s’abattait sur lui et que son armée l’abandonnait.
13 και παρενεβαλεν αντιοχος επι δωρα και συν αυτω δωδεκα μυριαδες ανδρων πολεμιστων και οκτακισχιλια ιππος13 Antiocus vint camper devant Dora avec 120 000 hommes et 8 000 cavaliers.
14 και εκυκλωσεν την πολιν και τα πλοια απο θαλασσης συνηψαν και εθλιβε την πολιν απο της γης και της θαλασσης και ουκ ειασεν ουδενα εκπορευεσθαι ουδε εισπορευεσθαι14 Il assiégea la ville pendant que ses bateaux faisaient le blocus du côté de la mer, il l’encercla et par terre et par mer et ne laissa plus personne entrer ni sortir.
15 και ηλθεν νουμηνιος και οι παρ' αυτου εκ ρωμης εχοντες επιστολας τοις βασιλευσιν και ταις χωραις εν αις εγεγραπτο ταδε15 De Rome arrivèrent alors Numémius et ses compagnons avec des lettres pour les rois et les pays. Voici ce qu’on y lisait:
16 λευκιος υπατος ρωμαιων πτολεμαιω βασιλει χαιρειν16 “Lucius, consul de Rome, salue le roi Ptolémée.
17 οι πρεσβευται των ιουδαιων ηλθον προς ημας φιλοι ημων και συμμαχοι ανανεουμενοι την εξ αρχης φιλιαν και συμμαχιαν απεσταλμενοι απο σιμωνος του αρχιερεως και του δημου των ιουδαιων17 Le grand prêtre Simon et le peuple juif ont envoyé des ambassadeurs auprès de nous comme amis et alliés, pour renouveler l’ancienne amitié et l’ancienne alliance.
18 ηνεγκαν δε ασπιδα χρυσην απο μνων χιλιων18 Ils ont apporté un bouclier d’or de plus de 500 kilos,
19 ηρεσεν ουν ημιν γραψαι τοις βασιλευσιν και ταις χωραις οπως μη εκζητησωσιν αυτοις κακα και μη πολεμησωσιν αυτους και τας πολεις αυτων και την χωραν αυτων και ινα μη συμμαχωσιν τοις πολεμουσιν προς αυτους19 c’est pourquoi il nous a paru bon d’écrire aux rois et aux pays de ne pas leur faire de tort, de ne pas les attaquer, de respecter leurs villes et leur pays, et de ne pas apporter d’aide à ceux qui voudraient leur faire la guerre.
20 εδοξεν δε ημιν δεξασθαι την ασπιδα παρ' αυτων20 Il nous a paru bon de recevoir leur bouclier.
21 ει τινες ουν λοιμοι διαπεφευγασιν εκ της χωρας αυτων προς υμας παραδοτε αυτους σιμωνι τω αρχιερει οπως εκδικηση αυτους κατα τον νομον αυτων21 En conséquence, si de mauvais sujets s’enfuient de leur pays dans le vôtre, livrez-les au grand prêtre Simon pour qu’il les punisse selon leurs lois.”
22 και ταυτα εγραψεν δημητριω τω βασιλει και ατταλω και αριαραθη και αρσακη22 On envoya la même lettre au roi Démétrius, à Attale, à Ariarate, à Arsace -
23 και εις πασας τας χωρας και σαμψαμη και σπαρτιαταις και εις δηλον και εις μυνδον και εις σικυωνα και εις την καριαν και εις σαμον και εις την παμφυλιαν και εις λυκιαν και εις αλικαρνασσον και εις ροδον και εις φασηλιδα και εις κω και εις σιδην και εις αραδον και γορτυναν και κνιδον και κυπρον και κυρηνην23 et à tous les pays: à Sampsamé, aux Spartiates, à Délos, à Myndos, à Sicione, en Carie, à Samos, en Pamphylie, en Lycie, à Halicarnasse, à Rhodes, à Fasélis, à Cos, à Sidé, à Arados, à Gortyne, à Cnide, à Chypre et à Cyrène.
24 το δε αντιγραφον τουτων εγραψαν σιμωνι τω αρχιερει24 On fit une copie de ces lettres pour le grand prêtre Simon.
25 αντιοχος δε ο βασιλευς παρενεβαλεν επι δωρα εν τη δευτερα προσαγων δια παντος αυτη τας χειρας και μηχανας ποιουμενος και συνεκλεισεν τον τρυφωνα του εκπορευεσθαι και εισπορευεσθαι25 Le roi Antiocus attaqua le quartier neuf de Dora. Ses hommes avancèrent peu à peu, puis ils construisirent des machines de siège; il assiégea Tryphon si bien que l’on ne pouvait plus ni entrer ni sortir.
26 και απεστειλεν αυτω σιμων δισχιλιους ανδρας εκλεκτους συμμαχησαι αυτω και αργυριον και χρυσιον και σκευη ικανα26 Simon lui envoya 2 000 de ses meilleurs guerriers pour l’appuyer, avec de l’argent, de l’or, et beaucoup de matériel.
27 και ουκ ηβουλετο αυτα δεξασθαι αλλα ηθετησεν παντα οσα συνεθετο αυτω το προτερον και ηλλοτριουτο αυτω27 Mais le roi ne voulut pas les recevoir: bien plus, il annula tous les engagements qu’il avait pris autrefois avec Simon et changea d’attitude envers lui.
28 και απεστειλεν προς αυτον αθηνοβιον ενα των φιλων αυτου κοινολογησομενον αυτω λεγων υμεις κατακρατειτε της ιοππης και γαζαρων και της ακρας της εν ιερουσαλημ πολεις της βασιλειας μου28 Il lui envoya Athénobius, un de ses Amis, pour discuter avec lui: “Vous occupez Joppé, faisait-il dire, Gazer et la Citadelle de Jérusalem, qui sont des villes de mon royaume.
29 τα ορια αυτων ηρημωσατε και εποιησατε πληγην μεγαλην επι της γης και εκυριευσατε τοπων πολλων εν τη βασιλεια μου29 Vous en avez ravagé les environs, vous avez ruiné le pays et vous vous êtes rendus maîtres de beaucoup de cités dans mes États.
30 νυν ουν παραδοτε τας πολεις ας κατελαβεσθε και τους φορους των τοπων ων κατεκυριευσατε εκτος των οριων της ιουδαιας30 Maintenant donc, rendez-nous les villes que vous avez prises et les impôts des cités que vous avez soumises en dehors du territoire de la Judée.
31 ει δε μη δοτε αντ' αυτων πεντακοσια ταλαντα αργυριου και της καταφθορας ης κατεφθαρκατε και των φορων των πολεων αλλα ταλαντα πεντακοσια ει δε μη παραγενομενοι εκπολεμησομεν υμας31 Sinon, donnez 500 talents d’argent à leur place et 500 autres pour les ravages que vous avez commis et pour les impôts que devaient ces cités. Si vous ne le faites pas, nous partirons en guerre contre vous.”
32 και ηλθεν αθηνοβιος ο φιλος του βασιλεως εις ιερουσαλημ και ειδεν την δοξαν σιμωνος και κυλικειον μετα χρυσωματων και αργυρωματων και παραστασιν ικανην και εξιστατο και απηγγειλεν αυτω τους λογους του βασιλεως32 Lorsque Athénobius, Ami du roi, arriva à Jérusalem, il vit la richesse de Simon, le buffet couvert de vases d’or et d’argent et le luxe qui l’entourait. Il en fut stupéfait. Quand il rapporta les paroles du roi,
33 και αποκριθεις σιμων ειπεν αυτω ουτε γην αλλοτριαν ειληφαμεν ουτε αλλοτριων κεκρατηκαμεν αλλα της κληρονομιας των πατερων ημων υπο δε εχθρων ημων ακριτως εν τινι καιρω κατεκρατηθη33 Simon lui répondit: “Nous n’avons pas conquis une terre étrangère, nous ne nous sommes pas emparés des biens d’autrui, mais c’est l’héritage de nos pères qui avait été volé pour un temps par nos ennemis.
34 ημεις δε καιρον εχοντες αντεχομεθα της κληρονομιας των πατερων ημων34 L’occasion étant favorable, nous en avons profité pour reprendre l’héritage de nos pères.
35 περι δε ιοππης και γαζαρων ων αιτεις αυται εποιουν εν τω λαω πληγην μεγαλην και την χωραν ημων τουτων δωσομεν ταλαντα εκατον35 Joppé et Gazer que tu réclames, sont deux villes qui ont fait beaucoup de tort à notre peuple et à notre pays; aussi nous ne donnerons pour elles que 100 talents.” Athénobius ne répondit rien,
36 και ουκ απεκριθη αυτω λογον απεστρεψεν δε μετα θυμου προς τον βασιλεα και απηγγειλεν αυτω τους λογους τουτους και την δοξαν σιμωνος και παντα οσα ειδεν και ωργισθη ο βασιλευς οργην μεγαλην36 mais il repartit furieux vers le roi et lui rapporta la réponse de Simon. Il parla de sa richesse et de tout ce qu’il avait vu, et cela mit le roi dans une grande colère.
37 τρυφων δε εμβας εις πλοιον εφυγεν εις ορθωσιαν37 Tryphon s’était enfui sur un bateau à Orthosia.
38 και κατεστησεν ο βασιλευς τον κενδεβαιον επιστρατηγον της παραλιας και δυναμεις πεζικας και ιππικας εδωκεν αυτω38 Le roi choisit alors Kendébée comme gouverneur de la zone maritime et lui confia une armée de fantassins et de cavaliers.
39 και ενετειλατο αυτω παρεμβαλλειν κατα προσωπον της ιουδαιας και ενετειλατο αυτω οικοδομησαι την κεδρων και οχυρωσαι τας πυλας και οπως πολεμη τον λαον ο δε βασιλευς εδιωκε τον τρυφωνα39 Il lui ordonna d’établir son camp face à la Judée, de reconstruire Kédron, de renforcer ses portes et de combattre le peuple; de son côté le roi allait poursuivre Tryphon.
40 και παρεγενηθη κενδεβαιος εις ιαμνειαν και ηρξατο του ερεθιζειν τον λαον και εμβατευειν εις την ιουδαιαν και αιχμαλωτιζειν τον λαον και φονευειν40 Kendébée se rendit à Jamnia et commença d’inciter le peuple à faire des expéditions en Judée, à faire des massacres et à ramener des prisonniers.
41 και ωκοδομησεν την κεδρων και απεταξεν εκει ιππεις και δυναμεις οπως εκπορευομενοι εξοδευωσιν τας οδους της ιουδαιας καθα συνεταξεν αυτω ο βασιλευς41 Il fortifia Kédron, il y plaça des cavaliers et des fantassins qui partaient en expédition et patrouillaient sur les routes de Judée comme le roi le lui avait demandé.