Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β´ - 2 Cronache - Chronicles II 20


font
GREEK BIBLEJERUSALEM
1 Και μετα ταυτα ηλθον κατα του Ιωσαφατ οι υιοι Μωαβ και οι υιοι Αμμων και μετ' αυτων αλλοι εκτος των Αμμωνιτων, δια να πολεμησωσι.1 Après cela les Moabites et les Ammonites, accompagnés de Méûnites, s'en vinrent combattreJosaphat.
2 Και ηλθον και απηγγειλαν προς τον Ιωσαφατ, λεγοντες, Μεγα πληθος ερχεται εναντιον σου εκ του περαν της θαλασσης, εκ της Συριας? και ιδου, ειναι εν Ασασων-θαμαρ, ητις ειναι Εν-γαδδι.2 On vint en informer Josaphat en ces termes: "Une foule immense s'avance contre toi d'au-delà de la mer, d'Edom; la voici à Haçaçôn-Tamar, c'est-à-dire En-Gaddi."
3 Και εφοβηθη ο Ιωσαφατ και εδοθη εις το να εκζητη τον Κυριον, και εκηρυξε νηστειαν δια παντος του Ιουδα.3 Josaphat prit peur et se tourna vers Yahvé. Il s'adressa à lui et proclama un jeûne pour toutJuda.
4 Και συνηχθησαν οι ανδρες Ιουδα, δια να ζητησωσι βοηθειαν παρα Κυριου? εκ πασων ετι των πολεων Ιουδα ηλθον δια να ζητησωσι τον Κυριον.4 Les Judéens se rassemblèrent pour chercher secours auprès de Yahvé; ce sont même toutesles cités judéennes qui vinrent chercher secours auprès de Yahvé.
5 Και εσταθη ο Ιωσαφατ εν τη συναξει του Ιουδα και της Ιερουσαλημ, εν τω οικω του Κυριου, κατα προσωπον της νεας αυλης,5 Lors de cette Assemblée des Judéens et des Hiérosolymites dans le Temple de Yahvé,Josaphat se tint debout devant le nouveau parvis
6 και ειπε, Κυριε Θεε των πατερων ημων, δεν εισαι συ ο Θεος ο εν τω ουρανω; και δεν εισαι συ ο κυριευων επι παντα τα βασιλεια των εθνων, και δεν ειναι εν τη χειρι σου η δυναμις και η ισχυς, και ουδεις δυναται να αντισταθη εις σε;6 et s'écria: "Yahvé, Dieu de nos pères, n'est-ce pas toi le Dieu qui est dans les cieux? N'est-cepas toi qui domines sur tous les royaumes des nations? Dans ta main sont la force et la puissance, et nul ne peuttenir contre toi.
7 Δεν εισαι συ ο Θεος ημων, ο εκδιωξας τους κατοικους της γης ταυτης εμπροσθεν του λαου σου Ισραηλ, και δους αυτην εις το σπερμα του Αβρααμ του αγαπητου σου εις τον αιωνα;7 N'est-ce pas toi qui es notre Dieu, toi qui, devant Israël ton peuple, as dépossédé les habitantsde ce pays? Ne l'as-tu pas donné à la race d'Abraham que tu aimeras éternellement?
8 Και κατωκησαν εν αυτη και ωκοδομησαν εις σε αγιαστηριον εν αυτη δια το ονομα σου, λεγοντες,8 Ils s'y sont établis et y ont construit un sanctuaire à ton Nom en disant:
9 Εαν, οταν επελθη εφ' ημας κακον, ρομφαια, κρισις η θανατικον η πεινα, σταθωμεν εμπροσθεν του οικου τουτου και ενωπιον σου, διοτι το ονομα σου ειναι εν τω οικω τουτω, και βοησωμεν προς σε εν τη θλιψει ημων, τοτε θελεις ακουσει και σωσει.9 Si le malheur s'abat sur nous, guerre, punition, peste, ou famine, nous nous tiendrons devantce Temple et devant toi, car ton Nom est dans ce Temple. Du fond de notre détresse nous crierons vers toi, tunous entendras et tu nous sauveras.
10 Και τωρα, ιδου, οι υιοι Αμμων και Μωαβ και οι απο του ορους Σηειρ, προς τους οποιους δεν αφηκας τον Ισραηλ να υπαγη, οτε ηρχοντο εκ γης Αιγυπτου, αλλ' εξεκλιναν απ' αυτων και δεν εξωλοθρευσαν αυτους,10 Vois à cette heure les Ammonites, Moab et les montagnards de Séïr; tu n'as pas laissé Israëlles envahir lorsqu'il venait du pays d'Egypte, il s'est au contraire écarté d'eux sans les détruire;
11 και ιδου, πως ανταμειβουσιν ημας, ερχομενοι να εκβαλωσιν ημας απο της κληρονομιας σου, την οποιαν εδωκας εις ημας να κληρονομησωμεν.11 Or voici qu'ils nous récompensent en venant nous chasser des possessions que tu nous asléguées.
12 Θεε ημων, δεν θελεις κρινει αυτους; διοτι δεν υπαρχει εις ημας δυναμις δια να αντισταθωμεν εις τουτο το μεγα πληθος, το οποιον ερχεται εφ' ημας, και δεν εξευρομεν τι να καμωμεν? αλλ' επι σε ειναι οι οφθαλμοι ημων.12 O notre Dieu, n'en feras-tu pas justice, car nous sommes sans force devant cette fouleimmense qui nous attaque. Nous, nous ne savons que faire, aussi est-ce sur toi que se portent nos regards."
13 Και ιστατο πας ο Ιουδας ενωπιον του Κυριου με τα βρεφη αυτων, τας γυναικας αυτων και τους υιους αυτων.13 Tous les Judéens se tenaient debout en présence de Yahvé, et même leurs familles, leursfemmes et leurs fils.
14 Τοτε ηλθε Πνευμα Κυριου επι Ιααζιηλ τον υιον του Ζαχαριου, υιου του Βεναια, υιου του Ιειηλ, υιου του Ματθανιου του Λευιτου, εκ των υιων του Ασαφ, εν τω μεσω της συναξεως.14 Au milieu de l'Assemblée, l'Esprit de Yahvé fut sur Yahaziel, fils de Zekaryahu, fils deBenaya, fils de Yeïel, fils de Mattanya le lévite, l'un des fils d'Asaph.
15 και ειπε, Ακουσατε, πας ο Ιουδας και οι κατοικουντες Ιερουσαλημ, και συ βασιλευ Ιωσαφατ? ουτω λεγει Κυριος προς υμας? Μη φοβεισθε σεις μηδε πτοηθητε απο προσωπου τουτου του μεγαλου πληθους? διοτι η μαχη δεν ειναι υμων, αλλα του Θεου?15 Il s'écria: "Prêtez l'oreille, vous tous Judéens et habitants de Jérusalem, et toi, roi Josaphat!Ainsi vous parle Yahvé: Ne craignez pas, ne vous effrayez pas devant cette foule immense; ce combat n'est pasle vôtre mais celui de Dieu.
16 καταβητε αυριον εναντιον αυτων? ιδου, αναβαινουσι δια της αναβασεως Σις? και θελετε ευρει αυτους εν τω ακρω του χειμαρρου, εμπροσθεν της ερημου Ιερουηλ?16 Descendez demain contre eux: voici qu'ils empruntent la montée de Ciç et vous lesrencontrerez à l'extrémité de la vallée, près du désert de Yeruel.
17 δεν θελετε πολεμησει σεις εν ταυτη τη μαχη? παρουσιασθητε, στητε και ιδετε την μεθ' υμων σωτηριαν του Κυριου, Ιουδα και Ιερουσαλημ? μη φοβεισθε μηδε πτοηθητε? αυριον εξελθετε εναντιον αυτων? και ο Κυριος μεθ' υμων.17 Vous n'aurez pas à y combattre. Tenez-vous là, prenez position, vous verrez le salut queYahvé vous réserve. Juda et Jérusalem, ne craignez pas, ne vous effrayez pas, partez demain à leur rencontre etYahvé sera avec vous."
18 Και εκυψεν ο Ιωσαφατ επι προσωπον εις την γην? και πας ο Ιουδας και οι κατοικουντες την Ιερουσαλημ επεσον ενωπιον του Κυριου, προσκυνουντες τον Κυριον.18 Josaphat s'inclina, la face contre terre, tous les Judéens et les habitants de Jérusalem seprosternèrent devant Yahvé pour l'adorer.
19 Και εσηκωθησαν οι Λευιται, εκ των υιων των Κααθιτων και εκ των υιων των Κοριτων, δια να υμνησωσι Κυριον τον Θεον του Ισραηλ εν φωνη υψωμενη σφοδρα.19 Les lévites -- des Qehatites et des Coréites -- se mirent alors à louer Yahvé, Dieu d'Israël, àpleine voix.
20 Και εξεγερθεντες το πρωι? εξηλθον προς την ερημον Θεκουε? και οτε εξηλθον, εσταθη ο Ιωσαφατ και ειπεν, Ακουσατε μου, Ιουδα και οι κατοικουντες την Ιερουσαλημ? πιστευσατε εις Κυριον τον Θεον υμων, και θελετε στερεωθη? πιστευσατε τους προφητας αυτου και θελετε ευοδωθη.20 De grand matin, ils se levèrent et partirent pour le désert de Teqoa. A leur départ, Josaphat,debout, s'écria: "Ecoutez-moi, Judéens et habitants de Jérusalem! Croyez en Yahvé votre Dieu et vous vousmaintiendrez, croyez en ses prophètes et vous réussirez."
21 Και συμβουλευθεις μετα του λαου, διεταξε ψαλτωδους δια να ψαλλωσιν εις τον Κυριον και να υμνωσι την μεγαλοπρεπειαν της αγιοτητος αυτου, εξελθοντες εμπροσθεν του στρατευματος, και να λεγωσι, Δοξολογειτε τον Κυριον, διοτι το ελεος αυτου μενει εις τον αιωνα.21 Puis, après avoir tenu conseil avec le peuple, il plaça au départ, devant les guerriers, leschantres de Yahvé qui le louaient, vêtus d'ornements sacrés, en disant: "Louez Yahvé, car éternel est son amour."
22 Και οτε ηρχισαν να ψαλλωσι και να υμνωσιν, ο Κυριος εστησεν ενεδρας εναντιον των υιων Αμμων, Μωαβ και των εκ του ορους Σηειρ, των ελθοντων κατα του Ιουδα? και εκτυπηθησαν.22 Au moment où ils entonnaient l'exaltation et la louange, Yahvé tendit une embuscade contreles Ammonites, Moab et les montagnards de Séïr qui attaquaient Juda, et qui se virent alors battus.
23 Διοτι εσηκωθησαν οι υιοι Αμμων και Μωαβ κατα των κατοικων του ορους Σηειρ, δια να εξολοθρευσωσι και να εξαλειψωσιν αυτους? και αφου συνετελεσαν τους κατοικους του Σηειρ εβοηθησαν αλληλους δια να εξολοθρευθωσιν.23 Les Ammonites et les Moabites se dressèrent contre les habitants de la montagne de Séïrpour les vouer à l'anathème et les anéantir, mais en exterminant les habitants de Séïr ils ne s'entraidaient quepour leur propre perte.
24 Ελθων δε ο Ιουδας εις την σκοπιαν της ερημου, ανεβλεψε προς το πληθος, και ιδου, ησαν νεκρα σωματα πεπτωκοτα κατα γης, και ουδεις διεσωθη.24 Les Judéens atteignaient le point d'où l'on a vue sur le désert et allaient faire face à la foule,quand il n'y avait déjà plus que cadavres à terre et aucun rescapé.
25 Και οτε ηλθον ο Ιωσαφατ και ο λαος αυτου δια να λαφυραγωγησωσιν αυτους, ευρηκαν μεταξυ των νεκρων σωματων αυτων και πλουτη εν αφθονια και πολυτιμον αποσκευην, και ελαβον εις εαυτους τοσαυτα, ωστε δεν ηδυναντο να μεταφερωσιν αυτα? και εσταθησαν τρεις ημερας λαφυραγωγουντες, διοτι τα λαφυρα ησαν πολλα.25 Josaphat vint avec son armée razzier du butin; l'on y trouva en abondance du bétail, desbiens, des vêtements et des objets précieux; ils en ramassèrent plus qu'ils n'en pouvaient porter et ils passèrenttrois jours à razzier ce butin tant il était abondant.
26 Και την τεταρτην ημεραν συνηχθησαν εν τη κοιλαδι της Ευλογιας? διοτι εκει ευλογησαν τον Κυριον? δια τουτο ωνομασθη το ονομα του τοπου εκεινου Κοιλας Ευλογιας εως της ημερας ταυτης.26 Le quatrième jour, ils se rassemblèrent dans la vallée de Beraka; ils y bénirent en effetYahvé, d'où le nom de vallée de Beraka donné à ce lieu jusqu'à nos jours.
27 Τοτε παντες οι ανδρες Ιουδα και της Ιερουσαλημ και ο Ιωσαφατ επι κεφαλης αυτων, εκινησαν δια να επιστρεψωσιν εις Ιερουσαλημ εν ευφροσυνη? διοτι ευφρανεν αυτους ο Κυριος απο των εχθρων αυτων.27 Puis tous les hommes de Juda et de Jérusalem revinrent tout joyeux à Jérusalem, avecJosaphat à leur tête, car Yahvé les avait réjouis aux dépens de leurs ennemis.
28 Και ηλθον εις Ιερουσαλημ εν ψαλτηριοις και κιθαραις και σαλπιγξι, προς τον οικον του Κυριου.28 Ils entrèrent à Jérusalem, dans le Temple de Yahvé, au son des lyres, des cithares et destrompettes,
29 Και επεπεσε φοβος Θεου επι παντα τα βασιλεια των τοπων εκεινων; οτε ηκουσαν ετι ο Κυριος επολεμησεν εναντιον των εχθρων του Ισραηλ.29 et la terreur de Dieu s'abattit sur tous les royaumes des pays quand ils apprirent que Yahvéavait combattu les ennemis d'Israël.
30 Και ησυχασεν η βασιλεια του Ιωσαφατ? διοτι ο Θεος αυτου εδωκεν εις αυτον αναπαυσιν κυκλοθεν.30 Le règne de Josaphat fut calme et Dieu lui donna la tranquillité sur toutes ses frontières.
31 Και εβασιλευσεν ο Ιωσαφατ επι τον Ιουδαν? τριακοντα πεντε ετων ηλικιας ητο οτε εβασιλευσε, και εβασιλευσεν εικοσιπεντε ετη εν Ιερουσαλημ? το δε ονομα της μητρος αυτου ητο Αζουβα θυγατηρ του Σιλει.31 Josaphat régna sur Juda; il avait 35 ans à son avènement et il régna 25 ans à Jérusalem; samère s'appelait Azuba, fille de Shilhi.
32 Και περιεπατησεν εν τη οδω Ασα του πατρος αυτου και δεν εξεκλινεν απ' αυτης, πραττων το ευθες ενωπιον του Κυριου.32 Il suivit la conduite de son père Asa sans dévier, faisant ce qui est juste au regard de Yahvé.
33 Οι υψηλοι ομως τοποι δεν αφηρεθησαν? διοτι ο λαος δεν ειχον ετι κατευθυνει τας καρδιας αυτων προς τον Θεον των πατερων αυτων.33 Cependant les hauts lieux ne disparurent pas et le peuple continua à ne pas fixer son coeurdans le Dieu de ses pères.
34 Αι δε λοιπαι πραξεις του Ιωσαφατ, αι πρωται και αι εσχαται, ιδου, ειναι γεγραμμεναι εν τοις λογοις του Ιηου υιου του Ανανι, οιτινες κατεγραφησαν εν τω βιβλιω των βασιλεων του Ισραηλ.34 Le reste de l'histoire de Josaphat, du début à la fin, se trouve écrit dans les Actes de Jéhu,fils de Hanani, qui ont été portés sur le livre des Rois d'Israël.
35 Μετα δε ταυτα ηνωθη ο Ιωσαφατ ο βασιλευς του Ιουδα μετα του Οχοζιου βασιλεως του Ισραηλ, οστις επραξε λιαν ασεβως.35 Après quoi, Josaphat, roi de Juda, se lia à Ochozias, roi d'Israël. C'est celui-ci qui le poussaà mal faire.
36 Ηνωθη δε μετ' αυτου, δια να καμωσι πλοια, τα οποια να πλευσωσιν εις Θαρσεις? και εκαμον τα πλοια εν Εσιων-γαβερ.36 Il s'associa avec lui pour construire des navires à destination de Tarsis; c'est à Eçyôn-Géberqu'ils les construisirent.
37 Τοτε Ελιεζερ ο υιος του Δωδανα απο Μαρησα προεφητευσεν εναντιον του Ιωσαφατ, λεγων, Επειδη ηνωθης μετα του Οχοζιου, ο Κυριος εθραυσε τα εργα σου. Και συνετριβησαν τα πλοια και δεν ηδυνηθησαν να υπαγωσιν εις Θαρσεις.37 Eliézer, fils de Dodavahu de Maresha, prophétisa alors contre Josaphat: "Parce que tu t'esassocié à Ochozias, dit-il, Yahvé a fait une brèche dans tes oeuvres." Les navires se brisèrent et ne furent pas enmesure de partir pour Tarsis.