Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΝΕΕΜΙΑΣ - Neemia - Ezra-Nehemiah 1


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Λογοι Νεεμια υιου του Αχαλια. Και εν τω μηνι Χισλευ, εν τω εικοστω ετει, οτε ημην εν Σουσοις τη βασιλευουση,1 Paroles de Néhémie, fils de Hakalya. En la vingtième année du règne d’Artaxerxès, au mois de Kisleu, j’étais dans la forteresse de Suse.
2 ο Ανανι, εις εκ των αδελφων μου, ηλθεν, αυτος και τινες εκ του Ιουδα, και ηρωτησα αυτους περι των διασωθεντων Ιουδαιων, οιτινες εναπελειφθησαν εκ της αιχμαλωσιας, και περι Ιερουσαλημ.2 Comme un de mes frères, Hanani, venait d’arriver avec quelques hommes de Juda, je les interrogeai au sujet des Juifs, des survivants qui étaient revenus de la captivité, et sur Jérusalem.
3 Και ειπον προς εμε, Οι υπολοιποι, οι εναπολειφθεντες εκ της αιχμαλωσιας εκει εν τη επαρχια, ειναι εν θλιψει μεγαλη, και ονειδισμω? και το τειχος της Ιερουσαλημ καθηρεθη, και αι πυλαι αυτης κατεκαυθησαν εν πυρι.3 Ils me répondirent: - “Là-bas, dans la Province, ceux qui sont rentrés de la captivité, les survivants, vivent dans une grande misère et au milieu des humiliations; le rempart de Jérusalem n’est que brèches et les portes sont brûlées.”
4 Και οτε ηκουσα τους λογους τουτους, εκαθησα και εκλαυσα και επενθησα ημερας και ενηστευον, και προσηυχομην ενωπιον του Θεου του ουρανου,4 En entendant cela, je me suis assis et j’ai pleuré. Et pendant plusieurs jours je suis resté dans le deuil: je jeûnais et je priais devant le Dieu du Ciel,
5 και ειπα, Δεομαι, Κυριε, Θεε του ουρανου, ο μεγας και φοβερος Θεος, ο φυλαττων την διαθηκην και το ελεος προς τους αγαπωντας αυτον και τηρουντας τας εντολας αυτου,5 et je lui disais: - “Ah! Yahvé, Dieu du Ciel, Dieu grand et terrible, toi qui gardes ton Alliance et ta fidélité à ceux qui t’aiment et observent tes commandements!
6 ας ηναι τωρα το ους σου προσεκτικον και οι οφθαλμοι σου ανεωγμενοι, δια να ακουσης την προσευχην του δουλου σου, την οποιαν ηδη προσευχομαι ενωπιον σου ημεραν και νυκτα υπερ των υιων Ισραηλ των δουλων σου, και εξομολογουμαι τα αμαρτηματα των υιων Ισραηλ, τα οποια ημαρτησαμεν εις σε? και εγω και ο οικος του πατρος μου ημαρτησαμεν.6 Écoute attentivement, ouvre les yeux, entends la prière de ton serviteur! Car tu le vois, jour et nuit je prie pour les fils d’Israël, tes serviteurs: je confesse les péchés des fils d’Israël. Oui, nous avons péché contre toi; moi et la maison de mon père, nous avons péché!
7 Ολως διεφθαρημεν ενωπιον σου, και δεν εφυλαξαμεν τας εντολας και τα διαταγματα και τας κρισεις, τας οποιας προσεταξας εις τον δουλον σου τον Μωυσην.7 Nous nous sommes très mal conduits envers toi, nous n’avons pas observé les commandements, les ordonnances et les décrets que tu nous avais donnés par Moïse, ton serviteur.
8 Ενθυμηθητι, δεομαι, τον λογον, τον οποιον προσεταξας εις τον δουλον σου τον Μωυσην, λεγων, Εαν γεινητε παραβαται, εγω θελω σας διασκορπισει μεταξυ των εθνων?8 Souviens-toi cependant de la parole que tu as confiée à Moïse, ton serviteur, lorsque tu lui as dit: “Si vous êtes infidèles, je vous disperserai parmi les nations,
9 αλλ' εαν επιστρεψητε προς εμε και φυλαξητε τας εντολας μου και εκτελητε αυτας, και αν ηναι απο σας απερριμμενοι εως των εσχατων του ουρανου, και εκειθεν θελω συναξει αυτους και θελω φερει αυτους εις τον τοπον, τον οποιον εξελεξα δια να κατοικισω το ονομα μου εκει.9 mais quand vous reviendrez vers moi, quand vous observerez mes commandements et les mettrez en pratique, même si vos exilés se trouvaient au bout du ciel, je les rassemblerais et je les ferais revenir au lieu que j’ai choisi pour y faire habiter mon Nom.
10 Ουτοι δε ειναι δουλοι σου και λαος σου, τους οποιους ελυτρωσας δια της δυναμεως σου της μεγαλης και δια της χειρος σου της κραταιας.10 “Car ils sont tes serviteurs et ton peuple que tu as délivrés par ta grande force et par ta main puissante.
11 Δεομαι, Κυριε, ας ηναι ηδη το ους σου προσεκτικον εις την προσευχην του δουλου σου και εις την προσευχην των δουλων σου, των θελοντων να φοβωνται το ονομα σου? και ευοδωσον, δεομαι, τον δουλον σου την ημεραν ταυτην, και χαρισον εις αυτον ελεος ενωπιον του ανδρος τουτου. Διοτι εγω ημην οινοχοος του βασιλεως.11 Ah! Seigneur, écoute attentivement la prière de ton serviteur, la prière de tes serviteurs qui trouvent leur joie à craindre ton Nom; fais donc aujourd’hui réussir ton serviteur et fais-lui gagner le cœur du roi.” En ce temps-là j’étais auprès du roi, je lui préparais ses boissons.