Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 4


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Ο δε Αδαμ εγνωρισεν Ευαν την γυναικα αυτου? και συνελαβε, και εγεννησε τον Καιν? και ειπεν, Απεκτησα ανθρωπον δια του Κυριου.1 L’homme s’unit à Ève, sa femme, elle conçut et enfanta Caïn. Elle dit à cette occasion: “Je me suis acquis un homme, grâce à Yahvé.”
2 Και προσετι εγεννησε τον αδελφον αυτου τον Αβελ. Και ητο ο Αβελ ποιμην προβατων, ο δε Καιν ητο γεωργος.2 Ensuite elle enfanta Abel, le frère de Caïn. Abel était berger de petit bétail et son frère Caïn cultivait le sol.
3 Και μεθ' ημερας προσεφερεν ο Καιν απο των καρπων της γης προσφοραν προς τον Κυριον.3 Il arriva quelque temps plus tard que Caïn apporta des fruits du sol pour les offrir à Yahvé.
4 Και ο Αβελ προσεφερε και αυτος απο των πρωτοτοκων των προβατων αυτου, και απο των στεατων αυτων. Και επεβλεψε με ευμενειαν Κυριος επι τον Αβελ και επι την προσφοραν αυτου?4 Abel de son côté présenta les premiers-nés de son petit bétail avec leur graisse. Yahvé regarda avec plaisir Abel et son offrande,
5 επι δε τον Καιν και επι την προσφοραν αυτου δεν επεβλεψε. Και ηγανακτησεν ο Καιν σφοδρα, και εκατηφιασε το προσωπον αυτου5 mais il ne fit pas attention à Caïn et à son offrande. Caïn fut très en colère et son visage se durcit.
6 Και ειπε Κυριος προς τον Καιν, Δια τι ηγανακτησας; και δια τι εκατηφιασε το προσωπον σου;6 Alors Yahvé dit à Caïn: “Pourquoi es-tu en colère, pourquoi ton visage est-il si dur?
7 αν συ πραττης καλως, δεν θελεις εισθαι ευπροσδεκτος; και εαν δεν πραττης καλως, εις την θυραν κειται η αμαρτια. Αλλ' εις σε θελει εισθαι η επιθυμια αυτου, και συ θελεις εξουσιαζει επ' αυτου.7 Si tu fais ce qui est bien, tu pourras relever la tête, mais si tu n’agis pas bien, le péché est couché devant ta porte prêt à se jeter sur toi; c’est à toi de le dominer.”
8 Και ειπεν ο Καιν προς Αβελ τον αδελφον αυτου, Ας υπαγωμεν εις την πεδιαδα? και ενω ησαν εν τη πεδιαδι, σηκωθεις ο Καιν κατα του αδελφου αυτου Αβελ εφονευσεν αυτον.8 Caïn dit à Abel son frère: “Allons dans la campagne.” Et comme ils étaient dans la campagne, Caïn se jeta sur son frère Abel et le tua.
9 Και ειπε Κυριος προς τον Καιν, Που ειναι Αβελ ο αδελφος σου; Ο δε ειπε, Δεν εξευρω? μη φυλαξ του αδελφου μου ειμαι εγω;9 Yahvé dit à Caïn: “Où est ton frère Abel?” Celui-ci répondit: “Je n’en sais rien; suis-je le gardien de mon frère?”
10 Και ειπεν ο Θεος, Τι εκαμες; η φωνη του αιματος του αδελφου σου βοα προς εμε εκ της γης?10 Il dit: “Qu’as-tu fait? Un cri monte du sol vers moi, c’est le sang de ton frère!
11 και τωρα επικαταρατος να ησαι απο της γης, ητις ηνοιξε το στομα αυτης δια να δεχθη το αιμα του αδελφου σου εκ της χειρος σου?11 Sois maudit maintenant de par le sol qui a ouvert sa bouche pour recevoir le sang de ton frère.
12 οταν εργαζησαι την γην, δεν θελει εις το εξης σοι δωσει τον καρπον αυτης? πλανητης και φυγας θελεις εισθαι επι της γης.12 Lorsque tu cultiveras le sol, il ne te donnera plus ses produits. Tu iras errant comme un fuyard sur la terre.”
13 Και ειπεν ο Καιν προς τον Κυριον, Η αμαρτια μου ειναι μεγαλητερα παρ' ωστε να συγχωρηθη?13 Caïn dit à Yahvé: “Ma condamnation est trop dure, je ne peux la porter!
14 ιδου, με διωκεις σημερον απο προσωπου της γης, και απο του προσωπου σου θελω κρυφθη, και θελω εισθαι πλανητης και φυγας επι της γης? και πας οστις με ευρη, θελει με φονευσει.14 Regarde, tu me chasses aujourd’hui du sol cultivable et je devrai me cacher loin de toi. J’irai errant comme un fuyard sur la terre et quiconque me rencontrera pourra me tuer.”
15 Ειπε δε προς αυτον ο Κυριος, δια τουτο, πας οστις φονευση τον Καιν, επταπλασιως θελει τιμωρηθη. Και εβαλεν ο Κυριος σημειον εις τον Καιν, δια να μη φονευση αυτον πας οστις ευρη αυτον.15 Yahvé lui dit: “Eh bien, si quelqu’un tue Caïn, Caïn sera vengé sept fois!” Alors Yahvé mit un signe sur Caïn pour qu’il ne soit pas frappé par le premier venu.
16 Και εξηλθεν ο Καιν απο προσωπου του Κυριου, και κατωκησεν εν τη γη Νωδ, προς ανατολας της Εδεμ.16 Caïn s’éloigna de devant Dieu et il habita au pays de Nod, à l’orient d’Éden.
17 Εγνωρισε δε ο Καιν την γυναικα αυτου, και συνελαβε, και εγεννησε τον Ενωχ? εκτισε δε πολιν, και εκαλεσε το ονομα της πολεως κατα το ονομα του υιου αυτου, Ενωχ.17 Caïn s’unit à sa femme, elle conçut et enfanta Hénok. Puis il construisit une ville et lui donna le nom de son fils Hénok.
18 Εγεννηθη δε εις τον Ενωχ ο Ιραδ? και Ιραδ εγεννησε τον Μεχουιαηλ? και Μεχουιαηλ εγεννησε τον Μεθουσαηλ? και Μεθουσαηλ εγεννησε τον Λαμεχ.18 Hénok eut un fils, Irad, et Irad engendra Méhouyaël. Méhouyaël engendra Métouchaël et Métouchaël engendra Lamek.
19 Και ελαβεν εις εαυτον ο Λαμεχ δυο γυναικας? το ονομα της μιας, Αδα, και το ονομα της αλλης, Σιλλα.19 Lamek prit deux femmes, la première s’appelait Ada et la seconde s’appelait Sila.
20 Και εγεννησεν η Αδα τον Ιαβαλ? ουτος ητο πατηρ των κατοικουντων εν σκηναις και τρεφοντων κτηνη.20 Ada enfanta Yabal, il fut le père de ceux qui vivent sous la tente parmi les troupeaux.
21 Και το ονομα του αδελφου αυτου ητο Ιουβαλ? ουτος ητο πατηρ παντων των παιζοντων κιθαραν και αυλον.21 Le nom de son frère était Youbal, il fut le père de tous ceux qui jouent de la lyre et de la flûte.
22 Η Σιλλα δε και αυτη εγεννησε τον Θουβαλ-καιν, χαλκεα παντος εργαλειου χαλκου και σιδηρου? αδελφη δε του Θουβαλ-καιν ητο η Νααμα.22 De son côté, Sila enfanta Toubal-Caïn, il fut le père de tous ceux qui travaillent le cuivre et le fer. La sœur de Toubal-Caïn était Naama.
23 Και ειπεν ο Λαμεχ προς τας γυναικας εαυτου, Αδα και Σιλλα, Ακουσατε την φωνην μου? γυναικες του Λαμεχ, ακροασθητε τους λογους μου? επειδη ανδρα εφονευσα εις πληγην μου? και νεον εις μαστιγα μου?23 Lamek dit à ses femmes Ada et Sila: “Écoutez ma voix, femmes de Lamek, prêtez l’oreille à ma parole: J’ai tué un homme pour une blessure, un garçon pour une égratignure.
24 διοτι ο μεν Καιν επταπλασιως θελει εκδικηθη? ο δε Λαμεχ εβδομηκοντακις επτα.24 Car si Caïn est vengé sept fois, Lamek le sera soixante-dix-sept fois.”
25 Εγνωρισε δε παλιν ο Αδαμ την γυναικα αυτου, και εγεννησεν υιον, και εκαλεσε το ονομα αυτου Σηθ, λεγουσα, Οτι εδωκεν εις εμε ο Θεος αλλο σπερμα αντι του Αβελ, τον οποιον εφονευσεν ο Καιν.25 Adam s’unit à sa femme, elle enfanta un fils et lui donna le nom de Seth, car, dit-elle: “Dieu m’a donné une autre descendance à la place d’Abel que Caïn a tué.”
26 Και εις τον Σηθ ομοιως εγεννηθη υιος? και εκαλεσε το ονομα αυτου Ενως. Τοτε εγεινεν αρχη να ονομαζωνται με το ονομα του Κυριου.26 Seth eut un fils et il lui donna le nom d’Énos. Celui-ci fut le premier à invoquer Yahvé par son nom.